Επιστολή προς τον προεδρεύοντα των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών για το πολυνομοσχέδιο απέστειλε ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος Βασίλης Αλεξανδρής.
Στην επιστολή, ο κ. Αλεξανδρής, επισημαίνει ότι είναι αναγκαία και χρήσιμη η ακρόαση της Ολομέλειας καθώς το ν/σ «επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων», θέτει πλήθος ζητημάτων που θίγουν τον πυρήνα του κράτους δικαίου και του Συντάγματος.
Η επιστολή
«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
1.Όπως ασφαλώς γνωρίζετε οι Δικηγορικοί Σύλλογοι έχουν ως πρωταρχική αποστολή την υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου (άρθρο 90 περ. α’ ν. 4194/2013). Εξάλλου, αναγνωρίζονται ρητώς από τον νομοθέτη ως επίσημοι σύμβουλοι της Πολιτείας. Υπό την ιδιότητά τους αυτή, διατυπώνουν γνώμες και προτάσεις, που αφορούν στη βελτίωση της νομοθεσίας και συμμετέχουν υποχρεωτικά στις νομοπαρασκευαστικές επιτροπές (άρθρο 90 περ. ε’ ν. 4194/2013).
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», που κατατέθηκε αργά χθες το βράδυ και συζητείται σήμερα στις Επιτροπές Κοινωνικών Υποθέσεων, Παραγωγής και Εμπορίου, και Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας τάξης και Δικαιοσύνης, θέτει πλήθος ζητημάτων που θίγουν τον πυρήνα του κράτους δικαίου και του Συντάγματος.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
Την διαδικασία του αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής (Τροπολογία Υπουργείου Οικονομικών), η οποία προβλέπει τη θέσπιση περιοριστικών μέτρων (που μπορεί να φθάνουν μέχρι και τις περικοπές μισθών δημοσίων υπαλλήλων και συντάξεων), κατά παράκαμψη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτόν αλλοιώνεται προκλητικά η μορφή του Πολιτεύματος, ως Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας (Συντ. 1), και θίγεται ο πυρήνας της διάκρισης των εξουσιών (Συντ. 26).
Τον έλεγχο της «Εταιρίας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ» από τους δανειστές (άρθρο 191). Με δεδομένο ότι η ως άνω εταιρία αναλαμβάνει την «διαχείριση και αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου» (άρθρο 204), εγείρεται ζήτημα προσβολής της εθνικής κυριαρχίας (Συντ. 1, 28).
Την αύξηση της φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, συμπεριλαμβανομένης της απρόσοδης ακίνητης περιουσίας (άρθρο 50), η οποία μπορεί να έχει δημευτικό αποτέλεσμα (Συντ. 17 & 5 παρ. 1).
Την αύξηση των φόρων στην κατανάλωση (άρθρα 52 επ.), που πλήττουν δυσανάλογα, και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικής ή διαφοροποιητικής ισότητας (Συντ. 4 παρ. 1), τους πιο αδύναμους οικονομικά (ΦΠΑ, φόρος διαμονής, τέλος συνδρομητικής τηλεόρασης, τέλος σταθερής τηλεφωνίας κ.ο.κ.).
Ειδικώς η επιβολή ΦΠΑ 24% στις νομικές υπηρεσίες (άρθρο 52), έχει ως αποτέλεσμα την παράβαση της αρχής της ισότητας των διαδίκων, αφού οι διάδικοι που έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία –καίτοι κατά τεκμήριο ισχυρότεροι- μπορούν να εκπίπτουν (συμψηφίζουν) το ποσό του ΦΠΑ. Αντιθέτως, οι ιδιώτες διάδικοι –και κατά τεκμήριο πιο αδύναμοι οικονομικά- επιβαρύνονται εξ ολοκλήρου τον ΦΠΑ, με αποτέλεσμα η ικανοποίηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας να καθίσταται γι’ αυτούς δυσχερέστερη (Συντ. 4 & 20).
Τον χρονικό περιορισμό της προστασίας της πρώτης κατοικίας, σε περιπτώσεις ανάθεσης διαχείρισης δανείων και μεταβίβασης δανειακών απαιτήσεων σε Εταιρίες Διαχείρισης και Απόκτησης απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, μέχρι την 31.12.2017 (άρθρο 70). (Συντ. 2, 5, 17 & 25).
2. Περαιτέρω, το άρθρο 93 του νομοσχεδίου προβλέπει την παροχή νομικών υπηρεσιών στους δανειολήπτες, μέσω των συσταθησομένων Κέντρων Ενημέρωσης – Υποστήριξης Δανειοληπτών. Η παροχή νομικών συμβουλών θα γίνεται, κατά το νομοσχέδιο, από δημοσίους υπαλλήλους ή εξωτερικούς συμβούλους, πτυχιούχους νομικών, οικονομικών, πολιτικών ή κοινωνικών επιστημών, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η ως άνω ρύθμιση αντιστρατεύεται ευθέως το άρθρο 36 ΚωδΔικ που προβλέπει ότι η παροχή νομικών συμβουλών συνιστά «αποκλειστικό έργο του δικηγόρου». Εξάλλου, η παροχή νομικών συμβουλών από πρόσωπο που δεν φέρει την ιδιότητα του δικηγόρου συνιστά αντιποίηση της δικηγορίας και τιμωρείται ποινικά (ΚωδΔικ 9, ΠΚ 175).
Επομένως, η προωθούμενη ρύθμιση εισάγει ρήγμα στην έννομη τάξη, καθώς διακυβεύει κατά τρόπο προκλητικό τα συμφέροντα των δανειοληπτών. Τούτο διότι η ανάθεση της παροχής νομικών συμβουλών κατ’ αποκλειστικότητα σε δικηγόρους συνοδεύεται από μείζονες εγγυήσεις, και συγκεκριμένα : την σχέση απολύτου εμπιστοσύνης και εχεμύθειας μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του, τη δέσμευση από το περιεχόμενο της εντολής, τη διαφύλαξη των συμφερόντων του εντολέα, την ελευθερία και ανεξαρτησία κατά το χειρισμό της υπόθεσης και την τήρηση της νομιμότητας (ΚωδΔικ 3, 5). Όλες αυτές οι εγγυήσεις απουσιάζουν εκκωφαντικά στην περίπτωση της παροχής νομικών συμβουλών από διορισμένους δημοσίους υπαλλήλους, και εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου.
3. Κατόπιν αυτών, θεωρούμε πως θα ήταν αναγκαία κατά νόμο, και οπωσδήποτε χρήσιμη για το νομοθετικό σώμα, η ακρόαση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων ενώπιον των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών κατά το άρθρο 38 ΚτΒ, όταν νομοθετούνται μέτρα τέτοιας σημασίας για το σύνολο των Ελλήνων πολιτών, αλλά και για το δικηγορικό σώμα».
Στην επιστολή, ο κ. Αλεξανδρής, επισημαίνει ότι είναι αναγκαία και χρήσιμη η ακρόαση της Ολομέλειας καθώς το ν/σ «επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων», θέτει πλήθος ζητημάτων που θίγουν τον πυρήνα του κράτους δικαίου και του Συντάγματος.
Η επιστολή
«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
1.Όπως ασφαλώς γνωρίζετε οι Δικηγορικοί Σύλλογοι έχουν ως πρωταρχική αποστολή την υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου (άρθρο 90 περ. α’ ν. 4194/2013). Εξάλλου, αναγνωρίζονται ρητώς από τον νομοθέτη ως επίσημοι σύμβουλοι της Πολιτείας. Υπό την ιδιότητά τους αυτή, διατυπώνουν γνώμες και προτάσεις, που αφορούν στη βελτίωση της νομοθεσίας και συμμετέχουν υποχρεωτικά στις νομοπαρασκευαστικές επιτροπές (άρθρο 90 περ. ε’ ν. 4194/2013).
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», που κατατέθηκε αργά χθες το βράδυ και συζητείται σήμερα στις Επιτροπές Κοινωνικών Υποθέσεων, Παραγωγής και Εμπορίου, και Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας τάξης και Δικαιοσύνης, θέτει πλήθος ζητημάτων που θίγουν τον πυρήνα του κράτους δικαίου και του Συντάγματος.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
Την διαδικασία του αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής (Τροπολογία Υπουργείου Οικονομικών), η οποία προβλέπει τη θέσπιση περιοριστικών μέτρων (που μπορεί να φθάνουν μέχρι και τις περικοπές μισθών δημοσίων υπαλλήλων και συντάξεων), κατά παράκαμψη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτόν αλλοιώνεται προκλητικά η μορφή του Πολιτεύματος, ως Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας (Συντ. 1), και θίγεται ο πυρήνας της διάκρισης των εξουσιών (Συντ. 26).
Τον έλεγχο της «Εταιρίας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ» από τους δανειστές (άρθρο 191). Με δεδομένο ότι η ως άνω εταιρία αναλαμβάνει την «διαχείριση και αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου» (άρθρο 204), εγείρεται ζήτημα προσβολής της εθνικής κυριαρχίας (Συντ. 1, 28).
Την αύξηση της φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, συμπεριλαμβανομένης της απρόσοδης ακίνητης περιουσίας (άρθρο 50), η οποία μπορεί να έχει δημευτικό αποτέλεσμα (Συντ. 17 & 5 παρ. 1).
Την αύξηση των φόρων στην κατανάλωση (άρθρα 52 επ.), που πλήττουν δυσανάλογα, και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικής ή διαφοροποιητικής ισότητας (Συντ. 4 παρ. 1), τους πιο αδύναμους οικονομικά (ΦΠΑ, φόρος διαμονής, τέλος συνδρομητικής τηλεόρασης, τέλος σταθερής τηλεφωνίας κ.ο.κ.).
Ειδικώς η επιβολή ΦΠΑ 24% στις νομικές υπηρεσίες (άρθρο 52), έχει ως αποτέλεσμα την παράβαση της αρχής της ισότητας των διαδίκων, αφού οι διάδικοι που έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία –καίτοι κατά τεκμήριο ισχυρότεροι- μπορούν να εκπίπτουν (συμψηφίζουν) το ποσό του ΦΠΑ. Αντιθέτως, οι ιδιώτες διάδικοι –και κατά τεκμήριο πιο αδύναμοι οικονομικά- επιβαρύνονται εξ ολοκλήρου τον ΦΠΑ, με αποτέλεσμα η ικανοποίηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας να καθίσταται γι’ αυτούς δυσχερέστερη (Συντ. 4 & 20).
Τον χρονικό περιορισμό της προστασίας της πρώτης κατοικίας, σε περιπτώσεις ανάθεσης διαχείρισης δανείων και μεταβίβασης δανειακών απαιτήσεων σε Εταιρίες Διαχείρισης και Απόκτησης απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, μέχρι την 31.12.2017 (άρθρο 70). (Συντ. 2, 5, 17 & 25).
2. Περαιτέρω, το άρθρο 93 του νομοσχεδίου προβλέπει την παροχή νομικών υπηρεσιών στους δανειολήπτες, μέσω των συσταθησομένων Κέντρων Ενημέρωσης – Υποστήριξης Δανειοληπτών. Η παροχή νομικών συμβουλών θα γίνεται, κατά το νομοσχέδιο, από δημοσίους υπαλλήλους ή εξωτερικούς συμβούλους, πτυχιούχους νομικών, οικονομικών, πολιτικών ή κοινωνικών επιστημών, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η ως άνω ρύθμιση αντιστρατεύεται ευθέως το άρθρο 36 ΚωδΔικ που προβλέπει ότι η παροχή νομικών συμβουλών συνιστά «αποκλειστικό έργο του δικηγόρου». Εξάλλου, η παροχή νομικών συμβουλών από πρόσωπο που δεν φέρει την ιδιότητα του δικηγόρου συνιστά αντιποίηση της δικηγορίας και τιμωρείται ποινικά (ΚωδΔικ 9, ΠΚ 175).
Επομένως, η προωθούμενη ρύθμιση εισάγει ρήγμα στην έννομη τάξη, καθώς διακυβεύει κατά τρόπο προκλητικό τα συμφέροντα των δανειοληπτών. Τούτο διότι η ανάθεση της παροχής νομικών συμβουλών κατ’ αποκλειστικότητα σε δικηγόρους συνοδεύεται από μείζονες εγγυήσεις, και συγκεκριμένα : την σχέση απολύτου εμπιστοσύνης και εχεμύθειας μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του, τη δέσμευση από το περιεχόμενο της εντολής, τη διαφύλαξη των συμφερόντων του εντολέα, την ελευθερία και ανεξαρτησία κατά το χειρισμό της υπόθεσης και την τήρηση της νομιμότητας (ΚωδΔικ 3, 5). Όλες αυτές οι εγγυήσεις απουσιάζουν εκκωφαντικά στην περίπτωση της παροχής νομικών συμβουλών από διορισμένους δημοσίους υπαλλήλους, και εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου.
3. Κατόπιν αυτών, θεωρούμε πως θα ήταν αναγκαία κατά νόμο, και οπωσδήποτε χρήσιμη για το νομοθετικό σώμα, η ακρόαση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων ενώπιον των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών κατά το άρθρο 38 ΚτΒ, όταν νομοθετούνται μέτρα τέτοιας σημασίας για το σύνολο των Ελλήνων πολιτών, αλλά και για το δικηγορικό σώμα».