Για την αυτόνομη λειτουργία του δικτύου καταστημάτων Starbucks διαβεβαιώνει η Μαρινόπουλος Εταιρεία Καφέ ΑΕΕ, εν μέσω των σχετικών εξελίξεων της τελευταίας περιόδου...
Σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, η λειτουργία του δικτύου θα συνεχιστεί δυναμικά, «κάτω από το πρίσμα μιας υγιούς ανάπτυξης, διασφαλίζοντας μια ολοκληρωμένη εμπειρία στους πελάτες, σε καθημερινή βάση».
«Το ενδεχόμενο σενάριο πώλησης της Μαρινόπουλος Εταιρεία Καφέ ΑΕΕ, όπως αναφέρεται σε δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών, διαψεύδεται κατηγορηματικά» καταλήγει η εταιρεία.
Τι είχε προηγηθεί
Είχε προηγηθεί σειρά δημοσιευμάτων σύμφωνα με τα οποία, μία από τις εταιρείες όπου πρόκειται να εκποιήσει ο όμιλος ώστε να βρει ρευστό για να καλύψει τις υποχρεώσεις της είναι και η «Μαρινόπουλος Εταιρεία Καφέ ΑΕΕ» η οποία διαχειρίζεται το σήμα Starbucks στην Ελλάδα και στην βαλκανική χερσόνησο.
Η Ελλάδα ήταν μία από τις πρώτες χώρες που είχε παρουσία η εταιρεία από το Σιάτλ και όταν άνοιγε το 2002 στον πεζόδρομο της Κοραή, στον πάλαι ποτέ «Φλώκα», γεύση από Starbucks δεν είχαν πάρει ακόμη μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία.
Ο βασικός λόγος ήταν ότι η αλυσίδα ήθελε να τοποθετηθεί και να έχει έντονη παρουσία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 καθώς πίστευαν ότι η Αθήνα θα γινόταν κέντρο του κόσμου για ένα διάστημα και άνθρωποι από όλο τον πλανήτη θα έρχονταν σε επαφή με το σήμα που τότε βρίσκονταν σε ραγδαία ανάπτυξη.
Σήμερα η Starbucks αναμένεται να είναι ένα από τα πρώτα «ασημικά» που θα βγάλει στο σφυρί η Μαρινόπουλος, όχι τόσο γιατί αναμένει ότι θα έχει σημαντικά έσοδα αλλά επειδή ο αγοραστής είναι πιο εύκολο να βρεθεί και δεν θα είναι μάλλον άλλος από την ίδια την Starbucks.
Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και πριν μία πενταετία όταν υπήρξε «φιλικό διαζύγιο» μεταξύ Starbucks και Μαρινόπουλου για τις αγορές της Ελβετίας και της Αυστρίας όπου η Starbucks εξαγόρασε το ποσοστό που κατείχε στην Starbucks-Marinopoulos Holdings B.V. η Marinopoulos Holding SARL.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και στα Starbucks στην Ελλάδα η μητρική κατέχει μειοψηφική συμμετοχή η οποία σύμφωνα με πληροφορίες ανέρχεται σήμερα σε 18%.
Τα δημοσιεύματα όμως αυτά όπως επισημάναμε στην αρχή του κειμένου, τουλάχιστον επισήμως διαψεύδονται.