Δύο σχεδόν χρόνια μετά τη μεγάλη φωτιά στο γνωστό ξενοδοχείο των Αθηνών Athenaeum Palace, η δικαιοσύνη εξέδωσε την ετυμηγορία της για τους δράστες όπως έχει γράψει ήδη σε σχετικό ρεπορτάζ το edolio5.
Δικαστές και ένορκοι του Μικτού Ορκωτού της Αθήνας κατέληξαν με ομόφωνη απόφασή τους στην καταδίκη των 2 διαχειριστών του ξενοδοχείου οι οποίοι, βάση της απόφασης, για να αποφύγουν την έξωση λόγω οφειλών από ενοίκια έθεσαν σε κίνδυνο δεκάδες πελάτες και προσωπικό, με τρεις ανθρώπους να τραυματίζονται σοβαρά.
Το δικαστήριο επέβαλλε στους διαχειριστές ποινή κάθειρξης 9 ετών στον κάθε ένα, χορηγώντας ανασταλτικό στην έφεση με εγγυοδοσία 35.000 ευρώ έκαστος, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και εμφάνιση στο Αστυνομικό Τμήμα κάθε μήνα.
Το δικαστήριο επέβαλλε στους διαχειριστές ποινή κάθειρξης 9 ετών στον κάθε ένα, χορηγώντας ανασταλτικό στην έφεση με εγγυοδοσία 35.000 ευρώ έκαστος, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και εμφάνιση στο Αστυνομικό Τμήμα κάθε μήνα.
Σε ποινή 9 ετών καταδικάστηκαν και οι δύο Πακιστανοί υπάλληλοι του ξενοδοχείου που πήραν την εντολή από τους εργοδότες τους να βάλουν τη φωτιά.
Η φωτιά ξέσπασε νωρίς το μεσημέρι της 5ης Δεκεμβρίου του 2020. Από την πρώτη στιγμή τα στοιχεία έδειχναν εμπρησμό με τους επιχειρηματίες που διαχειρίζονταν το ξενοδοχείο να μπαίνουν στο «μικροσκόπιο» των αρχών καθώς ήταν σε εξέλιξη η διαδικασία εξώσεως που είχε ενεργοποιήσει ο ιδιοκτήτης λόγω των οφειλών τους. Από τις καταθέσεις, την ανάλυση των διαθεσίμων βίντεο, το ότι οι ξενοδόχοι είχαν απενεργοποιήσει από την προηγούμενη ημέρα της φωτιάς τις κάμερες ενώ είχαν απομακρύνει και τα πολυτελή τους αυτοκίνητα, οι αρχές έφτασαν τελικώς σε αυτούς. Όπως απεδείχθη, είχαν δώσει εντολή στους δύο αλλοδαπούς να βάλουν φωτιά σε δωμάτια του πρώτου και δεύτερου ορόφου με σκοπό να διακοπεί η διαδικασία έξωσης, η οποία ολοκληρωνόταν εκείνη τη μέρα.
Σε αυτή τη διαπίστωση οδήγησαν οι περισσότερες από τις καταθέσεις των υπαλλήλων αλλά και των ίδιων των Πακιστανών οι οποίοι ομολόγησαν ότι λίγες ώρες πριν το συμβάν οι διαχειριστές τους έδωσαν χρήματα με σκοπό να αγοράσουν βενζίνη για να βάλουν τη φωτιά. «Προδόθηκαν» όμως και από την άρση των τηλεφωνικών επικοινωνιών. Όπως προέκυψε, η συν διαχειρίστρια του ξενοδοχείο Παναγιώτα Κελέση είχε μεγάλη συχνότητα τηλεφωνικών επαφών με τους δύο αλλοδαπούς λίγο πριν τον εμπρησμό.
Όπως δήλωσε στο ο δικηγόρος του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου που βρίσκετε στην Γερμανία , Γιάννης Μαρακάκης: «Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο απεφάνθη ομόφωνα ότι οι δύο επιφανείς επιχειρηματίες ξενοδόχοι, που πόζαραν με πολιτικούς και τοπικούς άρχοντες ενορχήστρωσαν τον εμπρησμό του ξενοδοχείου βάζοντας σε κίνδυνο δεκάδες πελάτες και προσωπικό ενώ τρεις πολίτες τραυματίστηκαν σοβαρά.
Ταυτόχρονα προκάλεσαν ανυπολόγιστες ζημιές σε ένα κτήριο κόσμημα.
Οι δηλώσεις στα ΜΜΕ των δραστών που παρουσιάζονταν ως οι πληττόμενοι επιχειρηματίες αποπροσανατόλισαν αρχικά , όμως σύντομα οι αρχές είχαν αδιάσειστα στοιχεία για όλο το σχέδιο των ιθυνόντων νοών που οδήγησε στην παρ ολίγον τραγωδία. Το υπερασπιστικό αφήγημα περί δήθεν εμπλοκής «σκοτεινών δυνάμεων» πίσω από τους πραγματικούς ηθικούς αυτουργούς, προφανώς δεν έπεισε, τουναντίον ενισχύθηκε η πεποίθηση ότι ο εμπρησμός συνδεόταν άρρηκτα με την έξωση, η οποία βρισκόταν στο τελικό της στάδιο. Φυσικά οι κατηγορούμενοι διατηρούν το τεκμήριο της αθωότητας, ωστόσο , η ομόφωνη απόφαση αλλά και η ποινή σε πρώτον βαθμό ικανοποίησαν πλήρως τον ιδιοκτήτη του ακινήτου».
Η φωτιά ξέσπασε νωρίς το μεσημέρι της 5ης Δεκεμβρίου του 2020. Από την πρώτη στιγμή τα στοιχεία έδειχναν εμπρησμό με τους επιχειρηματίες που διαχειρίζονταν το ξενοδοχείο να μπαίνουν στο «μικροσκόπιο» των αρχών καθώς ήταν σε εξέλιξη η διαδικασία εξώσεως που είχε ενεργοποιήσει ο ιδιοκτήτης λόγω των οφειλών τους. Από τις καταθέσεις, την ανάλυση των διαθεσίμων βίντεο, το ότι οι ξενοδόχοι είχαν απενεργοποιήσει από την προηγούμενη ημέρα της φωτιάς τις κάμερες ενώ είχαν απομακρύνει και τα πολυτελή τους αυτοκίνητα, οι αρχές έφτασαν τελικώς σε αυτούς. Όπως απεδείχθη, είχαν δώσει εντολή στους δύο αλλοδαπούς να βάλουν φωτιά σε δωμάτια του πρώτου και δεύτερου ορόφου με σκοπό να διακοπεί η διαδικασία έξωσης, η οποία ολοκληρωνόταν εκείνη τη μέρα.
Σε αυτή τη διαπίστωση οδήγησαν οι περισσότερες από τις καταθέσεις των υπαλλήλων αλλά και των ίδιων των Πακιστανών οι οποίοι ομολόγησαν ότι λίγες ώρες πριν το συμβάν οι διαχειριστές τους έδωσαν χρήματα με σκοπό να αγοράσουν βενζίνη για να βάλουν τη φωτιά. «Προδόθηκαν» όμως και από την άρση των τηλεφωνικών επικοινωνιών. Όπως προέκυψε, η συν διαχειρίστρια του ξενοδοχείο Παναγιώτα Κελέση είχε μεγάλη συχνότητα τηλεφωνικών επαφών με τους δύο αλλοδαπούς λίγο πριν τον εμπρησμό.
Όπως δήλωσε στο ο δικηγόρος του ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου που βρίσκετε στην Γερμανία , Γιάννης Μαρακάκης: «Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο απεφάνθη ομόφωνα ότι οι δύο επιφανείς επιχειρηματίες ξενοδόχοι, που πόζαραν με πολιτικούς και τοπικούς άρχοντες ενορχήστρωσαν τον εμπρησμό του ξενοδοχείου βάζοντας σε κίνδυνο δεκάδες πελάτες και προσωπικό ενώ τρεις πολίτες τραυματίστηκαν σοβαρά.
Ταυτόχρονα προκάλεσαν ανυπολόγιστες ζημιές σε ένα κτήριο κόσμημα.
Οι δηλώσεις στα ΜΜΕ των δραστών που παρουσιάζονταν ως οι πληττόμενοι επιχειρηματίες αποπροσανατόλισαν αρχικά , όμως σύντομα οι αρχές είχαν αδιάσειστα στοιχεία για όλο το σχέδιο των ιθυνόντων νοών που οδήγησε στην παρ ολίγον τραγωδία. Το υπερασπιστικό αφήγημα περί δήθεν εμπλοκής «σκοτεινών δυνάμεων» πίσω από τους πραγματικούς ηθικούς αυτουργούς, προφανώς δεν έπεισε, τουναντίον ενισχύθηκε η πεποίθηση ότι ο εμπρησμός συνδεόταν άρρηκτα με την έξωση, η οποία βρισκόταν στο τελικό της στάδιο. Φυσικά οι κατηγορούμενοι διατηρούν το τεκμήριο της αθωότητας, ωστόσο , η ομόφωνη απόφαση αλλά και η ποινή σε πρώτον βαθμό ικανοποίησαν πλήρως τον ιδιοκτήτη του ακινήτου».