Η σταδιακή μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ υπό την πίεση της κάλπης και της πιθανής προεδρίας Trump στις ΗΠΑ
Ενα μείζον ερώτημα είναι εάν προαναγγελθέντα κέρδη των πατριωτικών κομμάτων στις Ευρωεκλογές αλλάξουν την εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς αυτή ζει με τη φαντασίωση της Μεγάλης Δύναμης που υπήρξε από τον 19ο αιώνα έως το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου το 1945 ενώ στην πραγματικότητα είναι ο «χρήσιμος ηλίθιος» της αμερικανικής πολιτικής ηγεμονίας.
Παρότι η εξωτερική πολιτική της ΕΕ μπορεί να μην είναι το κύριο θέμα στο μυαλό των Ευρωπαίων καθώς κατευθύνονται προς τις κάλπες αυτή την Κυριακή (9/6), τα επόμενα πέντε χρόνια θα μπορούσε να συμβεί ένας αναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, και μάλιστα με βάση το ισχυρό σενάριο της νίκης του Donald Trump στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο.
Στην τρέχουσα θητεία των ευρωπαϊκών οργάνων, ο αντίκτυπος των ακροδεξιών κομμάτων – των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) και του Identity and Democracy (Ταυτότητα και Δημοκρατία) (ID) – στις θέσεις εξωτερικής πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέμεινε μάλλον μέτριος.
Τα κυρίαρχα κόμματα, δηλαδή η Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά,, εν γένει, έχουν επιτύχει να «κρατήσουν το κέντρο» τα πιο κρίσιμα ζητήματα, όπως η υποστήριξη της Ουκρανίας.
Διότι, ας το παραδεχτούμε, η εξωτερική πολιτική συνήθως δεν είναι ένας ενοποιητικός παράγοντας της πλειοψηφίας αυτών των ακροδεξιών κομμάτων - τουλάχιστον μέχρι τώρα...
Καθώς παρακολούθησαν στενά την απάντηση του μπλοκ σε αυτό που αποκλήθηκε «επιθετικότητα» της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, οι υπεύθυνοι χάραξης εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ δεν αντιμετώπισαν πρόβλημα καθώς ο πατριωτικός χώρος της Γηραιάς Ηπείρο ήταν κατά κύριο λόγο διχασμένος επί του θέματος.
Οι θέσεις συνδέονταν σε μεγάλο βαθμό με τη γεωγραφία και όχι με μια συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική ταυτότητα , με τα ακροδεξιά κόμματα της Ανατολικής Ευρώπης να έχουν βαθιά δυσπιστία στη Ρωσία – κυρίως εξαιτίας του οδυνηρού σοβιετικού παρελθόντος - σε σύγκριση με τη στενή ευθυγράμμιση των δυτικών ομολόγων τους όσον αφορά το προβληματικό της Δυτικής απάντησης στην γεωπολιτική κρίση.
Ασκήθηκε έντονη κριτική πώς η Δύση επιχείρησε π.χ. με τις συμφωνίες του Μίνσκ από το 2014 επιχείρησαν να παραπλανήσουν τη Μόσχα για να προχωρήσουν στον εξοπλισμό της Ουκρανίας ώστε να δημιουργηθούν de facto γεωπολιτικά γεωπολιτικά γεγονότα στο Donbass και ακολούθησε η κατάληψη της Κριμαίας.
Σύμφωνα με τα ισχυρότερα σενάρια, το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) και οι αριστεροί Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) αναμένεται και πάλι να τερματίσουν στην πρώτη και δεύτερη θέση, χάνοντας κάποιες έδρες.
Αλλά τόσο το ECR όσο και το ID μπορούν να αναμένουν σημαντικά κέρδη - εάν όχι τη δεύτερη θέση - , και ακόμη και η εμφάνιση μιας ακροδεξιάς υπερομάδας δεν είναι πλέον αδιανόητη.
Τα ακροδεξιά κόμματα πιθανότατα θα βρεθούν στην κορυφή σε εννέα χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Αυστρίας, της Ολλανδίας, της Γαλλίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Ιταλίας.
Σε άλλες εννέα, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας και της Γερμανίας, θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε ισχυρή δεύτερη ή τρίτη θέση.
Τελικά, οι δύο ακροδεξιές ομάδες μαζί ενδέχεται να καλύπτουν περίπου το 25% των ευρωβουλευτών στο νέο κοινοβούλιο.
Μια σημαντική στροφή του Σώματος προς τα δεξιά είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα η σαφής πλειοψηφία των βουλευτών του ΕΚ να υποστηρίζει πιο περιοριστικές μεταναστευτικές πολιτικές και τις προσπάθειές τους να αξιοποιήσουν την αναπτυξιακή βοήθεια για να επιτύχουν μειώσεις στις μεταναστευτικές ροές.
Και σίγουρα θα γίνει ακόμη πιο πολωμένο στα ψηφίσματά του για κρίσιμα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως η στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας και η θέση του μπλοκ στον πόλεμο Ισραήλ - Hamas.

Προάγγελος εξελίξεων
Ωστόσο, ας ξεχάσουμε για λίγο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο δεν έχει μεγάλη βαρύτητα όσον αφορά την εξωτερική πολιτική πορεία του μπλοκ.
Μια άνοδος της ακροδεξιάς εκπροσώπησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα συνέβαινε μεμονωμένα, αλλά θα μπορούσε να είναι ο προάγγελος του τι πρόκειται να γίνει τα επόμενα πέντε χρόνια σε εθνικό επίπεδο σε όλη την Ευρώπη.
Τα ακροδεξιά κόμματα που συμμετέχουν σε έναν αυξανόμενο αριθμό εθνικών κυβερνήσεων θα είχαν πολύ πιο σημαντικό αντίκτυπο στην επιρροή των κρατών μελών στην εξωτερική πολιτική του μπλοκ, ιδιαίτερα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου οι αποφάσεις για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ λαμβάνονται ομόφωνα.
Το ανησυχητικό είναι ότι εάν ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ ασκούν τακτικά το δικαίωμα άσκηση veto, άλλα θα μπαίνουν όλο και περισσότερο στον πειρασμό να κάνουν το ίδιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ουγγαρία, η οποία ευθύνεται για τον μεγαλύτερο αριθμό εμποδίων στη χάραξη εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, και αυτό μόνο τα τελευταία δύο χρόνια.
Η Σλοβακία, υπό τον Πρωθυπουργό Robert Fico, σε κάποιο βαθμό, βρίσκεται σε παρόμοια τροχιά.
Η Ολλανδία θα μπορούσε να είναι η τελευταία χώρα που θα ενταχθεί σε αυτές τις τάξεις μόλις καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση.
Η Ιταλία, με την πρωθυπουργό Giorgia Meloni, ήταν η αξιοσημείωτη εξαίρεση – να σημειωθεί ότι Η Ιταλία είναι προεδρεύουσα και στο ΝΑΤΟ.
Η Πολωνία, υπό την κυβέρνηση του κόμματος Νόμου και της Δικαιοσύνης, τουλάχιστον όταν πρόκειται για αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής που σχετίζονται με τη Ρωσία και την ασφάλεια ταχθηκε στην αντι-ρωσική πλευρά.
Ωστόσο, πολλά κόμματα, όπως το FPÖ της Αυστρίας, το Fidesz της Ουγγαρίας, το Revival της Βουλγαρίας, το Εθνικό Κόμμα της Σλοβακίας και το γερμανικό AfD βλέπουν τη Ρωσία ευνοϊκά και ευνοούν μια σημαντική ανατροπή στην πολιτική ΕΕ στο Ουκρανικό.
Η επιστροφή του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump στον Λευκό Οίκο θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες διαιρέσεις σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο, ειδικά καθώς ορισμένα κράτη μέλη είναι πιθανό να ευθυγραμμιστούν με την Ουάσιγκτον με κάθε κόστος.
Την ίδια ώρα, τα αισθήματα κατά του ΝΑΤΟ καθίστανται ολοένα και πιο αρνητικά καθώς αντιμετωπίζεται ολοένα και εντονότερα ω εκπρόσωπος των αμερικανικών συμφερόντων.

Οι 3 βασικοί παράγοντες της στροφής
Η στροφή στη εξωτερική πολιτική θα προέλθει από 3 βασικούς παράγοντες:
1. Η οικονομική κρίση που σοβεί από το 2008/2009, ακολουθήθηκε από την πανδημία έχει συνδυαστεί το επίμονο πληθωρισμό και έχει πλήξει τα εισοδήματα των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων.
Έχει οδηγήσει σε πολιτική από-ενσωμάτωση σημαντικά μέρη του εκλογικού σώματος τα οποία πλέον ταυτίζονται με τη ριζοσπαστική δεξιά καθώς βλέπουν τις ανισότητες να εκτοξεύονται και νιώθουν έντονο φόβο για το μέλλον.
2. Το κόστος του Ουκρανικού για την είναι τεράστιο ενώ οι οικονομίες πληρώνουν τον... παλαβό λογαριασμό της απεξάρτησης από το φθηνό φυσικό αέριο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπάνησε περισσότερα από 630 δισ. δολάρια για εισαγωγές φυσικού αερίου από χώρες εκτός της Ρωσίας το 2021 - 2023, που είναι συγκρίσιμο με τις δαπάνες φυσικού αερίου της Ευρώπης για οκτώ χρόνια.
Η «απεξάρτηση» της Γερμανίας της κόστισε κάποια εξάμηνα ύφεσης ενώ η παραγωγική της βάση έχει πληγεί έντονα.
Ο αριθμός αυτός πλησιάζει τις ευρωπαϊκές επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια την ίδια περίοδο, συγκρίσιμο με το ΑΕΠ της Σουηδίας και της Πολωνίας, και σχεδόν τέσσερις φορές το συνολικό ΑΕΠ των χωρών της Βαλτικής.
Αυτό έχει οδηγήσει σε αυτό που αποκλήθηκε «κόπωση» από το Ουκρανικό και βέβαια κάθε προοπτική πολεμική εμπλοκής – όπως αυτή που διακηρύσσει ο πολεμόχαρής Emmanuel Macron - θα συναντήσει σημαντικές αντιδράσεις.
3. Η διαδικασία του κερματισμού (fragmantation) της παγκοσμιοποίησης έχει οδηγήσει σε μια νέα αντίληψη της ασφάλειας μέσω της ανάταξης των αλυσίδων εφοδιασμού ενώ η προστασία της εθνικής παραγωγής πλέον κρίνεται ως σημαντική προτεραιότητα – με πρώτες της ΗΠΑ όσον αφορά τη επιβολή δασμών και την άρνηση των αρχών του ελεύθερου εμπορίου.
Προσπάθεια στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιησης κατάργησης των συλλογικών ταυτοτήτων και σημαντικών πολιτισμικών θεμελίων έχει αναδείξει το ζήτημα της επιβολής κοινωνικών μειοψηφιών μέσω του δικαιωματισμού και της αγνόησης της βούλησης των πλειοψηφιών όσον αφορά κοινωνικούς δεσμούς όπως η οικογένεια με την αμφισβητηση που έχει μέσω των κινημάτων LGTBQ κλπ.
Να σημειωθεί ότι η Κίνα, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να αναπτύξει βαθύτερους δεσμούς με την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική δεξιά.
Και μετά υπάρχει η διεύρυνση της ΕΕ, η οποία έχει την ευκαιρία να γίνει το πιο σημαντικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ στον επόμενο κύκλο.
Ενώ τα κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς παραμένουν σκεπτικά ως προς τη διεύρυνση, ορισμένα υποστηρίζουν συγκεκριμένες υποψήφιες προς ένταξη χώρες για τους δικούς τους λόγους.
Το PiS της Πολωνίας θεωρεί την ένταξη της Ουκρανίας ζήτημα εθνικής ασφάλειας.
Το AUR της Ρουμανίας εξετάζει τη Μολδαβία ως μέρος της ρουμανικής επικράτειας. και το Fidesz της Ουγγαρίας ελπίζει ότι οι ομοϊδεάτες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων θα βελτιώσουν τη θέση της Βουδαπέστης εντός του μπλοκ.
Οι κοινωνικές πλειοψηφίες στην Ευρώπη δεν θα ακολουθήσουν τη φιλοπόλεμη ηγεσία της ΕΕ και θα θελήσουν να ψηφίσουν τα κόμματα που θα διασφαλίσουν τη ειρήνη και την Ευρώπη των Πατρίδων έναντι του πολιτισμικού χυλού της παγκοσμιοποίησης.
www.bankingnews.gr
 
Top