Αντιμέτωπος με τις πρώτες σοβαρές ρωγμές στην πολιτική κυριαρχία του ύστερα από πέντε ολόκληρα χρόνια κινδυνεύει να βρεθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις εκλογές της επόμενης Κυριακής. Μπορεί μάλιστα ο ίδιος να οξύνει τα διλήμματα για να συσπειρώσει την εκλογική βάση της ΝΔ προβάλλοντας ζήτημα σταθερότητας αλλά πρόκειται για μία ψευδεπίγραφη απειλή. Αυτό που δοκιμάζεται είναι η συνέχιση της αλαζονικής διακυβέρνησης, στο όνομα του 41% των περσινών βουλευτικών εκλογών, χάρη και στην ανυπαρξία αντιπολίτευσης και τον κατακερματισμό της, τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά.
Ο φόβος ενός ισχυρού “μηνύματος” που θα θέσει υπό αμφισβήτηση το imperium του και θα τον υποχρεώσει να κάνει αλλαγές σε πολλά επίπεδα, ωθεί τον κ. Μητσοτάκη να ρίξει στη μάχη όλα τα διαθέσιμά όπλα του μια εβδομάδα πριν από τις κάλπες. Μπαίνοντας στα τελευταία «εκατό μέτρα» της αναμέτρησης, ωστόσο, τα εμπόδια αποδεικνύονται πολλά περισσότερα από όσα υπολογίζονταν αρχικά και η αγωνία στο Μέγαρο Μαξίμου για τις πιθανές εκπλήξεις και παγίδες της τελευταίας στιγμής διαρκώς μεγαλώνουν.
Ακόμη και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, φανερές και κρυφές, υποδαυλίζουν περισσότερο την ανησυχία ότι το αποτέλεσμα δεν θα είναι τελικά ευχάριστο για την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος. Μπορεί να δημιουργούνται έως αυτή τη στιγμή εντυπώσεις από το σημαντικό προβάδισμα της ΝΔ έναντι των υπολοίπων κομμάτων, αλλά οι δείκτες της δυσαρέσκειας και τα αρνητικά αισθήματα της κοινής γνώμης έχουν ανεβεί σε πρωτοφανή επίπεδα διατηρώντας έως και τώρα ως μεγάλο άγνωστο Χ αυτών των εκλογών το πώς θα εκφραστεί η κοινωνική διαμαρτυρία και αντίδραση.
Ήδη σε λιγότερο από μία εβδομάδα πριν ανοίξουν οι κάλπες, η αποχή και η ψήφος διαμαρτυρίας εξελίσσονται στις πιο μεγάλες απειλές για τη ΝΔ καθώς ο κ. Μητσοτάκης και τα ηγετικά στελέχη που τον περιβάλλουν δεν έχουν καταφέρει, παρά τα σκληρά διλήμματα που χρησιμοποιούν, να ανακόψουν τη γαλάζια αποσυσπείρωση. Κι αυτή καταγράφεται και ως η πρώτη σημαντική αποτυχία.
Τα τελευταία 24ωρα μάλιστα οι τάσεις που κατά τις πληροφορίες διαμορφώνονται κάνουν πιο δύσκολα τα πράγματα ακόμη και για τον (ήδη χαμηλωμένο) πήχη του 33% που έθεσε προ εβδομάδων ο κ. Μητσοτάκης. Καμπανάκι τρόμου σήμανε στο πλαίσιο αυτό όταν έφθασαν τα στοιχεία που δείχνουν ότι αντί να αυξάνεται το ενδιαφέρον πλησιάζοντας προς την ώρα μηδέν η αποχή μπορεί να σπάσει κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ. Ενδεχομένως να φτάσει ή και να ξεπεράσει -όπως υπολογίζεται- το 55% ενώ πέρσι ήταν 47% και στις ευρωεκλογές του 2019 μόλις 42% αφενός λόγω της σημασίας τους ενόψει των εθνικών εκλογών τότε και αφετέρου επειδή είχαν διεξαχθεί ταυτόχρονα και οι αυτοδιοικητικές εκλογές.
Ενδεικτικό είναι ότι ακόμη και στελέχη του εκλογικού επιτελείου της ΝΔ, «κατεβάζοντας» κι άλλο τον πήχη, λένε τώρα ότι αναμένουν να είναι περί το 1.500.000 οι ψηφοφόροι της ΝΔ που θα προσέλθουν στις κάλπες. Αυτό από μόνο του μεταφράζεται σε μια κατάρρευση περίπου 600.000 ψήφων, σε απόλυτους αριθμούς, σε σχέση με τον Ιούνιο του 2023. Από εκεί και πέρα μένει να κριθεί, ανάλογα με τη γενικότερη συμμετοχή, η διαμόρφωση του ποσοστού.
Ακολουθώντας «το μη χείρον βέλτιστον» βέβαια είναι προτιμότερο για τον κ. Μητσοτάκη ειδικά σε αυτή τη φάση το «μήνυμα» της ερχόμενης Κυριακής να περιοριστεί στην αποχή. Ωστόσο οι τελευταίες επτά ημέρες είναι απολύτως κρίσιμες γιατί -ανάλογα με τις κινήσεις αλλά και τα πιθανά λάθη που μπορεί να συμβούν στο παρά πέντε- θεωρείται ανοικτό το ενδεχόμενο η (ούτως ή άλλως αναμενόμενη) χαλαρή ψήφος εκτός από την αποχή να βρει διέξοδο και στην αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής.
Μάλιστα το πρωθυπουργικό επιτελείο πήρε -εξ ανάγκης πια- το ρίσκο να δώσει ακόμη πιο έντονο χαρακτήρα εθνικών εκλογών και όχι ευρωεκλογών στην αναμέτρηση, προκειμένου να φοβίσει και να ενεργοποιήσει τους αδρανείς δυσαρεστημένους γαλάζιους ψηφοφόρους, αν και αυτό κρύβει την παγίδα το τελευταίο 48ωρο πριν ανοίξουν οι κάλπες -όπως ιστορικά έχει ξανασυμβεί- να κινητοποιήσει και αντίρροπες εκλογικές δυνάμεις για να «μαυριστεί» η κυβέρνηση. Και μόνο το γεγονός ότι περίπου το 60% όσων σκοπεύουν να προσέλθουν στις κάλπες δηλώνουν ότι θα ρίξουν ψήφο διαμαρτυρίας κάνει ακόμη πιο γκρίζο το τοπίο.
Σε αυτή την περίπτωση οι επαπειλούμενες ρωγμές στην κυριαρχία του κ. Μητσοτάκη δεν αποκλείεται να αποδειχθούν μεγαλύτερες και η ΝΔ να δυσκολευτεί να πιάσει ακόμη και το 30% με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την επόμενη ημέρα. Ήδη ακόμη και στις δημοσιευόμενες δημοσκοπήσεις της τελευταίας εβδομάδας το γαλάζιο ποσοστό βαίνει διαρκώς μειούμενο και διατηρείται οριακά άνω του φράγματος αυτού.
Το σχετικό άγχος του Μεγάρου Μαξίμου ως προς αυτό πάντως εκδηλώνεται με την κλιμάκωση των επιθέσεων σε πολιτικό αλλά και προσωπικό επίπεδο τα τελευταία εικοσιτετράωρα προς την αντιπολίτευση και ειδικά στον ΣΥΡΙΖΑ που φέρεται να ενισχύει έστω και οριακά τις δυνάμεις του δημιουργώντας την τάση ίσως και να ξεπεράσει το 17%.
Η σημειολογία αυτού του συσχετισμού άλλωστε όπως αναγνωρίζεται θα είναι πολλαπλά καθοριστική για τα αποτελέσματα της επόμενης Κυριακής. Αν για τον Στεφ. Κασσελάκη είναι υπαρξιακής σημασίας για την ηγεσία του στον ΣΥΡΙΖΑ και την απόκρουση των αμφισβητήσεων που έρχονται, η κάλυψη αυτού του πήχη θα παίξει ταυτόχρονα τεράστιο ρόλο και για το ευρύτερο πολιτικό σκηνικό που θα ξημερώσει την 10η Ιουνίου. Όπως συνομολογούν στελέχη όλων των πλευρών αλλά και οι πολιτικοί αναλυτές, ανάλογα με το πόσο θα ανοίξει ή θα κλείσει η ψαλίδα -με αφετηρίες το 33% για τη ΝΔ και 17% για τον ΣΥΡΙΖΑ- ανάμεσα στα δύο κόμματα θα κριθούν οι πολιτικές εντυπώσεις και όχι μόνο. Το κυβερνών κόμμα έχει κάνει ήδη τη ζαβολιά να «προεξοφλήσει» τη –μεγάλη σε κάθε περίπτωση- βουτιά από το 41%, όμως το ζητούμενο και η αγωνία είναι μήπως οι ρωγμές που θα προκύψουν δεν θα είναι εύκολα επισκευάσιμες.
Οι επικείμενες ευρωεκλογές αν και δεν γίνονται στη μέση αλλά στην αρχή του εκλογικού κύκλου της τετραετίας θα κρίνουν εάν ο κ. Μητσοτάκης θα ανανεώσει το δικαίωμα να μιλά για «αναβάπτιση» στην λαϊκή εντολή ή εάν η 9η Ιουνίου θα αποδειχθεί η αφετηρία ανατροπής των συσχετισμών της τελευταίας πενταετίας ακόμη και με πιθανή επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων. Όλα αυτά πάντως εξελίσσονται με τις εκλογές της επόμενης Κυριακής να αποτελούν εκτός από τη ΝΔ δοκιμασία και για όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα, σε μια φάση γενικού κατακερματισμού και μειωμένης αξιοπιστίας, αλλά και για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Με εντελώς υποτονικό μάλιστα το κλίμα στην είσοδο της τελικής ευθείας, την ώρα που -σε μια εβδομάδα από σήμερα- θα «μαλώνουν» νικητές και ηττημένοι, η ιδιαίτερα μειωμένη συμμετοχή που διαφαίνεται θέτει επί τάπητος μείζον θέμα ουσιαστικής -και όχι τυπικής- νομιμοποίησης της εκλογικής διαδικασίας και επαναφέρει την κρίση αντιπροσώπευσης για το υπάρχον φθαρμένο κομματικό σκηνικό.
Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratia.gr
Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratia.gr