Γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα. Φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών και σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Σπουδών (ΑΣΟΕΕ). Ασχολήθηκε από μικρή ηλικία στην ιστορική οικογενειακή επιχείρηση Χαλυβουργική Α.Ε., την οποία και παρέλαβε εξ ολοκλήρου από τον πατέρα του Παναγιώτη Αγγελόπουλο το 1998. Στις αρχές της δεκαετίας 2000 προχώρησε στην πλήρη αναγέννηση της ιστορικής χαλυβουργίας υλοποιώντας ένα επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 220 εκατ. ευρώ.
Από μικρή ηλικία έπασχε από μία σπάνια μορφή αρθρίτιδας, ενώ τους τελευταίους μήνες νοσηλευόταν με μηχανική υποστήριξη στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών.
Για τη Χαλυβουργική είχε επισημάνει τα εξής: «Τα χρόνια της ακμής, η Χαλυβουργική είχε τεράστιες εξαγωγές και αποτελούσε το κόσμημα της βιομηχανίας στην Ελλάδα, διότι όχι μόνο απασχολούσε πάρα πολλούς υπαλλήλους, αλλά όλοι οι εργαζόμενοι στην εταιρεία εθεωρούντο από τους ιδιοκτήτες συγγενείς και όχι υπάλληλοι. Ημασταν όλοι μια μεγάλη οικογένεια».
Πέραν της βιομηχανίας χάλυβα, ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος είχε διεισδύσει και στον ναυτιλιακό κλάδο, ιδρύοντας το 1998 την Arcadia. «Τα χρόνια 1998 και 1999 ήταν πολύ δύσκολα χρόνια για τη ναυτιλία, αλλά εγώ είχα διακρίνει ότι ο μόνος χώρος που μπορούσε ένας επιχειρηματίας να ασκήσει ελεύθερα και χωρίς κρατικούς περιορισμούς τη δραστηριότητά του ήταν η ναυτιλία. Γι’ αυτό τον λόγο τα δύο πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση της Arcadia δαπάνησα περίπου 90 εκατ. δολάρια για να ναυπηγήσω πολλά πλοία. Το μυστικό για την επιχειρηματική μου επιτυχία στη ναυτιλία είναι ότι πίστευα στην επιχειρηματική ελευθερία που δίνει και τόλμησα να επενδύσω πάρα πολύ μεγάλα ποσά» είχε επισημάνει, αναφερόμενος στη διείσδυση στον κλάδο της ναυτιλίας.
Στο «τιμόνι» της ιστορικής Χαλυβουργικής
Η Χαλυβουργική ήταν μία από τις ιστορικότερες βιομηχανίες στην Ελλάδα, με εμπειρία άνω των 80 ετών στην παραγωγή χαλυβουργικών προϊόντων. Ιδρύθηκε το 1925 από τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, παππού του Κωνσταντίνου. Ξεκίνησε να παράγει καλώδια το 1932 και χάλυβα το 1938.
Η παραγωγή της εταιρείας εκσυγχρονίστηκε και επεκτάθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1953, το βασικό εργοστάσιο μεταφέρθηκε στην Ελευσίνα. Τα επόμενα χρόνια αποτέλεσαν την «χρυσή εποχή» της εταιρείας, καθώς η κατασκευαστική έκρηξη που ακολούθησε, λόγω του ελληνικού οικονομικού θαύματος, οδήγησε σε μια τεράστια αύξηση της ζήτησης για χάλυβα.
Η Χαλυβουργική αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ωστόσο κατάφερε να επιβιώσει χάρη στην υλοποίηση ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού, όπου προστέθηκαν νέα προϊόντα και τεχνολογίες.
Πρόσφατα, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε την αίτηση της Εθνικής Τράπεζας για υπαγωγή της Χαλυβουργικής σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης. Να σημειωθεί ότι η τράπεζα αποτελεί τον βασικό πιστωτή της εταιρείας, με απαίτηση 344 εκατ. ευρώ.
Η απόφαση του δικαστηρίου εκδόθηκε, σε ιδιαίτερα γρήγορο χρονικό διάστημα, κάτι που είναι ασυνήθιστο, αν ληφθεί υπόψη ότι σε αντίστοιχες περιπτώσεις εταιρειών για τις οποίες οι πιστωτές ζήτησαν την υπαγωγή τους σε ειδική διαχείριση, απαιτήθηκαν αρκετοί μήνες μέχρι να εκδοθεί η απόφαση. Αυτό δεδομένου ότι η αίτηση συζητήθηκε στις 6 Απριλίου.
Ασφαλείς πληροφορίες του moneyreview.gr αναφέρουν ακόμη ότι το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση υπαγωγής της Χαλυβουργικής σε ειδική διαχείριση, θεωρώντας ότι είναι καταχρηστική, παρότι η Εθνική Τράπεζα αποτελεί τον μεγαλύτερο πιστωτή της βιομηχανίας.
«Η Χαλυβουργική σταμάτησε να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις στην Εθνική Τράπεζα το Νοέμβριο του 2015 και σήμερα αποτελεί το, μακράν, μεγαλύτερο μη εξυπηρετούμενο δάνειο στον ισολογισμό της ΕΤΕ» έχει αναφέρει σε ανακοίνωσή της η τράπεζα.
moneyreview.gr
Η Χαλυβουργική ήταν μία από τις ιστορικότερες βιομηχανίες στην Ελλάδα, με εμπειρία άνω των 80 ετών στην παραγωγή χαλυβουργικών προϊόντων. Ιδρύθηκε το 1925 από τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, παππού του Κωνσταντίνου. Ξεκίνησε να παράγει καλώδια το 1932 και χάλυβα το 1938.
Η παραγωγή της εταιρείας εκσυγχρονίστηκε και επεκτάθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1953, το βασικό εργοστάσιο μεταφέρθηκε στην Ελευσίνα. Τα επόμενα χρόνια αποτέλεσαν την «χρυσή εποχή» της εταιρείας, καθώς η κατασκευαστική έκρηξη που ακολούθησε, λόγω του ελληνικού οικονομικού θαύματος, οδήγησε σε μια τεράστια αύξηση της ζήτησης για χάλυβα.
Η Χαλυβουργική αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ωστόσο κατάφερε να επιβιώσει χάρη στην υλοποίηση ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού, όπου προστέθηκαν νέα προϊόντα και τεχνολογίες.
Πρόσφατα, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε την αίτηση της Εθνικής Τράπεζας για υπαγωγή της Χαλυβουργικής σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης. Να σημειωθεί ότι η τράπεζα αποτελεί τον βασικό πιστωτή της εταιρείας, με απαίτηση 344 εκατ. ευρώ.
Η απόφαση του δικαστηρίου εκδόθηκε, σε ιδιαίτερα γρήγορο χρονικό διάστημα, κάτι που είναι ασυνήθιστο, αν ληφθεί υπόψη ότι σε αντίστοιχες περιπτώσεις εταιρειών για τις οποίες οι πιστωτές ζήτησαν την υπαγωγή τους σε ειδική διαχείριση, απαιτήθηκαν αρκετοί μήνες μέχρι να εκδοθεί η απόφαση. Αυτό δεδομένου ότι η αίτηση συζητήθηκε στις 6 Απριλίου.
Ασφαλείς πληροφορίες του moneyreview.gr αναφέρουν ακόμη ότι το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση υπαγωγής της Χαλυβουργικής σε ειδική διαχείριση, θεωρώντας ότι είναι καταχρηστική, παρότι η Εθνική Τράπεζα αποτελεί τον μεγαλύτερο πιστωτή της βιομηχανίας.
«Η Χαλυβουργική σταμάτησε να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις στην Εθνική Τράπεζα το Νοέμβριο του 2015 και σήμερα αποτελεί το, μακράν, μεγαλύτερο μη εξυπηρετούμενο δάνειο στον ισολογισμό της ΕΤΕ» έχει αναφέρει σε ανακοίνωσή της η τράπεζα.
moneyreview.gr