Τα Panama hats είναι το σήμα κατατεθέν στο κόσμο των καπέλων για την εξαιρετική ποιότητα κατασκευής και σχεδίων. Η μέθοδος ύφανσης των καπέλων “Paja Toquila” ήταν γνωστή από την ισπανική κατάκτηση το 16ο αιώνα. Οι ντόπιοι από το Εκουαδόρ, ύφαιναν τα καπέλα με το άχυρο Paja Toquila, χρησιμοποιώντας τις ίνες από τα φύλλα φοινικόδεντρων.
Πολλά χρόνια αργότερα ξεκίνησε η εξαγωγή τους στον Παναμά όπου χρησιμοποιήθηκαν από τους εργάτες που δούλευαν... στη κατασκευή του Καναλιού του Παναμά για την προστασία από τον ήλιο και για την ιδιαίτερη ανθεκτικότητα τους στο λύγισμα χωρίς να χάνουν το αρχικό τους σχήμα. Από εκείνη την στιγμή τα καπέλα έγιναν γνωστά σε όλο το κόσμο σαν Panama Hats.
Λέγεται ότι το καπέλο Παναμά ονομάστηκε έτσι, όταν ο πρόεδρος Ρούσβελτ έλαβε μέρος στα εγκαίνεια της διώρυγας του Παναμά (1913) και δέχτηκε σαν δώρο ένα καπέλο από το Εκουαδόρ από φύλλα Τοκίγια και χωρίς να ξέρει την πραγματική του προέλευση, ευχαρίστησε για το δώρο, αναφέροντας το ως καπέλο από τον Παναμά.
Στην περίοδο από το 1800 μέχρι το 1900 αυξήθηκε κατά πολύ η ζήτηση για το καπέλο από φυτικές ίνες και η παρουσία του σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν όλο και πιο εμφανής, μιας και ήταν παρόν σε γεγονότα όπως ο πυρετός του χρυσού στην Καλιφόρνια και τη διεθνή έκθεση στο Παρίσι το 1900.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι το “καπέλο Παναμά” είναι φτιαγμένο στο Εκουαδόρ. Τα μυστικά για την δημιουργία αυτού του καπέλου περνούν από γενιά σε γενιά και ακόμα και σήμερα φτιάχνεται στο χέρι, κυρίως στην Κουένκα και το Μοντεκρίστι.
Οι παλαιότερες βιοτεχνίες στην Κουένκα και το Μοντεκρίστι εξακολουθούν να διατηρούν την παράδοση αν και οι παραλλαγές πλέον είναι δεκάδες, με τα σχέδια να ποικίλουν ανάλογα με το χρώμα του άχυρου, την πυκνότητα ύφανσης, την κορδέλα, το μέγεθος, το γείσο και τον τόπο παραγωγής: Το κλασικό Fedora, το Μοnte Carlo, τo «Κόλπος του Παναμά» (που προτιμάται από τους παίκτες γκολφ), το Μοntecristi και τόσα άλλα.
«Δεν τίθεται θέμα απομίμησης, λέει ο Γεώργιος Πολυχρονόπουλος, ιδιοκτήτης καταστήματος καπέλων στο κέντρο της Αθήνας, «είναι Παναμά όλα όσα είναι φτιαγμένα από τη συγκεκριμένη μαλακή ψάθα» και εξηγεί ότι δουλεύουν τόσο με εισαγόμενα καπέλα, όσο και με εισαγόμενες πρώτες ύλες που επεξεργάζονται σε ελληνικές βιοτεχνίες.
Πολλά χρόνια αργότερα ξεκίνησε η εξαγωγή τους στον Παναμά όπου χρησιμοποιήθηκαν από τους εργάτες που δούλευαν... στη κατασκευή του Καναλιού του Παναμά για την προστασία από τον ήλιο και για την ιδιαίτερη ανθεκτικότητα τους στο λύγισμα χωρίς να χάνουν το αρχικό τους σχήμα. Από εκείνη την στιγμή τα καπέλα έγιναν γνωστά σε όλο το κόσμο σαν Panama Hats.
Λέγεται ότι το καπέλο Παναμά ονομάστηκε έτσι, όταν ο πρόεδρος Ρούσβελτ έλαβε μέρος στα εγκαίνεια της διώρυγας του Παναμά (1913) και δέχτηκε σαν δώρο ένα καπέλο από το Εκουαδόρ από φύλλα Τοκίγια και χωρίς να ξέρει την πραγματική του προέλευση, ευχαρίστησε για το δώρο, αναφέροντας το ως καπέλο από τον Παναμά.
Στην περίοδο από το 1800 μέχρι το 1900 αυξήθηκε κατά πολύ η ζήτηση για το καπέλο από φυτικές ίνες και η παρουσία του σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν όλο και πιο εμφανής, μιας και ήταν παρόν σε γεγονότα όπως ο πυρετός του χρυσού στην Καλιφόρνια και τη διεθνή έκθεση στο Παρίσι το 1900.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι το “καπέλο Παναμά” είναι φτιαγμένο στο Εκουαδόρ. Τα μυστικά για την δημιουργία αυτού του καπέλου περνούν από γενιά σε γενιά και ακόμα και σήμερα φτιάχνεται στο χέρι, κυρίως στην Κουένκα και το Μοντεκρίστι.
Οι παλαιότερες βιοτεχνίες στην Κουένκα και το Μοντεκρίστι εξακολουθούν να διατηρούν την παράδοση αν και οι παραλλαγές πλέον είναι δεκάδες, με τα σχέδια να ποικίλουν ανάλογα με το χρώμα του άχυρου, την πυκνότητα ύφανσης, την κορδέλα, το μέγεθος, το γείσο και τον τόπο παραγωγής: Το κλασικό Fedora, το Μοnte Carlo, τo «Κόλπος του Παναμά» (που προτιμάται από τους παίκτες γκολφ), το Μοntecristi και τόσα άλλα.
«Δεν τίθεται θέμα απομίμησης, λέει ο Γεώργιος Πολυχρονόπουλος, ιδιοκτήτης καταστήματος καπέλων στο κέντρο της Αθήνας, «είναι Παναμά όλα όσα είναι φτιαγμένα από τη συγκεκριμένη μαλακή ψάθα» και εξηγεί ότι δουλεύουν τόσο με εισαγόμενα καπέλα, όσο και με εισαγόμενες πρώτες ύλες που επεξεργάζονται σε ελληνικές βιοτεχνίες.