Ένας νέος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο είναι ο αριθμός των παιδιών που έχει ένα ζευγάρι, σύμφωνα με την καθηγήτρια Vera Regitz-Zagrosek, διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας. Τα σχόλιά της, ήλθαν με αφορμή μία νέα μελέτη στην επιθεώρηση Circulation, που βρήκε ότι οι πολλαπλές εγκυμοσύνες αυξάνουν την πιθανότητα μιας γυναίκας να εμφανίσει κολπική μαρμαρυγή στην πορεία της ζωής της.
Οι συγγραφείς περιέγραψαν μία γραμμική αύξηση στην κολπική μαρμαρυγή, όσο αύξανε και ο αριθμός των παιδιών, σημείωσε η καθηγήτρια. “Αυτό είναι ενδιαφέρον από μόνο του και μία εξήγηση θα μπορούσε να δοθεί από βιολογικούς και κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες”. Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Circulation, πραγματοποιήθηκε σε μισό εκατομμύριο Κινέζους και βρήκε ότι ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας νόσου και εμφράγματος μειώνεται με το ένα παιδί, όμως αυξάνει αν μια γυναίκα κάνει δύο ή περισσότερα παιδιά. Το εντυπωσιακό είναι ότι ανάλογα αποτελέσματα εμφάνισαν και οι άνδρες.
Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι η εξήγηση βρίσκεται σε κοινοοικονομικούς παράγοντες. «Η ύπαρξη ενός μόνο παιδιού λειτουργεί προστατευτικά, γιατί οι γονείς έχουν κοινωνική υποστήριξη σε μεγαλύτερες ηλικίες. Αν όμως έχουν περισσότερα παιδιά, το όφελος αυτό εξανεμίζεται, επειδή η οικονομική και η κοινωνική πίεση που έχει ασκηθεί στους γονείς είναι πολύ μεγάλη». «Ο αριθμός των παιδιών θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένας νέος παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, για άνδρες και γυναίκες και θα πρέπει να ενταχθεί σε ερευνητικές βάσεις δεδομένων, ως ένας δείκτης υγείας», πρόσθεσε η Regitz-Zagrosek.
Η ίδια πρόσθεσε ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα, προκειμένου να εξεταστούν οι βιολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί μηχανισμοί που θα εξηγήσουν τη σχέση μεταξύ του αριθμού των παιδιών και του καρδιαγγειακού κινδύνου. «Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η εγκυμοσύνη οδηγεί σε μεταβολές στην αντίδραση του σώματος στους πρόσθετους καρδιαγγειακούς στρεσογόνους παράγοντες», σημείωσε η Regitz-Zagrosek. “Και αυτό μπορεί να συμβαίνει από επιγενετικούς μηχανισμούς. Τα ευρήματα όμως στους Κινέζους συνηγορούν υπέρ της κοινωνικοοικονομικής εξήγησης”.
Μία άλλη μελέτη στο ίδιο τεύχος του περιοδικού βρήκε επίσης ότι η γέννηση πρόωρου νεογνού, αυξάνει επίσης τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες κινδύνου. Οι γυναίκες που γεννούν το πρώτο τους παιδί πριν τις 37 εβδομάδες, έχουν 40% μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακή νόσο αργότερα στη ζωή τους, σε σχέση με τις γυναίκες που είχαν γεννήσει τελειόμηνα νεογνά. Για τις γυναίκες που γέννησαν στις 32 εβδομάδες, ο κίνδυνος ήταν ακόμη μεγαλύτερος- άγγιζε το 50%.
stogiatro.gr
Οι συγγραφείς περιέγραψαν μία γραμμική αύξηση στην κολπική μαρμαρυγή, όσο αύξανε και ο αριθμός των παιδιών, σημείωσε η καθηγήτρια. “Αυτό είναι ενδιαφέρον από μόνο του και μία εξήγηση θα μπορούσε να δοθεί από βιολογικούς και κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες”. Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Circulation, πραγματοποιήθηκε σε μισό εκατομμύριο Κινέζους και βρήκε ότι ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας νόσου και εμφράγματος μειώνεται με το ένα παιδί, όμως αυξάνει αν μια γυναίκα κάνει δύο ή περισσότερα παιδιά. Το εντυπωσιακό είναι ότι ανάλογα αποτελέσματα εμφάνισαν και οι άνδρες.
Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι η εξήγηση βρίσκεται σε κοινοοικονομικούς παράγοντες. «Η ύπαρξη ενός μόνο παιδιού λειτουργεί προστατευτικά, γιατί οι γονείς έχουν κοινωνική υποστήριξη σε μεγαλύτερες ηλικίες. Αν όμως έχουν περισσότερα παιδιά, το όφελος αυτό εξανεμίζεται, επειδή η οικονομική και η κοινωνική πίεση που έχει ασκηθεί στους γονείς είναι πολύ μεγάλη». «Ο αριθμός των παιδιών θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένας νέος παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, για άνδρες και γυναίκες και θα πρέπει να ενταχθεί σε ερευνητικές βάσεις δεδομένων, ως ένας δείκτης υγείας», πρόσθεσε η Regitz-Zagrosek.
Η ίδια πρόσθεσε ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα, προκειμένου να εξεταστούν οι βιολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί μηχανισμοί που θα εξηγήσουν τη σχέση μεταξύ του αριθμού των παιδιών και του καρδιαγγειακού κινδύνου. «Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η εγκυμοσύνη οδηγεί σε μεταβολές στην αντίδραση του σώματος στους πρόσθετους καρδιαγγειακούς στρεσογόνους παράγοντες», σημείωσε η Regitz-Zagrosek. “Και αυτό μπορεί να συμβαίνει από επιγενετικούς μηχανισμούς. Τα ευρήματα όμως στους Κινέζους συνηγορούν υπέρ της κοινωνικοοικονομικής εξήγησης”.
Μία άλλη μελέτη στο ίδιο τεύχος του περιοδικού βρήκε επίσης ότι η γέννηση πρόωρου νεογνού, αυξάνει επίσης τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες κινδύνου. Οι γυναίκες που γεννούν το πρώτο τους παιδί πριν τις 37 εβδομάδες, έχουν 40% μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακή νόσο αργότερα στη ζωή τους, σε σχέση με τις γυναίκες που είχαν γεννήσει τελειόμηνα νεογνά. Για τις γυναίκες που γέννησαν στις 32 εβδομάδες, ο κίνδυνος ήταν ακόμη μεγαλύτερος- άγγιζε το 50%.
stogiatro.gr