Οι τριγμοί του εγχώριου πολιτικού συστήματος έχουν αρχίσει να γίνονται προ πολλού αισθητοί αλλά πλέον καταγράφονται και στις μετρήσεις, τουλάχιστον σε εκείνες που δεν περνούν μέσα από τα παραμορφωτικά φίλτρα και τις τηλεοπτικές στρεβλώσεις...

Καθώς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η χώρα έχει μπει σε προεκλογική περίοδο η οποία κατ' άλλους δεν θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια από το φθινόπωρο ενώ κατά τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη θα είναι 12μηνη, συμβαίνει κάτι που η χώρα δεν έχει ξαναζήσει εδώ και πολλές δεκαετίες: Οι πολίτες, παρά την εκρηκτική διόγκωση των προβλημάτων σε όλα τα επίπεδα, αποστρέφουν το πρόσωπό τους ολοένα και περισσότερα από τα κόμματα και ιδιαίτερα από τα κόμματα εξουσίας, εκείνα δηλαδή τα οποία έχουν δώσει εξετάσεις και έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα στη διακυβέρνηση της χώρας.

Για πρώτη φορά η φθορά και η διαρκής πτώση της κυβέρνησης δεν συνοδεύεται από την αντίστροφη ανάδειξη μιας ισχυρής εναλλακτικής λύσης αλλά ούτε και από τη διαμόρφωση άλλων ισχυρών και συντεταγμένων πολιτικών και κοινωνικών ρευμάτων. Τα κόμματα, μεγαλύτερα και μικρότερα, είτε βρίσκονται στη συμπολίτευση είτε στην αντιπολίτευση, μοιάζουν να δίνουν περισσότερο μάχες οπισθοφυλακής και επιβίωσης για να μην τα καταπιούν και τα εξαφανίσουν εντελώς οι τεκτονικές μετακινήσεις που συντελούνται σε παγκόσμια κλίμακα.

Από την άποψη αυτή η εκτενής δημοσκόπηση της RealPolls που παρουσίασε σε δύο συνέχειες η “δημοκρατία” ήταν απολύτως διαφωτιστική διότι περιγράφει τις βαθύτερες τάσεις που παρατηρούνται στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας. Το εκλογικό σώμα φαίνεται ότι έχει μπει για τα καλά σε αχαρτογράφητα νερά και γι αυτό καμία πρόβλεψη δεν μπορεί να είναι -βοηθούσης φυσικά και της απλής αναλογικής- ασφαλής για τα αποτελέσματα και τους συσχετισμούς που θα δώσουν οι επόμενες κάλπες. Αυτό που με τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνει βέβαιο είναι ότι η κρίση που διαπερνά όλο το πολιτικό οικοδόμημα προοιωνίζεται και σημαντική αστάθεια από εδώ και πέρα η οποία είναι λίαν πιθανό να συνοδευτεί και από την περαιτέρω απονομιμοποίησή του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα ευρήματα της μέτρησης τα δύο θεωρούμενα ως μεγαλύτερα κόμματα, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν καταφέρνουν να σχηματίσουν άθροισμα ούτε 50% όταν άλλοτε ο δικομματισμός στη χώρα ξεπερνούσε ακόμη και το 75% ενώ στις εκλογές του 2019 είχε κυμανθεί στα επίπεδα του 70%. Με 27,5% και 22,6% αντίστοιχα τώρα η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση αγωνιούν περισσότερο για το πώς θα αποφύγουν τη μεγαλύτερη συρρίκνωσή τους η οποία -εάν υπολογιστεί και το μέγεθος της αποχής την ώρα της κάλπης- μπορεί να πάρει στο τέλος και διαστάσεις υπαρξιακής καταστροφής.

Η ΝΔ βρίσκεται ήδη στο χείλος του γκρεμού αφού πλέον έχει βρεθεί κάτω και από το φράγμα του 30% που δεν είναι μόνο ψυχολογικό αλλά και πολιτικό για να μπορεί να παίξει στοιχειωδώς κάποιο πρωταγωνιστικό ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις. Όσο κι αν επιχειρείται μάλιστα εξωραϊσμός των ποσοστών, αυτό που δεν αμφισβητείται είναι ότι από μήνα σε μήνα όλες κυριολεκτικά οι δημοσκοπήσεις δείχνουν νέες απώλειες καθώς όσες εξαγγελίες κι αν κάνει και όσα “μέτρα” κι αν ανακοινώνει ο κ. Μητσοτάκης η ανάκαμψη δεν έρχεται. Άλλωστε σε όλους τους επιμέρους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής -από τα εθνικά θέματα μέχρι τα οικονομικά και τα θεσμικά- η κοινή γνώμη δίνει αρνητική βαθμολογία.

Από την άλλη πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ -πέρα από την “εύκολη” εξήγηση των εσωτερικών προβλημάτων και διχονοιών- αυτό που φαίνεται να πληρώνει είναι ότι έγινε οριστικά τμήμα του συστήματος, την ώρα που πανευρωπαϊκά αλλά και διεθνώς νέες αντισυστημικές φυγόκεντρες δυνάμεις ξεπηδούν προς κάθε πλευρά. Χωρίς μάλιστα να έχει επί της ουσίας ανανεωθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει να ομνύει με πάθος μόνο στον κυβερνητισμό, αν και κουβαλά τα βάρη της μνημονιακής ενσωμάτωσής του, τη συμπόρευση με τα καταστροφικά περιοριστικά μέτρα διαχείρισης της πανδημίας αλλά και τα στραβοπατήματα με τα ήξεις αφήξεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Οι ζοφερές εποχές που στη σκιά όλων αυτών των εξελίξεων έρχονται τροφοδοτούν έναν νέο κύκλο αντισυστημικότητας που μπορεί να μην έχει ευκρινή χαρακτηριστικά ακόμη αλλά σίγουρα απλώνεται σε όλα τα πεδία. Όχι μόνο στα γεωπολιτικά και τα οικονομικά, αλλά και στα κοινωνικά, τα θρησκευτικά, τα βιοηθικά, τη χρήση της τεχνολογίας, τις παραδόσεις και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Καθώς μάλιστα διάφοροι εκφραστές του συστήματος προσπαθούν να τσουβαλιάσουν απαξιωτικά όσους βρίσκονται “απέναντι”, ο διχασμός μεγαλώνει και οι διαχωριστικές γραμμές γίνονται πιο σκληρές.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι διεργασίες που έχουν ξεκινήσει στα εγχώρια παρασκήνια και όχι μόνο, αφορούν τα “μπαλώματα” που μπορεί να γίνουν την επόμενη ημέρα των εκλογών για να σχηματιστεί μια κυβέρνηση συνεργασίας η οποία θα δώσει παράτασης ζωής στο υπάρχουν σκηνικό. Από την άποψη αυτή, το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ όπως ονομάζεται πια -αφού “φουσκώθηκε” όλο το προηγούμενο διάστημα- φιλοδοξεί να αποτελέσει την πολύφερνη νύφη για μια τέτοια τεχνητή συγκόλληση αφού τόσο ο κ. Μητσοτάκης θεωρεί ότι το παιχνίδι θα παιχτεί στο “κέντρο” όσο και ο κ. Τσίπρας -που αγωνιά να ξαναγίνει πρωθυπουργός- θέλει να απλωθεί σε όλη την κεντροαριστερά πιστεύοντας ότι αυτός είναι πια ο ζωτικός πολιτικός χώρος. Μέσα σε αυτό το ίδιο πλαίσιο, ισχυρές σχηματοποιημένες “αντισυστημικές” δυνάμεις δεν δείχνουν από την άλλη πλευρά να απειλούν -μέχρι στιγμής- με πλήρη ανατροπή τις ισορροπίες. Αυτό που καταγράφεται επί του παρόντος είναι οι σοβαρές διαρροές προς τα “δεξιά” της ΝΔ και του συστήματος, που κινούνται αθροιστικά σε διψήφια ποσοστά αλλά προς διάφορες μικρότερες, επιμέρους, κατευθύνσεις. Από την μέτρηση της RealPolls φαίνεται ότι η Ελληνική Λύση έχει μια σταθερή βάση στα ποσοστά του 2019, το νέο σχήμα της Εθνικής Δημιουργίας (Τζήμερος, Κρανιδιώτης Μπογδάνος) έχει πολύ δρόμο για να πιάσει το 3%, ενώ το κόμμα Κασιδιάρη -μαζί με την Χρυσή Αυγή- είναι εγγύτερα σε αυτό το στόχο...

Ανδρέας Καψαμπέλης
 
Top