Στην Ελλάδα, το ποσοστό των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές θέσεις, βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο από τον παγκόσμιο και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, φτάνοντας στο 27% και σημειώνοντας μία μικρή πτώση σε σχέση με το 2014 που άγγιζε το 29%.
Αυτό προκύπτει από τη νέα έκδοση της διεθνούς έρευνας International Business Report της Grant Thornton, η οποία εστιάζει στο γυναικείο επιχειρείν, με αφορμή την Ημέρα της Γυναίκας, στις 8 Μαρτίου. Η παρούσα έρευνα επικεντρώνεται στο πώς κατανέμονται οι ανώτατες διοικητικές θέσεις, στο πώς εξελίσσεται η σταδιοδρομία των γυναικών και προτείνει τρόπους, έτσι ώστε να καταφέρουν οι γυναίκες να προαχθούν σε ανώτατες διοικητικές θέσεις.
Μόλις το 15% των Ελληνίδων που συμμετείχε στην έρευνα, δήλωσε, ότι εργάστηκε για 1-5 χρόνια, προτού προαχθεί στην ανώτατη διοίκηση, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό της ευρωζώνης είναι 33%, όσο και ο παγκόσμιος μέσος όρος. Σύμφωνα με την έρευνα, παραπάνω από 1 στις 2 Ελληνίδες (62%) χρειάστηκε να εργαστούν από 6-15 χρόνια, για να προαχθούν σε αυτές τις θέσεις και σε ποσοστό 15% δηλώνουν πως η απαιτούμενη προϋπηρεσία ξεπέρασε τα 20 χρόνια.
Σε ό,τι αφορά στη δικτύωση, η μέθοδος που επιλέγουν κατά συντριπτική πλειοψηφία τα στελέχη στην Ελλάδα (78%) φαίνεται να είναι οι επίσημες επαγγελματικές συναντήσεις, με το ποσοστό να αγγίζει το 92% στις απαντήσεις των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα. Δεύτερη επιλογή των Ελλήνων στελεχών είναι τα κοινωνικά/online δίκτυα (27%) και ακολουθούν οι αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις (24%).
Στην ερώτηση εάν χρειάστηκε κάποια επιπλέον εκπαίδευση, προκειμένου να προαχθούν στην ανώτερη διοίκηση, τα στελέχη στην Ελλάδα ανέφεραν κάποιον επαγγελματικό τίτλο (37%) και σχετικά σεμινάρια ηγεσίας (36%), ενώ 34% απάντησαν πως δεν χρειάστηκε επιπλέον εκπαίδευση. Στην παραπάνω ερώτηση ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι 54% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα, απάντησαν ότι χρειάστηκαν κάποιον ακαδημαϊκό τίτλο, όπως MBA ή PhD, για να ανέβουν στην ιεραρχία.
Η Τζοάννα Μουτάφη, επικεφαλής ανθρώπινου δυναμικού στην Grant Thornton Greece, σχολιάζει: «Τα βήματα, προκειμένου να υποστηριχθούν οι εργαζόμενες γυναίκες στην Ελλάδα, γίνονται με πολύ αργούς ρυθμούς. Όπως επισημαίνεται και στην έρευνα, σχεδόν μία στις δύο Ελληνίδες (46%) δηλώνει πως η μητρότητα αποτελεί τροχοπέδη στην εξέλιξη της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, αφού ακόμη δεν διατίθενται κατά κανόνα οι απαραίτητες υποδομές, για να τις υποστηρίξουν.
Το παγκόσμιο δίκτυο της Grant Thornton εφαρμόζει πρακτικές που ενισχύουν τη διαφορετικότητα (diversity) στο εργασιακό περιβάλλον και στην Grant Thornton στην Ελλάδα οι ανώτερες διοικητικές θέσεις κατέχονται κατά το 42% από γυναίκες. Παράλληλα, ερευνούμε πρακτικές ευέλικτης εργασίας, ώστε να ενισχύσουμε την εξισορρόπηση της εργασιακής και προσωπικής ζωής, αλλά και να υποστηρίξουμε τις εργαζόμενες μητέρες. Ο στόχος μας είναι να δίνουμε ευκαιρίες σε όλους τους εργαζομένους, για να ξεκλειδώσουν τις δυνατότητές τους και να πραγματοποιήσουν τα επαγγελματικά τους όνειρα».
Σημαντικό εμπόδιο στην επαγγελματική εξέλιξη αποτελεί και η άνιση μεταχείριση, λόγω φύλου, όπως αναφέρει το 39% των Ελληνίδων, που συμμετείχαν στην έρευνα. Επίσης, οι ίδιες δηλώνουν σε ποσοστό 31% πως άλλες οικογενειακές υποχρεώσεις, όπως είναι η φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών, δεν τους επιτρέπουν να ανέβουν στην ιεραρχική κλίμακα.
Διαχρονική εξέλιξη
Από το 2013 μέχρι σήμερα, παρατηρείται μία μικρή πτώση στον αριθμό των γυναικών που συμμετέχουν στην ανώτερη διοίκηση, με τα αντίστοιχα ποσοστά να κυμαίνονται από 30%, το 2013 στο 29%, το 2014, στο 27%, το 2015 και να παραμένουν πάνω από τον παγκόσμιο και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για όλα τα παραπάνω έτη.
Ενθαρρυντικό είναι και το γεγονός ότι οι εταιρείες που δεν έχουν καθόλου γυναίκες σε ανώτερη διοικητική θέση στην Ελλάδα είναι μόλις 18%, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στην ευρωζώνη είναι 39% και ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι 32%.
Οι συνήθεις διευθυντικές θέσεις που κατέχουν οι Ελληνίδες στις επιχειρήσεις, εξακολουθούν να είναι επικεφαλής ανθρώπινου δυναμικού (31%), επικεφαλής μάρκετινγκ (29%) και διευθύντρια πωλήσεων (24%). Το ποσοστό των γυναικών που συμμετέχουν σε διοικητικά συμβούλια στην Ελλάδα ανέρχεται στο 19%, οριακά υψηλότερα από την ευρωζώνη (18%) και τον παγκόσμιο μέσο όρο (16%).
Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο η εισαγωγή ποσοστώσεων για τις γυναίκες στα διοικητικά συμβούλια μεγάλων εισηγμένων εταιρειών φαίνεται να αυξάνεται τα τελευταία δύο χρόνια, στην Ελλάδα το ποσοστό έχει μειωθεί από 58%, το 2013 και 2014 στο 50% εφέτος, ακολουθώντας την τάση που επικρατεί και στην υπόλοιπη ευρωζώνη.
 
Top