Όπως αναμενόταν, ο νεοσουλτάνος της Άγκυρας ακολούθησε την γνώριμη τακτική του. Για μια σειρά ζητημάτων που αφορούν το πολιτικό του μέλλον και την τουρκική οικονομία, επέλεξε τον δρόμο της μετάλλαξης. Εμφανίστηκε με διαφορετικό πρόσωπο στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ και στις διμερείς συναντήσεις, ανάμεσά τους κι αυτές με τον Τζο Μπάιντεν και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Απέδειξε ξανά ότι ξέρει να ελίσσεται ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, εντός και εκτός της χώρας του. Άλλωστε, τέτοια «χαρίσματα» πονηριάς και μεταμόρφωσης συνήθως τα διαθέτουν δικτάτορες και αυταρχικοί ηγέτες, όχι για να προσαρμόζονται σε νέα δεδομένα προς όφελος του γενικού καλού και της ειρήνης, αλλά για να μπορούν να επιβιώνουν, να ξεγελούν και να κυριαρχούν.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν επιχειρεί μια τέτοια φαινομενική στροφή για να παραπλανήσει τη διεθνή κοινότητα, αλλά και την ελληνική κοινή γνώμη. Γι’ αυτό, πέρα από τις όποιες δηλώσεις περί «εποικοδομητικών συνομιλιών» και τις δημόσιες τοποθετήσεις για την ανάγκη συνεργασίας, ευελπιστούμε ότι, τουλάχιστον, οι συνομιλητές του ξεκαθάρισαν κάποια πράγματα για τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των συμμαχικών υποχρεώσεων.
Η αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού και των ισλαμοφασιστικών πρακτικών του καθεστώτος Ερντογάν δεν είναι θέμα καχυποψιών και παρεξηγήσεων για να επισκιάζονται με πολιτική ελαφρότητα. Είναι μια ωμή πραγματικότητα, που, αν αγνοηθεί με αυταπάτες και αν δεν αντιμετωπιστεί σταθερά και αποφασιστικά από τον Ελληνισμό, κανένας τρίτος δεν θα αναγκαστεί να επιδείξει ενεργότερο ενδιαφέρον.

Και, βέβαια, υπάρχουν όρια και προϋποθέσεις για την εμπλοκή συμμάχων και διεθνών οργανισμών στα ζητήματα που αφορούν την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου.

Είναι επίσης σχεδόν σίγουρο ότι όσες συμφωνίες και αν υπογραφτούν, όσες τριμερείς – τετραμερείς συνεργασίες και αν αναπτυχθούν, κανένα άλλο κράτος (όποιου μεγέθους και να ‘ναι) δεν θα παρέμβει για να προασπίσει τα εδάφη και τις θάλασσες της Ελλάδας και της Κύπρου.

Όταν όμως οι ίδιες οι ηγεσίες του Ελληνισμού επιδεικνύουν διάθεση για παραμερισμό ουσιωδών πτυχών που είναι ταυτισμένες με τη διασφάλιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, τότε καμία άλλη χώρα, ούτε η ΕΕ, δεν θα συνδράμει για να αποφευχθούν τα χειρότερα σε σχέση με το τι επιδιώκει η Τουρκία σε Κύπρο, Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.

Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους:
Είναι ή δεν είναι το Κυπριακό εθνικό θέμα του Ελληνισμού και μάλιστα το πρώτο, όπως επαναλαμβάνεται συνεχώς από τον εκάστοτε πρωθυπουργό της Ελλάδας;
Παραμένει ή όχι πρωταρχική επιδίωξη η κατάργηση της τουρκικής κατοχής και η αποτροπή μίας διχοτομικής λύσης;
Πώς μπορεί λοιπόν να συναντώνται οι πρωθυπουργοί Ελλάδας και Τουρκίας και απ’ ό,τι φαίνεται τα ζητήματα της κατοχής, του εποικισμού και της παραβίασης της κυπριακής ΑΟΖ να μένουν εκτός ατζέντας;

Εάν αυτά τα θέματα υποβαθμίζονται ή παραμερίζονται ως «μακρινά ή ξένα» σε μια τέτοια συνάντηση, τότε γιατί ο Μπάιντεν ή ο Πούτιν ή Μέρκελ ή Τζόνσον να επιδείξουν ενδιαφέρον;

Δεν είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνεται ένα τέτοιο κρούσμα. Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός προσφώνησε πέρσι τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών δεν είχε κάνει καμία αναφορά στο Κυπριακό, λες και είναι ένα πρόβλημα που δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα.

Θα πρέπει επιτέλους αυτό το φαινόμενο να εξεταστεί υπό ένα ευρύτερο διαχρονικό πρίσμα όσον αφορά τη σχέση Ελλάδας – Κύπρου και κατά πόσο έχουν κοινή μοίρα και κοινά συμφέροντα.

Η χούντα των συνταγματαρχών με το προδοτικό πραξικόπημα τον Ιούλιο του 1974 παρέδωσε τη μισή Κύπρο στην Τουρκία. Από τον καιρό όμως της αγγλικής αποικιοκρατίας και κυρίως μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι σήμερα, πάμπολλες φορές υπήρξαν κρίσεις και συγκρουόμενες προσεγγίσεις ανάμεσα στις δυο χώρες.

Μήπως τελικά υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες από τη μία ή την άλλη πλευρά ή και από τις δυο για τις υποχρεώσεις, τις ευθύνες και τα συναισθήματα που απορρέουν απ’ αυτή τη σχέση;

Άραγε όλα αυτά καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό έως σήμερα και τις, κατά περιόδους, οδυνηρές επιπτώσεις στο Κυπριακό, λόγω ακριβώς της έλλειψης εθνικής συγκροτημένης στρατηγικής;

Δεν είναι ένα θέμα που προέκυψε ξαφνικά. Να θυμίσουμε τι είχε ειπωθεί για τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος είχε δηλώσει ότι επίθεση εναντίον της Κύπρου θα εκληφθεί ως επίθεση εναντίον της Ελλάδας και είχε θεωρηθεί ως ο πρωθυπουργός που ξανάβαλε το Κυπριακό στις σωστές του διαστάσεις, ως πρόβλημα τουρκικής εισβολής και κατοχής, προβάλλοντας τον αδιαπραγμάτευτο όρο για αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων.
Όταν όμως το 1988, ο Ανδρέας Παπανδρέου υπέγραψε την Κοινή Διακήρυξη του Νταβός με τον Τούρκο ομόλογό του, Τουργκούτ Οζάλ, σκοπεύοντας στην εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, είχε κατηγορηθεί ότι «έβαλε το Κυπριακό στο ράφι» και είχε επικριθεί ακόμα και από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη μέσα στη Βουλή.

Επομένως, πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο, που, όσο διαιωνίζεται, τόσο μεγαλύτερο κόστος έχει για τον Ελληνισμό. Και δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι την κύρια ευθύνη φέρουν πάντα πρωθυπουργοί ή άλλοι πολιτικοί παράγοντες στην Ελλάδα.

Αντιθέτως, αρκετές φορές ενδεχομένως οι ευθύνες βαραίνουν περισσότερο τη Λευκωσία. Άλλωστε, να μη ξεχνάμε και την περιβόητη φράση εξ Αθηνών: «Άλλα συμφωνούμε και άλλα πράττετε».

Έστω και αργοπορημένα λοιπόν, μετά από τόσες δεκαετίες, μήπως έφτασε η ώρα να συζητηθούν με ειλικρίνεια και θάρρος, σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών (και όχι μόνο), όλες οι πτυχές αυτού του θολού τοπίου και να τεθούν όλα επί τάπητος για τις σχέσεις των δυο χωρών;

Εάν, για παράδειγμα, η αθηναϊκή ελίτ (δεξιάς και αριστεράς) πιστεύει ότι το Κυπριακό είναι πλέον βαρίδι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιδιώξει μια «αυτόνομη πορεία» για να βρεθούν λύσεις στις «διαφορές» με την Τουρκία, τότε θα πρέπει να το συζητήσει με την κυπριακή πολιτική ελίτ και να υποστηρίξει αυτή τη θέση με επιχειρήματα.

Δεν αποκλείεται ορισμένοι κύκλοι και στα δυο κράτη να βρουν «κοινά σημεία» προς αυτή την κατεύθυνση. Θα είναι και μια ευκαιρία για να διαπιστωθεί τι πραγματικά επιδιώκουν στα παρασκήνια.

Μπορεί και να έχουν τη ψευδαίσθηση ότι με τη διχοτόμηση (συνομοσπονδία – δυο κράτη) θα ησυχάσει ο Ελληνισμός από την Τουρκία και ότι εδώ που έφτασαν τα πράγματα μόνο έτσι θα προστατευτεί το υπόλοιπο μισό νησί και θα διασφαλιστούν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο.
Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, δεν χρειάζονται καν οι μεταμορφώσεις του Ερντογάν για να πειστούν οι ΗΠΑ και η ΕΕ με τις δήθεν καλοπροαίρετες προθέσεις του.

Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και αγγίζει το ιστορικό πλαίσιο του πολιτικού και κοινωνικού βίου στον ελλαδικό και ελληνοκυπριακό χώρο.

Πριν λίγο καιρό, έφυγε από τη ζωή ο κορυφαίος ποιητής, Μιχάλης Πασιαρδής. Μια θαρραλέα, λυρική, καθάρια, λογοτεχνική φωνή που εξέφρασε το πνεύμα, το ήθος και την ευθύνη της σχέσης Κύπρου – Ελλάδας.

Το ποίημά του «Είμαστε Έλληνες, 1974» (σε έξοχη μελοποίηση του Μιχάλη Χριστοδουλίδη και ερμηνεία Γιώργου Νταλάρα – Φωνητικού Συνόλου Διάσταση Λεμεσού) αποτελεί συνειδητή κραυγή και ώριμη επίγνωση του χθες και του σήμερα.

Είμαστε Έλληνες, 1974

Δεν είναι η πρώτη σας φορά
που μας πουλήσατε
το ‘χετε ξανακάνει χρόνια πριν σ’ άλλους αιώνες
όταν μας ξεπουλούσατε στους Πέρσες
κι όμως ζήσαμε κι αντέξαμε κι αντέξαμε σκλαβιές
και κούρσα και σκλαβιές τα φέραμε δεξά με την αναβροχιά

με την αναβροχιά και την ακρίδα
είμαστε Έλληνες δεν καρτερούμε τίποτα



Αγροικούμε σ’ αυτή τη γωνιά στ’ άκρο πέλαγο
στην καρδιά του πελάγους στο Σταυρό του ορίζοντα
κραυγή κι οιμωγή η Πατρίδα μου
στη μικρή μας Πατρίδα επάνω αγροικούμε

Δεν είναι η πρώτη σας φορά
που μας πουλήσατε
τώρα μας ρίξατε στους Τούρκους
το αίμα πότισε τη Γη κι αλυσοδέσατε βαριά
κι αλυσοδέσατε βαριά τον Πενταδάχτυλο
είμαστε Έλληνες δεν καρτερούμε τίποτα
απ’ την Αθήνα τίποτα

Η φωνή μας αιώνες παλιοί που δε χάθηκαν
στην καρδιά του πελάγους στο Σταυρό του ορίζοντα
κραυγή κι οιμωγή η Πατρίδα μου
τ’ όνειρό μας αιώνες που θα ‘ρθουν αγροικούμε

Είμαστε Έλληνες Έλληνες του πικρού καιρού
και της απελπισίας Έλληνες

Αγροικούμε σ’ αυτή τη γωνιά και μαχόμαστε
στην καρδιά του πελάγους στο Σταυρό του ορίζοντα
κραυγή κι οιμωγή η Πατρίδα μου
η ελπίδα ακονιέται στην Πίστη αγροικούμε

Δεν είναι η πρώτη σας φορά
που μας πουλήσατε
το ‘χετε ξανακάνει χρόνια πριν σ’ άλλους αιώνες
όταν μας ξεπουλούσατε στους Πέρσες
κι όμως ζήσαμε κι αντέξαμε σκλαβιές
και κούρσα και σκλαβιές τα φέραμε δεξά με την αναβροχιά
με την αναβροχιά και την ακρίδα

     
    Top