Η σημαία ήταν πρόχειρα υψωμένη σε ένα κομμάτι ξύλο, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να ποζάρει δίπλα της, να τραβήξει βίντεο και να το στείλει να προβληθεί τόσο από τα τοπικά όσο και από τα εθνικής εμβέλειας τηλεοπτικά κανάλια. Ο δήμαρχος Καλύμνου ήταν από τους ελάχιστους υποστηρικτές του υπουργού Αμυνας Γεράσιμου Αρσένη. Είναι πολύ πιθανό ότι θέλησε να ενισχύσει ή την τοπική του μειοψηφική θέση στο κόμμα ή γενικότερα την παράταξη στην οποία ανήκε, μέσα στα πλαίσια των εσωκομματικών συσχετισμών.
Εκκρεμούσε, ωστόσο, ο δεύτερος γύρος της εσωκομματικής σύγκρουσης για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ο Κώστας Σημίτης είχε μεν γίνει πρωθυπουργός με τη γνωστή ψηφοφορία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, αλλά το συνέδριο που θα συγκαλείτο για την εκλογή προέδρου του ΠΑΣΟΚ ενδεχομένως να είχε διαφορετικό αποτέλεσμα. Και βεβαίως με δυσκολία μπορούσε κανείς να δεχτεί ότι θα υπάρχει άλλος πρωθυπουργός και άλλος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή να έχει άλλη κατεύθυνση η κυβέρνηση και άλλη κατεύθυνση το κυβερνητικό κόμμα.
Δεν έχω καμία ένδειξη ότι ο Διακομιχάλης ενήργησε ως βραχίονας μιας συνωμοσίας εναντίον του Σημίτη που είχε οργανωθεί από τον Γεράσιμο Αρσένη. Είμαι όμως βέβαιος, με βάση τα όσα γνωρίζω για τα πρόσωπα και τον τρόπο λειτουργίας του χώρου, ότι, εάν είχε προλάβει ο Διακομιχάλης να ενημερώσει για την κίνησή του, που εξελίχθηκε σε μια από τις φοβερότερες προβοκάτσιες της νεότερης πολιτικής ιστορίας, δεν θα τον είχαν αποδοκιμάσει και αποτρέψει. Λίγο μετά τη γνωστοποίηση της πρωτοβουλίας του δημάρχου Καλύμνου στις 27.1.1996 μια ομάδα Τούρκων δημοσιογράφων της εφημερίδας Hurriyet από τη Σμύρνη πήρε ένα ελικόπτερο και προσγειώθηκε στη νησίδα Ιμια.
Βρήκαν τη σημαία του Διακομιχάλη εγκαταλελειμμένη, μόνη και έρημη, την αφαίρεσαν και την αντικατέστησαν με μία τουρκική. Στις 28.1.1996 περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού υπέστειλε την τουρκική σημαία και ύψωσε την ελληνική. Το σκηνικό για μια αδιέξοδη και ανόητη επίδειξη δύναμης είχε στηθεί...».
«...Πράγματι, έτσι έγινε. Περί τα μεσάνυχτα με ζήτησε στο τηλέφωνο ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ. Είχα διαβάσει και ακούσει για αυτόν, δεν ήξερα όμως τίποτα περισσότερο. Μου έκανε εντύπωση η ευγένεια και η προσοχή με την οποία μου μιλούσε. Ωρες ώρες σαν να ήταν αυτός υφιστάμενος ως βοηθός υφυπουργός απέναντι σε κάποιον σαν κι εμένα που ήμουν υπουργός, σε μία βέβαια πολύ μικρότερη χώρα. Ξεκίνησε λέγοντάς μου ότι αντιλαμβάνεται πως εμμένω στις πάγιες ελληνικές θέσεις για την αποφυγή μιας τυπικής διαπραγμάτευσης με την Τουρκία με αντικείμενο το Αιγαίο και ότι επομένως η πρόταση που μου έκανε πριν από λίγο ο υπουργός του, ο κύριος Κρίστοφερ, δεν έχει καμία ελπίδα.
Του είπα ότι είμαι πρόθυμος να συζητήσω άτυπα ώρες ολόκληρες τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά εκείνη τη στιγμή, με δεδομένη την κίνηση των στόλων και των αεροπορικών δυνάμεων και των δύο χωρών, αυτό που πρωτεύει είναι η εκτόνωση της κατάστασης και η βαθμιαία απαγκίστρωση από την περιοχή. Μου απάντησε ότι θέλει χρόνο για να έρθει σε επαφή με τους Τούρκους και πραγματικά πέρασε σχεδόν μιάμιση ώρα χωρίς να έχω νεότερά του.Τότε, περί τις 02:30 το πρωί, μου τηλεφώνησε ο υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου από την πρεσβεία μας στην Αγκυρα, ο κύριος Σταθουλόπουλος, και μου είπε ότι σε συνέντευξη Τύπου η Τανσού Τσιλέρ είχε ανακοινώσει ότι Τούρκοι κομάντος είχαν αποβιβαστεί και καταλάβει τη μία από τις δύο νησίδες και ότι είχαν ρητή διαταγή να μην πυροβολήσουν πρώτοι, ακόμα και αν οι Ελληνες προσπαθούσαν να αποβιβαστούν στην ίδια νησίδα.
Τα τηλεφωνήματα αυτά γίνονταν είτε από το χολ του Πολιτικού Γραφείου είτε από ένα απομονωμένο τηλέφωνο που βρισκόταν σε μια γωνία. Οταν επέστρεψα στη σύσκεψη και μετέφερα την είδηση, επικράτησε, όπως ήταν φυσικό, πανικός. Ο πρωθυπουργός γύρισε προς τον αρχηγό Γενικού Επιτελείου ναύαρχο Λυμπέρη και χρησιμοποιώντας κατά τρόπο χαρακτηριστικό ένα βαρύτατο επίθετο του είπε:
«[...]Καλά, δε σου είπα να φρουρηθούν οι δύο νησίδες;». Αποσβολωμένος και κατακόκκινος, ο Λυμπέρης ψέλλισε: «Δεν μου είπατε και οι δύο, κύριε πρωθυπουργέ. Στη μία υπάρχει φρουρά βατραχανθρώπων. Για την άλλη δεν είχαμε δυνάμεις».
Ηταν σαφές ότι έτσι είχε δημιουργηθεί μια νέα κατάσταση, δεν υπήρχε πια μία σημαία στα Ιμια αλλά δύο, συγκυριαρχία δηλαδή, αφού η παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων μιας χώρας επί ενός εδάφους άλλης χώρας είναι ένδειξη κυριαρχίας...».
Πώς ξέχασαν τους βατραχανθρώπους
«...Ο αρχηγός του ΓΕΕΘΑ ναύαρχος Λυμπέρης τα είχε κυριολεκτικά χαμένα. Ο Λυμπέρης ήταν προφανώς κατώτερος των περιστάσεων. Είχε αναλύσει και είχε χειριστεί το γεγονός με την οπτική γωνία του πρώην αρχηγού ΓΕΝ. Για αυτόν ήταν ένα ναυτικό επεισόδιο και όφειλε να το αντιμετωπίσει μόνο του το Ναυτικό.
Αυτή η γραφειοκρατική και συντεχνιακή προσέγγιση τον οδήγησε στην εξωφρενική απόφαση να στείλει στην Ανατολική Ιμια μια ντουζίνα βατραχανθρώπους και να αφήσει τη Δυτική ακάλυπτη. Λίγα χιλιόμετρα από το θέατρο των επιχειρήσεων υπήρχε ικανή δύναμη (1.000 τουλάχιστον) κομάντος των ΛΟΚ, όπως διαβεβαίωσαν και στην τηλεοπτική εκπομπή Οι Φάκελοι του Αλέξη Παπαχελά, στο MEGA Channel το 2001, οι στρατηγοί Βούλγαρης και Σπυρίδων, οι οποίοι είπαν ότι οι στρατιωτικοί ήταν έτοιμοι να τους στείλουν στην Καλόλιμνο ή στο Φαρμακονήσι.
Οπως αναφέραμε και προηγουμένως, δεδομένου ότι, εκτός από τους βατραχανθρώπους του ναυάρχου Λυμπέρη, που φρουρούσαν την Ανατολική Ιμια, υπήρχε τουρκικός στρατός στη Δυτική Ιμια, η απαγκίστρωση και η εκτόνωση της υπόθεσης έπαιρνε εντελώς άλλες διαστάσεις...».
Γιατί πήραμε τις σημαίες
«...Εκείνη τη στιγμή ο Χόλμπρουκ δεν μου ανέφερε ξανά το θέμα των σημαιών. Και εγώ δεν θεώρησα σκόπιμο να το θέσω. Οι πατριδοκάπηλοι πάσης φύσεως και διάφοροι άκαπνοι "ελληναράδες" έχουν θεωρήσει μεγίστη προδοσία την αφαίρεση της σημαίας του δημάρχου Καλύμνου από τη νησίδα Ιμια και τη μεταφορά της "εν τιμή" από το αποχωρούν απόσπασμα. Η απόφαση ελήφθη αποκλειστικά από τους συμμετέχοντες στη συζήτηση στο Πολιτικό Γραφείο.
Είναι αλήθεια ότι εγώ συνηγόρησα υπέρ της αφαίρεσης της σημαίας και είπα ότι σημαία-σύμβολο δεν είναι οποιοδήποτε πανί με τα εθνικά χρώματα βάζει ο καθένας κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες όπου και όποτε του καπνίσει. Σημαία-σύμβολο, και μάλιστα κάτω από τέτοιες περιστάσεις, είναι σημαία επίσημη, με σταθερή βάση, γερά προσδεμένη, φρουρούμενη και επιτηρούμενη.
Υποστήριξα επίσης ότι, εάν αφήναμε τη σημαία του Διακομιχάλη πάνω στην Ανατολική Ιμια, ήταν πολύ πιθανό, λόγω της καταιγίδας που είχε ξεσπάσει τη δεδομένη στιγμή, ο άνεμος ή τα τεράστια κύματα να την έπαιρναν και να την εξαφάνιζαν. Αυτό υπήρξε άλλη μια αιτία για την οποία κατασυκοφαντήθηκα και καθυβρίσθηκα από τους υπερπατριώτες.
Ολοι αυτοί οι ανεγκέφαλοι δεν σκέφτονται ότι, εάν είχε τεθεί επίσημα από την πλευρά μας να παραμείνει η σημαία μας στη μία από τις δύο νησίδες, τότε και οι Τούρκοι θα μπορούσαν να αξιώσουν να μείνει και η δική τους η σημαία στην άλλη, όπου είχαν εγκαταστήσει φρουρά.
Η συζήτηση περί τη σημαία παραβλέπει το θεμελιώδες γεγονός ότι οι σημαίες ήταν δύο. Στη μία νησίδα η δικιά μας, στην άλλη νησίδα η σημαία των Τούρκων. Ετσι, όμως, θα ξαναγυρίζαμε στην αρχή του όλου προβλήματος και θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε αυτό που συστηματικά προσπαθούσαμε να αποφύγουμε, δηλαδή τις διαπραγματεύσεις...».
Ο Οτσαλάν ήταν σταλινικός και αντιπαθής
Η δεύτερη μεγάλη ενότητα του βιβλίου αφορά το «θρίλερ Οτσαλάν».
Ο Θ. Πάγκαλος γράφει σχετικά:
«...Μια μεγάλη ομάδα βουλευτών όλων των κομμάτων επισκέφθηκε τον Οτσαλάν στον ορεινό όγκο που σχηματίζεται μεταξύ των συνόρων Τουρκίας και Ιράκ και κατοικείται συμπαγώς από Κούρδους. Η περιγραφή της συνάντησης έγινε σε εμένα από τη φίλη μου Ελισάβετ Παπαζώη, που ήταν τότε συνάδελφος, μέλος της κυβέρνησης Σημίτη. Ο Λίντερ Μάξιμο του χωριστικού και ένοπλου κινήματος των Κούρδων για μια αυτόνομη δημοκρατία ήταν ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Μόλις είχε εκτελέσει δύο επιτελείς του για μια προσωπική διένεξη που είχε ερωτικό χαρακτήρα.
Ο Οτσαλάν αμφισβητείτο για την πολιτική του γραμμή και τις εσωτερικές του διευθετήσεις, κυρίως για τον σταλινικό του χαρακτήρα, από έντονη μερίδα των επιτελών του κινήματος, και η επίσκεψη των Ελλήνων κοινοβουλευτικών αποτέλεσε σημαντική υποστήριξη, επιτρέποντάς του να στρέψει τη συζήτηση αλλού. Οι Eλληνες κοινοβουλευτικοί, όλων των κομμάτων επιμένω, ξεπέρασαν τα όριά τους και, ασκώντας εν ου παικτοίς δικιά τους εξωτερική πολιτική, έδωσαν στον Οτσαλάν μια ενθάρρυνση στο άνοιγμα του δεύτερου μετώπου, όπως το ονόμαζαν οι Κούρδοι, για έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο δηλαδή.
Αισθάνθηκα την ιδιαίτερη ανάγκη να αντιδράσω προς αυτή την κατεύθυνση, όχι μόνο γιατί διαφωνούσα και πίστευα ακράδαντα, όπως κάνω και σήμερα, ότι ο υπουργός Εξωτερικών πρέπει να αποφεύγει τον πόλεμο πάση θυσία, αλλά και διότι οι Κούρδοι ήταν συμπαγώς εχθροί μας από τη Μικρασιατική εκστρατεία. Δεν ήταν μόνο αυτό. Πάγιος πυλώνας της ελλαδικής εξωτερικής πολιτικής ήταν, μετά την κατάληψη της κατεχόμενης Βόρειας Κύπρου και τις απαιτήσεις διεθνούς αναγνώρισης δύο κρατών στην Κύπρο, η καταδίκη όλων των χωριστικών κινημάτων και το απαραβίαστο των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων.
Ο Οτσαλάν ήταν αντιπαθής μέσα στα πλαίσια μιας γενικότερης τάσεως που υπήρχε να ευνοήσω τους Κούρδους για να τους πείσω ότι η Ελλάδα δεν ήταν εχθρός τους. Αυτό έπαιρνε τη μορφή της αφιέρωσης ενός μεγάλου κονδυλίου από τα μυστικά κονδύλια για υποτροφίες σπουδών, μεταπτυχιακών κυρίως, νέων Κούρδων που διέφευγαν από την Τουρκία προς τη Δυτική Ευρώπη, καθώς και για αποκατάσταση στα νοσοκομεία μας νέων Κούρδων βασανισθέντων στην Τουρκία - με τη δημιουργία ενός ινστιτούτου αποκατάστασής τους ύστερα από συλλήψεις και έντονους βασανισμούς στις τουρκικές φυλακές.
Θέλω με αυτό να πω ότι η διαφοροποίησή μου σε ό,τι αφορούσε το κουρδικό κίνημα ήταν απόλυτη, με τη μη αποδοχή από πλευράς μου του Οτσαλάν ως εκπροσώπου του ένοπλου κινήματός τους, πράγμα το οποίο ήταν δημοφιλές ασυζητητί μεταξύ των Κούρδων...».
Ποιοι τον έφεραν στην Ελλάδα
«...Τα χρόνια πέρασαν, ήμουν υπουργός Εξωτερικών και ο Ναξάκης απόστρατος ναύαρχος. Oταν χτύπησε το τηλέφωνο, κατάλαβα αμέσως ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τους Κούρδους. Ο Οτσαλάν μετά τη Συρία -η οποία είχε υποστεί εκβιασμό της Τουρκίας περί αυτομάτου εισβολής και κατοχής του εδάφους της εάν δεν παραδώσουν τον Οτσαλάν- είχε καταφύγει στην Ιταλία, όπου είχε καταθέσει αίτημα χορηγήσεως πολιτικού ασύλου.
Ο Ναξάκης, μεταξύ κάτι αοριστολογιών περί της χήρας του Βασίλη Ρώτα και της κόρης του, μου ομολόγησε ότι η ΕΥΠ έβαλε μέσα τον Οτσαλάν γιατί είχε ζητήσει να της εκχωρηθεί ο αποκλειστικός έλεγχος της εισόδου μέσω των επισήμων και είχε διώξει από την αίθουσα όλα τα στελέχη της ασφαλείας του αεροδρομίου που κανονικά θα έπρεπε να κάνουν τη δουλειά τους.
Ο Οτσαλάν είχε οδηγηθεί στην οικία του Ρώτα και έπρεπε να τον πάρουμε από εκεί. Διεκδικούσε, δε, μια ανοχή ως προς την εν Ελλάδι παραμονή του από το ελληνικό κράτος. Eσπευσα αμέσως να τηλεφωνήσω στον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, ο οποίος, με το γνωστό του παγερό ύφος, με ενημέρωσε ότι όχι μόνο δεν θα ερχόταν αμέσως εκείνο το βράδυ, όπως του είχα προτείνει εγώ, αλλά όφειλε να μείνει τρεις ημέρες στο Ντίσελντορφ και να πάρει σημαντικές αποφάσεις.
Μου είπε προφορικώς ότι συγκροτούσε όργανο αποτελούμενο από τους Αλέκο Παπαδόπουλο, Φίλιππο Πετσάλνικο και τον διοικητή της ΕΥΠ. Είχε την αξίωση να ενημερώνεται κάθε βράδυ ως προς τις εξελίξεις από εμένα ως συντονιστή της ομάδας εργασίας και να απομακρυνθεί το ταχύτερο δυνατόν ο Οτσαλάν από το ελληνικό έδαφος και τις προεκτάσεις του (πρεσβείες, προξενικά λιμεναρχεία και λοιπά).
Ο διοικητής της ΕΥΠ στρατηγός Σταυρακάκης απουσίαζε στη Ρουμανία σε επίσημη επίσκεψη. Υπέβαλα την άλλη μέρα το βράδυ, όπως είχα υποχρέωση, δύο προτάσεις για να απομακρυνθεί ο Οτσαλάν. Στη μία πρότεινα τη μεταφορά του μέσα σε ένα ταχύτατο, απρόσιτο για τις ελληνικές διωκτικές Αρχές ταχύπλοο, που χρησιμοποιείτο στο λαθρεμπόριο τσιγάρων και ήταν ελλιμενισμένο στο λιμάνι της Πρεβέζης.
Στη δεύτερη, που ήταν πιο επικίνδυνη και πιο αποτελεσματική, πρότεινα τη μεταφορά του κατά τον ίδιο τρόπο που μεταφέρθηκε, όταν έφτασε με ένα ιδιωτικό αεροπλάνο στις Βρυξέλλες, όπου η αρμόδια της κίνησης δεν μετρούσε καν τον αριθμό των προσώπων της κάθε αντιπροσωπείας χωρών-μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και προσγειωνόταν αριθμός ανάλογων αεροσκαφών που διέθεταν τότε όλες οι χώρες για να πηγαινοέρχονται οι αντιπροσωπείες τους στις Βρυξέλλες. Την ηγεσία της αντιπροσωπείας πρότεινα να αναλάβει ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών πρέσβης Αποστολίδης, ο οποίος μετέπειτα ορίστηκε ως διοικητής της ΕΥΠ.
Παράλληλα, το σχέδιο αυτό προέβλεπε την ειδοποίηση, ενώ το αεροσκάφος θα βρισκόταν εν πτήσει, ανθρώπων που θα συγκροτούσαν επιτροπή υποδοχής του κυνηγημένου εκπροσώπου του κουρδικού λαού. Ο Σημίτης απέρριψε και τα δύο σχέδιά μου, προφανώς για να μην έρθει σε σύγκρουση με τον προοδευτικό πρωθυπουργό της Ιταλίας, Μάσσιμο Ντ’ Αλέμα, ο οποίος όμως είχε φροντίσει να δοθεί η ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα στον Οτσαλάν. Ταυτόχρονα είχα εντολή να ψάξω άλλους προορισμούς, όπως τη Λευκορωσία.
Ο πρωθυπουργός της χώρας αυτής, Λουκασένκο, είχε δεχθεί τον Οτσαλάν, αλλά υπαναχώρησε ύστερα από πίεση του Γέλτσιν και άλλαξε γνώμη ενόσω ο Οτσαλάν βρισκόταν εν πτήσει προς το Μινσκ. Ενώ οι Λευκορώσοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εφοδιάσουν και να διώξουν από το χέρι τους την καυτή πατάτα του ανεπιθύμητου πρόσφυγα, προγραμματίστηκε προσγείωση του ιδιωτικού αεροπλάνου, που ανήκε στην εταιρεία του Θ.Α., στο αεροδρόμιο του Aμστερνταμ. Ηδη όμως είχαν ειδοποιηθεί και συγκεντρωθεί -με πανό, σημαίες και τα συμπράγκαλά τους- όλοι οι οπαδοί του Οτσαλάν στην Ολλανδία και στις κοντινές γερμανικές πόλεις και κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον, διότι η Ολλανδία είχε κλείσει τον εναέριο χώρο της. Ετσι, το αεροπλάνο, αφού ανεφοδιάστηκε για άλλη μία φορά, γύρισε πίσω στην Κέρκυρα, όπου θα διανυκτέρευε ο υψηλός επισκέπτης.
Στην Κέρκυρα, για να είναι τα πράγματα under control, υπό έλεγχο δηλαδή, έσπευσε στον σχετικά κενό διάδρομο ένας αστυφύλακας οδηγώντας το αυτοκίνητό του κι έπεσε επάνω στο φτερό του σταθμευμένου αεροπλάνου. Δεν γνώριζαν οι αντίπαλοί μου ότι χάρη στον πατριωτισμό και την αυτοθυσία του εξαιρετικού πατριώτη Θ.Α. ένα άλλο απαστράπτον αεροπλάνο πήρε τη θέση εκείνου που υπέστη βλάβη...».
Ο Οτσαλάν κοιμόταν με τις παλλακίδες του στην πρεσβεία
«...Στο επόμενο ταξίδι μου τον είδα στους λόφους που φρουρείτο ως Πρόεδρος πλέον της Δημοκρατίας και οι μόνοι που παρακολούθησαν τη συνάντηση ήταν η σύζυγός μου Χριστίνα και μία γραμματεύς του και νέο του αμόρε, όπως έλεγαν οι κακές γλώσσες - Ινδή εκπάγλου καλλονής. Εξέθεσα τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα δεν μπορούσε να φιλοξενήσει τον Οτσαλάν, ο οποίος περιπλανάτο εις αναζήτησιν καταφυγίου και ο ηγέτης Μαντέλα στράφηκε προς την Ινδή και τη ρώτησε: «He is a Stalinist. He doesn’t seem to want to fight anymore. Should we cover him up?». («Είναι σταλινικός και δεν μοιάζει να του πολυαρέσει ο αγώνας προς το παρόν. Να τον καλύψουμε;») Η Ινδή, παρά το νεαρόν της ηλικίας της, απάντησε σωστά: «He is a freedom fighter. Stalinist or not». («Είναι μαχητής της ελευθερίας. Σταλινικός ή όχι».) Ο Μαντέλα σηκώθηκε τότε για να δείξει ότι η συνάντησή μας έχει τελειώσει και μου είπε ότι είναι έτοιμος να δεχθεί τον Οτσαλάν και να τον καλύψει διακριτικά για όλο το διάστημα που θα χρειαζόταν.
Το ιδιωτικό αεροπλάνο που μετέφερε τον Οτσαλάν ανήκε στον Ελληνα επιχειρηματία Θ.Α. Με βάση τις προδιαγραφές κατασκευής του, έπρεπε να ανεφοδιαστεί ύστερα από 6 ώρες πτήσης, όταν θα έφτανε στο Ναϊρόμπι, πρωτεύουσα της Κένυας. Δυστυχώς, όταν βγήκαν από το αεροπλάνο και συνάντησαν τον πρέσβη μας Γιώργο Κωστούλα, ο Μαντέλα είχε παραιτηθεί κατά τη διάρκεια της πτήσης και είχε ορκιστεί άλλος ηγέτης του κινήματος για την ανεξαρτησία ως Πρόεδρος.
Οι συνοδοί του Οτσαλάν επικοινώνησαν κατ’ εντολήν μου με τον νέο Πρόεδρο και ζήτησαν να επικυρωθεί η πτήση προς Γιοχάνεσμπουργκ και η πρόσκληση του Μαντέλα. Δεν είχα κανέναν λόγο να έχω ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στον κύριο Κωστούλα. Δεξιός ήταν, πρόθυμος να κάνει οτιδήποτε για τη συνοχή των "συμμαχικών" δεσμών της Ελλάδας. Είχε ισχυρές καλύψεις και είχε διατεθεί για την παραχώρηση ελληνικού διαβατηρίου προς τον έκπτωτο βασιλιά με επίθετο di Grecia.
Μόλις μου κοινοποιήθηκε η αναβλητική απάντηση του νέου Προέδρου της Νότιας Αφρικής, πήρα ο ίδιος προσωπικά στο τηλέφωνο τον Κωστούλα και έδωσα δύο εντολές: πρώτον, να μην πάει για κανέναν λόγο και με κανέναν τρόπο ο Οτσαλάν στο ελληνικό έδαφος της πρεσβείας και, δεύτερον, να μετακινηθεί με κάποιο πρόσφορο μέσον προς τα σύνορα Τανζανίας και Κένυας και, μόλις φτάσει, να αναζητήσει άσυλο.
Ο ελληνικής καταγωγής Τανζανός υπουργός είχε χιλιάδες εκτάρια στα σύνορα της Κένυας με τη χώρα του και εφτά συνολικά αεροπορικούς διαδρόμους. Ηταν πολύ εύκολο να κρυφτεί κάποιος από τα αδιάκριτα μάτια. Σε όλη αυτή την έκταση καλλιεργείτο το σιζάλ, ένα είδος κάκτου που οι ίνες του χρησιμοποιούνται για την παρασκευή σάκων και σχοινιών. Οποία ήτο η έκπληξή μου όταν ο Βασίλης Παπαϊωάννου, διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου μου, με περίμενε στην είσοδο του υπουργείου την επομένη το πρωί για να με ενημερώσει ότι ο Οτσαλάν είχε κοιμηθεί με τις τρεις παλλακίδες του στο φιλόξενο έδαφος της πρεσβείας, η οποία ήταν ελληνικό έδαφος, γιατί ήταν κουρασμένος. Ο πρέσβης είχε αναλάβει την πρωτοβουλία να τον φιλοξενήσει, παραβαίνοντας έτσι και τις δύο μου εντολές...».
Τον συνέλαβαν οι Αμερικάνοι και η Μοσάντ
«...Οι Αμερικάνοι έδειχναν την περιφρόνησή τους προς τους Τούρκους, επιφυλάσσοντάς τους έναν δεύτερο ρόλο στη σύλληψη, στην απομόνωση και στον εξευτελισμό του Κούρδου ηγέτη. Ομολογώ ότι αισθάνθηκα πολύ άσχημα όταν είδα τον Κούρδο αρχηγό με δεμένα τα μάτια να απαντάει σε ερωτήσεις αρμοδίων και αναρμοδίων μέσα στο αεροπλάνο. Ημουν από αυτούς που θεωρούσαν ότι είναι απίθανη η εκτέλεσή του, αλλά τον λυπήθηκα.
Υστερα από μήνες συνάντησα στην Αθήνα τον επί πολλά έτη μαύρο οδηγό της πρεσβείας μας στο Ναϊρόμπι. Σε ερώτησή μου τι γλώσσα μιλούσαν στον Οτσαλάν εκείνοι που περικύκλωσαν το αυτοκίνητο με τα όπλα στα χέρια, ο οδηγός αυτός, που μιλούσε απταίστως τα σουαχίλι, μου απάντησε ότι μιλούσαν μια γλώσσα που είχε σχέση με τα αραβικά αλλά ήταν κάτι διαφορετικό. Τα σουαχίλι είναι συγγενής γλώσσα των αραβικών και της εβραϊκής, πους ως γνωστόν έχουν κοινές ρίζες. Ηταν όμως σαφής στην περιγραφή των κομάντος, είπε δηλαδή ότι ήταν ξανθοί, ψηλοί και ότι τους ξέφευγαν αμερικάνικες εκφράσεις ενώ μιλούσαν. Τι θαυμασιότερη περιγραφή θα μπορούσε να γίνει για έναν κομάντο της Μοσάντ, της ισραηλινής Υπηρεσίας Πληροφοριών και Ειδικών Αποστολών, η οποία εκείνη την εποχή είχε στενή συνεργασία με τους Τούρκους, μέσα στα πλαίσια συνεργασίας Τουρκίας και Ισραήλ, μια και οι δύο χώρες είχαν συμμαχήσει τότε με τις ευλογίες των Δημοκρατικών που κυβερνούσαν στην Ουάσινγκτον.
Ο Οτσαλάν είχε μια μικρή βαλίτσα που την έπαιρνε πάντα μαζί του, αλλά την άφησε μέσα στο αυτοκίνητο όταν τον συνέλαβαν. Ο Καλεντερίδης της ΕΥΠ είχε ενημερώσει τηλεφωνικώς τον διευθυντή του Διπλωματικού Γραφείου μου, Βασίλη Παπαϊωάννου, σχετικά με τον κίνδυνο να περιέχει εκρηκτικά τα οποία θα χρησιμοποιούσε για να αυτοκτονήσει εάν τον συνελάμβαναν. Στην πρεσβεία άνοιξαν τη μικρή βαλίτσα, παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις, και διαπίστωσαν ότι περιείχε ένα τεράστιο ποσό σε εκατονταδόλαρα!
Ο Σάββας Καλεντερίδης τον Απρίλιο του 1999 στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής
για το θέμα Οτσαλάν
Η επιστροφή του Οτσαλάν μού επιφύλασσε εκπλήξεις. Ο Οτσαλάν δεν εξετελέσθη, όπως ακριβώς το είχα προβλέψει, και συναντούσε συχνότατα τον δικηγόρο του. Εμείς, δε, είχαμε καταδικαστεί στην πλατεία Συντάγματος από λαϊκό δικαστήριο, που περιελάμβανε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, εις θάνατο για εσχάτη προδοσία. Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο ηθοποιός και φίλος μου Κώστας Καζάκος...».