Σημαντική αύξηση των επισφαλειών έχει προκαλέσει η ύφεση που πλήττει την ελληνική οικονομία, με τα δάνεια σε καθυστέρηση να ξεπερνούν πλέον τα 11 δισ. ευρώ. Η μείωση του εισοδημάτων των εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και η επιδείνωση των συνθηκών στην εγχώρια αγορά εργασίας έχουν οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα τον αριθμό των νοικοκυριών που δεν μπορούν να αποπληρώσουν στην ώρα τους τις τραπεζικές τους υποχρεώσεις...
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), ένας στους πέντε δανειολήπτες, δηλαδή συνολικά 480 χιλιάδες πελάτες, καθυστερούν την καταβολή των δόσεών τους για διάστημα έως και 3 μήνες, ενώ 41 χιλιάδες νοικοκυριά έχουν κηρύξει στάση πληρωμών για διάστημα άνω των 9 μηνών.
Υπολογίζεται ότι περίπου 45 χιλιάδες στεγαστικά δάνεια που αντιπροσωπεύουν οφειλές ύψους 6 δισ. ευρώ βρίσκονται στο «κόκκινο», καθώς οι μηνιαίες καταβολές πραγματοποιούνται ληξιπρόθεσμα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σχεδόν το 10% όσων έχουν λάβει στο παρελθόν χρηματοδότηση για την απόκτηση στέγης και το 20% των νοικοκυριών που χρησιμοποίησαν κάποιο πρόγραμμα καταναλωτικής πίστης έχουν ζητήσει έως σήμερα την αναδιάρθρωση του χρέους τους.
Πάντως, μετά τις τελευταίες ρυθμίσεις ο ρυθμός αύξησης των συμβάσεων που δεν αποπληρώνονται κανονικά έχει μειωθεί. Σε κάθε περίπτωση όμως το πρόβλημα παραμένει, οδηγώντας τις τράπεζες στη διενέργεια προβλέψεων έναντι των επισφαλών απαιτήσεων που δημιουργούνται.
ΕΞΙ ΕΥΝΟΪΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
1 Επιμήκυνση διάρκειας δανείου
Νοικοκυριό έλαβε το 2005 στεγαστικό δάνειο 150.000 ευρώ με διάρκεια 20 έτη. Η δόση του σήμερα, πέντε χρόνια μετά, με επιτόκιο 5%, ανέρχεται σε 990 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο που χρωστάει στην τράπεζα φθάνει στις 125.000 ευρώ. Το νοικοκυριό θέλει να μειώσει τη δόση του και επιλέγει τη μέθοδο της επιμήκυνσης της διάρκειας ως την πλήρη εξόφληση του δανείου. Αν επαναφέρει την αρχική διάρκειά του στα 20 χρόνια, η δόση πέφτει στα 825 ευρώ, δηλαδή θα διαμορφωθεί χαμηλότερα κατά 17%. Ωστόσο, μέσα σε αυτή την έξτρα πενταετία ο δανειολήπτης θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον τόκους περί τις 20.000 ευρώ ή 4.000 ευρώ κατ΄ έτος. Αν το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο και ο δανειολήπτης θέλει να μειώσει περαιτέρω τη δόση, μπορεί να αυξήσει τη διάρκεια σε 25 χρόνια. Σε αυτή την περίπτωση η δόση θα πέσει κατά 30%, στα 730 ευρώ. Για τα 10 αυτά χρόνια οι επιπλέον τόκοι ανέρχονται σε 42.000 ευρώ ή 4.200 ευρώ κάθε χρόνο. Σημειώνεται ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει όλες οι υποχρεώσεις να έχουν εξοφληθεί ως και την ηλικία των 65-70 ετών, ανάλογα με την πολιτική της κάθε τράπεζας, διαφορετικά δεν μπορεί να γίνει επιμήκυνση της διάρκειας.
2 Πληρωμή μόνο τόκων για ένα διάστημα
Νοικοκυριό χρωστά στην τράπεζα 120.000
ευρώ για δάνειο που λήγει σε 15 χρόνια, ενώ το επιτόκιό του φθάνει στο 4,5%. Η μηνιαία δόση ανέρχεται σε 920 ευρώ. Αν επιλεγεί η πληρωμή μόνο τόκων για ένα διάστημα, π.χ., τριών ετών, η δόση του δανείου για αυτά τα τρία έτη θα πέσει στα 450 ευρώ, δηλαδή χαμηλότερα κατά 50%. Ωστόσο, μετά τα τρία αυτά χρόνια, το νοικοκυριό θα χρωστά εκ νέου 120.000 ευρώ, τα οποία θα πρέπει να αποπληρώσει σε 12 χρόνια. Δηλαδή η δόση του αμέσως μετά θα αυξηθεί στα 1.080 ευρώ και θα πληρώσει επιπλέον τόκους 16.200 ευρώ σε σχέση με πριν.
3 Αναστολή πληρωμής δόσης
Στο προηγούμενο παράδειγμα το νοικοκυριό, αντί για την καταβολή μόνο των τόκων, μπορεί να επιλέξει να μην πληρώνει δόση, π.χ., για δύο χρόνια. Σε αυτή την περίπτωση οι τόκοι της περιόδου αυτής, συνολικού ύψους 10.800 ευρώ, θα κεφαλαιοποιηθούν και η νέα δόση μετά τη διετία θα φθάσει στα 1.100 ευρώ έναντι 920 ευρώ αρχικώς. Η επιπλέον επιβάρυνση σε τόκους θα φθάσει σε αυτή την περίπτωση στις 8.000 ευρώ συνολικά.
Στην καταναλωτική πίστη η λύση που προκρίνεται είναι η μεταφορά των δανείων σε ένα προϊόν με χαμηλότερο επιτόκιο και με μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής, που εξασφαλίζει τη μείωση της μηνιαίας δόσης σε ποσοστό έως και 70%.
Για παράδειγμα, νοικοκυριό χρωστά 8.000 ευρώ για καταναλωτικό δάνειο αυτοκινήτου, 3.000 ευρώ για προσωπικό δάνειο και 2.000 ευρώ από κάρτες. Σήμερα πληρώνει 250 ευρώ τον μήνα για το πρώτο δάνειο (επιτόκιο 8%, εναπομένουσα διάρκεια 3 έτη), 140 ευρώ για το δεύτερο (επιτόκιο 11%, 2 έτη ως την πλήρη εξόφληση) και για την κάρτα την ελάχιστη καταβολή, η οποία σήμερα ανέρχεται σε 40 ευρώ. Δηλαδή οι συνολικές οφειλές του κάθε μήνα φθάνουν στα 460 ευρώ.
Οι λύσεις που έχει είναι οι εξής:
4 Συγκέντρωση σε ένα προϊόν
Στην προκειμένη περίπτωση τα χρέη των 13.000 ευρώ μεταφέρονται σε ένα δάνειο με διάρκεια αποπληρωμής 5 έτη και επιτόκιο 8,50% σταθερό για πάντα. Σε αυτή την περίπτωση η δόση υποχωρεί στα 270 ευρώ, δηλαδή οι μηνιαίες καταβολές στην τράπεζα μειώνονται κατά 40%. Οι τόκοι που θα καταβάλει το νοικοκυριό στα πέντε χρόνια θα φθάσουν στις 3.000 ευρώ.
5 Μεταφορά σε πρόγραμμα με προσημείωση ακινήτου
Στο προηγούμενο παράδειγμα, αν γίνει προσημείωση ακινήτου το επιτόκιο μπορεί να πέσει ακόμη και στο μισό, π.χ. 4%, και η διάρκεια εξόφλησης να διπλασιαστεί, π.χ. στα 10 έτη, μειώνοντας τη δόση στα 130 ευρώ, δηλαδή χαμηλότερα κατά 70% από την αρχική.
6 Χρησιμοποίηση του στεγαστικού
Οσοι αποπληρώνουν στεγαστικό δάνειο που έλαβαν πριν από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, π.χ. τουλάχιστον μία πενταετία, μπορούν να το χρησιμοποιήσουν για την αναχρηματοδότηση των οφειλών τους σε καταναλωτικά δάνεια και κάρτες. Για παράδειγμα, κάποιος που έλαβε το 2004 στεγαστικό δάνειο 150.000
ευρώ, διάρκειας 15 ετών, έχει σήμερα αποπληρώσει 48.000 ευρώ. Μπορεί λοιπόν να χρησιμοποιήσει το ακίνητο που έχει προσημειωμένο για την εξόφληση των υποχρεώσεών του στην καταναλωτική πίστη. Στο προηγούμενο παράδειγμα το νοικοκυριό χρωστούσε 13.000
ευρώ σε δάνεια και κάρτες. Αν μεταφέρει την οφειλή αυτή στο στεγαστικό του δάνειο, τότε θα απαλλαγεί από τις δόσεις των 460 ευρώ και η δόση του στεγαστικού δανείου θα αυξηθεί από 1.190 ευρώ σε 1.320 ευρώ. Δηλαδή οι συνολικές πληρωμές του προς τις τράπεζες θα πέσουν τον μήνα κατά 330 ευρώ.