Η εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μετά την μετεωρική εμφάνιση του και τον επικοινωνιακό blitzkrieg των 30 ημερών , αποτελεί αναμφισβήτητα από όποια πλευρά και αν το δει κανείς μια σοβαρή εξέλιξη τόσο στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και του πολιτικού συστήματος στο σύνολο του. Οι περισσότεροι δημοσιολογούντες μάλιστα προσδιορίζουν την εξέλιξη αυτή ως «φαινόμενο». Η αντικειμενική, όμως, και η ενδοσκοπική ανάλυση αυτής της νέας κατάστασης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η επιτυχία του πέρα από τις αναμφισβήτητες επικοινωνιακές ικανότητες που επέδειξε ως τώρα, οδηγεί εκ των πραγμάτων στον πυρήνα του προβλήματος. Και αυτό είναι η πρόδηλη ιδεολογική κενότητα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά την περίοδο 2012-2023 εμφανίζοντας αρχικά έντονα βερμπαλιστικό λόγο έναντι του μνημονιακού οδοστρωτήρα, ενώ στη συνέχεια ως Κυβέρνηση υπερέβαλε στην υλοποίηση των μνημονιακών επιταγών με συνέπεια την αφομοίωση του στο φθαρμένο πολιτικό σύστημα.
Αν αυτό συνδυαστεί με το γεγονός ότι το γενναιόδωρο δώρο της Ιστορίας το 2015 δεν αξιοποιήθηκε από την ηγετική του ομάδα προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ευρύτατο προοδευτικό και δημοκρατικό κίνημα με ορθολογικό ριζοσπαστικό λόγο απέναντι στα γιγαντιαία προβλήματα της χώρας, με αποτέλεσμα την αδυναμία της πολιτικής ενσωμάτωσης και ουσιαστικής έκφρασης χιλιάδων στελεχών και μελών που προσήλθαν τότε σε αυτόν και την αδυναμία υπέρβασης της ιδιότυπης και πολιτικής περίκλεισης του εντός των τειχών του 4% , τότε μπορεί κανείς να αντιληφθεί την κενότητα στην ιδεολογία αλλά και στην πολιτική στρατηγική, που φάνηκαν με οδυνηρό τρόπο στις στρατηγικού χαρακτήρα εκλογικές ήττες των Μάιο και Ιούνιο του 2023. Όμως, πέραν του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά το πολιτικό σύστημα της χώρας βρίσκεται σε σοβαρή πολιτική κρίση καθώς το πολιτικό προσωπικό που κυβέρνησε τη χώρα καθόλη τη περίοδο της Μεταπολίτευσης ως σήμερα μετατρεπόμενο «σε σάρκα εκ της σαρκός» της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας έχει επικαθίσει ως αυτοτελές βαρίδιο και γάγγραινα στα πλευρά της ελληνικής κοινωνίας και την σπρώχνει στον κατήφορο.
Αυτό απεικονίζεται απόλυτα από την περιοδολόγηση της Μεταπολίτευσης, όπου κυριάρχησαν κομματικά και πολιτικά η ανανεωμένη από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή συντηρητική παράταξη της Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μέσω της ριζοσπαστικής σοσιαλιστικής διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη 1974 από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Οι διακηρυγμένες, παντελώς αποκλίνουσες ιδεολογικές και πολιτικές αρχές αυτών των παρατάξεων, που αποτέλεσαν και το πλαίσιο της πολιτικής τους κυριαρχίας για 36 περίπου χρόνια, κατέληξαν ιδιαίτερα κατά την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης σε ουσιαστική ενοποίηση κάτω από τα προτάγματα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας σε συνδυασμό με την έντονα πελατειακή πρακτική, την «σήψη» και την διαφθορά που διαχύθηκαν σε όλους τους «αρμούς» της ελληνικής κοινωνίας.
Καθ’ όλη αυτή την περίοδο, το κράτος μετατράπηκε σε αποκλειστικό «λάφυρο» των κομμάτων εξουσίας, τα οποία χρησιμοποιούν κατά το δοκούν προς εξυπηρέτηση της κομματικής «πελατείας». Κυρίαρχο στοιχείο στη λειτουργία του είναι η έλλειψη αξιοκρατίας, που επιδρά διαβρωτικά τόσο ως προς την αποτελεσματική λειτουργία του σε όλους τους τομείς και εν δυνάμει αναπτυξιακού πόλου, όσο και ως προς το παράδειγμα προς την κοινωνία, που εθίζεται σε αυτές τις λογικές.
Η αυτονόμηση αυτής της νοσηρής κομματοκρατίας έχει καταλήξει να λειτουργεί ως δυνάστης στη χώρα. Από τον κλασσικό δικομματισμό της μεταπολιτευτικής περιόδου (ΠΑ.ΣΟ.Κ.-Ν.Δ.) οδηγηθήκαμε στη συνεχή εναλλαγή κομμάτων κατά την περίοδο της μνημονιακής κηδεμονίας. Αρχικά η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το 2009, χωρίς καμία αντίσταση στους διεθνείς δανειστές και χωρίς αναπτυξιακό σχέδιο έβαλε τη χώρα στο μνημονιακό ζυγό. Αλλά και από την πλευρά της Ν.Δ., που αρχικά επιδόθηκε σε αντιμνημονιακούς «θεατρινισμούς» υπό την ηγεσία Σαμαρά, συνέπραξε στη συνέχεια με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη ΔΗΜ.ΑΡ. τον Ιούνιο του 2012, υλοποιώντας τις σκληρές μνημονιακές πολιτικές. Συνέπεια αυτών ήταν η άνοδος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στην εξουσία το 2015 ως έκφραση του αντιμνημονιακού κινήματος, που συνέπραξε με τους ΑΝ.ΕΛ. της άκρας λαϊκής Δεξιάς. Η ολοκληρωτική μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. το 2016, η πρόδηλη διαχειριστική του υστέρηση και η πλήρης αφομοίωσή του στο κράτος και την αλώβητη διαπλοκή, φόρτωσε στους Έλληνες πολίτες ένα τρίτο μνημόνιο. Μέσω δε της υπερφορολόγησης ολοκληρώθηκε η συντριβή των μεσαίων στρωμάτων και των αντίστοιχων παραγωγικών αρμών διαλύοντας τις ελπίδες, που είχαν δημιουργηθεί στον λαό από τον αντιπολιτευτικό βερμπαλιστικό λόγο του. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής διαχείρισης ήταν η επανάκαμψη της Ν.Δ. στην εξουσία τον Ιούλιο του 2019 και η νεκρανάσταση ενός ιδιότυπου «μεταμνημονιακού» δικομματισμού στο θολό κάδρο της επανόδου της «κανονικότητας». Επρόκειτο για ένα τοξικό δικομματισμό που οδήγησε τη χώρα να κινείται στις ράγες της παρακμής. Ο δημόσιος λόγος περιοριζόταν στην ρηχή αντιπαλότητα, όπου πρωταγωνιστούσαν οι ασύνδετες και άναρθρες κραυγές εντυπωσιασμού, χωρίς την προοπτική οποιοδήποτε σχεδίου για το μέλλον της χώρας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την επικράτηση της Ν.Δ. στο 2023 και τη μεγάλη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικά η κυβέρνηση της ΝΔ βαρύνεται με τη συνέχιση της αδιέξοδης νεοφιλελεύθερης παρασιτικής αντίληψης με αποτέλεσμα τη γιγάντωση του καταστροφικού παρασιτισμού και των τρομακτικών ανισοτήτων, ακόμα και τα χρήματα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, που αποτελεί τη τελευταία ευκαιρία της χώρας για αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος, τα κατευθύνει όχι στην αποκατάσταση των πληγών από τα φυσικά φαινόμενα (καταστροφή Θεσσαλίας, Έβρου, Ευβοίας κλπ) αλλά στους λίγους ημετέρους της παρασιτικής ολιγαρχίας.
Συνεπώς, βασική αιτία της οπισθοδρόμησης της χώρας αποτελεί το πολιτικό και θεσμικό σύστημα, οι δομές και η διάρθρωση του πολιτικού εποικοδομήματος της Μεταπολίτευσης, που μετεξελίχθηκε σταδιακά σε ιδιότυπη ολιγαρχική κομματοκρατία, καθορίζοντας τις επιλογές της χώρας και την πορεία της προς τη χρεοκοπία
Έτσι, το πολιτικό προσωπικό, που άσκησε εξουσία, αντί να συμβάλει στην επιβολή ενός ισχυρού εθνικού πλαισίου ανάπτυξης, με βάση τα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος, μετατράπηκε σε τμήμα της «παρασιτικής» οικονομικής ολιγαρχίας, αποκτώντας συμφέροντα, ως επιμέρους ειδικό στρώμα στο Κράτος, μέσω των προνομίων και της ατιμωρησίας, τα οποία ενσωματώνουν σχεδόν τους πάντες, που συμμετέχουν στο πολιτικό εποικοδόμημα. Η πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού ανεξαρτήτως ιδεολογικών επικλήσεων και τυχόν «επιδεικτικών» αντισυστημικών συμπεριφορών έχει ειδικά συμφέροντα αναπαραγωγής του εντός του υπάρχοντος νόθου πολιτικού εποικοδομήματος και της σχέσης του με το Κράτος, με συνέπεια να υπάρχει πλήρης απόσταση από τα πραγματικά συμφέροντα του «χειμαζόμενου» Λαού και των λαϊκών τάξεων. Αυτό το πολιτικό σύστημα της «άφρονης κομματοκρατίας», με κόμματα σχεδόν πανομοιότυπα ως προς την λειτουργία τους (αρχηγικά και χωρίς εσωτερική δημοκρατία), δεν μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Και όχι μόνο αυτό, αλλά λειτουργεί παράλληλα αποτρεπτικά για οποιαδήποτε μορφή πολιτικής ανανέωσης, σε κεντρικό και ενδιάμεσο θεσμικό επίπεδο.
Άλλωστε, η υπεχρέωση της χώρας στη Μεταπολίτευση δεν έγινε γιατί δεν επαρκούσε ο παραγόμενος πλούτος για τις ανάγκες της κοινωνίας ή εξαιτίας μιας υπέρμετρης αναπτυξιακής προσπάθειας, που θα είχε αποτελέσματα έστω και στο μέλλον ή λόγω πολέμου (βλ. χρεοκοπία επί Τρικούπη-1893 και χρεοκοπία επί Βενιζέλου-1932), αλλά εξαιτίας της λεηλασίας του εθνικού πλούτου. Αποκαλυπτικό της συμπεριφοράς του πολιτικού προσωπικού εξουσίας είναι η διαχείριση της κρίσης στο πλαίσιο των μνημονίων κατά τη περίοδο 2010-2019. Προσχώρησαν και εκτέλεσαν άκριτα την καταστροφική πολιτική επιλογή των δανειστών (βίαιη υποτίμηση της ελληνικής οικονομίας) και δεν άγγιξαν καθόλου τους πυλώνες της καταστροφής, δηλαδή το πολιτικό σύστημα, τη δημόσια διοίκηση-Δικαιοσύνη και τη νομοθεσία, που οικοδομεί τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Αυτά παρέμειναν ίδια, ωσάν η Ελλάδα να μην χρεωκόπησε με συντριβή του βιοτικού επιπέδου του λαού της και δραματική μείωση σε ποσοστό 25% του ΑΕΠ της. Η κομματική νομενκλατούρα αντιθέτως διατήρησε αλώβητα τα σκανδαλώδη προνόμιά της και τους μηχανισμούς της διαπλοκής και ατιμωρησίας, που αποτέλεσαν τους κεντρικούς άξονες της χρεοκοπίας και της παρακμής της χώρας.
Η συνειδητοποίηση και η σοβαρή ορθολογική ανάλυση των παραπάνω στοιχείων αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την άρση όλων των στρεβλώσεων της χώρας μέσα από ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα εθνικής ανασυγκρότησης στο παραγωγικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο. Αυτή όμως η συνολική θεώρηση απουσιάζει από όλα τα υπάρχοντα και εν λειτουργία κοινοβουλευτικά κόμματα.
Η Ελλάδα που βαδίζει σε ένα στενό μονοπάτι παρακμής δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα πλέον από το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα, που χαρακτηρίζεται από τις φθηνές πολιτικές αντιπαραθέσεις εντυπώσεων. Αυτό συνάγεται εύκολα αν αναλογιστεί κανείς ότι η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ παρά την αυξημένη κοινοβουλευτική της πλειοψηφία εμφανίζει πρόδηλα σημάδια πολιτικής αδυναμίας για αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων της χώρας χωρίς ουσιαστική αντιπολίτευση. Γιατί είναι πραγματικά αδιανόητο μπροστά καταστροφή της μισής χώρας από τα πλημμυρικά φαινόμενα και τις φωτιές του καλοκαιριού , μπροστά στην τρομακτική γιγάντωση της ακρίβειας που τσακίζει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας να μην υπάρχει από την πλευρά της Αντιπολίτευσης ένα ισχυρό σχέδιο ανάκαμψης τόσο των περιοχών που έχουν καταστραφεί (Θεσσαλία, Έβρος κλπ), όσο και για την παραγωγική ανασυγκρότηση και το χτύπημα του παρασιτισμού.
Συμπερασματικά, εν μέσω αυτών των συνθηκών που επέτειναν την αποπολιτικοποίηση μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας καθώς και την απαξία στο υπαρκτό πολιτικό σύστημα της χώρας δημιουργήθηκε εύφορο έδαφος για ανάπτυξη ως πρωταγωνιστικού παράγοντα της επικοινωνίας και του θεάματος έναντι της ουσίας και των πολιτικών και στρατηγικών. Οι επικοινωνιακοί συμβολισμοί έναντι της πολιτικής δράσης. Η εκτόξευση του μεσσιανισμού και των απλοικών αντιλήψεων για αναζήτηση ηγετών – σωτήρων με βάση το «επικοινωνιακό χρηματιστήριο» ανεξαρτήτως των υπαρκτών ή όχι προυποθέσεων περί αυτού. Στη χώρα μας έχει αργά, αλλά σταθερά με ευθύνη του πολιτικού προσωπικού που έχει κυβερνήσει εκφυλιστεί η πολιτική με συνέπεια τα πάντα να βασίζονται στο επικοινωνιακό παιχνίδι. Και εδώ ο κ. Κασσελάκης είναι αλήθεια ότι έχει επιδείξει πολύ μεγάλες ικανότητες…