Του Δημήτρη Κρασονικολάκη
Ξερές, άγονες, πετρώδεις εκτάσεις, λιβάδια με χόρτα και θάμνους, σπαρμένα με κριθάρι και στάρι, βοσκοτόπια, αμπελώνες, ελιές, συκιές, χαρουπιές, πεύκα, περιβόλια, αλώνια, ρυάκια γεμάτα νερό το χειμώνα, ανάμεσα στους χαμηλούς λόφους, στα γύρω βουνά και επιτέλους, κάποια σπίτια, μάντρες για τα αιγοπρόβατα δίπλα σε πανάρχαια μονοπάτια, πηγάδια, μελίσσια... Αυτό ήταν για αιώνες το φυσικό περιβάλλον στη θέση που χτίστηκε το 5ο Γυμνάσιο, πριν δηλαδή επεκταθεί ο Πειραιάς προς Κερατσίνι και Νίκαια.

Τους Τούρκους ιδιοκτήτες διαδέχτηκαν από τα τέλη κιόλας του 18ου αι., ιδιαίτερα όμως στα χρόνια της Επανάστασης, οι Έλληνες κι Αρβανίτες κτηματίες, που βλέποντας «μακριά» περίμεναν μεγάλα οφέλη επενδύοντας στη γη, με σκοπό να την πουλήσουν αργότερα. Πολλοί αγωνιστές, επώνυμοι Αθηναίοι κι αρκετοί έξυπνοι έτρεξαν τότε να καταπατήσουν εθνικές και μοναστηριακές γαίες (της διαλυμένης Μονής του Αγίου Σπυρίδωνα στο λιμάνι του Πειραιά) μα και ν' αγοράσουν πάμφθηνα τις ερημιές και τα βουνά. Ύστερα, τ' αγροτεμάχια άλλαζαν συχνά χέρια, ανάλογα τη ζήτηση. Οι λιγοστοί καλλιεργητές και βοσκοί της περιοχής είχαν δώσει ονόματα στους τόπους, Βάρη (Καμίνια), Άσπρα Χώματα, Κοκκινάδα, Κοκκινόβραχος (Αμφιάλη), Κοκκινόρεμα, Χείμαρρος Καμπά, λόφοι μικρού και μεγάλου Καραβά, Τουρκοβούνια, Πηγάδι Σταυρού, Σταυρός, Κερατσίνι, Δραπετσώνα, ξεχασμένα τα περισσότερα.

Ο καπετάν Δημήτρης Βώκος πήρε από το 1826 το λόφο του μεγάλου Καραβά - κι αυτός λέγεται στις μέρες μας «Λόφος Βώκου». Στο βουνό του Βώκου υπήρχε και το «Χωριό του Μελετόπουλου», που χτίστηκε σε οικόπεδα που πούλησε ο μεγαλοκτηματίας Νικόλαος Μελετόπουλος( 1814-1878). Εκεί υψώθηκε ο Ναός της Αγίας Σοφίας. Η περιοχή ονομάστηκε «Νεάπολη» ενώ η επέκταση της «Μανιάτικα».

Μεταξύ των οδών Δερβενακίων - Σαλαμίνος - Αρτεμισίου και Παλαμηδίου βρισκόταν ο «Μέγας Κήπος Νικ. Μελετόπουλου» ο οποίος και οικοπεδοποιήθηκε.

Στη θέση της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου ήταν ένας βράχος. Πάνω του, είχε ζωγραφιστεί ένας Σταυρός. Ο τόπος ονομαζόταν «Ξυλοκερατέα». από μια χαρουπιά.

Πιο πέρα είχε προς Κερατσίνι τα κτήματα του ο Θανάσης Σαρδελάς, με κάμποσες αγορές από τα 1776 και εξής (224 στρέμματα). Στα σπίτια του, «μετόχι ή μάντρα Σαρδελά» έγιναν αψιμαχίες μεταξύ των Ελλήνων του Καραϊσκάκη και των Τούρκων του Κιουταχή τον Μάρτη και Απρίλη του 1827. Στο κτήμα ανήκε και το «Πηγάδι του Σταυρού», η πηγάδα στη συμβολή των οδών Δογάνη και Π. Ράλλη - Σαλαμίνος, όπου γινόταν η συνάντηση των ΕΛΑΣιτών συνδέσμων στην Κατοχή: σήμερα έχουν όλα αλλάξει τριγύρω.

Από τον Άγιο Δημήτριο μέχρι το Θεμιστόκλειο και πάνω είχε τα χωράφια του ο Δημήτριος Χ. Δέδες (1880) που πέθανε στα 1928. Στη μνήμη του «μπάρμπα-Μήτρου» χτίστηκε η εκκλησία, αφιερωμένη στο όνομα του. Κληρονόμοι του ήταν ο Παναγιώτης Λυγουριάτης με τη γυναίκα του Εράσμια, το γένος Κων/νου Αγγέλου.

Άλλοι κάτοχοι εκτεταμένων «αγρών», «γηπέδων», «οικοπέδων», ήταν οι οικογένειες Μπούτου, Σελλά, Ελευθερίου, Κουλουργιώτη, (ο Αγ. Κουλουργιώτης είχε περιουσία στον Καραβά, στα Ταμπούρια, στην Ξυλοκερατέα, στο Σταυρό και αλλού), Μελετόπουλου, Κορωναίου, Καλαματιανού, Ζερβού, Χρυσαφίτη, Βγενά κ. α.

Οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής καταστροφής γέμισαν - μετά το 1923 - με συνοικισμούς τις περιοχές Δραπετσώνα, Κερατσίνι, Νέα Κοκκινιά (Νίκαια). Η επέκταση του Σχεδίου Πόλης χάραξε καινούργια οικοδομικά τετράγωνα και δρόμους. Τα παραπήγματα της πρώτης γενιάς έγιναν κατοικίες πετρόχτιστες, ύστερα τσιμεντένιες μονοκατοικίες, διώροφα και τέλος πολυκατοικίες.

Έτσι τα Ταμπούρια, από εξοχικός τόπος που στα 1827 φτιάχτηκαν πρόχειρα οχυρώματα (ταμπούρια) για την αντιμετώπιση των Τούρκων, κατέληξαν στις μέρες μας να είναι αναπόσπαστο, συνεχόμενο τμήμα του ευρύτερου Πειραιά, αφού η μια πλευρά τους ανήκει στο Δήμο Πειραιά (Ε' Διαμέρισμα από το 1982) και η άλλη στο Δήμο Κερατσινίου (χωρίζονται από την Καλοκαιρινού)...
 
Top