Η Λεγεώνα των Ξένων αποτελεί έναν μισθοφορικό στρατό στη Γαλλία που «σέρνει» από πίσω της μύθους και θρύλους. Στη Λεγεώνα, μπορεί να καταταχθεί όποιος θέλει ανεξαρτήτως εθνικότητας, χρώματος και θρησκείας. «Σκοτώνεις for the sport» μας λέει ο πυροσβέστης που κατατάχθηκε στη Λεγεώνα, δίνοντας μας την οπτική των στρατιωτών που εξασκούνται για πολεμικές επιχειρήσεις.
Ο Άγγελος Τσορμπατζόγλου γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του χρόνια στο Πορτ Ελίζαμπεθ στην Νότια Αφρική. Ο πατέρας του δούλευε σε κατασκευαστική εταιρεία για αυτό τον λόγο γεννήθηκε στην Αφρική, καθώς ταξίδευαν και άλλαζαν χώρα τακτικά. Σήμερα, ο Άγγελος, είναι πυροσβέστης και υπηρετεί στον 2ο Πυροσβεστικό Σταθμό Θεσσαλονίκης. Από μικρή ηλικία, αναζητούσε την περιπέτεια και την στρατιωτική δράση. Αυτά τα δυο, των οδήγησαν το 1988, σε ηλικία 22 ετών, έξω από την πόρτα της Λεγεώνας των Ξένων, όπου έμεινε έως το 1996.
Ταξίδεψε στην Γερμανία, Νορβηγία, Σαρδηνία, Κέντρο Αφρικανική Δημοκρατία και σε άλλες χώρε για να συμμετέχει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις και σε ασκήσεις. Μετά την βασική εκπαίδευση πήγε στην μονάδα αλεξιπτωτιστών της Λεγεώνας, όμως ένας τραυματισμός, τον ανάγκασε να αλλάξει ειδικότητα. Χειριστής αντιαρματικών, μονάδα αναγνώρισης, ελεύθερος σκοπευτής, ήταν κάποιες από τις ειδικότητες του μέσα στα 8 χρόνια που ήταν στο στρατό της Λεγεώνας των Ξένων.
Τα παιδικά του χρόνια που τον επηρέασαν
Όπως αναφέραμε, γεννήθηκε στην Αφρική, σε μια ήπειρο, που ο πόλεμος είναι τρόπος ζωής. «Ήμουν λίγο ανήσυχος σαν παιδί. Εκεί πηγαίναμε για κυνήγι και οπλοφορούσαμε από παιδιά, καθώς δεν είχαμε να κάνουμε κάτι άλλο» αναφέρει, συγκρίνοντας τις συνήθειες των παιδιών στην Ελλάδα, «εδώ αυτό δεν φαινόταν φυσιολογικό. Όπως έπαιζαν με την σφεντόνα στα χωριά, εκεί τα παιδιά είχαν όπλα, έκαναν σκοποβολή και κυνηγούσαν ζωάκια. Είχαμε ως είδωλα τους σταρ στρατιώτες». Όπως μας ομολογείται, από μικρή ηλικία άρχισε να του μπαίνει η ιδέα για τον στρατό. Στα 12 του ξεκίνησε διαδικασίες για να καταταχθεί στο στρατό της Νότιας Αφρικής, κάτι που έληξε άδοξα, γιατί για να καταταχθεί έπρεπε να έχει αφρικανική υπηκοότητα, κάτι που δεν είχαν σκοπό οι γονείς του να αλλάξουν.
«Στην Ελλάδα αισθανόμουν ξένος»
Ο Άγγελος, μεγάλωσε στην Αφρική, μιλώντας Ελληνικά μόνο με την γιαγιά του, όταν η πέθανε, «τέλειωσαν» και τα ελληνικά όπως λέει. Όταν γύρισε στην Ελλάδα είχε στο μυαλό του να δώσει εξετάσεις για κάποια στρατιωτική σχολή, ήταν εκτός πανελληνίων τότε. Όμως αποφάσισε να πάει στρατό πρώτα και κατά την διάρκεια της θητείας του να δώσει.
«Έδωσα εξετάσεις για στρατιωτική σχολή, δεν πέρασα, τέλειωσα και τον στρατό και μου έμεινε το «μικρόβιο. Ήθελα να καταταγώ σε έναν στρατό που συμμετέχει σε πόλεμους. Μετά την θητεία μου στον ελληνικό στρατό, έψαχνα που παίρνουν ξένο στον στρατό.Πριν την λεγεώνα, μου πρότεινε να πάω στο Βέλγιο για ενταχθώ σε στρατό. Τελικά κατέληξα στο Σουρινάμ. Γινόταν εκεί ένας εμφύλιος και υπήρχε μια μονάδα μισθοφορική. Στη παρούσα φάση γινόταν γενοκτονία. Έκατσα εκεί 18 μήνες . Γυρνώντας από εκεί, πήρα μια γεύση, αλλά ήθελα και άλλο. Ενώ άρχισα να έχω και θέματα προσαρμογής. Την περιπέτεια την είχα ζήσει. Απλά ήθελα να συνεχίσω να την ζω και στην Ελλάδα αισθανόμουν ξένος. Αυτό με οδήγησε έξω από την πόρτα της Λεγεώνας στη Γαλλία».
Πριν την να πάει στο Σουρινάμ, έκανε και μια προσπάθεια να καταταχθεί στον μισθοφορικό στρατό του Καντάφι, όμως με όλα όσα είδε, άλλαξε γνώμη. «Το 1986 πήγα στην Λιβύη, τότε ο Καντάφη δεχόταν μισθοφόρους στο στρατό του. Ίσως ήμουν από τους πρώτους Δυτικούς που πήρε βίζα και αυτό επειδή εργαζόταν ο πατέρας μου εκεί. Πήγα να δω πως είναι, αλλά αποφάσισα να μην στρατολογηθώ, γιατί με αυτά που είδα δεν άξιζε».
Η Λεγεώνα των Ξένων…
«Μια ωραία μέρα, ενώ ο μπαμπάς μου έλειπε, βγήκα με την μητέρα μου για φαγητό και της ανακοίνωσα τα νέα. Της είπα φεύγω και έφυγα». Ωστόσο, η Λεγεώνα των Ξένων δεν ήταν η πρώτη του επιλογή αλλά αναγκαστικά κατέληξε εκεί. «Στη λεγεώνα κατέληξα με μισή καρδιά. Δεν είχα εναλλακτικές να πια να εργαστώ ως μισθοφόρος, δεν μπορούσα πλέον να ζω στην Ελλάδα και έπρεπε κάτι να κάνω. Δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή η Λεγεώνα, γιατί δεν θα έπαιρνα τα χρήματα που έπαιρνα πριν, υπήρχε πολύ πειθαρχεία και το έβρισκα πολύ κυριλέ, πολύ τακτικό στρατό για τα γούστα μου».
«Σκάω μύτη στη Μασσαλία, βλέπω μια διαφήμιση στο σιδηροδρομικό σταθμό της Λεγεώνας, μπαίνω σε ένα ταξί και του λέω θα με πας εκεί. Πήγα στο γραφείο κατάστασης, σε ένα παλιό οχυρό. Τα αγγλικά τα δικά τους ήταν ανύπαρκτα, τα γαλλικά τα δικά μου ανύπαρκτα εντελώς και η συνεννόηση ήταν τρεις λαλούν και δυο χορεύουν».
Ο Άγγελος έμεινε σε αυτό το οχυρό, μέχρι να μαζευτεί ένας συγκεκριμένος αριθμός ατόμων και να τους μεταφέρουν σε ένα προάστιο έξω από την Μασσαλία, στο Aubagne, όπου είναι η έδρα του πρώτου συντάγματος της Λεγεώνας. «Σε ένα μικρό κτιριακή, το οποίο έχει εσωτερική περίφραξη, παραδίδεις τα προσωπικά σου αντικείμενα, εξετάζουν τα χαρτιά σου, δεν σε κουρεύουν ακόμα, σου δίνουν αθλητικές φόρμες και από εκείνη την ημέρα ξεκινάει η μισθοδοσία σου, άσχετα αν γίνεις δεκτός ή όχι» μας λέει ο Άγγελος για τις πρώτες ημέρες στην Λεγεώνα. Σε αυτό το κτίριο έμεινε τρεις εβδομάδες, για ιατρικές εξετάσεις, αθλητικά τεστ και για περαιτέρω έρευνα της ζωή σου σε ένα γραφείο, στη καθομιλουμένη, στη «Γκεστάπο», όπως είπε χαρακτηριστικά. Ο Άγγελος μας καταρρίπτει ένα μύθο περί την προστασία που δίνει η Λεγεώνα σε εγκληματίες. «Αν είσαι καταζητούμενος και έχεις κάνει κάτι σοβαρό, δεν υπάρχει κάλυψη. Δεν δέχονται βαρυποινίτες, λόγω ψυχολογικού προφίλ. Ενώ αν αλλάξεις το όνομα σου μέσα, έχεις περιορισμούς μετά , δεν μπορείς να φύγεις στο εξωτερικό».
Η βασική εκπαίδευση και τα Γαλλικά που τα μαθαίνεις… χωρίς να ξέρεις πως!
Οι πρώτοι τέσσερεις μήνες, της βασικής εκπαίδευσης, του φάνηκαν αρκετά βαρετοί. «Στην βασική εκπαίδευση για κάποιο που έχει κάνει θητεία σε ειδικές δυνάμεις, με λίγες περισσότερες απαιτήσεις ως προς την αντοχή, μπορεί να ανταπεξέλθει. Προσπαθούν να σε κάνουν να κόψεις το τσιγάρο και να χάσεις κιλά, αλλά αυτό γίνεται ομαδικά. Σιγά - σιγά το πρωινό μειωνότανε, μέχρι που κάποια στιγμή εξαφανίστηκε».
Στην Λεγεώνα, μιλούν όλοι Γαλλικά, όσοι δεν ξέρουν, μαθαίνουν χωρίς να έχουν επιλογή. «Οι πρώτες λέξεις που μαθαίνεις στα γαλλικά στο στρατό, είναι η σφουγγαρίστρα και η αγγαρεία. Προσπαθούν, βέβαια, να σε κάνουν «ζευγάρι» με κάποιον που ξέρει την γλώσσα. Αν κάνεις λάθη, την πληρώνει ο διερμηνέας, γιατί έχεις το ακαταλόγιστο ότι κάτι δεν σου πε καλά». Τα προηγούμενα χρόνια, βέβαια, υπήρχε άλλη μέθοδος, η λεγόμενη “κάθε λέξη και μπουνιά”. «Παλιότερα αν δεν καταλάβαινες σου έριχναν μπουνιά. Αν καταλάβαινες γρήγορα, τελείωνες την βασική εκπαίδευση με τα δόντια σου, αν δεν καταλάβαινες είχες κάποιο θεματάκι με την οδοντοστοιχία. Όταν πήγα εγώ, αυτό είχε εξαλείψει και τυπικά έπρεπε να αφιερώνουν κάποιες ώρες για να μαθαίνουμε γαλλικά. Τα μαθήματα όμως είναι σαν να μην υπάρχουν».
Το ελληνικό δαιμόνιο και η πατέντα στη βασική εκπαίδευση
Όπου κι αν έχεις μεγαλώσει, αν είσαι Έλληνας, σίγουρα μπορείς να σκεφτείς πατέντες στο λεπτό για να κάνεις την ζωή σου πιο εύκολη. Έτσι μια ημέρα και ο Άγγελος που δεν είχε όρεξη, σκέφτηκε κάτι ελληνικό. «Τρέχαμε σε ένα κανάλι, στο οποίο αν πας καλοκαιράκι, έχεις πολλές πιθανότητες να πάθεις θερμοπληξία. Είναι ένα κλειστό και έχει μήκος τεσσάρων χιλιομέτρων. Σε αυτό τρέχαμε καθημερινά πάνω – κάτω. Κάθε μέρα δεν έχεις το ίδιο κέφι. Μια μέρα δεν μπορούσα. Σκέφτηκα κάτι ελληνικό. Τους άφησα να απομακρυνθούνε, βούτηξα στο κανάλι, πέρασα απέναντι, κρύφτηκα σε έναν θάμνο και περίμενα να γυρίσουν. Ήταν η στιγμή που είπα δεν την παλεύω».
«Τρώγαμε ωμές κότες και σβήναμε τα τσιγάρα στη γλώσσα μας»
Μέτα την βασική εκπαίδευση, πηγαίνεις σε Φάρμα. Εκεί τα πράγματα δυσκόλεψαν. Έτρεχαν μέσα στο χιόνι με κοντό παντελονάκι, έτρωγαν μόνο μια φρυγανιά με μαρμελάδα για πρωινό και έκαναν μπάνιο με παγωμένο νερό. «Εκεί ήμουν με έναν Ιρλανδό, έναν Γερμανό, έναν Αυστριακό και έναν Σέρβο και ήμασταν όλοι πρώην στρατιωτικοί. Κάποια στιγμή αποφασίσαμε ότι πρέπει να φάμε παραπάνω. Αρχίσαμε να κάνουμε ψωμί. Αυτός που ήταν υπεύθυνος για την αποθήκη τροφίμων, έκλεβε αλεύρι, το ζύμωνε και το βράδυ όσοι ήμασταν στη σκοπιά, ψήναμε το ψωμί. Κάναμε παράνομη διανομή ψωμιού γύρω στις 4 τα ξημερώματα. Φτάσαμε στο σημείο να τρώμε κουκουνάρια και φύλλα από δέντρα. Είχε ένα κακομοίρη, στα 6 χιλιόμετρα, που είχε κάτι κότες, τις κλέβαμε και τις τρώγαμε ωμές. Έτσι είναι όταν νιώθεις την κοιλιά να φτάνει στην πλάτη.
Κανένας δεν πρέπει να πιαστεί με τσιγάρο στο χέρι, γιατί η «ποινή» του θα είναι αυστηρή. «Εγώ είχα θέμα με το τσιγάρο, όταν τέλειωσαν τα αποθέματα που είχα, άρχισα να παραμιλάω. Έμαθα να σβήνω το τσιγάρο στη γλώσσα μου. Ήταν αναμμένο και το έκρυβα μέσα στο στόμα μου, γιατί όταν σε βρίσκανε έπρεπε να το φας. Τώρα το κάνω για πλάκα, σβήνω στη γλώσσα μου και καταπίνω τσιγάρο, γιατί φαίνεται εντυπωσιακό στους άλλους… αλλά έχω φάει ολόκληρα πακέτα με τσιγάρα! »
Όταν δεν άνοιξε το αλεξίπτωτο…
Μετά την Φάρμα, έκαναν άσκηση ορεινής διαβίωση στα Πυρηναία και για το τέλος μια πορεία 300 χιλιομέτρων, με βαρύ εξοπλισμό πάνω τους. Εφόσον, λοιπόν, περάσουν οι έξι μήνες, αποφασίζεις αν θα συνεχίσεις. Ο Άγγελος, υπέγραψε πενταετές συμβόλαιο και μετέπειτα ακόμα τρία χρόνια. «Αυτός που τελειώνει πρώτος την μεγάλη πορεία, πάει όπου θέλει, ο τελευταίος πάει εκεί που τον στέλνουν. Εγώ βγήκα 5ος και ζήτησα να πάω στα αλεξίπτωτα στην Κορσική. Ξεκίνησα στο τρίτο λόχο, όπου ήταν αμφίβιος».
Ένα ατύχημα όμως, θα τον ανάγκαζε να αλλάξει ειδικότητα. «Σε μια πτώση δεν ξεδίπλωσε καλά το αλεξίπτωτο. Η πτώση θα γινόταν στη θάλασσα. Άργησα να ανοίξω τα βοηθητικά και έσκασα στην παραλία. Έσπασα την λεκάνη μου και τον αστράγαλο μου. Μετά ήμουν αρκετό καιρό στο νοσοκομείο και σκέφτηκαν να περάσω και μια εκπαίδευση ως νοσοκόμος, γιατί τίποτα δεν πάει χαμένο εκεί».
«Ο άνθρωπος είναι το καλύτερο θήραμα. Σκοτώνεις… for the sport!»
Η ερώτηση μου ήταν αν ήταν έτοιμος να σκοτώσει άνθρωπο, καθώς πηγαίνοντας εκεί είναι σίγουρο πως θα το κάνεις, εφόσον συμμετέχεις σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο Άγγελος μου έδωσε, μια άλλη οπτική. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό που κάνανε είναι σαν άθλημα και ο απέναντι τους απλά ένας στόχος.
«Για να σου δώσω να καταλάβεις. Όταν ήμουν μικρός, κάποια στιγμή κυνηγούσαμε πουλάκια στη Νότια Αφρική. Ήμασταν τρεις και είχαμε ένα όπλο. Όταν δεν είχες το όπλο, το λυπόσουν το πουλάκι. Αν το είχες όμως… ήθελες να το τινάξεις στον αέρα. Κάπως έτσι ήταν και στη Λεγεώνα. Όταν εκπαιδεύεσαι για μήνες, και μαθαίνεις πως χρησιμοποιείς τα όπλα, όταν θα είναι απέναντι ο άλλος, είναι for the sport... Είναι σαν άθλημα, κι αν αστοχήσεις, θα πεις «α ρε! Δεν μπόρεσες να τον πετύχεις στα 600 μέτρα…».
Κάπως έτσι, μου δήλωσε ότι «ήμουν έτοιμος να πυροβολήσω άνθρωπο. Η οπτική του πράγματος, δεν είναι ότι αφαιρείς μια ψυχή εκείνη την στιγμή αλλά ότι πετυχαίνεις έναν στόχο στα «χ» μέτρα με κόντρα αέρα και κακή οπτική. Ανακαλύπτεις ότι ο άνθρωπος είναι από τα καλύτερα θηράματα. Αν κυνηγάς ένα γουρούνι, όσα και να ξέρεις για αυτό, αν δεν είσαι πολύ καλός γνώστης της περιοχής, δεν θα το βρεις. Ενώ, ο άνθρωπος, δυστυχώς, επειδή είμαστε και εμείς άνθρωποι, ξέρεις πως θα κινηθεί και πως θα αντιδράσει, αν είναι γυναίκα, αν είναι παιδί, αν είναι ανεκπαίδευτος. Τον άνθρωπο τον βρίσκεις παντού, είτε είναι έρημος, είτε είναι ζούγκλα».
Η συμμετοχή και η εμπειρία του στον πόλεμο του Περσικού Κόλπου
Ο πόλεμος στον Περσικό Κόλπο ξέσπασε τον Αύγουστο του 1990 και ήταν πολεμική σύρραξη μεταξύ διεθνούς συμμαχίας από τουλάχιστον 31 κράτη υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ Η.Π.Α. και την εξουσιοδότηση του ΟΗΕ κατά του Ιράκ για την απελευθέρωση του Κουβέιτ. Στη σύρραξη αυτή συμμετείχε και η Λεγεώνα των Ξένων.
Ο Άγγελος, έμεινε 18 μήνες στην περιοχή. «Τον πρώτο καιρό ήμασταν σε ένα λιμάνι, σε αποθήκες, τύπου hotspot, πολλά άτομα, λίγες τουαλέτες. Η μισή μέρα ήταν αναμονή στη τουαλέτα και η άλλη μισή στην αναμονή για φαγητό. Κάποια στιγμή μας μαζεύουν και μας πάνε στο σημείο που σιγά -σιγά θα αναβαπτιζόμαστε. Δεν είχαμε σφαίρες για τουφέκια. Μας κοτσάρουν σε ένα σημείο που ήταν δίπλα Σύριοι, οι οποίοι είχαν προηγούμενα με την Λεγεώνα από το 1982 και άρχισαν να κάνουν σκοποβολή πάνω στους δικούς μας. Οι Αμερικάνοι μας μετακίνησαν, για να μην σκοτωθούμε πριν το πόλεμο».
Πριν δοθεί η εντολή για επίθεση, μια ομάδα Λεγεωνάριων μαζί με μια ομάδα Άγγλων πέρασαν στο Ιράκ για να κάνουν αναγνώριση και να δουν πως μπορούν να κινηθούν. «Μπήκαμε για να δούμε σημεία εισόδου και από πού θα περάσουν τα άρματα. Εκεί κάναμε πρώτη φορά χρήση, της συσκευής, που έγινε αργότερα κινητό τηλέφωνο. Μια συσκευή που λεγόταν «τερμίτης» , έπαιρνε δορυφορικό σήμα και επικοινωνούσες με sms. Ήταν η κορυφαία τεχνολογία του 1991».
«Ίσως να τσιμεντώσαμε ανθρώπους…»
Μετά το τέλος του πολέμου, παρέμειναν στην περιοχή, ώστε να χωρίσουν στα δυο το Ιράν και να μαζέψουν τους αιχμάλωτους. «Βρίσκαμε αιχμάλωτους, τους μαζεύαμε σε γκρουπάκια, τους δίναμε εφόδια, σημειώναμε τις συντεταγμένες και ενημερώναμε τον ασύρματο και υποτίθεται θα πήγαιναν οι αμερικάνοι να τους μαζέψουν. Αναρωτιέμαι αν τους έχουν βρει όλους, ήταν πολλοί… Πρέπει να πεθάνανε εκατοντάδες άνθρωποι στη μέση του πουθενά. Πράγμα για το οποίο έχεις τύψεις, γιατί εκεί δεν είναι «for the sport», ήταν αιχμάλωτοι. Αλλά ίσως και κάποιους να τους τσιμεντώσαμε. Σε κάποια οχυρά φωνάζαμε να βγουν όλοι έξω, μερικοί ίσως να μην έβγαιναν, εμείς δεν είχαμε τον χρόνο να ψάξουμε και σφραγίζαμε τις εισόδους. Μπορεί να είχε και ανθρώπους μέσα. Εκεί έχεις τύψεις…»
Μια ιστορία που θυμάται ο Άγγελος από εκείνη την περίοδο, ήταν η πτώση ενός αεροπλάνου στο Τζιμπουτί, όπου ήρθαν αντιμέτωποι με άθλιες εικόνες. «Το πιο άσχημο εκεί ήταν, όταν στο Τζιμπουτί έπεσε ένα αεροπλάνο και μετά δυο εβδομάδες βρεθήκαμε στο σημείο για να ψάχνουμε για τις σωρούς. Δυο βδομάδες ήταν εκτεθειμένοι στον ήλιο και μισοφαγωμένοι από ζωάκια…».
«Μια μέρα ξυπνήσαμε ένας λιγότερος στη ζούγκλα»
Ενώ βρίσκονται στην κεντροαφρικανική δημοκρατία για την καταπολέμηση λαθροθηρίας, ακολουθώντας ελέφαντες, μια ημέρα ξύπνησαν ένας λιγότερος. Υποψιάζονται ότι τον έφαγε κροκόδειλος. Ακόμα δεν ξέρουν…
«Κοιμόμασταν κοντά σε έναν νερόλακκο. Το πρωί ξυπνήσαμε μείον ένας, φρικάραμε λίγο. Μετά από αυτό δεν κοιμηθήκαμε ξανά κάτω, αλλά μόνο στο όχημα. Πρέπει να μάθεις να προσαρμόζεσαι, μαθαίνεις κάποια πράγματα ώστε να επιβιώσεις. Χαρακτηριστικά θα σου πω μερικά, όπως ότι δεν κοιμάσαι στο ίδιο μέρος δυο ημέρες, ελέγχεις πάντα το πρωί το αυτοκίνητο, στήνεις φράχτες με αγκάθια και δεν αφήνεις νερό εκτεθειμένο γιατί προσεγγίζει διάφορα πράγματα».
Πως «γλύτωσε» από το Χωριό των Τρελών, τα κουσούρια και οι τύψεις
Σίγουρα, μετά από πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις και σε συνθήκες πολέμου, δεν επιστρέφεις ο ίδιος άνθρωπος. Πόσο μάλλον, όταν αυτό το κάνεις για πολλά χρόνια. Σύμφωνα με τον Άγγελο, για όλους τους συνταξιούχους της Λεγεώνας, που τους επηρεάσε η εμπόλεμη κατάσταση, έχει δημιουργηθεί ένα χωριό. «Υπάρχει ένα χωριό, που καταλήγουν όλοι οι παλαίμαχοι της λεγεώνας. Δεν είναι πολύ καλό να καταλήξεις εκεί, για αυτό άλλωστε το λένε «το χωριό των τρελών». Εκεί πήγαιναν κάποιοι που μετά από 20 χρόνια, έφταναν στην σύνταξη και δεν ήξεραν τι να κάνουν». Οι συγκεκριμένοι, δεν έκαναν τίποτα άλλο στη ζωή τους, με αποτέλεσμα να καταλήγουν εκεί.
Ο Άγγελος, «γλύτωσε» από αυτό το χωριό, γιατί είχε χόμπι. «Εγώ με μερικούς ακόμα, νοικιάσαμε ένα αγρόκτημα, πήραμε ένα ρημαδιασμένο LandRoverαπό μια μάντρα της Ολλανδίας και στις άδειες μας το φτιάχναμε. Είχαμε και δυο άλογα και κάναμε βόλτες. Επίσης εγώ, ήμουν σε ομάδα ράγκμπι. Είχα πράγματα να κάνω και διαφορετικούς κύκλους, που με βοήθησαν να μην αποκοπώ από την κοινωνία. Αυτό με βοήθησε πολύ».
Αν και παράδοξο, ο Άγγελος μας πληροφορεί ότι περισσότεροι Λεγεωνάριοι σκοτωνόντουσαν, εφόσον γυρνούσαν από επιχειρήσεις, παρά όταν ήταν στην ώρα της μάχης. «Έξι μήνες στην πρίζα και στη μέση του πουθενά. Όταν γυρίσεις θα πιεις παραπάνω, θα τρέξεις με το αυτοκίνητο πιο πολύ και ίσως μπλέξεις και σε κανέναν καυγά πιο εύκολα. Έτσι σκοτώθηκαν πολλοί».
Όσο για τα κουσούρια, τους έπαιρνε καιρό για να τα αποβάλουν. «Γυρνούσαμε και οδηγούσαμε με κλειστά φώτα, όπως με το υπηρεσιακό, μιλούσαμε πολύ σιγά, δεν κλειδώναμε τίποτα. Κουσούρια που τα παρατήρησε πάνω μου αργότερα η γυναίκα μου. Μου είπε είσαι ο πρώτος άνθρωπος που καπνίζει στο ντους, καθόμαστε σε ένα μαγαζί δεν καπνίζεις και όταν λες πάμε να φύγουμε ανάβεις τσιγάρο. Για πολλά χρόνια κοιμόμουν σαν νεκρός, δεν άλλαζα πλευρό». Το μόνο σίγουρο, λέει, είναι ότι όσοι πολέμησαν, «μετά γίνονται ειρηνιστές, γιατί έχουν δει την ασχήμια του πολέμου και ξέρουν πως είναι».
Όποιος αξιωματικής μας «ζόριζε» πάθαινε «ατύχημα»
Τα πράγματα ήταν απλά, αν κάποιος ενοχλούσε τους πολλούς, με την συμπεριφορά του, πάθαινε ένα μικρό ατύχημα. «Ένας μας «ζόριζε» στο Περσικό και είχε μια άτυχη συνάντηση με έναν σκορπιό. Κατέληξε στο νοσοκομείο και εμείς τον ξεφορτωθήκαμε. Αν δεις τα ποσοστά απωλειών σε αξιωματικούς, είναι πέντε φορές περισσότεροι από τον υπόλοιπο γαλλικό στρατό. Πολλές φορές το ήξεραν και υπαξιωματικοί και κάνανε τα στραβά μάτια».
Ρήξη με την Λεγεώνα
Ο Άγγελος αποφάσισε να φύγει από την Λεγεώνα λόγω ειδικότητας. Ήθελαν να το κάνουν υπαξιωματικό σε τεχνική κατεύθυνση, λόγω του πτυχίου του μηχανικού αλλά και επειδή ασχολήθηκε με τα «κατσαβίδια» επιτυχημένα όταν ήταν στο τρίτο σύνταγμα πεζικού στην Νότια Αμερική. Ο ίδιος τους είπε ξεχάστε το, του έδωσαν έναν χρόνο να σκεφτεί, γύρισε Ελλάδα και ένα ατύχημα «έκλεισε» οριστικά την πόρτα στη Λεγεώνα. «Έρχομαι Ελλάδα, περνάει ο καιρός, βρίσκω δουλεία σε μεταφορική και γνωρίζω την γυναίκα μου στον ενδιάμεσο. Τελικά, χτύπησα το πόδι μου, έβαλα μόσχευα επιγονατίδας, έπαθε ατροφία και κάπως έτσι δεν σκέφτηκα ξανά να πάω».
Από εκεί που σκότωνε… σώζει ζωές με την Πυροσβεστική
Όταν ανάλαβε την δασοπυρόσβεση το 1999 η Πυροσβεστική, καθώς παλιότερα ασχολούταν με την δασοπυρόσβεση το δασαρχείο, κάλεσαν τον Άγγελο που είχε αφήσει τα χαρτιά του από το 1997. Οι θέσεις είχαν πολλαπλασιαστεί και χρειάζονταν και άλλα άτομα. Πιστεύει ότι του έκανε πολύ καλό η πυροσβεστική, καθώς έχει και αυτή αδρεναλίνη.
«Αν ανασκοπήσουμε πυροσβεστική – στρατό, οι πυροσβέστες ίσως είναι καλύτερα. Το μειονέκτημα του στρατιωτικού είναι ότι οι περίοδοι που προετοιμάζεται είναι μεγάλες, οι περίοδοι που έχει δράση είναι μικρές και τρώει τον καιρό του περιμένοντας. Η Πυροσβεστική, στα προσφέρει όλα αυτά, σε πολλές δόσεις, σε σύντομα χρονικά διαστήματα, χωρίς να ταλαιπωρείσαι σωματικά και ψυχικά, γιατί τα αστικά συμβάντα κρατούν δυο έως και τρεις ώρες» δηλώνει συγκρίνοντας την δράση του στο στρατό και στη πυροσβεστική.
Την στιγμή που του λέω «από εκεί που σκότωνες ανθρώπους, πας και σώζεις», μου απαντάει: «Μην το βλέπεις έτσι, επιχειρησιακά είναι το ίδιο. Επεμβαίνεις σε ένα συγκεκριμένο σημείο. Όταν πας για διάσωση, ακολουθείς ένα πρωτόκολλο και υπάρχουν συμβάντα που βρίσκουμε πτώματα ανθρώπων. Δεν είναι εύκολο, γιατί και ένας σκύλος να έρθει αντιμέτωπος με διαμελισμένο σκύλο, σοκάρεται. Επίσης και στον στρατό φτιάχνουμε σενάριο, πετυχαίνουμε τον στόχο και μετά βλέπουμε διαμελισμένο τον άνθρωπο. Στην πυροσβεστική, όταν πηγαίνουμε σε τροχαία και βρίσκουμε νεκρούς, βλέπουμε από περιέργεια τα πτώματα αλλά και φτιάχνουμε σενάρια εκείνη την στιγμή για το πώς μπορεί να έγινε το τροχαίο»
Ενώ το φόρτε του στην Πυροσβεστική είναι οι δασικές φωτιές, καθώς διαπρέπει επειδή «πρόκειται ουσιαστικά για μια στρατιωτική επιχείρηση».
Θα μπορούσε να καταλήξει στο blackwaters, αναφέρει, αλλά μπήκε στην πυροσβεστική. Ενώ παιδικό όνειρο του ήταν να δουλέψει φύλακας σε εθνικό πάρκο, ίσως στη Τανζανία.