Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καταγγέλλουν τη διεθνή αδράνεια στην αντιμετώπιση του Έμπολα στις πληγείσες χώρες της Αφρικής. Τα κράτη πρέπει να αναπτύξουν τώρα εξειδικευμένα ιατρικά εργαλεία.
Νέα Υόρκη/ Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2014 – Οι παγκόσμιοι ηγέτες αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τη χειρότερη επιδημία του ιού Έμπολα που έχει ξεσπάσει ποτέ, και τα κράτη που διαθέτουν την ικανότητα αντίδρασης σε βιολογικές καταστροφές, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών και στρατιωτικών ιατρικών μέσων, πρέπει να αποστείλουν άμεσα βοήθεια και προσωπικό στη Δυτική Αφρική, ανακοίνωσε σήμερα η διεθνής ιατρική ανθρωπιστική οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα (Médecins Sans Frontières/MSF), σε ειδική ενημέρωση που έλαβε χώρα στα Ηνωμένα Έθνη, η οποία διοργανώθηκε από το γραφείο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO). Η περαιτέρω εξάπλωση του ιού δεν θα αναχαιτιστεί χωρίς τη μαζική ανάπτυξη τέτοιων εξειδικευμένων ιατρικών μονάδων προκειμένου να ενισχυθούν οι προσπάθειες ελέγχου της επιδημίας στις πληγείσες χώρες, αναφέρουν σε σχετική ανακοίνωση οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα.
Στην ομιλία της προς τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, η Διεθνής Πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Joanne Liu (Τζοάν Λιου) κατήγγειλε την ελλιπή διάθεση πόρων, η οποία μέχρι σήμερα έχει στηριχθεί αποκλειστικά σε υπερβολικά βεβαρημένα Υπουργεία Υγείας και σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, για να αντιμετωπιστεί η εξαιρετικά μεγάλη επιδημία. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα για μια μαζική κινητοποίηση στην πράξη, η διεθνής ανταπόκριση υπήρξε θανάσιμα ανεπαρκής.
Οι ιατρικές ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα μάχονται κατά του ξεσπάσματος του Έμπολα στη Δυτική Αφρική από τον Μάρτιο. Οι Μη Κυβερνητικοί Οργανισμοί και τα Ηνωμένα Έθνη δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν μόνοι τους τον «οδικό χάρτη» του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την καταπολέμηση της ολοένα αυξανόμενης και απρόβλεπτης επιδημίας. Οι ταχύτητες μετάδοσης των νέων κρουσμάτων έχουν φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν αναφερθεί ποτέ στο παρελθόν για τον Έμπολα.
Η Διεθνής Πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, Joanne Liu, μίλησε πριν από λίγο στα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη ©Natacha Buhler /MSF
«Έξι μήνες της χειρότερης επιδημίας Έμπολα στην ιστορία, η ανθρωπότητα χάνει τη μάχη να την αναχαιτίσει» ανέφερε η Δρ. Liu. «Οι ηγέτες αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν αυτήν την διακρατική απειλή. Η ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στις 8 Αυγούστου ότι η επιδημία αποτελεί “κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία σε παγκόσμια κλίμακα” δεν οδήγησε σε αποφασιστική δράση, και τα κράτη έχουν ενταχθεί, ουσιαστικά, σε μία παγκόσμια συμμαχία αδράνειας».
Πολλές χώρες έχουν στην κατοχή τους μηχανισμούς ανταπόκρισης σε περίπτωση βιολογικής απειλής. Μπορούν να παρατάξουν εκπαιδευμένες πολιτικές ή στρατιωτικές ιατρικές ομάδες μέσα σε λίγες ημέρες, με οργανωμένο τρόπο και με αλυσιδωτές αποφάσεις να εξασφαλίσουν υψηλά επίπεδα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας για την υποστήριξη των κρατών που έχουν πληγεί. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα επιμένουν, ωστόσο, ότι τυχόν στρατιωτικά μέσα και προσωπικό στην περιοχή δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για καραντίνα, περιορισμό ή ως μέτρο ελέγχου του πληθυσμού. Οι καραντίνες υπό καθεστώς εξαναγκασμού εκτρέφουν τον φόβο και την ανησυχία και δεν συμβάλλουν στον περιορισμό του ιού.
«Οι ανακοινώσεις για χρηματοδότηση και η αποστολή ελάχιστων εμπειρογνώμων δεν επαρκεί» δήλωσε η Δρ. Joanne Liu. «Τα κράτη με την απαραίτητη ικανότητα έχουν την πολιτική και ανθρωπιστική ευθύνη να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να προσφέρουν την απολύτως αναγκαία, συγκεκριμένη ανταπόκριση στην καταστροφή που εκτυλίσσεται αυτή τη στιγμή μπροστά στα μάτια του κόσμου» ανέφερε η Δρ. Joanne Liu και συνέχισε «Αντί να περιορίζουν την ανταπόκρισή τους στην πιθανή άφιξη ενός μολυσμένου ασθενή στη χώρα τους, θα πρέπει να αναλάβουν την μοναδική ευκαιρία να σώσουν άμεσα ζωές εκεί όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη, στη Δυτική Αφρική».
Άμεσα, θα πρέπει να αναβαθμιστούν τα νοσοκομεία με θαλάμους απομόνωσης, θα πρέπει να αποσταλλεί εκπαιδευμένο προσωπικό, κινητά εργαστήρια θα πρέπει να διατεθούν για τη βελτίωση της διάγνωσης, αερογέφυρες προς και εντός της Δυτικής Αφρικής θα πρέπει να δημιουργηθούν για τη μεταφορά του προσωπικού και του εξοπλισμού, ενώ θα πρέπει να λειτουργήσει και ένα περιφερειακό δίκτυο νοσοκομείων για τη θεραπεία του ιατρικού προσωπικού που έχει προσβληθεί από τον ιό ή για το οποίο υπάρχει υποψία λοίμωξης.
Στη Μονρόβια της Λιβερίας, για παράδειγμα, υπάρχει άμεση ανάγκη για νέα κέντρα διαχείρισης Έμπολα με κατάλληλες εγκαταστάσεις απομόνωσης και εξειδικευμένο προσωπικό. Η ουρά που σχηματίζουν οι ασθενείς μπροστά από το θεραπευτικό κέντρο ELWA 3 των Γιατρών Χωρίς Σύνορα χωρητικότητας 160 κλινών, συνεχίζει να αυξάνεται. Εκτιμάται ότι 800 επιπλέον κλίνες είναι αναγκαίες για να καλύψουν τις ανάγκες της Μονρόβια και μόνο. Η ομάδα των MSF είναι καταβεβλημένη και το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι φροντίδα ανακούφισης του πόνου.
«Κάθε μέρα αναγκαζόμαστε να απορρίψουμε ασθενείς επειδή είμαστε υπερπλήρεις», δήλωσε ο Stefan Liljegren, συντονιστής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο ELWA 3. «Οι οδηγοί των ασθενοφόρων μου τηλεφωνούν πριν από την άφιξή τους με τους ασθενείς, ανεξάρτητα από το πόσο άσχημη είναι η κατάστασή τους, δεδομένου ότι συχνά δεν είμαστε σε θέση να τους δεχτούμε».
Τα Κέντρα περίθαλψης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Λιβερία και την Σιέρα Λεόνε είναι υπερπλήρη με ασθενείς πιθανώς μολυσμένους με Έμπολα. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν στα χωριά και τις κοινότητές τους. Στη Σιέρα Λεόνε, τα σώματα νεκρών, εξαιρετικά μολυσματικά, βρίσκονται στους δρόμους.
Η μεγάλη αύξηση των υψηλής ποιότητας εγκαταστάσεων απομόνωσης θα επιτρέψει τη συντομότερη δυνατή παραπομπή και εισαγωγή των ασθενών, που θα έχει σημαντική επίδραση στον περιορισμό της θνησιμότητας. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα κατάφεραν να σώσουν περισσότερες ζωές, όταν οι άνθρωποι που είχαν προσβληθεί από τον ιό Έμπολα αναζήτησαν θεραπεία το συντομότερο δυνατόν. Η αυξημένη δυνατότητα των χώρων απομόνωσης θα ανακουφίσει, επίσης, τα συστήματα υγείας των χωρών που έχουν πληγεί, μερικά εκ των οποίων βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Τουλάχιστον 150 εργαζόμενοι στην υγεία έχουν πεθάνει από τον ιό Έμπολα, την στιγμή που άλλοι είναι πολύ φοβισμένοι για να επιστρέψουν στην εργασία τους.
Επιπλέον, πρέπει να συσταθούν κέντρα διαλογής, να αυξηθούν τα συστήματα διαχείρισης των νεκρών και να διανέμονται είδη υγιεινής σε μια μαζική κλίμακα, σε συνδυασμό με την αύξηση των δυνατοτήτων ενεργού επιτήρησης. Είναι αναγκαίες οι εκστρατείες απολύμανσης, όπως επίσης και η ενημέρωση για τις κατάλληλες συνθήκες υγιεινής τόσο των πολιτών όσο και αυτών που βρίσκονται εντός των εγκαταστάσεων υγείας.
«Ο χρόνος τρέχει και ο ιός Έμπολα κερδίζει» δήλωσε η Δρ Liu. «Ο χρόνος για τις συναντήσεις και τον σχεδιασμό έχει τελειώσει. Είναι πλέον καιρός να δράσουμε. Κάθε μέρα απραξίας σημαίνει περισσότερους θανάτους και την αργή κατάρρευση των κοινωνιών».
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ξεκίνησαν την παρέμβαση για τον Έμπολα στη Δυτική Αφρική τον Μάρτιο 2014 και αυτή την στιγμή έχουν προγράμματα στη Γουινέα, τη Λιβερία, τη Νιγηρία και τη Σιέρα Λεόνε. Η οργάνωση λειτουργεί πέντε κέντρα διαχείρισης Έμπολα με συνολική δυναμικότητα 480 κλινών. Από τον Μάρτιο, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν δεχθεί 2.077 άτομα, εκ των οποίων 1.038 ήταν θετικοί στον ιό Έμπολα και 241 κατάφεραν να επιζήσουν. Οι MSF έχουν στείλει 156 άτομα διεθνές προσωπικό στην περιοχή και απασχολούν 1.700 άτομα ντόπιο προσωπικό.