Πάνω από 70 βουλευτές του Σύριζα κινδυνεύουν να μην επανεκλεγούν και εξαιτίας του Παύλου Πολάκη. Σύμφωνα με τις κυλιόμενες μετρήσεις σήμερα
ο Σύριζα βουλιάζει στο 14%-πάλι τεράστιο ποσοστό εάν σκεφθείτε που έχει ξεπέσει το ιστορικό ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο Σύριζα εάν καταφέρει να πιάσει ένα 14% θα είναι πρωτόγωρο για τα ελληνικά δεδομένα μετά τις αγριότητες που έχει κάνει σε βάρος της μεσαίας τάξης, των ελευθέρων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Στο μεταξύ κατά τη διάρκεια του 2018, δηλαδή την περίοδο που το δημόσιο χρέος των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών μειώθηκε, η Ελλάδα και η Ιταλία έδειξαν ότι είναι τα «δύο προβληματικά παιδιά» της ευρωζώνης, καθώς εκεί το χρέος αυξήθηκε, παρατηρεί η γνωστή γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.
Το χρέος έναντι του ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε ακόμη περισσότερο τον περασμένο χρόνο κι έφτασε στο 181,1%, από 176,2% που ήταν το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurostat. Αυτή, σημειώνει η εφημερίδα, είναι η χειρότερη επίδοση στην ευρωζώνη: «Η αύξηση αυτή του δημοσίου χρέους οφείλεται κυρίως στα νέα δάνεια των ευρωπαίων εταίρων προς τη δοκιμαζόμενη από την κρίση χώρα. Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, η ελληνική οικονομία επανήλθε στο δρόμο της ανάπτυξης κι η κυβέρνηση στην Αθήνα προτίθεται να εξοφλήσει πρόωρα δάνεια δισεκατομμυρίων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».
Ακούγοντας και διαβάζοντας τώρα δηλώσεις του πρωθυπουργού αλλά και άλλων υπουργών του αναρωτιέται κανείς αν γνωρίζουν σε ποιά χώρα ζούν και αν κατ’ελάχιστον ενδιαφέρονται για τα πραγματικά προβλήματα της.Είναι απορίας αξιον επίσης αν οι ανθρωποι που κυβερνούν,πέρα απο το να στργγυλοκάθονται στις καρέκλες της εξουσίας, εχουν καποια ιχνη ευθύνης απέναντι στον εαυτό τους!!
Υπό αυτή την έννοια, είναι πολύ πιο θεμιτό,ενόψει διαφόρων εκλογικών αναμετρήσεων,να δούμε από κοντά και εις βάθος την πραγματική κατάσταση μίας οικονομίας που παραμένει έντονα προβληματική. Ευτυχώς δε που η, έστω και ατελής, ένταξή της στην ευρωζώνη, τής επιτρέπει να έχει γύρω της ένα δίχτυ προστασίας.
Ένα από τα πολύ γνωστά προβλήματα της οικονομίας μας είναι το περίφημο και αναζητούμενο νέο παραγωγικό της μοντέλο. Υπάρχουν όμως και τρία ακόμα σοβαρά θέματα, για τα οποία δεν γίνεται πολύς λόγος. Το ένα είναι η θεαματική πτώση της κατανάλωσης, δημόσιας και ιδιωτικής, και τα άλλα δύο η κάμψη της αποταμίευσης και η γήρανση του πληθυσμού. Αυτές οι τρεις παράμετροι αποτελούν πραγματικό ναρκοπέδιο για την οικονομία και απειλούν άμεσα τις όποιες αναπτυξιακές προοπτικές της.
Διότι στην πραματικότητα, η οικονομία της χώρας και συνακολούθως η κοινωνική της συνοχή βρίσκονται σε μία παγίδα. Από την μία μεριά, η οικονομία πάσχει στην παραγωγή και διάθεση «διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων» και, από την άλλη, στηρίζεται ακόμα στην κατανάλωση, η οποία, έως το 2010 αντιπροσώπευε το 85% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ). Κατά συνέπεια, υπήρχε ένα επικίνδυνο έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών που, αν έχει σήμερα εκλείψει, οφείλεται στην κατά 25% πτώση της κατανάλωσης την τελευταία οκταετία και οχι σε κάποια παραγωγική αναταξη.
Με δεδομένη έτσι την διαρθρωτική ανεπάρκεια της παραγωγής, η άνοδος της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης θα οδηγήσει σε νέα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών και βεβαίως σε πρόσθετες ανάγκες δανεισμού, στο μέτρο που θα μοιράζονται λεφτά χωρις παραγωγικό αντικρυσμα.
Στο επίπεδο αυτής της διαπίστωσης, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στην διάρκεια της κρίσης δεν έγινε τίποτε απολύτως προς την κατεύθυνση απαλλαγής της ελληνικής οικονομίας από την βασική αιτία της χρεοκοπίας της, που δεν είναι άλλη από την ευκολία να δανείζεται λόγω της συμμετοχής της στην ευρωζώνη.
«Εξ αιτίας του σταθερά αυξανόμενου δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού από το εξωτερικό, υπό την επήρεια της αυταπάτης τόσο των δανειστών όσο και των δανειοληπτών ότι μία χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης δεν μπορεί να πτωχεύσει και να χρεοκοπήσει, τα οικονομούντα όντα στην Ελλάδα ενεργούσαν με την –πεπλανημένη μεν, σθεναρή δε– πεποίθηση ότι το επίπεδο της συνολικής ζήτησης που αντιμετώπιζαν αντιστοιχούσε αυθεντικά και αντιπροσωπευτικά στο επίπεδο ανάπτυξης της οικονομίας», αναφέρουν οι γνωστοί οικονομολόγοι Δημήτρης και Χρήστος Ιωάννου στο εξαιρετικό βιβλίο τους Το Επιπλέον Ναυάγιο.
Τονίζουν, έτσι, ότι υπήρχε στην χώρα μία ανορθόλογη άνοδος της κατανάλωσης «μη εμπορεύσιμων διεθνώς προϊόντων», που αποτελεί και την πηγή σημαντικών στρεβλώσεων της οικονομίας. Αυτή η κατάσταση μάς οδηγεί στην διαπίστωση ότι ναι μεν η πτώση της κατανάλωσης αποτελεί σοβαρό πρόβλημα, πλην όμως η όποια άνοδός της πρέπει να συνοδεύεται και από ριζική παραγωγική αναδιάρθρωση.
Από την πλευρά της, η εθνική αποταμίευση –η οποία επίσης αποτελεί ζωτικό οικονομικό μέγεθος– παραμένει αναιμική και από το 2008 έχει μειωθεί τρείς φορές. Αυτός δε ο αρνητικός ρυθμός συνεχίζεται, σημάδι διόλου θετικό για τις προοπτικές αναδιάρθρωσης και ανάπτυξης της οικονομίας. Χωρίς εθνική αποταμίευση και με αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών, η ανάγκη της εξωτερικής χρηματοδότησης θα παραμένει θηριώδης, το χρέος δεν μπορεί να μειωθεί και η Ελλάδα θα είναι έρμαιο των αγορών. Σε μία εποχή, μάλιστα, όπου και το παγκόσμιο δημόσιο χρέος καλπάζει προς τα πάνω, ενώ οι αναπτυσσόμενες χώρες απορροφούν όλο και περισσότερα κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές.
Αν, τώρα, σε αυτά τα αμιγώς οικονομικά μεγέθη προσθέσουμε και την παρατηρούμενη δημογραφική κάμψη στην χώρα μας, το όλο τοπίο σκοτεινιάζει επικίνδυνα.
Οι αριθμοί θα πρέπει να μάς προβληματίσουν. Τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 3,7% και συνεχίζει να μειώνεται με ρυθμό 50.000 και πλέον ετησίως. Αν συνυπολογίσουμε ότι μετανάστευσε στο εξωτερικό ένα πολύτιμο δυναμικό με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και ειδίκευση και σε παραγωγικές ηλικίες, το συμπέρασμα είναι καταθλιπτικό. Η Ελλάδα γερνάει και αποδυναμώνεται πληθυσμιακά και παραγωγικά. Όσοι έφυγαν και βρήκαν αξιοπρεπή εργασία στο εξωτερικό, δεν θα επιστρέψουν ξανά σε μία παρακμάζουσα χώρα, όπου η αβεβαιότητα για το μέλλον είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της.
Από αυτά που προηγούνται γίνεται αντιληπτό ότι η Ελλάδα κάθε άλλο παρά έξω από το τούνελ βρίσκεται. Και αν οι επικεφαλής της, στο σύνολό τους, δεν εγκύψουν στα πραγματικά προβλήματα με θάρρος, διαύγεια και φρόνηση, σε δύο με τρία χρόνια θα έχουμε μια απ’ τα ίδια…
ο Σύριζα βουλιάζει στο 14%-πάλι τεράστιο ποσοστό εάν σκεφθείτε που έχει ξεπέσει το ιστορικό ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο Σύριζα εάν καταφέρει να πιάσει ένα 14% θα είναι πρωτόγωρο για τα ελληνικά δεδομένα μετά τις αγριότητες που έχει κάνει σε βάρος της μεσαίας τάξης, των ελευθέρων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Στο μεταξύ κατά τη διάρκεια του 2018, δηλαδή την περίοδο που το δημόσιο χρέος των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών μειώθηκε, η Ελλάδα και η Ιταλία έδειξαν ότι είναι τα «δύο προβληματικά παιδιά» της ευρωζώνης, καθώς εκεί το χρέος αυξήθηκε, παρατηρεί η γνωστή γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.
Το χρέος έναντι του ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε ακόμη περισσότερο τον περασμένο χρόνο κι έφτασε στο 181,1%, από 176,2% που ήταν το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurostat. Αυτή, σημειώνει η εφημερίδα, είναι η χειρότερη επίδοση στην ευρωζώνη: «Η αύξηση αυτή του δημοσίου χρέους οφείλεται κυρίως στα νέα δάνεια των ευρωπαίων εταίρων προς τη δοκιμαζόμενη από την κρίση χώρα. Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, η ελληνική οικονομία επανήλθε στο δρόμο της ανάπτυξης κι η κυβέρνηση στην Αθήνα προτίθεται να εξοφλήσει πρόωρα δάνεια δισεκατομμυρίων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».
Ακούγοντας και διαβάζοντας τώρα δηλώσεις του πρωθυπουργού αλλά και άλλων υπουργών του αναρωτιέται κανείς αν γνωρίζουν σε ποιά χώρα ζούν και αν κατ’ελάχιστον ενδιαφέρονται για τα πραγματικά προβλήματα της.Είναι απορίας αξιον επίσης αν οι ανθρωποι που κυβερνούν,πέρα απο το να στργγυλοκάθονται στις καρέκλες της εξουσίας, εχουν καποια ιχνη ευθύνης απέναντι στον εαυτό τους!!
Ένα από τα πολύ γνωστά προβλήματα της οικονομίας μας είναι το περίφημο και αναζητούμενο νέο παραγωγικό της μοντέλο. Υπάρχουν όμως και τρία ακόμα σοβαρά θέματα, για τα οποία δεν γίνεται πολύς λόγος. Το ένα είναι η θεαματική πτώση της κατανάλωσης, δημόσιας και ιδιωτικής, και τα άλλα δύο η κάμψη της αποταμίευσης και η γήρανση του πληθυσμού. Αυτές οι τρεις παράμετροι αποτελούν πραγματικό ναρκοπέδιο για την οικονομία και απειλούν άμεσα τις όποιες αναπτυξιακές προοπτικές της.
Διότι στην πραματικότητα, η οικονομία της χώρας και συνακολούθως η κοινωνική της συνοχή βρίσκονται σε μία παγίδα. Από την μία μεριά, η οικονομία πάσχει στην παραγωγή και διάθεση «διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων» και, από την άλλη, στηρίζεται ακόμα στην κατανάλωση, η οποία, έως το 2010 αντιπροσώπευε το 85% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ). Κατά συνέπεια, υπήρχε ένα επικίνδυνο έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών που, αν έχει σήμερα εκλείψει, οφείλεται στην κατά 25% πτώση της κατανάλωσης την τελευταία οκταετία και οχι σε κάποια παραγωγική αναταξη.
Με δεδομένη έτσι την διαρθρωτική ανεπάρκεια της παραγωγής, η άνοδος της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης θα οδηγήσει σε νέα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών και βεβαίως σε πρόσθετες ανάγκες δανεισμού, στο μέτρο που θα μοιράζονται λεφτά χωρις παραγωγικό αντικρυσμα.
Στο επίπεδο αυτής της διαπίστωσης, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στην διάρκεια της κρίσης δεν έγινε τίποτε απολύτως προς την κατεύθυνση απαλλαγής της ελληνικής οικονομίας από την βασική αιτία της χρεοκοπίας της, που δεν είναι άλλη από την ευκολία να δανείζεται λόγω της συμμετοχής της στην ευρωζώνη.
«Εξ αιτίας του σταθερά αυξανόμενου δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού από το εξωτερικό, υπό την επήρεια της αυταπάτης τόσο των δανειστών όσο και των δανειοληπτών ότι μία χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης δεν μπορεί να πτωχεύσει και να χρεοκοπήσει, τα οικονομούντα όντα στην Ελλάδα ενεργούσαν με την –πεπλανημένη μεν, σθεναρή δε– πεποίθηση ότι το επίπεδο της συνολικής ζήτησης που αντιμετώπιζαν αντιστοιχούσε αυθεντικά και αντιπροσωπευτικά στο επίπεδο ανάπτυξης της οικονομίας», αναφέρουν οι γνωστοί οικονομολόγοι Δημήτρης και Χρήστος Ιωάννου στο εξαιρετικό βιβλίο τους Το Επιπλέον Ναυάγιο.
Τονίζουν, έτσι, ότι υπήρχε στην χώρα μία ανορθόλογη άνοδος της κατανάλωσης «μη εμπορεύσιμων διεθνώς προϊόντων», που αποτελεί και την πηγή σημαντικών στρεβλώσεων της οικονομίας. Αυτή η κατάσταση μάς οδηγεί στην διαπίστωση ότι ναι μεν η πτώση της κατανάλωσης αποτελεί σοβαρό πρόβλημα, πλην όμως η όποια άνοδός της πρέπει να συνοδεύεται και από ριζική παραγωγική αναδιάρθρωση.
Από την πλευρά της, η εθνική αποταμίευση –η οποία επίσης αποτελεί ζωτικό οικονομικό μέγεθος– παραμένει αναιμική και από το 2008 έχει μειωθεί τρείς φορές. Αυτός δε ο αρνητικός ρυθμός συνεχίζεται, σημάδι διόλου θετικό για τις προοπτικές αναδιάρθρωσης και ανάπτυξης της οικονομίας. Χωρίς εθνική αποταμίευση και με αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών, η ανάγκη της εξωτερικής χρηματοδότησης θα παραμένει θηριώδης, το χρέος δεν μπορεί να μειωθεί και η Ελλάδα θα είναι έρμαιο των αγορών. Σε μία εποχή, μάλιστα, όπου και το παγκόσμιο δημόσιο χρέος καλπάζει προς τα πάνω, ενώ οι αναπτυσσόμενες χώρες απορροφούν όλο και περισσότερα κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές.
Αν, τώρα, σε αυτά τα αμιγώς οικονομικά μεγέθη προσθέσουμε και την παρατηρούμενη δημογραφική κάμψη στην χώρα μας, το όλο τοπίο σκοτεινιάζει επικίνδυνα.
Οι αριθμοί θα πρέπει να μάς προβληματίσουν. Τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 3,7% και συνεχίζει να μειώνεται με ρυθμό 50.000 και πλέον ετησίως. Αν συνυπολογίσουμε ότι μετανάστευσε στο εξωτερικό ένα πολύτιμο δυναμικό με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και ειδίκευση και σε παραγωγικές ηλικίες, το συμπέρασμα είναι καταθλιπτικό. Η Ελλάδα γερνάει και αποδυναμώνεται πληθυσμιακά και παραγωγικά. Όσοι έφυγαν και βρήκαν αξιοπρεπή εργασία στο εξωτερικό, δεν θα επιστρέψουν ξανά σε μία παρακμάζουσα χώρα, όπου η αβεβαιότητα για το μέλλον είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της.
Από αυτά που προηγούνται γίνεται αντιληπτό ότι η Ελλάδα κάθε άλλο παρά έξω από το τούνελ βρίσκεται. Και αν οι επικεφαλής της, στο σύνολό τους, δεν εγκύψουν στα πραγματικά προβλήματα με θάρρος, διαύγεια και φρόνηση, σε δύο με τρία χρόνια θα έχουμε μια απ’ τα ίδια…