Του Γεωργίου Παπασίμου
Χωρίς καμία αμφιβολία, η έναρξη των διερευνητικών συνομιλιών της Τουρκίας με την Ελλάδα στην Κωνσταντινούπολη αποτέλεσαν βασικό μέσο για την προώθηση των τουρκικών στοχεύσεων, που ήταν η αποφυγή των κυρώσεων από την Ε.Ε. καθώς και η τουρκική προσέγγιση με την νέα διοίκηση Μπάιντεν. Πράγματι, χάριν αυτών, ενδυναμώθηκε ισχυρά ο φιλοτουρικικός άξονας στην Ευρώπη με πρωτεργάτη την Γερμανία για τον οριστικό ενταφιασμό των κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας, παρά το γεγονός ότι έχει κουρελιάσει το Διεθνές Δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα δύο μελών της Ε.Ε., Ελλάδος και Κύπρου. Παράλληλα, πέτυχε σε αρκετό βαθμό την λείανση των αμερικανικών πιέσεων, όπως διαφαίνεται από τη θέση του Αμερικανού υπουργού εξωτερικού στις πρόσφατες συζητήσεις με τους Ευρωπαίους ομολόγους του, ο οποίος επαναδιατύπωσε την γνωστή θέση, ότι η Τουρκία είναι σημαντικός εταίρος της Δύσης, και δεν
Και ενώ υπήρξε ανακούφιση και εφησυχασμός στην Αθήνα και στην φοβική της ελίτ, το καθεστώς Ερντογάν δεν άργησε να επανέλθει στα προ της εικονικής αναδίπλωσης του δεδομένα. Προηγήθηκε η σταδιακή αύξηση των ρητορικών επιθέσεων σε βάρος της Ελλάδος, από τους εγκαθέτους του καθεστώτος με αποκορύφωμα τις τελευταίες δηλώσεις Ερντογάν περί «τρελών Τούρκων» και έμμεσων αναφορών για επανάληψη της καταστροφής της Σμύρνης. Ακολούθησε η παράνομη Navtext για «επιστημονικές έρευνες» του στρατιωτικού σκάφους Τσεσμέ στην καρδιά του Αιγαίου και παράλληλα ανακοινώθηκε η μεγαλύτερη στρατιωτική άσκηση των τελευταίων ετών με τη συμβολική ονομασία «Γαλάζια πατρίδα» και τη συμμετοχή του μεγαλύτερου μέρους του τουρκικού πολεμικού ναυτικού και της αεροπορίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Στις μέχρι τώρα χλιαρές διπλωματικές αντιδράσεις της Αθήνας η Άγκυρα απάντησε δια της πεπατημένης. Από την μία κατασκεύασε επικοινωνιακά προ ημερών δήθεν παρενόχληση του Τσεσμέ από την πολεμική αεροπορία της Ελλάδος και από την άλλη εξέδωσε διαμαρτυρία για την πόντιση υπογείων καλωδίων στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κρήτης και Πελοποννήσου, θέλοντας να δείξει προς όλους ότι απαιτεί συγκυριαρχία στο Αιγαίο!
Μετά από αυτές τις εξελίξεις τίθεται το ερώτημα αν τελικά απέμεινε ή προσέφερε κάτι θετικό στην Ελλάδα η πολυδιαφημιζόμενη έναρξη των διερευνητικών επαφών. Η απάντηση είναι δυστυχώς αρνητική. Όχι μόνο δεν απέφερε κάτι, αλλά πιθανώς να μετατραπεί, αν δεν υπάρξουν άμεσα οι κατάλληλες πρωτοβουλίες, σε οδυνηρή ήττα για την ελληνική διπλωματικά και την θέση της χώρας μας απέναντι στην εκπεφρασμένη νεο-οθωμανική πολιτική της αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάνης και των ισχυόντων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, που αναγνωρίζει ΑΟΖ σε όλα τα νησιά.
Και αυτό γιατί:
Πρώτον, ήδη η έναρξη των διερευνητικών συνομιλιών, όπως προαναφέρθηκε, έχει επιφέρει μόνο θετικές συνέπειες για την Τουρκία (μη επιβολή κυρώσεων στην προσεχή σύνοδο του Μαρτίου και ευκολότερο πλαίσιο για την αμερικανοτουρκική προσέγγιση)
Δεύτερον, η συνέχιση τους που φημολογείται ότι θα γίνει στην Αθήνα προ της Συνόδου του Μαρτίου και της πενταμερούς σύσκεψης για το Κυπριακό υπό τον ΟΗΕ μόνο σε βάρος της χώρας μας θα λειτουργήσει δεδομένης της τουρκικής αδιαλλαξίας. Η de facto παραβίαση ακόμα και του μοναδικού όρου που έθεσε η Ελλάδα, για να προσέλθει στις συνομιλίες αυτές (απόσυρση του Oruc Reis και μη διενέργεια ερευνών) έχει ως σκοπό την διεύρυνση της τουρκικής ατζέντας (αποστρατιωτικοποίηση νησιών, γκρίζες ζώνες και εν τέλει συγκυριαρχία στο Αιγαίο). Ανεξαρτήτως, της μη ρητορικής αποδοχής αυτών των τουρκικών αιτιάσεων από την Ελλάδα, η συνέχιση των διερευνητικών επαφών μέσα σε αυτό το πλαίσι,ο που φιλοτεχνεί η Τουρκία, θα λειτουργήσει ως νομιμοποιητικός παράγοντας στη Διεθνή σκηνή, ιδιαίτερα για τις γνωστές φιλοτουρκικές ευρωπαϊκές δυνάμεις των παράνομων τουρκικών αξιώσεων. Παράλληλα, τυχόν αποδοχή αυτού του πλαισίου από τη χώρα μας θα ενισχύει την εικόνα της ως αδυνάμου και φοβικού παίχτη, υπονομεύοντας έτσι το υπό διαμόρφωση αντιτουρκικό μέτωπο (Γαλλία, Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, ΗΑΕ, Ινδία) που η ισχυροποίηση του αποτελεί το μοναδικό δρόμο για τον Ελληνισμό απέναντι στην τουρκική επεκτατικότητα στη σημερινή έντονα ρευστή γεωπολιτική κατάσταση του αναδυόμενου πολυπολικού κόσμου.
Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, η Ελλάδα οφείλει να αξιοποιήσει αυτές τις προκλητικές τουρκικές παράνομες ενέργειες εν μέσω των διερευνητικών συνομιλιών και να καταγγείλει άμεσα τις προκλήσεις αυτές στον ΟΗΕ και το ΝΑΤΟ ενημερώνοντας παράλληλα τις ΗΠΑ, την ΕΕ, αλλά και τη Ρωσία για τις επιπτώσεις αυτών. Εάν η Ελλάδα συνεχίσει να κινείται εντός του σημερινού πλαισίου, που ευνοεί αποκλειστικά και μόνο τους τουρκικούς στρατηγικούς στόχους, οι κίνδυνοι για τη χώρα θα είναι πολύ μεγαλύτεροι από αυτούς που μπορεί να προκύψουν από τις υποκριτικές προσπάθειες του φιλοτουρκικού μετώπου που θα επιχειρήσει να επιρρίψει σε αυτήν την ευθύνη του τορπιλισμού των διαπραγματεύσεων, ενώ στη πραγματικότητα αποκλειστικά υπεύθυνη για αυτό θα είναι η Τουρκία.