Άρθρο του Marcel Fratzscher, Προέδρου του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) στο Βερολίνο
Εδώ και πολλές γενιές οι ελληνικές ελίτ είναι επίμονα γαντζωμένες σε εξουσία και προνόμια. Ταυτόχρονα, ποτέ άλλοτε μια χώρα δεν έχει λάβει τόσο μεγάλη βοήθεια όσο η Ελλάδα. Ήρθε ο καιρός οι κυρίαρχες ελίτ να σαρωθούν από έναν πολιτικό σεισμό.
Η ανησυχία στην Ευρώπη για την οικονομική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα είναι μεγάλη. Η οικονομία βρίσκεται σε
βαθιά κρίση. Η πιθανή ανάληψη της εξουσίας από το αριστερό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ στις επερχόμενες εκλογές χρησιμοποιείται, ωστόσο, από την ελληνική κυβέρνηση ως μέσο πίεσης, για να λάβει περισσότερες παραχωρήσεις και βοήθεια. Μια τέτοια υποχώρηση θα ήταν λάθος, καθώς η Ελλάδα δεν χρειάζεται τίποτα λιγότερο από έναν πολιτικό σεισμό, για να αποκτήσει μέλλον και να μετασχηματιστεί σε μια λειτουργική δημοκρατία. Για αυτόν τον σκοπό η τωρινή πολιτική κρίση θα μπορούσε να αποδειχτεί ωφέλιμη.
Η μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των ελληνικών κυβερνήσεων τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν αξιολύπητες. Ποτέ άλλοτε μια χώρα δεν έχει λάβει τόσο μεγάλη οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, και επιπλέον δεν έχει αμυνθεί τόσο σφοδρά ενάντια στις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Όσο άσχημη και να είναι η φήμη της Τρόικα (ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ) στην Ευρώπη, χωρίς αυτή πολλές από τις επείγουσες μεταρρυθμίσεις δεν θα είχαν εφαρμοστεί. Και παρ’ όλα αυτά εκκρεμούν ακόμα πολλές μεταρρυθμίσεις και η οικονομία υπολείπεται ακόμα σε ανταγωνιστικότητα.
Το ελληνικό δημόσιο χρέος, περισσότερο από 170% του ΑΕΠ, είναι κατά πολύ μη βιώσιμο. Κάτω από τις τωρινές συνθήκες είναι μόνο θέμα χρόνου, μέχρι να γίνει μία ακόμα απομείωση χρέους, που αυτή τη φορά θα αφορά στα δάνεια του δημόσου τομέα, δηλαδή της Γερμανίας και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών.
Αυτός που φταίει είναι αποκλειστικά οι πολιτικές ελίτ
Η ευθύνη για τις ελλιπείς προοπτικές για το μέλλον και για την αδυναμία για μεταρρυθμίσεις ανήκει αποκλειστικά και μόνο στις πολιτικές ελίτ της χώρας. Όχι μόνο οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων πέντε χρόνων αλλά και εκείνες των προηγούμενων τριάντα απέτυχαν να καταστήσουν τη χώρα τους βιώσιμη για το μέλλον. Η Ελλάδα κυβερνάται εδώ και πολλές γενιές από μια μικρή ελίτ, για την οποία είναι πιο σημαντικό να διατηρεί τη δική της εξουσία και να διασφαλίζει τα προνόμιά της, παρά να φτιάχνει θεσμούς που λειτουργούν με μια ευρεία συμμετοχή των Ελλήνων πολιτών.
Με τους τωρινούς κρατικούς θεσμούς η Ελλάδα δεν έχει καμία δυνατότητα να εξελιχθεί σε μια σύγχρονη δημοκρατία με λειτουργική οικονομία. Παρ’ όλα αυτά οι δυνατότητες της χώρας είναι τεράστιες: έχει πολλούς δημιουργικούς επιχειρηματίες και ερευνητές, που όμως συνεχίζουν να επιλέγουν τη φυγή στο εξωτερικό, αφού στη χώρα τους η ικανότητα από μόνη της δεν μετρά πολύ.
Το δεύτερο μεγάλο εμπόδιο για την Ελλάδα είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν έχουν γίνει αποδεκτές ακόμα από τις πολιτικές ελίτ και τους ανθρώπους αλλά θεωρούνται ως μία λανθασμένη ανάμειξη των Ευρωπαίων. Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη που η κυβέρνηση εναντιώνεται σε σχεδόν όλες τις μεταρρυθμίσεις και ρίχνει το φταίξιμο για τα δικά της προβλήματα στο εξωτερικό.
Η Ελλάδα θα έχει μια ελπίδα μόνο αν ανανεωθεί πολιτικά εκ βάθρων και αναγνωρίσει ότι οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις είναι προς το δικό της συμφέρον. Αυτό δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από ένα πολιτικό σεισμό, ο οποίος θα απομακρύνει τις πολιτικές ελίτ της χώρας και θα δώσει σε μια καινούρια γενιά πολιτικών την ευκαιρία για μια καινούρια αρχή. Δικαίως μόνο λίγοι βλέπουν στο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη νέα γενιά. Εντούτοις, ο σχηματισμός κυβέρνησης από το ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε τουλάχιστον να προκαλέσει ένα τέτοιο πολιτικό σεισμό, που θα οδηγήσει σε μια νέα αρχή.
Η Γερμανία πρέπει να βοηθήσει την Αθήνα, προκειμένου να αναλάβει τις δικές της ευθύνες για τις μεταρρυθμίσεις
Μια έξοδος της Ελλάδας από το Ευρώ εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για την Ευρωζώνη, καθώς η ούτως ή άλλως εύθραυστη εμπιστοσύνη στην ευρωπαϊκή οικονομία θα γινόταν ακόμα πιο αδύναμη. Ένα τέτοιο γεγονός θα μπορούσε ξεκάθαρα να πυροδοτήσει ακόμα μια φορά την κρίση δημοσίου χρέους στην Ευρώπη και να καθυστερήσει το τέλος της ύφεσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι πολιτικά ριζοσπαστικός αλλά ο Τσίπρας και το κόμμα του είναι αρκετά έξυπνοι να καταλάβουν ότι μια έξοδος από το Ευρώ ή μία μονομερής διαγραφή χρέους θα οδηγούσαν σε μια καταστροφή κυρίως για την Ελλάδα.
Τι θα μπορούσαν να κάνουν η Ευρώπη και η Γερμανία; Από τη μια πρέπει να διατηρήσουν την πίεση στην επόμενη ελληνική κυβέρνηση, έτσι ώστε αυτή να αποδεχτεί τις υπάρχουσες συμφωνίες. Κυρίως, όμως, πρέπει επιτέλους να βοηθήσουν την Ελλάδα να αναλάβει τις δικές της ευθύνες για τις μεταρρυθμίσεις. Η χώρα θα έχει μέλλον μόνο αν η πολιτική και οι άνθρωποι καταλάβουν ότι οι θεμελιώδεις θεσμικές, πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις είναι προς το δικό τους συμφέρον.
Δεν υπάρχει κανένας επαρκής χώρος για μια επιπλέον ελάφρυνση των δανειακών όρων προς την Ελλάδα. Και αυτό γιατί ο χρόνος αποπληρωμής των δανείων των ευρωπαίων πιστωτών είναι ήδη πάνω από 30 χρόνια και οι μέσοι τόκοι μόνο 1,5%. Γι’ αυτό το λόγο η Ευρώπη πρέπει να αποδεσμεύσει την Ελλάδα από το πρόγραμμα διάσωσης και να της συμπαρασταθεί μόνο με τεχνική υποστήριξη. Ένα μεγάλο μέρος των υφισταμένων δανείων από το δημόσιο τομέα πρέπει να αναδιαρθρωθούν, έτσι ώστε οι πληρωμές των τόκων να συνδεθούν με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Αν η χώρα δεν παρουσιάζει ανάπτυξη, τότε θα προκύπτουν μόνο πολύ λίγοι ή καθόλου τόκοι. Αν η χώρα ανακάμπτει και παρουσιάζει ανθηρή εικόνα, τότε θα αυξάνονται οι τόκοι των οφειλόμενων δανείων.
Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως ευκαιρία
Μια μελέτη του DIW (Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών) δείχνει ότι μια τέτοια αναπροσαρμογή των ευρωπαϊκών δανείων θα είχε πολλά πλεονεκτήματα. Από τη μια θα βελτίωνε τη δυνατότητα αποπληρωμής της Ελλάδας και έτσι θα μείωνε τον κίνδυνο απώλειας και για το γερμανό φορολογούμενο. Επιπλέον, η υψηλότερη δυνατότητα αποπληρωμής μειώνει την αποτίμηση κινδύνου (premium) και βελτιώνει τη φερεγγυότητα και την οικονομική ανάκαμψη. Κυρίως, όμως, η προσαρμογή των δανειακών υποχρεώσεων στην πορεία του ΑΕΠ θα ενίσχυε το κίνητρο για την Ελλάδα να αναλάβει την ευθύνη για τις δικές της μεταρρυθμίσεις. Οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της, κυρίως με τη Γερμανία, θα εξομαλύνονταν. Καμία Τρόικα δεν θα επέβαλε μεταρρυθμιστικές οδηγίες στην ελληνική κυβέρνηση. Και αυτή δεν θα είχε καμία πρόφαση, να αποδίδει το φταίξιμο στην Ευρώπη για τα δικά της λάθη. Οι Έλληνες θα αντιλαμβάνονταν ότι το μέλλον ανήκει στα χέρια τους.
Για το λόγο αυτό, η κρίση και μια πιθανή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εκληφθούν ως μια ευκαιρία. Αυτό θα μπορούσε, βέβαια, να επιφέρει βραχυπρόθεσμα οικονομικές ζημίες. Ταυτόχρονα, όμως, θα οδηγούσε στην ανανέωση, που θα φέρει μεσοπρόθεσμα μια τέτοια κυβέρνηση, η οποία θα οδηγήσει τη χώρα στο δρόμο προς μια λειτουργική δημοκρατία με μια σύγχρονη οικονομία.
Η Ευρώπη και η Γερμανία οφείλουν να υποστηρίξουν αυτή την ανανέωση, τελειώνοντας επίσημα τα μεταρρυθμιστικά προγράμματα και συνεχίζοντας μόνο την τεχνική βοήθεια προς τη χώρα, προκειμένου η Ελλάδα να ταυτιστεί επιτέλους με τις δικές της μεταρρυθμίσεις.