Σε άρθρο δημοσιογράφου της εγκρίτου εφημερίδας “H ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”,  κ. Στέφανου Κασιμάτη, η τιμημένη και ιστορική ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΑ ΤΟΥ ΤΣΟΛΙΑ, χαρακτηρίζεται ως γελοία και γυναικεία , επισημαίνοντας ότι οι Εύζωνες ντύνονται γυναικεία από την μέση και κάτω με μίνι φούστα, καλτσόν και χοντροπάπουτσα (τσαρούχια) και προτείνει στην Εξοχοτάτη κυρία Πρόεδρο της Δημοκρατίας μια ανανέωση της Ευζωνικής στολής .

Η απάντηση ήρθε από τον ΑΝΤΙΣΤΡΑΤΗΓΟ ε.α. και Βουλευτή, της Α  Περιφέρειας Πειραιά και Νήσων, κ. Νικόλαο Μανωλάκο, έναν άνθρωπο που έχει  υπηρετήσει σε όλη  του την ζωή την Πατρίδα ως απλός αξιωματικός στην αρχή της καριέρας του έως και Διοικητής της στρατιάς του Αιγαίου(ΑΣΔΕΝ) στο αποκορύφωμα της, πριν τον εκλέξουν οι συμπολίτες του ως βουλευτή Πειραιά με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. 

Μάλιστα ο κ. Μανωλάκος παραθέτει  στην απάντηση  του και ένα άρθρο της εφημερίδας στην οποία εργάζεται ο Στέφανος Κσιμάτης και συγκεκριμένα  της έντυπης ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ. 

Ο κ Νικόλαος Μανωλάκος  έγραψε σε δήλωση του, σε γνωστό κοινωνικό δίκτυο τα ακόλουθα:

Ο δημοσιογράφος Στέφανος Κασιμάτης γελοιοποιεί   την στολή των Ευζώνων, με χαρακτηρισμούς που αγγίζουν την ύβρη . Ειδικά σε μια εποχή που η Τουρκία απειλεί την εθνική μας κυριαρχία δεν μπορείς να παίζεις με τα ιερά και τα όσια. Ας ερευνά πριν γράψει. Στο άρθρο της έντυπης ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ που παραθέτω θα καταλάβει και είμαι σίγουρος πως θα ντρέπεται εφ όρου ζωής για το ατόπημα του.

Σύμβολο της λεβεντιάς, της γενναιότητας και της αντίστασης, ταυτισμένη με τον «πολιτισμό της ανταρσίας», της νεότερης Ελλάδας, η ευζωνική στολή έχει τη δική της γοητευτική ιστορία. Την «έγραψαν» οι ευ-ζωσμένοι κλέφτες και αρματολοί, Πελοποννήσιοι και Σουλιώτες, γνωστοί και άγνωστοι επαναστάτες. Οι επίλεκτοι λόχοι της Επανάστασης του 1821. Οι φουστανελοφόροι Ελληνες στρατιώτες του βρετανικού πεζικού (1810). Οι Μανιάτες και οι Ρουμελιώτες στρατιώτες του Ελαφρού Πεζικού (1837-1838), οι οροφύλακες (1838-1854) και οι στρατιώτες της ελληνικής λεγεώνας στην Κριμαία (1854). Οι εύζωνοι «Μυλωνάδες» (οπλισμένοι με τυφέκιο Μυλωνάς, 1874-77). Τα τάγματα ευζώνων του ελληνικού βασιλείου (Γεωργίου Α΄, 1868), του ελληνικού πεζικού που έδωσαν μάχες στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.

Οι μακεδονομάχοι (1904), οι καβάσηδες (φρουροί-φύλακες) των ελληνικών προξενείων (1904), οι σερδάρηδες (χωροφύλακες) του Αγίου Ορους (1906), οι Σαμιακοί χωροφύλακες (1912), οι εύζωνοι της ανακτορικής φρουράς (1914), του λόχου φρουράς του Πρόεδρου της Δημοκρατίας (1924-1935), του συντάγματος φρουράς Αθηνών (1938-1941), ο Κωνσταντίνος Κουκίδης στον ιερό βράχο της Ακρόπολης.


Και ενώ, αυτές τις ημέρες, μαθητές, λαϊκοί χορευτές και παρελαύνοντες ξεσκονίζουν φουστανέλες, φέσια και τσαρούχια για τις επετειακές εκδηλώσεις του 1821, οι «εύζωνες», ως το ύψιστο τιμητικό άγημα της χώρας, που φόρεσαν κατά καιρούς διάφορες παραλλαγές της ευζωνικής στολής, έχουν την τιμητική τους στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Σαράντα έγχρωμες αναπαραστάσεις της ευζωνικής στολής από τον ζωγράφο και ενδυματολόγο Γιάννη Μυλωνά ξεδιπλώνουν χρονικά και ενδυματολογικά την ιστορική διαδρομή της «εθνικής μας φορεσιάς» από το 1821 ώς τις μέρες μας, σε μια έκθεση που εγκαινιάζεται την ερχόμενη Δευτέρα στην αίθουσα Τιμών της Προεδρικής Φρουράς.


Τα έργα ανήκουν στις ιδιωτικές συλλογές των Αλέξανδρου και Λένας Χαΐτογλου, που συλλέγουν συστηματικά και επίμονα μερικές από τις πιο γοητευτικές ψηφίδες της ελληνικής Ιστορίας. Στην έκθεση που στήθηκε με την καθοριστική αρωγή του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα (σε επιμέλεια Βασίλη Νικόλτσιου – Σταυρούλας Μαρογένη), ζωγραφιές και κείμενα απεικονίζουν με ευκρίνεια την ανέλιξη της φουστανέλας, τις παραλλαγές της ευζωνικής στολής, τις συνθήκες κάτω από τις όποιες σχεδιάστηκαν.


Πώς μια φορεσιά, χωρίς να έχει περάσει από επιδέξια χέρια σχεδιαστών μόδας ή ενδυματολόγων της εποχής, έχει καθιερωθεί ως η εθνική στολή των Ελλήνων; «Από τον ίδιο τον λαό. Ο Ελληνας του μόχθου και της καθημερινότητας, ο αγωνιστής της επανάστασης, ο καπετάνιος ήταν αυτός που ανέδειξε τούτη τη φορεσιά βαθμιαία σε εθνική στολή», αναφέρει στο λεύκωμα ο Αλέξανδρος Χαΐτογλου. Από την Ελληνική Επανάσταση ώς το έπος του ‘40, η ευζωνική στολή ανακάμπτει διαρκώς. Προσαρμόζεται ανάλογα με τον τόπο, εξελίσσεται, εναρμονίζεται με τον χώρο ή τις εποχές. «Η κατατάλευκη φουστανέλα με τις μύριες πτυχώσεις γίνεται ένα με την αρχαία ελληνική κληρονομιά, «δένει» με το πολιτιστικό απόθεμα της πατρίδας».


Τους ιστορικούς σταθμούς της ευζωνικής φορεσιάς αναλύουν η Στ. Μαρογένη, επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστήμιου Μακεδονίας, και ο ζωγράφος Γιάννης Μυλωνάς. Πιάνουν το νήμα από τη χιλιοδιπλωμένη «λερή φουστανέλα που λευτέρωσε την Ελλάδα» των ορεσίβιων πολεμιστών (λερή γιατί στις πτυχές καθάριζαν τα μαχαίρια, τα γιαταγάνια και τα χαρμπιά), τους μεταγενέστερους συμβολισμούς σε κάθε  εξάρτημα (400 πτυχώσεις όσες τα χρόνια της σκλαβιάς, λευκό της θυσίας των υπόδουλων Ελλήνων), την εξέλιξή της, την καθιέρωσή της ως επίσημης ευζωνικής στολής το 1888 και ως επίσημου ενδύματος της ανακτορικής φρουράς (μπλε ντουλαμάς) το 1914, για να φθάσουν στην «εκσυγχρονισμένη» σημερινή επίσημη στολή της προεδρικής φρουράς (2011), των Κρητών και Ποντίων ευζώνων, των πεζικάριων φρουρών των συνόρων.


Σταθμό στην καθιέρωση της φουστανέλας ως ενδυμασίας που χαρακτήριζε το ελληνικό έθνος αποτέλεσε η πράξη του βασιλιά Οθωνα να απεικονιστεί το 1836 ως φουστανελάς. Ηταν η αρχή μιας εξιδανικευμένης εικόνας, καλλιεργημένης από λογοτέχνες (Βαλαωρίτης, Κρυστάλλης) και λόγιους (Ανδρέας Ρηγόπουλος), ο εύζωνος να ταυτιστεί στην ελληνική Ιστορία με την έννοια του ήρωα και να περάσει στη συνείδηση των Ελλήνων ώς τις μέρες μας.
 
Top