Από το banksnews.gr
Οι αποδόσεις των 10ετών ιταλικών ομολόγων είχαν εκτοξευθεί χθες το πρωί σε νέα ιστορικά υψηλά πάνω από 7% - ένα επίπεδο που όποια χώρα της Ευρωζώνης το έφτασε, δεν ανέκαμψε. Το μεσημέρι η Ρώμη αναγκάστηκε να καταβάλλει επιτόκιο περί το 6.1% σε δημοπρασία εντόκων γραμματίων ενός χρόνου έναντι επιτοκίου 3.5% που έδινε μόλις τον Οκτώβριο. Την ίδια ώρα τα σπρεντ τριών ακόμη κρατών της Ευρωζώνης, της Ισπανίας, του Βελγίου και της Γαλλίας, έπαιρναν κι αυτά την ανηφόρα. Και δεν συζητάμε για τον κακό χαμό που έγινε το απόγευμα, όταν ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P φέρεται να απέστειλε σημείωμα σε συνδρομητές του Global Credit Portal για υποβάθμιση της...
αξιολόγησης της Γαλλίας – που αποδόθηκε αργότερα σε τεχνικό λάθος(;) – με αποτέλεσμα να αρχίζουν να ανεβαίνουν τα γαλλικά CDS και να γίνει η Γαλλία πρώτο θέμα στο Bloomberg!.. Όχι βέβαια ότι μετά τη διαφαινόμενη κατάρρευση της ιταλικής αγοράς ομολόγων, η υποβάθμιση της Γαλλίας θα αργήσει. Αλλά, τουλάχιστον, δεν έγινε χτες.
Όλα αυτά δηλώνουν ότι η κατάσταση στην Ευρωζώνη έχει επιδεινωθεί ραγδαία. Και με δεδομένη την ανεπάρκεια του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης, το σύνολο ίσως των αναλυτών το λέει και το φωνάζει: «Σώσε την κατάσταση, Μάριο Ντράγκι! Σώσε επιτέλους την Ευρωζώνη, ΕΚΤ!». Δυστυχώς όμως οι επενδυτές δεν πρέπει να ποντάρουν στην ΕΚΤ. Η ΕΚΤ δεν θα κινηθεί όπως οι περισσότεροι από μας προσδοκούμε και ελπίζουμε για τρεις λόγους.
Πρώτον, επειδή η κεντρική τράπεζα έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι δεν έχει εντολή να ενεργήσει σαν δανειστής εσχάτου καταφυγίου για τα κράτη-μέλη του ευρώ διότι κάτι τέτοιο θα παραβίαζε τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Αυτή δεν ήταν μόνο θέση του Τρισέ. Την επανέλαβε ο νέος πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του την περασμένη βδομάδα υπογραμμίζοντας πως οι αγορές ομολόγων της ΕΚΤ θα είναι περιορισμένες και προσωρινές. Το άρθρο 109 της Λισσαβόνας απαγορεύει στην ΕΚΤ να δανείζει τα κράτη ενώ το άρθρο 103 λέει ότι κανένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης δεν μπορεί να αναλάβει υποχρεώσεις των άλλων. Οι οικονομικοί τεχνοκράτες της ΕΚΤ είναι προσηλωμένοι στις συνθήκες.
Δεύτερον, η ΕΚΤ αρνείται να κάνει μεγάλες αγορές ομολόγων επικαλούμενη το επιχείρημα του ηθικού κινδύνου. Σύμφωνα με αυτό, η πειθαρχία που επιβάλλεται από τα υψηλά επιτόκια αποτελεί την καλύτερη ελπίδα να γίνει η Ευρωζώνη πιο ανταγωνιστική. Αν η ΕΚΤ αποδεχτεί το ρόλο του δανειστή εσχάτου καταφυγίου, η σχέση της με τις κυβερνήσεις θα αλλάξει δραστικά και μετά θα δυσκολεύεται να αντισταθεί σε νέα αιτήματα. Βεβαίως όλα αυτά είναι μια παπαγαλία ενός γνωστού γερμανικού επιχειρήματος, αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι τα υποστηρίζει σταθερά και σθεναρά η ηγεσία της ΕΚΤ.
Τρίτον, η ΕΚΤ θέλει να αποφύγει την έκθεση του προϋπολογισμού της σε υπερβολικούς κινδύνους. Άλλο είναι να ενεργεί σαν δανειστής έσχατου καταφυγίου για τα κράτη και άλλο για τις τράπεζες. Οι κεντρικές τράπεζες δανείζουν τις τράπεζες έναντι παροχής εγγυήσεων. Αλλά όταν η ΕΚΤ αγοράζει κρατικά ομόλογα, δεν παίρνει εγγυήσεις. Η ΕΚΤ γνωρίζει πως ακόμα κι αν η ίδια αγοράσει απεριόριστα ιταλικά ομόλογα από τις δευτερογενείς αγορές, η Ιταλία μπορεί να εξακολουθήσει να δυσκολεύεται να χρηματοδοτήσει το χρέος της στην πρωτογενή αγορά. Όπως έχουν δείξει μέχρι στιγμής οι εμπειρίες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ απλά βοήθησαν να ξεφορτώσουν τους ελληνικούς, ιρλανδικούς και πορτογαλικούς τίτλους τους οι ευρωπαϊκές τράπεζες και ασφαλιστικές – ιδίως οι γερμανικές – και έφεραν τον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας στο κόκκινο, δεν μείωσαν όμως το κόστος δανεισμού των κρατών.
Όσο και να φωνάζουν οι πάντες, όσο και να το θέλουμε όλοι μας, η ΕΚΤ δεν θα κινηθεί. Εκτός αν λάβει μια σχετική πολιτική εντολή. Αλλά βλέπουμε αυτή τη στιγμή δυνατότητες να πάρει η ΕΚΤ πολιτική εντολή για αλλαγή στάσης από τους Ευρωπαίους ηγέτες;
Οι αποδόσεις των 10ετών ιταλικών ομολόγων είχαν εκτοξευθεί χθες το πρωί σε νέα ιστορικά υψηλά πάνω από 7% - ένα επίπεδο που όποια χώρα της Ευρωζώνης το έφτασε, δεν ανέκαμψε. Το μεσημέρι η Ρώμη αναγκάστηκε να καταβάλλει επιτόκιο περί το 6.1% σε δημοπρασία εντόκων γραμματίων ενός χρόνου έναντι επιτοκίου 3.5% που έδινε μόλις τον Οκτώβριο. Την ίδια ώρα τα σπρεντ τριών ακόμη κρατών της Ευρωζώνης, της Ισπανίας, του Βελγίου και της Γαλλίας, έπαιρναν κι αυτά την ανηφόρα. Και δεν συζητάμε για τον κακό χαμό που έγινε το απόγευμα, όταν ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P φέρεται να απέστειλε σημείωμα σε συνδρομητές του Global Credit Portal για υποβάθμιση της...
αξιολόγησης της Γαλλίας – που αποδόθηκε αργότερα σε τεχνικό λάθος(;) – με αποτέλεσμα να αρχίζουν να ανεβαίνουν τα γαλλικά CDS και να γίνει η Γαλλία πρώτο θέμα στο Bloomberg!.. Όχι βέβαια ότι μετά τη διαφαινόμενη κατάρρευση της ιταλικής αγοράς ομολόγων, η υποβάθμιση της Γαλλίας θα αργήσει. Αλλά, τουλάχιστον, δεν έγινε χτες.
Όλα αυτά δηλώνουν ότι η κατάσταση στην Ευρωζώνη έχει επιδεινωθεί ραγδαία. Και με δεδομένη την ανεπάρκεια του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης, το σύνολο ίσως των αναλυτών το λέει και το φωνάζει: «Σώσε την κατάσταση, Μάριο Ντράγκι! Σώσε επιτέλους την Ευρωζώνη, ΕΚΤ!». Δυστυχώς όμως οι επενδυτές δεν πρέπει να ποντάρουν στην ΕΚΤ. Η ΕΚΤ δεν θα κινηθεί όπως οι περισσότεροι από μας προσδοκούμε και ελπίζουμε για τρεις λόγους.
Πρώτον, επειδή η κεντρική τράπεζα έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι δεν έχει εντολή να ενεργήσει σαν δανειστής εσχάτου καταφυγίου για τα κράτη-μέλη του ευρώ διότι κάτι τέτοιο θα παραβίαζε τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Αυτή δεν ήταν μόνο θέση του Τρισέ. Την επανέλαβε ο νέος πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του την περασμένη βδομάδα υπογραμμίζοντας πως οι αγορές ομολόγων της ΕΚΤ θα είναι περιορισμένες και προσωρινές. Το άρθρο 109 της Λισσαβόνας απαγορεύει στην ΕΚΤ να δανείζει τα κράτη ενώ το άρθρο 103 λέει ότι κανένα κράτος μέλος της Ευρωζώνης δεν μπορεί να αναλάβει υποχρεώσεις των άλλων. Οι οικονομικοί τεχνοκράτες της ΕΚΤ είναι προσηλωμένοι στις συνθήκες.
Δεύτερον, η ΕΚΤ αρνείται να κάνει μεγάλες αγορές ομολόγων επικαλούμενη το επιχείρημα του ηθικού κινδύνου. Σύμφωνα με αυτό, η πειθαρχία που επιβάλλεται από τα υψηλά επιτόκια αποτελεί την καλύτερη ελπίδα να γίνει η Ευρωζώνη πιο ανταγωνιστική. Αν η ΕΚΤ αποδεχτεί το ρόλο του δανειστή εσχάτου καταφυγίου, η σχέση της με τις κυβερνήσεις θα αλλάξει δραστικά και μετά θα δυσκολεύεται να αντισταθεί σε νέα αιτήματα. Βεβαίως όλα αυτά είναι μια παπαγαλία ενός γνωστού γερμανικού επιχειρήματος, αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι τα υποστηρίζει σταθερά και σθεναρά η ηγεσία της ΕΚΤ.
Τρίτον, η ΕΚΤ θέλει να αποφύγει την έκθεση του προϋπολογισμού της σε υπερβολικούς κινδύνους. Άλλο είναι να ενεργεί σαν δανειστής έσχατου καταφυγίου για τα κράτη και άλλο για τις τράπεζες. Οι κεντρικές τράπεζες δανείζουν τις τράπεζες έναντι παροχής εγγυήσεων. Αλλά όταν η ΕΚΤ αγοράζει κρατικά ομόλογα, δεν παίρνει εγγυήσεις. Η ΕΚΤ γνωρίζει πως ακόμα κι αν η ίδια αγοράσει απεριόριστα ιταλικά ομόλογα από τις δευτερογενείς αγορές, η Ιταλία μπορεί να εξακολουθήσει να δυσκολεύεται να χρηματοδοτήσει το χρέος της στην πρωτογενή αγορά. Όπως έχουν δείξει μέχρι στιγμής οι εμπειρίες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ απλά βοήθησαν να ξεφορτώσουν τους ελληνικούς, ιρλανδικούς και πορτογαλικούς τίτλους τους οι ευρωπαϊκές τράπεζες και ασφαλιστικές – ιδίως οι γερμανικές – και έφεραν τον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας στο κόκκινο, δεν μείωσαν όμως το κόστος δανεισμού των κρατών.
Όσο και να φωνάζουν οι πάντες, όσο και να το θέλουμε όλοι μας, η ΕΚΤ δεν θα κινηθεί. Εκτός αν λάβει μια σχετική πολιτική εντολή. Αλλά βλέπουμε αυτή τη στιγμή δυνατότητες να πάρει η ΕΚΤ πολιτική εντολή για αλλαγή στάσης από τους Ευρωπαίους ηγέτες;