Σταματήστε τις απελάσεις αλλοδαπών. Αρχειοθετήστε τις υποθέσεις και ελευθερώστε τους αλλοδαπούς οι οποίοι είτε εισήλθαν παράνομα στην χώρα είτε πρόκειται να απελαθούν λόγω παράνομων πράξεων. Αυτή ήταν η γνωμοδότηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Βουρλιώτη μετά απο ερώτημα της διεύθυνσης Αλλοδαπών.

Σύμφωνα με δημοσίευμα του pronews.gr:Τεράστια - και πιθανά αξεπέραστα - κοινωνικά προβλήματα αλλά και προβλήματα ασφαλείας ανά την επικράτεια αναδεικνύει η γνωμοδότηση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που καταγράφει ένα από τα κεφαλαιώδη αρνητικά άρθρα του νέου Ποινικού Κώδικα, το άρθρο 74, το οποίο διαγράφει με μια μονοκονδυλιά ένα τεράστιο αριθμό εκκρεμών δικαστικών αποφάσεων που διατάσσουν την απέλαση αλλοδαπών και την απαγόρευση επανεισόδου τους στην Ελλάδα, λόγω των παράνομων πράξεων που διέπραξαν εντός του Ελληνικού εδάφους ή εισήλθαν παράνομα στην χώρα μας.


Η Ανωτάτη Εισαγγελία της χώρας, υποδεικνύει με σαφήνεια στους κατά τόπους εισαγγελείς ότι πρέπει άμεσα να αρχειοθετήσουν όλο αυτό τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων που μετά από δικαστικές αποφάσεις διατάσσουν την απέλαση αλλοδαπών, οι οποίοι πρέπει τώρα να αφεθούν ελεύθεροι.
Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Χαράλαμπος Βουρλιώτης, μετά από ερώτημα του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Διεύθυνση Αλλοδαπών) σχετικά με το τι γίνεται μετά την εφαρμογή από 1.7.2019 του άρθρου 74 του νέου Ποινικού Κώδικα εξέδωσε την υπ΄ αριθμ. 2/2021 γνωμοδότηση.


Το άρθρο αυτό (74) του νέου Ποινικού Κώδικα καταργεί αφενός την απέλαση αλλοδαπών η οποία διατάσσεται με δικαστική απόφαση και αφετέρου καταργεί το μέτρο που επιβάλλεται ταυτόχρονα με την ίδια δικαστική απόφαση ως παρεπόμενη ποινή και απαγορεύει την επανείσοδο του αλλοδαπού στην Ελλάδα.

Κατ΄ αρχάς, ο κ. Βουρλιώτης επισημαίνει ότι ο νέος Ποινικός Κώδικας με το άρθρο 2 καθιερώνει την αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου ποινικού νόμου, ο οποίος ίσχυσε από την τέλεση της πράξης έως το χρόνο της αμετάκλητης εκδίκασης της υπόθεσης και προσθέτει ότι «επιεικέστερος νόμος είναι εκείνος που περιέχει ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις», δηλαδή προβλέπει «την ευμενέστερη ποινική μεταχείριση του κατηγορούμενου».


Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζει ο εισαγγελικός λειτουργός, «εφαρμόζεται η επιεικέστερη διάταξη, ακόμη και μεταξύ περισσοτέρων του ενός νόμου».

Μάλιστα, ο κ. Βουρλιώτης επικαλείται την εισηγητική έκθεση του τότε νομοσχεδίου του νέου Ποινικού Κώδικα, η οποία αναφέρει: «Σαφώς προκύπτει ότι η δικαστική απέλαση η οποία έχει επιβληθεί από το δικαστήριο, είτε ως μέτρο ασφαλείας είτε ως παρεπόμενη ποινή» και πριν αυτή εκτελεστεί, «δεν μπορεί αυτή να εκτελεστεί», καθώς καταργήθηκε ρητά η πρόβλεψή της.

Πάντως, σημειώνει ο κ. Βουρλίωτης ότι η παράνομη επάνοδος στην χώρα αλλοδαπού που είναι καταχωρημένος στον Εθνικό Κατάλογο Ανεπιθύμητων Αλλοδαπών εξακολουθεί να αποτελεί αξιόποινη πράξη κατά τις διατάξεις του νόμου 33896/2005.

Καταλήγοντας, ο κ. Βουρλιώτης, στην γνωμοδότησή του, υπογραμμίζει ότι μετά από όλα αυτά: «Οι εισαγγελικοί λειτουργοί επιβάλλεται να προβούν σε ανάκληση των σχετικών με τη δικαστική απέλαση, παραγγελιών τους προς τις αρμόδιες Διευθύνσεις της Αστυνομίας και ακολούθως να αρχειοθετήσουν την υπόθεση, εκδίδοντας σχετική προς τούτο αιτιολογημένη πράξη».

Πέρα από όλα αυτά, ο εισαγγελικός λειτουργός στην γνωμοδότησή του θέτει ζήτημα συνταγματικότητας αλλά και συμβατότητας με τις διεθνείς συμβάσεις των προϋποθέσεων καταγραφής αλλοδαπού στον κατάλογο των ανεπιθύμητων και κάνει λόγο για αναγκαιότητα νομοθετικής ρύθμισης.
 
Top