«Νίκησε η Τοπική Αυτοδιοίκηση» ήταν η φράση με την οποία το 1986 ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε προσπαθήσει να αμβλύνει τις εντυπώσεις και να στείλει τη μπάλα στην εξέδρα μετά την πρώτη -και ηχηρή- ήττα που είχε υποστεί το ΠΑΣΟΚ πέντε χρόνια ύστερα από την άνοδό του στην εξουσία και λίγους μήνες μετά από τη νέα εκλογική του νίκη.

Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν οι αυτοδιοικητικές εκλογές -και πολύ περισσότερο από τότε που δημιουργήθηκαν και οι 13 περιφέρειες- δεν έπαψαν ποτέ να έχουν έντονο πολιτικό περιεχόμενο και να στέλνουν τα ανάλογα μηνύματα, προαναγγέλλοντας -λιγότερο ή περισσότερο- και τις αλλαγές στις εθνικές κάλπες. Το στοιχείο αυτό ατόνησε την τελευταία περίοδο διότι το διάστημα από το 2019 έως το 2023 ήταν καθαρό από αναμετρήσεις κι έτσι δεν χρειάστηκε να περάσει από ενδιάμεση εκλογική δοκιμασία η κυβέρνηση της ΝΔ.

Τρεις μήνες μετά το νέο εκλογικό θρίαμβο του Ιουνίου, ο κ. Μητσοτάκης ζει τη δική του αγωνία για την ετυμηγορία αυτής της κάλπης, όπως αναλογικά το ίδιο συμβαίνει βεβαίως -μέσα σε αυτό το σύνθετο και αλλόκοτο πολιτικό περιβάλλον- και με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τα πολιτικά συμπεράσματα θα προκύψουν από ένα συνδυασμό στοιχείων και η αποτίμηση του αποτελέσματος ενδέχεται να αποδειχθεί δυσχερής, ωστόσο σε λίγες ώρες θα “φανεί” εάν συνεχίζεται η ίδια ρότα ή διαμορφώνεται ένα άλλο πολιτικό τοπίο.

Για καθένα από τα κόμματα, τουλάχιστον τα μεγαλύτερα, ο πήχης αυτής της αναμέτρησης είναι διαφορετικός. Για όλα όμως υπάρχει το καλό, το ουδέτερο και το κακό σενάριο ανάλογα με το οποίο θα τρέξουν οι εξελίξεις της επόμενης ημέρας. Για τη ΝΔ, το κεντρικό στοίχημα είναι να συγκρατήσει το μεγαλύτερο μέρος των εκλογικών της δυνάμεων χωρίς σημαντικές απώλειες, για τον ΣΥΡΙΖΑ να μπορέσει να κρατηθεί “όρθιος” ύστερα από την εσωκομματική φουρτούνα με την εκλογή νέου αρχηγού και για το ΠΑΣΟΚ να αποδείξει ότι η άνοδος του Ιουνίου δεν ήταν συγκυριακή. Μια χωριστή ενότητα αποτελεί η περίπτωση Κασιδιάρη στον δήμο της Αθήνας ενώ “άγνωστος χ” παραμένει γενικότερα για τις εκλογές αυτές και το ποσοστό της συμμετοχής.

Στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν καλά ότι είναι εντελώς “ακραίο” το ενδεχόμενο να επαναληφθεί από τον πρώτο γύρο το σκηνικό του 2019 που επέτρεψε να βαφτεί, ύστερα από μια εβδομάδα, μπλε ολόκληρος ο αυτοδιοικητικός χάρτης της χώρας. Οι πολιτικές εντυπώσεις αυτής της Κυριακής θα κριθούν κατά κύριο λόγο αφενός από τη σύγκριση των ποσοστών με την προηγούμενη φορά και αφετέρου από τον αριθμό των περιφερειών που θα δείξει ότι μπορεί να κρατήσει την ερχόμενη Κυριακή υπό τον έλεγχο της η ΝΔ.

Επί παραδείγματι, το ποσοστό της ΝΔ κατά μέσον όρο στην Περιφέρεια Αττικής (όπου κατοικεί περίπου η μισή Ελλάδα), τον περασμένο Ιούνιο ήταν 42,29% η τυχόν επανάληψη του οποίου θα μπορούσε οριακά να εξασφαλίσει (καθώς το όριο εκλογής είναι το 43%) την ανάδειξη του γαλάζιου υποψηφίου περιφερειάρχη Ν. Χαρδαλιά από τον πρώτο γύρο. Το ενδιάμεσο σενάριο είναι να καταγράψει “λελογισμένες” ζημιές που θα του δίνουν όχι μόνο τον αέρα νίκης για την ερχόμενη Κυριακή αλλά θα επηρεάσουν και το συνολικό κλίμα. Αντιθέτως, θεωρείται ότι αν ο κ. Χαρδαλιάς πέσει αρκετά -και δη κάτω του 35%- αυτό θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα ενώ θα δώσει άλλο ενδιαφέρον στον δεύτερο γύρο.

Κατ΄ αναλογίαν, η ΝΔ αυτό που χρειάζεται για να μπορεί να μιλήσει για νικηφόρα μάχη πανελλαδικά είναι να θέσει σήμερα τις βάσεις ώστε να μην ξεπεράσουν τις 2-3 οι τελικές απώλειες της στις Περιφέρειες. Όσο περισσότερες χαθούν, τόσο η πολιτική ζημιά και ήττα θα μεγαλώνει. Ορισμένοι θέτουν το όριο ασφαλείας στις 8 “γαλάζιες”, που δεν αρκούν πάντως και για να θεωρηθεί και θετικό το αποτέλεσμα. Αν μάλιστα σε ορισμένες επιβεβαιωθούν τα προγνωστικά και ο αντίπαλος του δεύτερου γύρου είναι αντάρτης από τη ΝΔ, τότε δεν αποκλείονται αρκετά “Βατερλώ” τα οποία θα μαυρίσουν και όλη την εικόνα. Τέτοιες περιφέρειες είναι η Δυτική Μακεδονία, η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, η Ήπειρος, τα Ιόνια Νησιά, το Βόρειο Αιγαίο. Ιδιαίτερα πολιτικά συμπεράσματα θα βγουν και από την αναμέτρηση για την Περιφέρεια Πελοποννήσου όπου εκτός από τον κ. Μητσοτάκη παίζει και ο κ. Σαμαράς, με την υποψηφιότητα Πτωχού, κυριολεκτικά τα ρέστα του. Με ενδιαφέρον αναμένεται και το πώς θα συμπεριφερθεί το εκλογικό σώμα στην πολύπαθη Θεσσαλία όπου πριν από τις πρόσφατες πλημμύρες ο Κ. Αγοραστός ήταν το απόλυτο φαβορί. Όσον αφορά τους δήμους, η ΝΔ έχει περιορίσει επισήμως την “εμβέλειά” της στους τρεις μεγάλους από τους οποίους τα φώτα πέφτουν περισσότερο στην Αθήνα. Το ποσοστό που θα λάβει ο Κ. Μπακογιάννης (σε σύγκριση και με το 42,65% της προηγούμενης εκλογής) θα έχει αντανάκλαση και στη ΝΔ για συμβολικούς αλλά και ουσιαστικούς λόγους.

Με ορίζοντα και τις ευρωεκλογές που θα ακολουθήσουν σε μερικούς μήνες, με βάση τα μηνύματα αυτής -όπως και της επόμενης- Κυριακής ο Κ. Μητσοτάκης θα κληθεί να πάρει τις αποφάσεις και για την περαιτέρω πορεία της κυβέρνησής του. Έχοντας πει ο ίδιος για το μετεκλογικό διάστημα «οι 100 ημέρες μου φάνηκαν σαν 1000», θα δεχτεί την πρώτη αξιολόγηση του εκλογικού σώματος. Αν την περάσει χωρίς να “βραχεί” ιδιαίτερα θα μπορεί να ισχυρίζεται όπως και τον Ιούνιο ότι παρά τα προβλήματα, τα λάθη, τα σκάνδαλα και τις καταστροφές κινείται στο σωστό δρόμο. Το ερώτημα είναι τι θα κάνει εάν -για πρώτη φορά μετά από το 2019- το μήνυμα της κάλπης αποδειχθεί ανησυχητικό και αρνητικό, με σοβαρή φθορά ή και ρωγμές. Σε μια τέτοια περίπτωση θα τεθεί εκ των πραγμάτων θέμα διορθωτικής πορείας, πολλοί προεξοφλούν ότι θα ανοίξουν και εσωκομματικά μέτωπα ενώ θα επανέλθει η συζήτηση και για τον κυβερνητικό ανασχηματισμό τον οποίο ο κ. Μητσοτάκης, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενος, έχει μεταθέσει για την επόμενη χρονιά.

Το ενδιαφέρον είναι ότι λόγω των φυγόκεντρων τάσεων με τους γαλάζιους αντάρτες και της χαλαρής ψήφου -που μπορεί να πάρει και το χαρακτήρα αποχής- όλο αυτό δεν φαίνεται να επηρεάζεται ιδιαίτερα από την κατάσταση στην αντιπολίτευση που ζει το δικό της δράμα. Έτσι κι αλλιώς για τον ΣΥΡΙΖΑ, που ακόμη προσπαθεί να “συνέλθει” από την επικράτηση Κασσελάκη, οι προσδοκίες είναι περιορισμένες. Άλλωστε οι υποψηφιότητές του στις περισσότερες περιοχές υπήρξαν ασθενικές. Αν πάντως στην Περιφέρεια Αττικής ο Γ. Ιωακειμίδης και στην Αθήνα ο Κ. Ζαχαριάδης καταφέρουν να έρθουν δεύτεροι, αυτό θα είναι μια “καλή αρχή” για τον νέο αρχηγό που θα τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει καλύτερα και το ισχυρό και απειλητικό μπλοκ των ηττημένων όπως φάνηκε και από τα 16 λευκά στην Κοινοβουλευτική Ομάδα.

 Σε ο,τι αφορά τον όμορο χώρο του ΠΑΣΟΚ ο Ν. Ανδρουλάκης διακατέχεται από μια δυσεξήγητη ευφορία περί “ανόδου” όχι μόνο στις κύριες μάχες αυτής της Κυριακής αλλά και στο σύνολο του αυτοδιοικητικού χάρτη. Αν πάντως το καλό σενάριο δεν επιβεβαιωθεί και οι συγκρίσεις ακόμη και με τον Ιούνιο αποδειχθούν αρνητικές, το κύμα της αμφισβήτησής του θα φουντώσει όπως προϊδέασε προ ημερών άλλωστε και ο άλλοτε στενός φίλος του (και νυν δυσαρεστημένος) βουλευτής Αρκαδίας Οδ. Κωνσταντινόπουλος.
Ανδρέας Kαψαμπέλης
 
Top