Του Σαράντου Καργάκου
Κατά κοινή ομολογία οι εκλογές της 7ης Νοεμ βρίου κινήθηκαν μέσα στα σκοτεινά σύννεφα της συγχύσεως. Για την αποφυγή κάποιου νοητικού ατυχήματος δεν με απασχόλησαν ποσώς, παρότι συμμετείχε σ' αυτές εν πλήρει αμηχανία, και η κό ρη μου. Οφείλω να μιλήσω ειλικρινά: τόσον οι πρό σφατες όσο και οι προηγούμενες εκλογές, μου θύ μιζαν παρωδία. Οι υποψήφιοι όλων των βαθμίδων έμοιαζαν με.....
άχαρους χορευτές που εκτελούσαν μια κακομελετημένη χορογραφία. Ο πρωθυπουρ γός, σαν πρίμα μπαλαρίνα, ήταν σαν περιφερόμενο σήμα κινδύνου.
Ο κ. Σαμαράς, μπορεί, παρά τον πολυτεμαχισμό της ξεπερασμένης από τις εξελίξεις ΝΔ, να εμείωσε σε διάστημα δύο μηνών τηναπόσταση που τη χώριζε από το ΠΑΣΟΚ. αλλά δεν μπόρεσε να συγκροτήσει λόγο προτασιακό. Ο λό γος του παραμένει καταγγελτικός.
Ασφαλώς, ο κερδισμένος των εκλογών είναι το ΚΚΕ. Αλλά με τόσες «χρυσές ευκαιρίες» που του προσέφεραν τα δύο μεγάλα κόμματα, δεν θεωρώ την επιτυχία του σημαντική. Αμφιβάλλω, αν θα εκλέξει κι έναν αμιγώς δικό του δήμαρχο. Οι πα λαιότεροι θα ενθυμούνται ότι μετά το 1951 οι πε ρισσότεροι περιφερειακοί δήμοι Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Βόλου κ.λπ. ήσαν στα χέρια της ΕΔΑ. Και ήταν τότε ομολογουμένως χρόνια δύσκο λα για την Αριστερά.
Είναι πάντως πολλά αυτά που με προβλημάτισαν. Συνηθίζω να εξετάζω τα εκλογικά αποτελέσματα όχι από τα πάνω, αλλά από τα κάτω. Δύο ονόματα τρά βηξαν την προσοχή μου. Και τα δύο είναι μανιάτικα. Το πρώτο αφορά στον παλαιό μαθητή μου Αντώνη Καλογερόγιαννη, που μόνος κατάμονος, πήρε στον Πειραιά το σεβαστό ποσοστό το 3,28%.Όταν προ εκλογικά του είπα, ότι πάει ξυπόλητος στ' αγκάθια, μου αποκρίθηκε: «Μετέχω στον εκλογικό αγώνα ως απλός πολίτης για να θυμίσω στους πολίτες ότι οι δημοτικές, που σημαίνει λαϊκές, εκλογές είναι υπό θεση του λαού, του δήμου κι όχι των κομμάτων». Η δήλωση αυτή ήταν μία χαρακιά ελπίδας.
Η δεύτερη περίπτωση αφορά στον Νικόλαο Μιχαλολιάκο που πήρε στον Δήμο Αθηναίων το καθό λου αμελητέο ποσοστό το 5,31 %.Όταν ερώτησα μία ερίτιμη κυρία που κατοικεί στην άλλοτε αρχον τική οδό Αντιοχείας, γιατί ψήφισε τον εν λόγω υπο ψήφιο, που φέρει το στίγμα της «Χρυσής Αυγής», μου αποκρίθηκε: «Διότι εσείς, κ. Καργάκο, δεν έρχεστε στη γειτονιά μας˙ ο κ. Μιχαλολιάκος έρχε ται και με τους οπαδούς του μας συμπαραστέκε ται». Και παρότι δεν περιφρονώ καμμία περιοχή των Αθηνών, σιώπησα. Διότι γνωρίζω καλά ότι υπάρχουν δρόμοι που τελούν υπό τον έλεγχο ξένων κακο ποιών. Δύο άλλοτε αρχοντικοί δρόμοι της περιοχής Αχαρνών έχουν μεταβληθεί σε δρόμους πορνών. Το εμπόρευμα, κορίτσια 13-17 ετών, εκτίθεται υπαιθρίως νυχθημερόν. Ο ένας δρόμος, όπως μου είπε η κυρία, έχει περιέλθει στην κυριαρχία των Νιγη ριανών και ο άλλος των Σενεγαλέζων -αν ενθυ μούμαι καλώς. Οι καθημερινές μεταξύ τους συγκρούσεις είναι αιματηρές. Αυτό εξηγεί και το υψη λότατο ποσοστό που πήρε ο κ. Μιχαλολιάκος στις περιοχές αυτές. Εξέφρασε τα αισθήματα και τα αιτήματα πολλών παλαιών κατοίκων, ακόμη και ξέ νων που ήλθαν στην Ελλάδα να ζήσουν ως νοικοκυραίοι και όχι ως κακοποιοί.
Κι ας μησπεύσει κάποιος λεπτοστόμαχος δαν δής του πνεύματος να μου προσάψει ρατσισμό ή «χρυσαυγιτισμό». Διότι τη γένεση της «Χρυσής Αυγής», ως μελλοντικής απειλής, την έχω αναγ γείλει από το 1988 στη σειρά δοκιμίων μου υπό τον τίτλο «Προβληματισμοί». Γι' αυτό προ τριετίας, από έναν φουστανελλοφόρο, κουμπουροφόρο και γιαταγανοφόρο μέλος της, απειλήθηκα με αποκοπή της κεφαλής σε μια εκπομπή της κ. Μπίλιως Τσουκαλά, παρουσία του Παπά-Κυριακόπουλου, που είναι το αηδόνι του Μοριά. Σήμερα προ ειδοποιώ όλους τους πολιτικούς, πως, αν δεν αφή σουν σύντομα τις σαχλαμάρες περί πολυπολιτισμού, αν δεν εφαρμόσουν πολιτική περιστολής της ασυδοσίας των ξένων, θα έχουμε -πλην των οργανώσεων μαφίας- και οργανώσεις τύπου «Χαγκάνα» και «Ίργκούν». Από εκεί και πέρα ο εμφύ λιος θα είναι υπόθεση άλματος άνευ φοράς, αλλά με πολλάς συμφοράς˙ και κατά πρώτον τον διαμε λισμό της Ελλάδος. Εγώ το γράφω και ας με βρί ζουν αυτοί που αναζητούν τον «ὀκρυόεντα ἐπιδήμιον πόλεμον».
Και κάτι τελευταίο: Μεγάλο το ποσοστό αποχής. Αναμενόμενο. Από το 2000 παρατηρείται σε όλη την Ευρώπη έντονα το φαινόμενο αυτό. Η αποχή δεν είναι -τουλάχιστον πάντα- αποδοκιμασία ή έκφρα ση αηδίας. Είναι αδιαφορία. Και η αδιαφορία είναι ο μέγιστος κίνδυνος για τη δημοκρατία. Επί μία 20ετία και πλέον παρατηρώ ότι στις χώρες της Δύ σης καλλιεργείται, ιδίως στους κύκλους των νέων, η «κουλτούρα της αδιαφορίας». Η αδιαφορία είναι από την αρχαία έως τη σύγχρονη εποχή ο προπομ πός μιας άλλης κάθε φορά τυραννίας. Το πρόβλημα -όπως το θέτω εγώ- δεν είναι αν θα έχουμε λεφτά, λίγα ή πολλά, αλλά αν θα έχουμε μελλοντικά δημο κρατία. Δημοκρατία κατ' ουσίαν και όχι υποκατά στατα δημοκρατίας. Γι' αυτό φρονώ ότι νικητής των εκλογών της προηγούμενης, όπως και της ερχόμε νης, Κυριακής είναι η αδιαφορία, η οποία, αν δεν υπάρξει σύντομα μια ηθική και εθνική ανάταση, θα μας οδηγήσει σε καταστάσεις αλληλοσπαρακτικές ή στους δυσώδεις στάβλους μιας δικτατορίας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ στις 12/11/2010
http://eoniaellhnikhpisti.blogspot.com