Ρεπορτάζ : Γιώργος Σ. Μπουρδάρας
(από την Καθημερινή)
Με κόστος όχι μόνο οικονομικό, ύψους διαχρονικά πολλών εκατομμυρίων για τους φορολογούμενους πολίτες, αλλά και ηθικό για την ίδια την πολιτική στην Ελλάδα, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του έθνους συνεχίζουν να παίζουν «κρυφτό» με...
τις αποδοχές τους: Οι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δηλώσεις που έγιναν το τελευταίο 24ωρο με αφορμή το γεγονός ότι επανήλθε στη δημοσιότητα η υπόθεση της διεκδίκησης αναδρομικών αυξήσεων από συνταξιούχους βουλευτές καταδεικνύουν σε μέγιστο βαθμό το σκανδαλώδες αυτού του παιχνιδιού!
Οι νυν βουλευτές με πολιτικές δηλώσεις τους υποστηρίζουν ότι δεν διεκδικούν τώρα αναδρομικές αποδοχές. Ωστόσο, όπως η έως τώρα πρακτική δείχνει, σε μια τέτοια ενέργεια προβαίνουν κατά κανόνα μόλις απαλλαγούν από το άγχος της επανεκλογής. Μετά, δηλαδή,τη στιγμή της συνταξιοδότησής τους.
Το 2007 «η Βουλή αποφάσισε ότι οι -τότε, προς τους δικαστικούς- έκτακτες παροχές δεν θα ίσχυαν και για τους βουλευτές», υπενθυμίζει ανακοίνωση του γραφείου Τύπου της Βουλής. «Η Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ έχει προ πολλού διατυπώσει τη θέση της, να μη διεκδικήσουν οι βουλευτές-μέλη της την καταβολή αναδρομικών», σημειώνει σε δήλωσή του ο γραμματέας της πράσινης Κ.Ο. κ. Β. Εξαρχος. «Κανείς εν ενεργεία βουλευτής της Ν.Δ. δεν εγείρει αξιώσεις για καταβολή αναδρομικών», επισημαίνει από την πλευρά του ο κ. Κ. Τασούλας (Ν.Δ.), σημειώνοντας ότι μια τέτοια διεκδίκηση «σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη οικονομικά περίοδο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή». Αλλά και εκ των πρώην - συνταξιούχων βουλευτών, όπως ο αντιπρόεδρός τους κ. Αρ.τσιπλάκος, υποστηρίζεται πως ακόμα και σε περίπτωση δικαίωσής τους δεν θα πάρουν τα χρήματα λόγω κρίσης. Προφανώς, άπαντες επιφυλάσσονται για κάποια χρονική στιγμή που τα γενικότερα προβλήματα θα έχουν αρχίσει να επιλύονται.
Χαρακτηριστικό, με άλλα λόγια, είναι πως ουδείς παραιτείται ουσιαστικά και μόνιμα από το δικαίωμα που παλαιότεροι εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου είχαν, με πράξη συνταγματικής ισχύος μάλιστα, επιφυλάξει για τους εαυτούς τους. Δηλαδή, το να λαμβάνουν και οι βουλευτές κάθε αύξηση που κάνουν στον μισθό τους οι δικαστικοί. Πρόκειται για το γνωστό Ζ΄ Ψήφισμα της Βουλής, του 1975. Εως σήμερα, θέμα κατάργησης του εν λόγω Ψηφίσματος ούτε έχει τεθεί ούτε εγείρει κάποιος. Η «σιωπή» αυτή ουσιαστικά διατηρεί το εισπρακτικό δικαίωμα, για τον καιρό της σύνταξης, στους άμεσα δικαιούχους ή και τους συγγενείς αυτών.
Ελάχιστες εξαιρέσεις
Μεταξύ των ελαχίστων εξαιρέσεων, εξ εκείνων που είχαν κάνει προσφυγή διεκδίκησης αναδρομικών, ο κ. Ν. Νικολόπουλος δηλώνει ότι από καιρό έχει δώσει εντολή στον δικηγόρο του να παραιτηθεί κάθε αξίωσης και ο κ. Γ. Καψής που αναφέρει ότι εκχωρεί τα όποια χρήματα του επιδικαστούν στο Ταμείο Καταπολέμησης του Δημόσιου Χρέους.
Υπενθυμίζεται ότι υπάρχουν και αρκετά άλλα, οικονομικού χαρακτήρα ζητήματα που παραπέμπουν σε οικονομικές ενισχύσεις νυν και πρώην βουλευτών: Μεταξύ αυτών, η πρόβλεψη για «διπλή σύνταξη» (δηλαδή και βουλευτική - και επαγγελματική), επιδότηση της συμμετοχής στις επιτροπές ή και ετήσια επιδότηση της Ενωσης Τέως Βουλευτών και Ευρωβουλευτών, που είναι μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο.
(από την Καθημερινή)
Με κόστος όχι μόνο οικονομικό, ύψους διαχρονικά πολλών εκατομμυρίων για τους φορολογούμενους πολίτες, αλλά και ηθικό για την ίδια την πολιτική στην Ελλάδα, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του έθνους συνεχίζουν να παίζουν «κρυφτό» με...
τις αποδοχές τους: Οι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δηλώσεις που έγιναν το τελευταίο 24ωρο με αφορμή το γεγονός ότι επανήλθε στη δημοσιότητα η υπόθεση της διεκδίκησης αναδρομικών αυξήσεων από συνταξιούχους βουλευτές καταδεικνύουν σε μέγιστο βαθμό το σκανδαλώδες αυτού του παιχνιδιού!
Οι νυν βουλευτές με πολιτικές δηλώσεις τους υποστηρίζουν ότι δεν διεκδικούν τώρα αναδρομικές αποδοχές. Ωστόσο, όπως η έως τώρα πρακτική δείχνει, σε μια τέτοια ενέργεια προβαίνουν κατά κανόνα μόλις απαλλαγούν από το άγχος της επανεκλογής. Μετά, δηλαδή,τη στιγμή της συνταξιοδότησής τους.
Το 2007 «η Βουλή αποφάσισε ότι οι -τότε, προς τους δικαστικούς- έκτακτες παροχές δεν θα ίσχυαν και για τους βουλευτές», υπενθυμίζει ανακοίνωση του γραφείου Τύπου της Βουλής. «Η Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ έχει προ πολλού διατυπώσει τη θέση της, να μη διεκδικήσουν οι βουλευτές-μέλη της την καταβολή αναδρομικών», σημειώνει σε δήλωσή του ο γραμματέας της πράσινης Κ.Ο. κ. Β. Εξαρχος. «Κανείς εν ενεργεία βουλευτής της Ν.Δ. δεν εγείρει αξιώσεις για καταβολή αναδρομικών», επισημαίνει από την πλευρά του ο κ. Κ. Τασούλας (Ν.Δ.), σημειώνοντας ότι μια τέτοια διεκδίκηση «σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη οικονομικά περίοδο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή». Αλλά και εκ των πρώην - συνταξιούχων βουλευτών, όπως ο αντιπρόεδρός τους κ. Αρ.τσιπλάκος, υποστηρίζεται πως ακόμα και σε περίπτωση δικαίωσής τους δεν θα πάρουν τα χρήματα λόγω κρίσης. Προφανώς, άπαντες επιφυλάσσονται για κάποια χρονική στιγμή που τα γενικότερα προβλήματα θα έχουν αρχίσει να επιλύονται.
Χαρακτηριστικό, με άλλα λόγια, είναι πως ουδείς παραιτείται ουσιαστικά και μόνιμα από το δικαίωμα που παλαιότεροι εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου είχαν, με πράξη συνταγματικής ισχύος μάλιστα, επιφυλάξει για τους εαυτούς τους. Δηλαδή, το να λαμβάνουν και οι βουλευτές κάθε αύξηση που κάνουν στον μισθό τους οι δικαστικοί. Πρόκειται για το γνωστό Ζ΄ Ψήφισμα της Βουλής, του 1975. Εως σήμερα, θέμα κατάργησης του εν λόγω Ψηφίσματος ούτε έχει τεθεί ούτε εγείρει κάποιος. Η «σιωπή» αυτή ουσιαστικά διατηρεί το εισπρακτικό δικαίωμα, για τον καιρό της σύνταξης, στους άμεσα δικαιούχους ή και τους συγγενείς αυτών.
Ελάχιστες εξαιρέσεις
Μεταξύ των ελαχίστων εξαιρέσεων, εξ εκείνων που είχαν κάνει προσφυγή διεκδίκησης αναδρομικών, ο κ. Ν. Νικολόπουλος δηλώνει ότι από καιρό έχει δώσει εντολή στον δικηγόρο του να παραιτηθεί κάθε αξίωσης και ο κ. Γ. Καψής που αναφέρει ότι εκχωρεί τα όποια χρήματα του επιδικαστούν στο Ταμείο Καταπολέμησης του Δημόσιου Χρέους.
Υπενθυμίζεται ότι υπάρχουν και αρκετά άλλα, οικονομικού χαρακτήρα ζητήματα που παραπέμπουν σε οικονομικές ενισχύσεις νυν και πρώην βουλευτών: Μεταξύ αυτών, η πρόβλεψη για «διπλή σύνταξη» (δηλαδή και βουλευτική - και επαγγελματική), επιδότηση της συμμετοχής στις επιτροπές ή και ετήσια επιδότηση της Ενωσης Τέως Βουλευτών και Ευρωβουλευτών, που είναι μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο.