Ο προϊστάμενος της εφορίας έχει κάνει δικαίωμα να κρίνει αν οι τόκοι πρέπει να δηλωθούν από εμάς ή από κάποιο άλλο πρόσωπο που εμφανίζεται ως συνδικαιούχος στον τραπεζικό μας λογαριασμό.
Και δηλαδή τι πρέπει να κάνουμε για να υποβάλλουμε τη φορολογική μας δήλωση; Να πάμε να τον ρωτήσουμε; Ασφαλώς και όχι είναι η απάντηση.
Δείτε τις απλές οδηγίες –οι οποίες στηρίζονται στις επιταγές του υπουργείου Οικονομικών- για να ξεπεράσετε τον φετινό «πονοκέφαλο» των φορολογικών δηλώσεων...
Βήμα 1ο: Πριν σπεύσετε να ζητήσετε βεβαιώσεις από τις τράπεζες για το ύψος των τόκων (είναι δικαίωμά σας να το κάνετε και είναι υποχρέωσή τους να σας δώσουν) υπολογίστε από μόνοι σας το ποσό των τόκων.
Αυτό είναι πολύ εύκολο να γίνει καθώς οι τόκοι φαίνονται στο βιβλιάριο. Αν δεν το έχετε ενημερώσει κάντε το.
Δεν χρειάζεται καν να περιμένετε στο ταμείο. Αν το ποσό των τόκων δεν υπερβαίνει τα 250 ευρώ (ανά καταθέτη και όχι ανά λογαριασμό), σταματήστε να ασχολείστε με το ζήτημα τόκοι.
Δεν υπάρχει υποχρέωση αναγραφής τους στη φορολογική δήλωση. Σας καλύπτει ο νόμος. Προσοχή: υπάρχει η περίπτωση να έχετε έναν λογαριασμό σε δύο ονόματα (π.χ το δικό σας και της συζύγου) ο οποίος να έχει αποφέρει τόκους 490 ευρώ. Μπορείτε να κάνετε το …κουνέλι και να μην δηλώσετε τους τόκους. Όμως, ο έφορος μπορεί μετά να αποφανθεί ότι οι τόκοι ανήκουν στον έναν εκ των δύο συζύγων (π.χ γιατί προέρχονται από το εφάπαξ που του καταβλήθηκε προ πενταετίας).
Σε αυτό το (τραβηγμένο) σενάριο, ο έφορος μπορεί να ζητήσει την κατάθεση τροποποιητικής δήλωσης προκειμένου να καταβληθεί το σχετικό πρόστιμο και να υπολογιστεί η εισφορά αλληλεγγύης επί των τόκων. Αν οι τόκοι σας υπερβαίνουν τα 250 ευρώ ανά φορολογούμενο,
προχωρείτε στο βήμα 2
Βήμα 2ο: Η παράταση στον χρόνο υποβολής της φορολογικής δήλωσης ανακοινώθηκε. Μπορεί όμως εσείς να βιάζεστε, για τους δικούς σας λόγους, να υποβάλλετε τη φορολογική σας δήλωση (π.χ γιατί θέλετε να ρυθμίσετε το στεγαστικό σας δάνειο). Σε μια τέτοια περίπτωση μπορείτε να αναγράψετε το ποσό των τόκων (σ.σ προσοχή: μην ξεχάσετε τον φόρο που έχει παρακρατηθεί) και αν στείλετε τη δήλωση. Που θα μάθετε το ποσό των τόκων; Υπάρχουν οι ακόλουθες εναλλακτικές:
Να περιμένετε να εμφανιστεί αυτόματα κάτι που –θεωρητικά- θα συμβεί εντός της εβδομάδας
Να μπείτε στη διαδικασία και να ζητήσετε βεβαιώσεις (υπάρχουν τράπεζες που θα αρνηθούν επικαλούμενες το γεγονός ότι έχουν στείλει τη σχετική πληροφορία ηλεκτρονικά)
Να αντιγράψετε το ποσό από το βιβλιάριο διατρέχοντας βέβαια σε αυτή την περίπτωση τον κίνδυνο να κάνετε λάθος (σ.σ συνήθως οι τόκοι εμφανίζονται με κάποιο κωδικό. Το βιβλιάριο έχει οδηγίες που εξηγεί ποιος κωδικός αντιστοιχεί στους τόκους.
Βήμα 3ο: Αφού μάθετε το συνολικό ποσό των τόκων, πρέπει να μοιράσετε μεταξύ των δικαιούχων. Πώς θα γίνει αυτό πρακτικά; Η εγκύκλιος του υπουργείου Οικονομικών αναφέρει. «Στις περιπτώσεις κοινών λογαριασμών σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (κάθε μορφής στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) υπάρχει υποχρέωση δήλωσης των ποσών των τόκων καταθέσεων που αναλογούν στους πραγματικούς δικαιούχους οι οποίοι καθορίζονται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις. Ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ έχει, σε κάθε περίπτωση, την διακριτική ευχέρεια να κρίνει διαφορετικά».
Είναι προφανές ότι υπάρχει έντονο το στοιχείο της υποκειμενικότητας κάτι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει σε φορολογικές δηλώσεις. Ποιος είναι ο πραγματικός δικαιούχος σε ένα ζευγάρι που βάζει (για την ακρίβεια έβαζε) 100 ευρώ τον μήνα στην άκρη. Ήταν χρήματα του συζύγου ή της συζύγου;
Πώς θα κρίνει ο έφορος; Μόνο σε εξόφθαλμες περιπτώσεις μπορεί να αποφανθεί (π.χ πώληση ενός ακινήτου) και πάλι θα πρέπει να έχει προηγηθεί έρευνα. Στην πράξη, την κατανομή μπορείτε να την κάνετε όπως θέλετε ανάλογα με το τι σας συμφέρει.
Αν επιλέξετε να περιμένετε να εμφανιστούν οι τόκοι στη φορολογική σας δήλωση, να ξέρετε ότι το ποσό θα έχει πιστωθεί σε αυτόν που αναγράφεται πρώτος στον τραπεζικό λογαριασμό. Αυτό μπορείτε είτε να το αφήσετε ως όχι είτε να το αλλάξετε. Τι σας συμφέρει; Έχει νόημα η αλλαγή αν από αυτήν προκαλείται αλλαγή στο κλιμάκιο υπολογισμού της εισφοράς αλληλεγγύης.
Αν για 100 ευρώ κάποιος υπερβαίνει το όριο των 12.000 ευρώ, μπορεί να κληθεί να πληρώσει εισφορά αλληλεγγύης ενώ στην αντίθετη περίπτωση αυτό δεν θα συνέβαινε. Αντίστοιχο είναι το όριο των 20.000 ευρώ (όπου ο συντελεστής αλλάζει από το 1% στο 2%), των 50.000 ευρώ (από 2% σε 3%) και των 100.000 ευρώ (από 3% σε 4%). Προσαρμοστείτε σε αυτά τα δεδομένα και θα κερδίσετε χρήματα.