Πώς μπορείς να απαγορεύσεις τον θάνατο; Και όμως, σε έξι πόλεις είναι παράνομο να πεθάνεις από το 1999, με ποινές για τους...


 παραβάτες από χρηματικά πρόστιμα ώς και αύξηση των φόρων. «Ακούγεται γελοίο, αλλά μήπως υπάρχει κάποια λογική πίσω από μια τέτοια απόφαση;» αναρωτιέται σχετικό ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας Guardian.
Στη Σελία, μια μεσαιωνική πόλη στην Καλαβρία της Νότιας Ιταλίας, ζουν 537 άνθρωποι. Στη δεκαετία του 1960 ο πληθυσμός ήταν τριπλάσιος και σήμερα οι περισσότεροι κάτοικοι είναι άνω των 65 ετών. «Ως εκ τούτου οι νόμοι στη Σελία έχουν λάβει μια μεσαιωνική χροιά» γράφει το σχετικό ρεπορτάζ.
Τον περασμένο μήνα, σε απάντηση στη δημογραφική κρίση, ο δήμαρχος υπέγραψε το Διάταγμα 11 που δηλώνει ρητά ότι «απαγορεύεται να αρρωστήσεις εντός του δήμου» και επιμένει ότι «απαγορεύεται να πεθάνεις». Όσοι εγωιστικά αρνούνται να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα νομοθεσία μπορούν να περιμένουν ότι θα τους επιβληθεί συμβολικό πρόστιμο ύψους 10 ευρώ τον χρόνο.

Πρόστιμο σε όσους δεν φροντίζουν την υγεία τους
Και επειδή η Σελία, όπως και πολλές άλλες πόλεις στη Νότια Ιταλία, υποφέρει από την ερήμωση, «όσοι δεν φροντίζουν την υγεία τους ή έχουν συνήθειες που τη θέτουν σε κίνδυνο θα τιμωρηθούν με περισσότερους φόρους».
Η Σελία δεν είναι η πρώτη πόλη στον κόσμο που προσπαθεί να θέσει εκτός νόμου τον θάνατο -δεν είναι καν μία από τις πέντε πρώτες. Τα τελευταία χρόνια παρόμοια μέτρα έχουν ληφθεί στο Κιουνιό (2007) και στο Σαρπουρένς (2008) στη Γαλλία, στο Μπιριτίμπα Μιρίμ στη Βραζιλία (2005), στο Λανχάρον στην Ισπανία (1999) και στο Φάλτσιανο ντελ Μάσικο (2012), επίσης στην Ιταλία. Σε καθεμιά από αυτές τις προηγούμενες περιπτώσεις το θέμα ήταν το τοπικό νεκροταφείο, το οποίο δεν είχε άλλον χώρο, οδηγώντας τις τοπικές αρχές σε απεγνωσμένα μέτρα.
«Θάνατος μπορεί να προκληθεί βεβαίως από αυτοκτονία. Και αυτή ήταν παράνομη στη Βρετανία ώς το 1961 και εξακολουθεί να είναι σε διάφορα μέρη» γράφει ο Guardian. Προφανώς ένας τέτοιος νόμος δεν έχει μεγάλη σημασία για εκείνους που έχουν πεθάνει, αλλά όσοι έχουν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν μερικές φορές τιμωρούνται. Ο ποινικός κώδικας της Μαλαισίας, για παράδειγμα, ορίζει: «Όποιος αποπειράται να αυτοκτονήσει και κάνει κάποια πράξη προς τη διάπραξη του αδικήματος αυτού τιμωρείται με φυλάκιση η οποία μπορεί να φτάσει το ένα έτος ή με χρηματική ποινή ή και με τα δύο».

Στην αρχαία Δήλο
«Η απαγόρευση να πεθάνεις, σε ορισμένα μέρη, δεν είναι κάτι καινούργιο» τονίζει η βρετανική εφημερίδα. Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. ο Θουκυδίδης έγραψε ότι το να πεθάνεις (ή και να γεννήσεις) απαγορεύθηκε στο ιερό νησί της Δήλου προκειμένου να ικανοποιηθούν οι θεοί και ιδίως ο Απόλλων, που σύμφωνα με τον μύθο γεννήθηκε εκεί.
«Όλοι οι τάφοι αυτών που είχαν πεθάνει στη Δήλο καταστράφηκαν και διακηρύχθηκε ότι στο μέλλον δεν θα επιτρέπονται θάνατοι στο νησί» κατέγραψε ο Θουκυδίδης. Οι ετοιμοθάνατοι και οι γυναίκες που ήταν στα πρόθυρα του τοκετού μεταφέρονταν στην κοντινή Ρήνεια.
Μια παρόμοια ιδέα κατέλαβε το ιαπωνικό νησί της Ιτσουκουσίμα, που θεωρείται ιερό στον σιντοϊσμό, όπου ο θάνατος και ο τοκετός απαγορεύονταν ώς το 1868 και στο οποίο δεν υπάρχουν νεκροταφεία ή νοσοκομεία μέχρι σήμερα.
Αλλά γιατί μικρές πόλεις συνεχίζουν να απαγορεύουν τον θάνατο; Όταν ο δήμαρχος συνέταξε τον νέο νόμο στο Κιουνιό, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να στείλει ένα αντίγραφο στα μέσα ενημέρωσης. Η νομοθεσία αυτή σύντομα κηρύχθηκε παράνομη, φυσικά, αλλά, όπως το θέτει ο δήμαρχος: «Είχαμε δημοσιότητα παντού, στη Γαλλία, στην Ελβετία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στο Βέλγιο. Έδωσα μια συνέντευξη στην ιαπωνική τηλεόραση και τρεις μήνες αργότερα έλαβα μια επιστολή από τον νομάρχη. Είχε εγκριθεί το νεκροταφείο».
Η «απαγόρευση του θανάτου» είναι εν ολίγοις ένα μέσο πίεσης προς τις κεντρικές αρχές. Συχνά χρησιμεύει για να στρέψει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στην υπόθεση της πόλης. Παρ' όλα αυτά, τέτοιες κινήσεις δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικές. Το Κιουνιό, επί παραδείγματι, συνεχίζει να μην έχει νεκροταφείο οκτώ χρόνια μετά την απαγόρευση του θανάτου.

 
Top