Να ξεκαθαρίσουμε τα βασικά. Η φράση «δεν ξέρω τι θέλω», είναι η πιο μεγάλη βλακεία που έχει πει ποτέ άνθρωπος. Αν σου ακούγεται σκληρή η λέξη βλακεία μπορώ να της δώσω άλλους όρους∙ δικαιολογία, αποφυγή, παράταση χρόνου, αδυναμία. Πάντως αλήθεια δεν είναι σε καμία περίπτωση.
Ποτέ κανείς δε βρέθηκε σε σημείο να μην ξέρει τι θέλει απ’ τη ζωή του και να μπήκε σε ένα τεράστιο κυκεώνα να αποφασίσει γι’ αυτό. Ο καθένας μας ξέρει τι θέλει απ’ την πρώτη ημέρα που βλέπει τον κόσμο. Μεγαλώνοντας το αναβαθμίζει, το ισορροπεί, το κάνει ιδέα, σε καμία των περιπτώσεων, όμως, δεν το κάνει ερωτηματικό.
Ανάλογα, λοιπόν, με την επιθυμία μας, κάνουμε επιλογές και με αυτές πορευόμαστε. Δε γίνεται, λοιπόν, τις ίδιες μας τις επιλογές να φτάνουμε σε σημείο να τις αμφισβητούμε. Ξέρω τι θα μου πεις, «δεν είναι όλα τόσο εύκολα», «είναι πιο πολύπλοκα», «εγώ είμαι διαφορετικός» κι άλλα τέτοια αστεία, «θέλω, αλλά δε θέλω», «μπορώ, αλλά δεν μπορώ», «γίνεται, αλλά δε γίνεται», «πράσινο και κόκκινο».
Ας συνέλθουμε λίγο. Μιλάμε για ανθρώπους και συναισθήματα, αποκλείεται να μπερδευόμαστε εκεί. Όλοι ξέρουμε ποιος άνθρωπος μας κάνει, ποιος δε μας κάνει, ποιον αγαπάμε και ποιον όχι. Κάθε αμφιβολία προς αυτά τα ζητήματα είναι απλά μπούρδα. Μπούρδα για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα, το ένα ποτό παραπάνω, τις υποσχέσεις που δώσαμε πάνω στον ενθουσιασμό μας, τις καταστάσεις που αφήσαμε να εξελιχτούν επειδή δεν είχαμε το σθένος να κάνουμε ένα βήμα πίσω, τα λάθη μας.
Ας μου εξηγήσει κάποιος τι σημαίνει αυτό το «είμαι διαφορετικός», που λέγεται στις περιπτώσεις που κάποιος είναι μπερδεμένος κατά τα λεγόμενά του και δεν μπορεί να αποφασίσει τι θέλει, αλλά στην ουσία έχει αποφασίσει ήδη γι’ αυτό. Δηλαδή, υπάρχουν κάποιοι που είναι ίδιοι μεταξύ τους κι ο ένας και μοναδικός που είναι διαφορετικός ήρθε κι έκανε μετωπική με τα δικά μας ευάλωτα συναισθήματα; Τόση ατυχία δεν περίμενα ότι θα μας βρει. Δηλαδή εσύ που δεν είσαι σαν τους άλλους, θα είχες την καλοσύνη να μας εξηγήσεις πώς είναι οι άλλοι;
Έχω και άλλες απορίες επί του θέματος. Πώς γίνεται κάποιος να λέει ότι δεν ξέρει τι θέλει κι είναι μπερδεμένος, απευθυνόμενος μόνο σε εμάς ενώ σε άλλο πρόσωπο έχει ξεκαθαρισμένο, με τις πράξεις του, τι είναι αυτό που θέλει. Το τονίζω, με τις πράξεις του κι όχι με τα λόγια του. Αναρωτιέται, λοιπόν, αν οι πράξεις δεν αποδεικνύουν τις επιλογές μας, τότε υπάρχει κάτι άλλο ποιο ισχυρό που μπορεί να μας πείσει; Αυτό κατά τους «δεν ξέρω τι θέλω» είναι τα λόγια, ευχαριστούμε δε θα πάρουμε.
Δε γίνεται να λέμε «δεν ξέρω τι θέλω» όταν είμαστε χωμένοι ήδη σε μια κατάσταση.Θα μπορούσα να το δεχτώ όταν δεν είμαστε πουθενά, αλλά όταν είμαστε, ξέρουμε μια χαρά τι θέλουμε και μάλιστα το έχουμε προσωποποιήσει.
Θα μου πεις δεν κάνουν όλοι οι άνθρωποι αυτό που επιθυμούν. Και τι κάνουν δηλαδή οι άνθρωποι, αυτό που επιθυμώ εγώ ή αυτό που επιθυμεί η Κατερίνα απ’ τον τρίτο όροφο; Είμαι μπλεγμένη και πραγματικά δεν έχω καταλάβει.
Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να βρεθεί ανάμεσα σε δύο ανθρώπους και να μην μπορεί να αποφασίσει γι’ αυτούς. Μπορεί να βρεθεί σε δύο δρόμους και να μην ξέρει ποιον να πάρει, μπορεί να βρεθεί ανάμεσα σε δύο χρώματα πουκάμισα και να μην είναι σίγουρος ποιο τον κολακεύει, ανάμεσα όμως σε δύο ανθρώπους δε γίνεται να βρεθείς. Για ανθρώπους μιλάμε όχι για μάρκα τσιγάρα, ξυπνήστε.
Για να τελειώνουμε κάθε φορά που κάποιος σου λέει, «δεν ξέρω τι θέλω» και δημιουργεί ανόητα διλήμματα, απλά και ξεκάθαρα δε σε θέλει, σε θέλει για καβάτζα, για φιλαράκι, για αποκούμπι, πάντως σίγουρα όχι γι’ αυτό που τον θέλεις εσύ. Μην παραμυθιάζεστε γιατί αυτό βολεύει. Άλλωστε, στη ζωή μας θέλουμε ανθρώπους που τους περισσεύει μαγκιά κι όχι δικαιολογίες.
Γράφει η Πέννυ Πηττά
Πηγή