Στο μικροσκόπιο επιστημόνων και κτηνοτρόφων έχει μπει η εξάπλωση του καταρροϊκού πυρετού των προβάτων στη χώρα μας...





Η τεταμένη προσοχή στο θέμα υπάρχει αφενός μεν λόγω της θανάτωσης μεγάλου αριθμού ζώων, αφετέρου δε εξαιτίας της αναμενόμενης υπογεννητικότητας από την πλευρά των ζώων που δεν έχουν νοσήσει και τις επιπτώσεις που ενδεχομένως μπορεί να έχει η κατάσταση αυτή στην παραγωγή των ΠΟΠ τυριών της χώρας, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα.

«Στην Ελλάδα, με έναν από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς προβάτων στην Ευρώπη, ήτοι 15 εκατ. αιγοπρόβατα, το νόσημα αυτό αποτελεί τεράστιο πρόβλημα, ιδιαίτερα τώρα που έχει εξαπλωθεί σε εκτεταμένες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας» δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αναπληρωτής καθηγητής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Δρ. Σπύρος Κρήτας, του οποίου η επιστημονική γνώση ζητήθηκε σε συναντήσεις που έγιναν σε κυβερνητικό επίπεδο για το θέμα.

Σημείωσε, δε, ότι η εμφάνιση της νόσου στη χώρα μας, πρόσφατα, «δεν αποκλείεται να μεταφέρθηκε με μολυσμένα έντομα από γειτονικές χώρες (π.χ. Βουλγαρία), αλλά και εισαγωγή πληθυσμών μολυσμένων προβάτων από μακρινές ή γειτονικές χώρες (π.χ. Ισπανία, Βουλγαρία)».



Ο ιός του καταρροϊκού πυρετού δεν προσβάλλει τον άνθρωπο και δεν περνά στα τρόφιμα

Ο κ. Κρήτας εξήγησε ότι ο καταρροϊκός πυρετός (ή νόσος της κυανής γλώσσας - Bluetongue) είναι ένα λοιμώδες νόσημα των μηρυκαστικών που οφείλεται σε ιό του γένους Orbivirus (οικογένεια Reoviridae) και μεταδίδεται με έντομα του γένους Culicoides, αλλά δεν προσβάλλει τον άνθρωπο.

«Ο άνθρωπος δεν προσβάλλεται από τη νόσο, ούτε ο ιός περνάει στο γάλα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα ή το κρέας» διαβεβαίωσε ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ, τονίζοντας ακόμη ότι «δεν μολύνεται το υπέδαφος από την ταφή των νεκρών ζώων».

Σήμερα, η νόσος -σύμφωνα με τον ίδιο- παρατηρείται σε πολλές τροπικές, υποτροπικές και εύκρατες χώρες, από τη Μέση Ανατολή (Τουρκία, Συρία, Ιορδανία, Ισραήλ), την Ινδία και Κίνα ως και σε χώρες της Αφρικής και της Αμερικής. Στην Ευρώπη εντοπίζεται σε Βουλγαρία, Πορτογαλία, Ισπανία, Κύπρο και Ελλάδα, αλλά και σχετικά πρόσφατα (2006) εμφανίστηκε στη Γερμανία, το Βέλγιο την Ολλανδία και τη Γαλλία.

Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν, ο κ. Κρήτας επεσήμανε ότι στη χώρα μας είχαν εμφανιστεί κρούσματα καταρροϊκού πυρετού στη Λέσβο (1979), ενώ το 1999/2001 σε νησιά του Βορείου Αιγαίου, αλλά και τη Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα.

Θέλοντας να εξηγήσει την εξάπλωση της νόσου, ανέφερε πως «πιστεύεται ότι οι παγκόσμιες κλιματικές αλλαγές και ειδικότερα η υπερθέρμανση του πλανήτη παίζουν ρόλο στην εξάπλωση του καταρροϊκού πυρετού προς ψυχρότερες και βορειότερες στον παγκόσμιο χάρτη περιοχές, αλλά και στις συχνότερες εκδηλώσεις της νόσου σε πολλές χώρες».

Σημείωσε, δε, ότι «από τις επιδημίες της Κεντρικής Ευρώπης φάνηκε ότι ο ιός μπορεί να προσαρμοστεί και σε νέα είδη εντόμων-ξενιστών του γένους Culicoides πέρα από τα 6-7 που πιστευόταν αρχικά».

Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι μέχρι σήμερα έχουν ταυτοποιηθεί παγκοσμίως σε διάφορες χώρες 26 ορότυποι του ιού και στην Ελλάδα έχουν βρεθεί 3 ή 4 ορότυποι. «Ένας ορότυπος μπορεί να διαφέρει λίγο έως πολύ από έναν άλλο, με αποτέλεσμα ο κάθε ορότυπος να θεωρείται ως ένας ιδιαίτερος ιός για πρακτικότερη θεώρηση» τόνισε και συμπλήρωσε: «ένα ζώο μπορεί να μολυνθεί από περισσότερους του ενός ορότυπους, ταυτοχρόνως ή μεμονωμένα».

Μεταξύ άλλων, ο Έλληνας επιστήμονας σημείωσε ότι η νόσος δεν μεταδίδεται άμεσα από ένα μολυσμένο μηρυκαστικό σε άλλο υγιές και εξήγησε ότι «ένα έντομο του γένους Culicoides πρέπει πρώτα να μυζήσει αίμα από το μολυσμένο ζώο και στη συνέχεια να τσιμπήσει ένα άλλο υγιές μηρυκαστικό, στο οποίο θα μεταδώσει τον ιό, αφού πρώτα περάσει κάποιο χρονικό διάστημα, στο οποίο θα πολλαπλασιαστεί ο ιός μέσα στο έντομο (συνήθως 8-10 ημέρες)».

Υπογράμμισε, επίσης, ότι ο ιός μπορεί να μεταδοθεί και με το σπέρμα.



 
Top