Του Ανδρέα Δημητρόπουλου*
Ήδη αρκετό καιρό η χρηματοπιστωτική κρίση έχει εξελιχθεί στη χώρα μας όχι μόνο σε πολιτική αλλά και συνταγματική κρίση. Η ειλικρινής εφαρμογή του Συντάγματος δεν φαίνεται να αποτελεί βασική επιδίωξη. Η απόλυτη συμφωνία με τις συνταγματικές διατάξεις φαίνεται να μοιάζει ενοχλητική πολυτέλεια αν όχι και … γραφικότητα.
Ήδη αρκετό καιρό η χρηματοπιστωτική κρίση έχει εξελιχθεί στη χώρα μας όχι μόνο σε πολιτική αλλά και συνταγματική κρίση. Η ειλικρινής εφαρμογή του Συντάγματος δεν φαίνεται να αποτελεί βασική επιδίωξη. Η απόλυτη συμφωνία με τις συνταγματικές διατάξεις φαίνεται να μοιάζει ενοχλητική πολυτέλεια αν όχι και … γραφικότητα.
Ανάμεσα στα άλλα – και για να περιοριστώ...
μόνο στα πρόσφατα γεγονότα- εξαγγέλλεται δημοψήφισμα, το οποίο όμως ανακαλείται και ξένοι ηγέτες υπαγορεύουν το θέμα του δημοψηφίσματος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Παρέχεται ψήφος εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση όχι για να παραμείνει και να κυβερνήσει αλλά … για να φύγει κλπ. Στο ίδιο κλίμα και η ανάδειξη της νέας μεταβατικής, όπως ονομάστηκε, κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός πριν και μετά την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής, δηλώνει δημόσια ότι «δεν είναι δεμένος με την καρέκλα» δηλαδή ότι θα παραιτηθεί, ή προτίθεται να παραιτηθεί. Ήδη όμως η … παραίτηση και ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης αποτελούσε … όρο της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης και της … στήριξης της κυβέρνησης από κυβερνητικούς βουλευτές.
Την Κυριακή (6/11/2011) αρχίζουν οι συνεννοήσεις στο Προεδρικό Μέγαρο, χωρίς εξ όσων ανακοινώθηκαν, να έχει υποβληθεί παραίτηση, αλλά μέσα σε ένα διάχυτο κλίμα, ότι η κυβέρνηση τελεί υπό παραίτηση. Η ανησυχία και το εύλογο ερώτημα, αν υπάρχει πρωθυπουργός και κυβέρνηση, εκτείνεται σε όλη τη χώρα. Βέβαια σύμφωνα με την συνταγματική πρακτική ακόμη και κατά την υποβολή της παραίτησης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητεί από τον πρωθυπουργό να παραμείνει στη θέση του μέχρις ότου ορκισθεί ο νέος πρωθυπουργός, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια του κράτους.
Εξακολουθεί να είναι ασαφές αν (έχει ή ) θα παραιτηθεί η Κυβέρνηση συνολικά ή μόνο ο πρωθυπουργός. Επομένως η όλη διαδικασία εκτυλίσσεται στη «σκιά», «στο περιθώριο» του Συντάγματος και όχι στο φως της εφαρμογής συγκεκριμένων συνταγματικών διατάξεων. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια «συνταγματικά επίσημη» διερευνητική διαδικασία, όπως αυτή προβλέπεται στις ισχύουσες συνταγματικές διατάξεις.
Η συνταγματικά θολή, πολιτικά ασφυκτική και εθνικά όχι ακίνδυνη αυτή κατάσταση αρχίζει κάπως να ξεκαθαρίζει την Τετάρτη (9.11.2011), μόνον όσον αφορά την παραίτηση της παλαιάς όχι όμως και τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Το μεσημέρι στο υπουργικό συμβούλιο οι υπουργοί παραδίδουν στον πρωθυπουργό τις παραιτήσεις τους, τις οποίες άλλωστε ο ίδιος είχε ζητήσει.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρα (στις 18.00 ) ο πρωθυπουργός απευθύνει αποχαιρετιστήριο διάγγελμα στον Ελληνικό Λαό, δηλαδή με επίσημη και δημόσια δήλωσή του υποβάλλει την παραίτηση του ιδίου και της κυβέρνησης ενώπιον του Ανωτάτου Οργάνου του κράτους, του Εκλογικού Σώματος (κατά συνέπεια αναγκαία και εκ των πραγμάτων και ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας). Σημειωτέον ότι το πρωθυπουργικό διάγγελμα δεν είναι μια απλή τηλεοπτική εμφάνιση αλλά επίσημη πράξη του πρωθυπουργού με συνταγματικές συνέπειες. Ως τέτοια πράξη – που προφανώς διαφέρει σημαντικά από μια «απλή δημόσια δήλωση»- επιφέρει έννομα αποτελέσματα. Δηλαδή με το διάγγελμα συντελέστηκε η παραίτηση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης.
Η δια διαγγέλματος παραίτηση είναι πανηγυρικού τύπου παραίτηση ενώπιο όλων επομένως και ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας. Την απάντηση στον ισχυρισμό ότι η μορφή αυτή παραίτησης δεν αρκεί και ότι απαιτείται να (επανα)υποβληθεί και στον Πρόεδρο, δίνουν τα γεγονότα που επακολούθησαν δηλαδή η αμέσως μετά το διάγγελμα επίσκεψη του πρωθυπουργού στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ήταν δυνατό – με κάθε λογικό ή άλλο κριτήριο - η συνάντηση να είχε άλλο περιεχόμενο χωρίς τουλάχιστον να κλονίζονται τα ελάχιστα όρια σοβαρότητας της λειτουργίας του κράτους;
Με το διάγγελμα του Πρωθυπουργού (και την άμεση επίσκεψή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας), συντελέσθηκε συνταγματικά η παραίτηση της Κυβέρνησης. Από τη στιγμή αυτή και μετά η διαδικασία κατά τους ορισμούς του Συντάγματος έχασε τον «άτυπο χαρακτήρα», που είχε προηγουμένως και μεταβλήθηκε σε τυπική συνταγματική διαδικασία. Τέθηκε δηλαδή σε εφαρμογή το άρθρ. 38 παρ. 1 εδ. β του ισχύοντος Συντάγματος καθόσον: (α) παραιτήθηκε συνολικά η κυβέρνηση (και όχι μόνο πρωθυπουργός) και (β) εξακολουθεί όμως να διαθέτει τη πλειοψηφία στη Βουλή. [Δεν εφαρμόζεται ασφαλώς το άρθρ. 38 παρ. 2 Σ όπως όχι ορθά υποστηρίχθηκε, διότι πρόκειται για παραίτηση κυβέρνησης και όχι παραίτηση πρωθυπουργού]. Επομένως παραλείπεται το πρώτο στάδιο της διευρευνητικής διαδικασίας (διερευνητικές εντολές) και εφαρμόζεται το δεύτερο στάδιο (σύγκληση των πολιτικών αρχηγών), στο οποίο έχουμε ήδη εισέλθει.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονισθεί, ότι κατά το στάδιο αυτό η δημιουργία και ανάδειξη δεδηλωμένης επιβάλλει τη δημόσια δήλωση των πολιτικών αρχηγών, ώστε να είναι δημόσια ορατό (δεδηλωμένη) ποιον προτείνουν ως πρωθυπουργό τα πολιτικά κόμματα και να υπάρχει δεδηλωμένη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατ’ εφαρμογή της αρχής της δεδηλωμένης (άρθρ. 37 παρ. 2 εδ. α Σ) οφείλει να διορίσει ως πρωθυπουργό τον προτεινόμενο από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η παραπέρα διαδικασία – και κάθε άλλο ενδεχόμενο- προβλέπεται επίσης αναλυτικά από τις ισχύουσες διατάξεις.
* Ο κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Από: epikaira.gr