Ο χρόνος κυλά αντίστροφα για τις οριστικές αποφάσεις του Κ. Μητσοτάκη όσον αφορά το πότε -και αν- θα στηθούν τελικώς κάλπες πριν από την ολοκλήρωση της τετραετίας. Επισήμως διατηρείται σε ισχύ η διαβεβαίωση ότι δεν αντιμετωπίζεται θέμα πρόωρων εκλογών, αλλά τα «σημάδια» διαρκώς πυκνώνουν και η εκλογική εξίσωση γίνεται ολοένα και πιο σύνθετη.

Το Μέγαρο Μαξίμου, όπως αποκάλυψε από την περασμένη εβδομάδα η «κυριακάτικη δημοκρατία», προτιμά να διακινεί επί του παρόντος το σενάριο του ανασχηματισμού εν όψει της συμπλήρωσης δύο ετών από τις εκλογές στις αρχές του Ιουλίου. Αν και οι σχετικές συζητήσεις φαίνεται ότι ως πρωταρχικό στόχο έχουν, σε αυτή τη φάση, μάλλον τον κατευνασμό των έντονων ανησυχιών που αναπτύσσονται στους κόλπους της γαλάζιας Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν θεωρείται καθόλου βέβαιο ότι ακόμη και τυχόν θεαματικές αλλαγές στα υπουργικά έδρανα αρκούν για να αντιμετωπίσουν τα σοβαρά προβλήματα που έχει μπροστά της η κυβέρνηση. Σύμφωνα με κάποιες άλλες πληροφορίες πάντως το θέμα του ανασχηματισμού χρησιμοποιείται και ως «δέλεαρ» προς τους βουλευτές της ΝΔ προκειμένου να μην υπάρξουν διαρροές στα τρία πρωτόκολλα συνεργασίας της Συμφωνίας των Πρεσπών που εκκρεμούν προς ψήφιση. Όπως είναι γνωστό, πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα, μέχρι στιγμής, αγκάθια -αν όχι νάρκη- που απειλούν την αριθμητική σταθερότητα της συμπολίτευσης, δεδομένου ότι απειλούνται αρκετά «αντάρτικα». Επίσης ο Αντ. Σαμαράς έχει δηλώσει δημοσίως ότι δεν θα τα ψηφίσει ενώ το ίδιο πρόκειται κατά τις πληροφορίες να κάνει και ο Κ. Καραμανλής. Έτσι, επί μήνες η κύρωσή τους έχει μπει στο συρτάρι ενώ από την άλλη πλευρά η παραπομπή τους στα θερινά τμήματα είναι μεν ένας διαδικαστικός ελιγμός που όμως μπορεί να πυροδοτήσει μεγαλύτερο πολιτικό πρόβλημα.

Με αυτά τα δεδομένα, στον κυβερνητικό περίγυρο υπάρχουν και εκείνοι που εισηγούνται σύμφωνα με πληροφορίες να «αξιοποιηθεί» η αφορμή αυτή όχι για να επακολουθήσει απλώς ο ανασχηματισμός αλλά και για να δρομολογηθεί η προσφυγή στις κάλπες αφού προσφέρεται όλο το πακέτο και ως θέμα εθνικής σημασίας που σύμφωνα με το Σύνταγμα θα επιτρέψει τη διάλυση της Βουλής και τη διεξαγωγή εκλογών από την παρούσα κυβέρνηση υπό τον Κ. Μητσοτάκη και όχι από υπηρεσιακή. Άλλωστε, αν το Σκοπιανό είναι η κορυφή του παγόβουνου υπάρχουν και τα ελληνοτουρκικά που, αργά η γρήγορα, θα εξελιχθούν σε γόρδιο δεσμό και από πολιτικής πλευράς.

Σε περίπτωση που επικρατήσει πάντως αυτή η τάση, στην πραγματικότητα θα έχει βρεθεί η «διέξοδος» για να προλάβει η κυβέρνηση -και ο πρωθυπουργός προσωπικά- τα χειρότερα που φαίνεται ολοένα και πιο καθαρά πλέον ότι υπάρχουν πίσω από τα διθυραμβικά ποσοστά στην πρόθεση ψήφου των εγχώριων (και ελεγχόμενων για την αξιοπιστία τους) δημοσκοπήσεων. Ακόμη και αυτές οι μετρήσεις δεν μπορούν να αποκρύψουν στα επιμέρους ευρήματά τους την ογκούμενη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης. Πραγματικό κόλαφο αποτελούν ωστόσο τα στοιχεία της τελευταίας έρευνας του Ευρωβαρόμετρου από τα οποία προκύπτει πλήρης καταβύθιση της κυβέρνησης και απόλυτη απαισιοδοξία για το μέλλον της χώρας. Ο βαθμός εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση έχει υποχωρήσει στο 28% με τις αρνητικές γνώμες στο 71%, η ικανοποίηση από τα μέτρα για την πανδημία έχει πέσει στο ναδίρ, το 90% θεωρεί κακή την κατάσταση στην οικονομία και το 68% τη γενική κατάσταση της χώρας, η ικανοποίηση για τον τρόπο λειτουργίας της δημοκρατίας είναι μόλις 33%, ενώ το πιο σημαντικό είναι ότι τα δύο τρίτα της κοινής γνώμης απαντούν πως η χώρα βαδίζει προς λάθος κατεύθυνση. Από την άλλη πλευρά, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση αφού το 88% δεν εμπιστεύεται κανένα κόμμα. Αντίθετα ο Στρατός έχει υψηλότατο βαθμό εμπιστοσύνης (80%) και αναλογικά η Αστυνομία (56%).

Όλα αυτά προοιωνίζονται ένα πολύ καυτό φθινόπωρο καθώς, παρά τις ωραιοποιήσεις και την επιχειρούμενη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, το καζάνι βράζει ολοένα και πιο πολύ. Η αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να εξακολουθεί να δείχνει ανεπαρκής και αδύναμη να φέρει ανατροπές, αλλά για την κυβέρνηση δεν βρίσκεται εκεί. Η απειλή, που αρχίζει να διακρίνεται για τον κ. Μητσοτάκη, είναι να βρεθεί μετά το καλοκαίρι ενώπιον ενός οικονομικού και κοινωνικού χάους το οποίο δεν θα μπορεί να διαχειριστεί. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός φέρεται να ρίχνει, σύμφωνα με τους συνομιλητές του, όλο το βάρος πλέον στο Ταμείο Ανάκαμψης και να στηρίζει σε αυτό τις ελπίδες για αναστροφή του κλίματος εν όψει του δεύτερου μισού της κυβερνητικής τετραετίας. Ουδείς όμως τρέφει αμφιβολίες ότι ακόμη κι αν εξελιχθούν ιδανικά τα πράγματα στον τομέα αυτό -κάτι πολύ δύσκολο- θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να φθάσει η ρευστότητα -αν φθάσει- και στο «τελευταίο χωριό» που προς το παρόν μετράει μόνο πληγές και ζημιές.

Δεν θεωρείται τυχαίο ότι την Παρασκευή ο κ. Μητσοτάκης μιλώντας στην Κοινωνική Σύνοδο Κορυφής στο Πόρτο είπε ότι «η πανδημία υποχωρεί», έστω κι αν αυτό μπορεί να αποδειχθεί προσωρινό. Προκειμένου να έχει όμως όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά, ο πρωθυπουργός δεν θέλει να κατηγορηθεί ότι στήνει κάλπες «εν μέσω πανδημίας». Αντιθέτως, το αφήγημα που προωθείται ότι έως το τέλος Ιουνίου θα έχουν προχωρήσει οι εμβολιασμοί σε ικανοποιητικό βαθμό και θα έχει χτιστεί το «τείχος ανοσίας» που θα επιτρέψει στη χώρα να γυρίσει σελίδα δίνοντας κατ' επέκταση τη νομιμοποίηση στον ίδιο να ζητήσει και την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Βεβαίως κι αυτό αποτελεί εικονική πραγματικότητα αφού τα μέχρι στιγμής επίσημα στοιχεία για τους πλήρως εμβολιασμένους δεν επιβεβαιώνουν την κυβερνητική αισιοδοξία ενώ με αβέβαιη, ακόμη, την επιτυχία για την απαιτούμενη ανοσία σε ποσοστό περί το 70% η αντιμετώπιση του αναμενόμενου από το φθινόπωρο νέου κύματος της πανδημίας μοιάζει με εφιάλτη. Καθώς μάλιστα η πολυδιαφημισμένη «θωράκιση του ΕΣΥ» εδώ και ένα και πλέον χρόνο έχει αποδειχθεί ημιτελής, έχουν εξαντληθεί και οι εφεδρείες για επικοινωνιακή κατανάλωση. Ως εκ τούτου αν στο πρώτο κύμα πέρυσι η κυβέρνηση κρίθηκε επιτυχώς και στο φετινό δοκιμάζεται σοβαρά, στο επόμενο απειλείται με ολοκληρωτική κατάρρευση. Γι' αυτό και παρά τα λεγόμενα οι πειρασμοί της κάλπης μάλλον αυξάνονται παρά υποχωρούν...



935 λ.







Του Ανδρέα Καψαμπέλη
 
Top