Ο Ali Hussein Kadhim είναι ένας 23χρονος άντρας που...τον Ιούνιο του 2014 ήρθε αντιμέτωπος με έναν φριχτό θάνατο και κατάφερε να τον ξεγελάσει. 


Για την ακρίβεια κατάφερε να ξεγελάσει μία μεγάλη ομάδα τζιχαντιστών που πριν τρεις μήνες αιματοκύλισαν το Τικρίτ σε μία επίθεση από τις φονικότερες που έχουν γίνει καθώς εκτιμάται ότι μέσα σε λίγες ώρες εκτελέστηκαν 1.700 στρατιώτες.

Ο Kadhim είναι Σιίτης και ήταν στρατιώτης στο Ιράκ. Ως ένας από τους επιζώντες του μακελειού στο Τικρίτ περιέγραψε με συγκλονιστικό τρόπο στους New York Times τη φρίκη που έζησε εκείνες τις ημέρες, ή όπως ο ίδιος το περιέγραψε «την κόλαση επί γης».

Μαζί με εκατοντάδες άλλους συναδέλφους του συνελήφθησαν τον Ιούνιο από τους άντρες του Ισλαμικού Κράτους. Στην αρχή οι τζιχαντιστές τους μίλησαν φιλικά και τους είπαν ότι δεν θα τους βλάψουν. Οδήγησαν τους συλληφθέντες σε ένα ανάκτορο στο Τικρίτ, εκεί όπου κάποτε ζούσε ο Σαντάμ Χουσεϊν και εκεί άρχισε ο γύρος του θανάτου. Οσοι ήταν Σιίτες, με συνοπτικές διαδικασίες, καταδικάστηκαν σε θάνατο.

Τους έβαλαν να σταθούν σε γραμμές και κάποιοι βιντεοσκοπούσαν όλη τη διαδικασία. Ο Kadhim ήταν τέταρτος στη δική του σειρά.

Μόλις πυροβόλησαν τον πρώτο της σειράς, το πρόσωπο του Kadhim γέμισε αίματα. Ισως αυτό να τον έσωσε κιόλας...

Οι εκτελέσεις ακολουθούσαν η μία την άλλη σε δευτερόλεπτα.

Οταν ο Kadhim ερωτήθηκε από τους New York Times τι σκεφτόταν εκείνες τις εφιαλτικές στιγμές, απάντησε: «Εβλεπα την κόρη μου μπροστά στα μάτια μου να φωνάζει: Μπαμπά, μπαμπά!».

Ξαφνικά ένιωσε μία σφαίρα να περνάει ξυστά από το κεφάλι του και ενστικτωδώς έπεσε μπρούμυτα στο έδαφος. «Προσποιήθηκα ότι ήμουν νεκρός» συνεχίζει την αφήγησή του.

Λίγα λεπτά αργότερα ένας εκτελεστής άρχισε να περπατάει πάνω από τα πτώματα. Οποιον έβλεπε να αναπνέει, του έδινε τη χαριστική βολή. Οσους ήταν βαριά τραυματισμένοι τους άφηναν έτσι «για να υποφέρουν», όπως ακούστηκε να λένε.

«Ενιωθα μέσα μου να βράζει η θέληση για ζωή» λέει και συνεχίζει: «Περίμενα τέσσερις ώρες μέχρι να νυχτώσει και να υπάρχει απόλυτη ησυχία. Λίγο παρακάτω ήταν ο ποταμός Τίγρης. Εφτασα μέχρι εκεί όπου συνάντησα έναν τραυματισμένο άντρα τον Abbas. Είχε καταφέρει κι εκείνος να ξεφύγει».

Οι δύο άντρες έμειναν στο ποτάμι για τρεις μέρες και έτρωγαν έντομα και φυτά. Ο Abbas ήταν πολύ βαριά τραυματισμένος και φαινόταν ότι δεν θα άντεχε.

«Ηταν τρεις ημέρες κόλασης» λέει ο Kadhim. «Αποφάσισα να προσπαθήσω να δραπετεύσω, να ζητήσω βοήθεια. Ο Abbas μου ζήτησε να επιστρέψω για να τον πάρω. Αν όχι τουλάχιστον να διηγηθώ την ιστορία μας. Πες τα σε όλους, να μάθουν τι γίνεται εδώ, μου είπε». Επειτα από μία Οδύσσεια τριών εβδομάδων, επέστρεψε στην οικογένειά του.

Δείχνοντας στους δημοσιογράφους τα σημάδια στα χέρια του από τις χειροπέδες κάνει αυτό που του ζήτησε ο Abbas: λέει την ιστορία τους...
 
Top