γράφει ο Φιλίστωρ

Μετά από μεγάλες στρατιωτικές προετοιμασίες, την Άνοιξη του 481 π. Χ. ο Πέρσης Βασιλιάς Ξέρξης εισέβαλε στον Ελλαδικό χώρο διαβαίνοντας τον Ελλήσποντο. Οι από ξηράς δυνάμεις του ξεπερνούσαν τις 300.000 οπλίτες, ενώ και στην θάλασσα διέθετε ένα στόλο από 1200 μεγάλα πλοία που είχαν μαζευτεί από τους συμμάχους των Περσών που συμμετείχαν υποχρεωτικά στην εκστρατεία (Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Κάρες, Ίωνες κτλ). Ο στόλος του Ξέρξη προσπάθησε να διατηρεί επαφή με την πορεία του από ξηράς στρατού πλέοντας παράλληλα με την ακτογραμμή του Ελλαδικού χώρου, αλλά όταν έφτασε στην περιοχή της Μαγνησίας έπεσε σε θαλασσοταραχή με αποτέλεσμα να ναυαγήσει το 1/4 της συνολικής τους δύναμης (σύμφωνα με τον Ηρόδοτο 1/3 της συνολικής δύναμης).

Ο Ελληνικός στόλος συντάχθηκε σε μια ενιαία παράταξη στο Αρτεμίσιο μπροστά στον Παγασητικό κόλπο σε μια νοητή ευθεία γραμμή με τις Ελληνικές δυνάμεις στην ξηρά υπό τον Σπαρτιάτη Βασιλιά Λεωνίδα που σκόπευαν να σταματήσουν την κάθοδο των Περσών στα στενά των Θερμοπυλών. Η συμπαράταξη των πλοίων των Ελληνικών πόλεων έγινε για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (εκτός αν θεωρήσουμε ως πρώτη, την εκστρατεία στο Ίλιον, που πάντως δεν είναι καταγεγραμμένη επιστημονικά). Το σύνολο των πλοίων ήταν 271 τριήρεις με κεντρικό πυρήνα τον στόλο των Αθηναίων αποτελούμενο από 127 πλοία με ναύαρχο τον Θεμιστοκλή. Πλοία είχε στείλει η
Θεμιστοκλής
Χαλκίδα, η Επίδαυρος, η Ερέτρεια, η Σικυώνα, η Τροιζίνα, η Κόρινθος και φυσικά η Σπάρτη. Οι Αθηναίοι αναμφίβολα διέθεταν την μεγαλύτερη ναυτική εμπειρία, ενώ στα πληρώματα των πλοίων τους είχαν επιβιβαστεί Πλαταιείς οπλίτες. Η αρχιστρατηγία του ελληνικού στόλου αποδόθηκε στον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, μετά από την επιμονή όλων των υπολοίπων συμμάχων, που θεωρούσαν ότι η Σπάρτη όφειλε να έχει το γενικό πρόσταγμα στον πόλεμο κατά των Περσών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη την πραγματική αρχηγία εξασκούσε ο Θεμιστοκλής τον οποίο υπάκουαν όλοι πρόθυμα, αυτό όμως δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό, αν αναλογιστεί κανείς πόσες φορές οι σύμμαχοι έφερναν αντιρρήσεις στα σχέδια του.

Ο Περσικός στόλος προσέγγισε την περιοχή των Αφετών κοντά στο Αρτεμίσιο και αμέσως η αριθμητική υπεροχή του έγινε έκδηλη. Οι Πέρσες διέθεταν σχεδόν τα τριπλάσια πλοία από τους Έλληνες, ενώ ταυτόχρονα ήταν πολύ μεγαλύτερα και με μεγαλύτερη δύναμη πυρός από τα Ελληνικά που ήταν όμως ευκίνητα και ανέπτυσσαν μεγαλύτερη ταχύτητα. Η πρώτη σκέψη των Ελλήνων ήταν να φύγουν προς τον Νότο και να επιδιώξουν ναυμαχία με καλύτερες προϋποθέσεις για αυτούς. Οι κάτοικοι της περιοχής αντελήφθησαν την πρόθεση αυτή και προσπάθησαν να πείσουν τον Θεμιστοκλή να αναβάλλει την αποχώρηση του Ελληνικού στόλου μέχρι να μεταφέρουν τις οικογένειες τους σε ασφαλές σημείο. Επειδή ο Θεμιστοκλής δεν συμφωνούσε, τον δωροδόκησαν με το, τεράστιο για την εποχή, ποσό των 30 ταλάντων. Ο Θεμιστοκλής δέχθηκε τα χρήματα δήθεν για να πείσει τους υπολοίπους να μείνουν. Αρχικώς δωροδόκησε τον Ευρυβιάδη με πέντε τάλαντα, ο οποίος διέταξε τους υπολοίπους να ετοιμαστούν για ναυμαχία στο Αρτεμίσιο. Υπήρχαν όμως ακόμη στρατηγοί που ήθελαν να φύγουν και ιδιαίτερα οι Κορίνθιοι με τον Αδείμαντο που ορκιζόταν ότι θα φύγει, μέχρι που έλαβε τρία τάλαντα και μετέβαλλε γνώμη. Το υπόλοιπο ποσό από τα 30 τάλαντα έμεινε στον Θεμιστοκλή.

Όταν οι Πέρσες έφτασαν στην περιοχή στις αρχές του Αυγούστου του 481 π.Χ., ανυπομονούσαν να ναυμαχήσουν εναντίον των Ελλήνων και να τους συντρίψουν, όμως είχαν τον φόβο ότι οι Έλληνες θα υποχωρούσαν. Για τον λόγο αυτό έστειλαν 200 πλοία να κάνουν τον περίπλου της Εύβοιας από τον Καφηρέα και να μπλοκάρουν την υποχώρηση των Ελλήνων στα στενά του Ευρύπου. Οι Έλληνες έμαθαν για την κίνηση των Περσών από έναν αυτομόλο τον δύτη Σκυλλία, που τους ενημέρωσε επίσης και για την καταστροφή που είχαν υποστεί οι Πέρσες από την θαλασσοταραχή και σε νέο
O περίπλους του Περσικού στόλου
πολεμικό συμβούλιο αποφάσισαν να παραμείνουν στην περιοχή και να επιτεθούν αιφνιδιαστικά την επομένη. Η απόφαση αυτή, που υποστηρίχθηκε κυρίως από τον Θεμιστοκλή, είχε ως βασικό σκοπό να επιφέρουν απώλειες στον Περσικό στόλο αλλά και να αντιληφθούν οι Έλληνες τις ικανότητες των Περσών στα ναυτικά. 

Όταν ο στόλος των Περσών είδε τα λιγοστά και μικρά Ελληνικά πλοία να πλησιάζουν τους θεώρησαν τρελούς και οι Πέρσες πλοίαρχοι διαγκωνίζονταν ποιος θα προλάβαινε να αιχμαλωτίσει τα περισσότερα Ελληνικά πλοία και καθώς αυτά πλησίαζαν, τα Περσικά τα κύκλωναν. Οι Έλληνες κυβερνήτες έστρεψαν τις πρύμνες των πλοίων τους προς το κέντρο του σχηματισμού και εφόρμησαν εναντίον των αντιπάλων τους με ευκινησία και γρήγορους ελιγμούς. Παρά το γεγονός ότι βρέθηκαν σε στενή τοποθεσία, τα Ελληνικά πλοία ελίσσονταν με ικανότητα και κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν 30 Περσικά πλοία, καθώς ο Ελληνικός τρόπος επίθεσης ήταν με επίθεση των οπλιτών που έφεραν τα Ελληνικά πλοία στα αντίπαλα καράβια. Ο πρώτος Έλληνας πλοίαρχος που αιχμαλώτισε πλοίο ήταν ο Αθηναίος Λυκομίδης του Αισχραίου που έλαβε και το αριστείο. Οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν και υποχώρησαν, ενώ τα Ελληνικά πλοία δυσκολεύονταν να καταδιώξουν τους υποχωρούντες καθώς τα ναυάγια και οι νεκροί εμπόδιζαν την απρόσκοπτη πλεύση καθώς παρεμπόδιζαν τις παλάμες των κουπιών να λάμνουν.

Οι υποχωρούντες Πέρσες είχαν καταληφθεί από πανικό λόγω της ήττας και των ναυαγίων των συμπολεμιστών τους, ενώ παρά το γεγονός ότι ήταν καλοκαίρι, ξέσπασε ισχυρή βροχή και θυελλώδεις άνεμοι παράσερναν τα πλοία τους. Πολύ χειρότερη ήταν η τύχη των πλοίων που έκαναν τον περίπλου της Εύβοιας, καθώς στα Κοίλα ισχυροί άνεμοι και θαλασσοταραχή κατέστρεψαν ολοσχερώς τον Περσικό στόλο. Η εξέλιξη αυτή που θεωρήθηκε ως θεία επέμβαση, σε συνδυασμό με την άφιξη 53 πλοίων από την Αθήνα, μείωσε την αριθμητική υπεροχή των Περσών και εξύψωσε το
Φανταστική αναπαράσταση της ναυμαχίας του Αρτεμισίου
Ελληνικό ηθικό. Την επόμενη ημέρα, μοίρες του Ελληνικού στόλου παραφύλαξαν την περιοχή στο Αρτεμίσιο και βύθισαν κάποια από τα πλοία των Κιλίκων. Η εξέλιξη αυτή εξόργισε τους Πέρσες ναυάρχους που την επόμενη (τρίτη) ημέρα διέταξαν γενική επίθεση κατά των Ελλήνων, ακριβώς την ίδια ημέρα που ο Ξέρξης έκανε την τελική επίθεση στις Θερμοπύλες εναντίον του Λεωνίδα.

Η ναυμαχία ήταν αμφίρροπη καθώς, παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες υπερίσχυαν καταφανώς σε ναυτικές ικανότητες, ο Περσικός στόλος είχε τέτοια αριθμητική και υλική υπεροχή, που αναπλήρωνε τις απώλειες του και προκαλούσε αντίστοιχα μεγάλες απώλειες και στα Ελληνικά πλοία. Τα Περσικά πλοία έκαναν επίθεση κυρίως με εμβολισμό στα πλευρά των Ελληνικών πλοίων. Στην παράταξη των Περσών εκείνη την ημέρα αρίστευσαν οι Αιγύπτιοι που αιχμαλώτισαν 5 Ελληνικά πλοία με τα πληρώματα τους, ενώ οι Έλληνες κατάφεραν με δυσκολία να διατηρήσουν τις θέσεις τους στα στενά βυθίζοντας περισσότερα Περσικά πλοία.

Όταν οι δύο παρατάξεις αποχωρίστηκαν, οι Έλληνες αποκόμισαν τους νεκρούς και τα ναυάγια τους, κάτι που την εποχή εκείνη εθεωρείτο απόδειξη ναυτικής νίκης. Όμως η πλειοψηφία των Αθηναϊκών πλοίων είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές και χρειάζονταν επιδιορθώσεις. Την στιγμή που οι Έλληνες ναύαρχοι συσκέπτονταν για το τι μέλλει γενέσθαι, ο Αθηναίος Αβρώνιχος έφερε το άγγελμα της μεγαλειώδους θυσίας του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Αμέσως το συμβούλιο αποφάσισε την υποχώρηση του στόλου προς τον Νότο, ενώ ο Θεμιστοκλής ζήτησε από όλους να ανάψουν φωτιές ώστε χάρις το τέχνασμα αυτό, ο εχθρός να μην καταλάβει την αποχώρηση των Ελλήνων από την περιοχή. Οι Έλληνες υποχώρησαν με σειρά και τάξη όπως είχαν συνεννοηθεί, με πρώτους τους Κορίνθιους και τελευταίους τους Αθηναίους.

Οι Πέρσες δεν κατάλαβαν την αποχώρηση, ενώ ακόμη και όταν ειδοποιήθηκαν για αυτή δεν την πίστεψαν. Την επομένη, όταν έγινε σαφές ότι οι Έλληνες είχαν αποχωρήσει, έπλευσαν στο Αρτεμίσιο και από εκεί στην Ιστιαία την οποία κατέλαβαν.

Επίλογος

σχεδιάγραμμα για τις τριήρεις
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, μπορεί στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου να μην προήλθαν ουσιαστικά αποτελέσματα υπέρ των Ελλήνων, όμως προέκυψαν σημαντικά ωφελήματα. Τα Ελληνικά πληρώματα των πλοίων και οι πεζοναύτες έλαβαν το βάπτισμα του πυρός έναντι των Περσών και απέκτησαν πολύτιμη εμπειρία για την αντιμετώπιση τους. Το βασικό δίδαγμα ήταν ότι μπορούσαν να αντιταχθούν αποτελεσματικά εναντίον των Περσών ισοσκελίζοντας την υλική και αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων τους με τις ικανότητες, την τόλμη και τον πατριωτισμό των ανθρώπων που μάχονται υπέρ βωμών και εστιών. Σύμφωνα με τους στίχους του Πίνδαρου για το Αρτεμίσιο:
ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν
κρηπῖδ' ἐλευθερίας
Όπου τα παιδιά των Αθηναίων έθεσαν λαμπρό
θεμέλιο της ελευθερίας
Η ναυμαχία του Αρτεμισίου είναι ο πρόλογος της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, της μεγαλύτερης στρατιωτικής επιτυχίας των Ελλήνων όλων των εποχών, που έσωσε την Ευρώπη και άλλαξε τον ρου της παγκόσμιας Ιστορίας. Στο Αρτεμίσιο είδαμε για πρώτη φορά τα σημεία της Ελληνικής ναυτικής υπεροχής έναντι των Περσών: τα μικρά ευέλικτα πλοία, τους επιδέξιους ναυτικούς χειρισμούς, την άψογη συνεργασία μεταξύ των πλοιάρχων, την θαρραλέα στάση έναντι της υλικής Περσικής υπεροχής. Είδαμε βέβαια και την διαφθορά των Ελλήνων ηγετών ακόμη και ενώπιον του έσχατου κινδύνου, απόδειξη ότι η διαστροφή του χρηματισμού αυτών που ασχολούνται με τα κοινά δεν αποτελεί προνόμιο της εποχής μας, αλλά χαρακτηρίζει διαχρονικά τις Ελληνικές ηγεσίες.

Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες που αντιστάθηκαν στους Πέρσες δεν ήλπιζαν ότι θα επικρατήσουν από την ναυτική υπεροχή τους, αλλά από την Σπαρτιατική πολεμική μηχανή, που στα στενά των Θερμοπυλών έδειξε ένα μικρό μέρος των ικανοτήτων της. Για τον λόγο αυτό, η συμμαχία που είχε ως κέντρο βάρους τις πόλεις της Πελοποννήσου, έδωσε την αρχηγία του στόλου στον ακατάλληλο Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, απόφαση εντελώς παράλογη, αν απλώς σκεφτεί κάποιος ότι τα μοναδικά πλοία που μπορούσαν να πλεύσουν ανοιχτά στο πέλαγος ήταν τα Αθηναϊκά. Τόσο τα Περσικά, όσο και τα υπόλοιπα Ελληνικά πλοία έπλεαν μόνο παράλληλα στην ξηρά, ενώ η απειρία της ναυτικής ηγεσίας των Περσών φάνηκε στην λανθασμένη επιλογή της στρατοπέδευσης στην Μαγνησία, λάθος που επέφερε σοβαρές απώλειες από την θαλασοταραχή. Ευτυχώς η μεγαλοφυΐα του Θεμιστοκλή και οι Αθηναϊκές ναυτικές ικανότητες θα λάμψουν στην Σαλαμίνα, φράσσοντας τον δρόμο στον Πέρση εισβολέα, χαρίζοντας την δόξα στους Έλληνες, της οποίας η στίλβη δεν θα ξεθωριάσει όσο θα υπάρχει Δυτικός πολιτισμός.      
Πηγές

Ηροδότου Ιστορία, τόμος Θ΄ (Ουρανία), εκδόσεις Ζαχαρόπουλος (μετάφραση Ευάγγελος Πανέτσος)


Ιστορία των Ελλήνων, Μυδικά, άρθρο της κας Μαίρης Στεφάνου σελ 12-59, εκδόσεις Δομή 

Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική βιβλιοθήκη τόμος 11, εκδόσεις Γεωργιάδη
 
Top