Τις τελευταίες δύο ημέρες στην Τουρκία φούντωσε ένα κύμα αντιδράσεων κατά του δημοκρατικού υποψηφίου για την προεδρεία των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν. Αφορμή ήταν οι δηλώσεις που έκανε κατά την διάρκεια συνέντευξής του στους New York Times, στις οποίες χαρακτήρισε τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν… δικτάτορα.
Μόνο που οι δηλώσεις αυτές έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου 2019, προτού θέσει υποψηφιότητα για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Άραγε, δεν τις είχε αντιληφθεί, τότε, η τουρκική ηγεσία; Όλους αυτούς τους μήνες, ανάμεσα στα 83 εκατ. πολιτών της Τουρκίας, δεν βρέθηκε ούτε ένας που να αναδείξει και σχολιάσει τις δηλώσεις αυτές;
Η αλήθεια είναι ότι η Τουρκική διπλωματία τις γνώριζε από την πρώτη στιγμή. Και τις «φυλούσε» για την κατάλληλη στιγμή. Κι αυτή θεώρησαν ότι ήρθε τώρα. Είχαν πληροφορηθεί ότι η συνάντηση Δένδια – Πομπέο την Παρασκευή στην Βιέννη πήγε πολύ καλύτερα απ’ ότι αναμενόταν για την ελληνική πλευρά. Έτσι, μόλις το βράδυ του Σαββάτου οριστικοποιήθηκε μετά από πολλές πιέσεις το ραντεβού Τσαβούσογλου – Πομπέο στην Δομινικανή Δημοκρατία, το καθεστώς Ερντογάν άρχισε το Colpo Grosso για να μπορέσει να γυρίσει υπέρ του την κατάσταση σε ότι αφορά το State Department.
Έτσι, με έναν βομβαρδισμό στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, τα Social Media και όπου αλλού μπορούσαν προβάλλονταν οι δηλώσεις Μπάιντεν, με την συντριπτική πλειοψηφία να «ξεχνά» ότι έγιναν τον περασμένο Δεκέμβριο. Ακόμη κι ο εκπρόσωπος της τουρκικής Προεδρείας, Ιμπραχίμ Καλίν, δεν αναφέρθηκε πουθενά στην ημερομηνία των δηλώσεων, όταν έβγαινε με πύρινες δηλώσεις να καταδικάσει τις απόψεις Μπάιντεν και να του κουνήσει απειλητικά το δάχτυλο. Το ζητούμενο ήταν να φανεί προς τον Ντόναλτν Τραμπ ότι η Τουρκία τον στηρίζει αναφανδόν κι ότι δεν θα διστάσει ακόμη και να δαιμονοποιήσει τον Μπάιντεν. Άλλωστε, η προσωπική σχέση Τραμπ – Ερντογάν είναι γνωστή.
Η Τουρκία ευελπιστούσε ότι στην συνάντηση Τσαβούσογλου – Πομπέο θα κεφαλαιοποιούσε την ολομέτωπη διήμερη επίθεση στον δημοκρατικό υποψήφιο κι ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών θα προχωρούσε σε μία άνευ όρων στήριξη της Τουρκίας, στις αυθαιρεσίες της στην Ανατολική Μεσόγειο. Φευ.
Η πολυπόθητη δήλωση στήριξης δεν ήρθε ποτέ. Μάλιστα, ίσως για πρώτη φορά, ούτε στο μήνυμα του Μάικ Πομπέο στο Twitter, ούτε στην ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν υπήρχε η αναφορά για τις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας. Κάτι που μνημονευόταν υπέρ το δέον στην αντίστοιχη ανακοίνωση μετά την συνάντηση με τον Νίκο Δένδια.
Η γλώσσα του σώματος στις δύο συναντήσεις επίσης μαρτυρά πολλά. Στην μία Δένδιας – Πομπέο κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλο, τα χαμόγελα περισσεύουν και το κλίμα δείχνει ότι έχουν συναντηθεί δύο σύμμαχοι με πραγματικά ισχυρούς δεσμούς. Κάτι που απουσίαζε παντελώς στην αντίστοιχη συνάντηση Τσαβούσογλου – Πομπέο. Θα λέγαμε ότι ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών έδειχνε να κάνει περισσότερο αγγαρεία, παρά υψηλού επιπέδου διπλωματική συνάντηση.
Προσθέστε σε όλα αυτά και την έλευση την επόμενη Τρίτη του νεότευκτου αμερικανικού ελικοπτεροφόρου USS Hershel «Woody» Williams, που αναμένεται να καταπλεύσει πιθανότατα το μεσημέρι στο κρηπίδωμα Κ-14 του ναυστάθμου στο Μαράθι και φαίνεται πώς κάτι έχει αλλάξει για τα καλά στην αμερικανική πολιτική για την Ελλάδα.
Μόνο που οι δηλώσεις αυτές έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου 2019, προτού θέσει υποψηφιότητα για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Άραγε, δεν τις είχε αντιληφθεί, τότε, η τουρκική ηγεσία; Όλους αυτούς τους μήνες, ανάμεσα στα 83 εκατ. πολιτών της Τουρκίας, δεν βρέθηκε ούτε ένας που να αναδείξει και σχολιάσει τις δηλώσεις αυτές;
Η αλήθεια είναι ότι η Τουρκική διπλωματία τις γνώριζε από την πρώτη στιγμή. Και τις «φυλούσε» για την κατάλληλη στιγμή. Κι αυτή θεώρησαν ότι ήρθε τώρα. Είχαν πληροφορηθεί ότι η συνάντηση Δένδια – Πομπέο την Παρασκευή στην Βιέννη πήγε πολύ καλύτερα απ’ ότι αναμενόταν για την ελληνική πλευρά. Έτσι, μόλις το βράδυ του Σαββάτου οριστικοποιήθηκε μετά από πολλές πιέσεις το ραντεβού Τσαβούσογλου – Πομπέο στην Δομινικανή Δημοκρατία, το καθεστώς Ερντογάν άρχισε το Colpo Grosso για να μπορέσει να γυρίσει υπέρ του την κατάσταση σε ότι αφορά το State Department.
Έτσι, με έναν βομβαρδισμό στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, τα Social Media και όπου αλλού μπορούσαν προβάλλονταν οι δηλώσεις Μπάιντεν, με την συντριπτική πλειοψηφία να «ξεχνά» ότι έγιναν τον περασμένο Δεκέμβριο. Ακόμη κι ο εκπρόσωπος της τουρκικής Προεδρείας, Ιμπραχίμ Καλίν, δεν αναφέρθηκε πουθενά στην ημερομηνία των δηλώσεων, όταν έβγαινε με πύρινες δηλώσεις να καταδικάσει τις απόψεις Μπάιντεν και να του κουνήσει απειλητικά το δάχτυλο. Το ζητούμενο ήταν να φανεί προς τον Ντόναλτν Τραμπ ότι η Τουρκία τον στηρίζει αναφανδόν κι ότι δεν θα διστάσει ακόμη και να δαιμονοποιήσει τον Μπάιντεν. Άλλωστε, η προσωπική σχέση Τραμπ – Ερντογάν είναι γνωστή.
Η Τουρκία ευελπιστούσε ότι στην συνάντηση Τσαβούσογλου – Πομπέο θα κεφαλαιοποιούσε την ολομέτωπη διήμερη επίθεση στον δημοκρατικό υποψήφιο κι ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών θα προχωρούσε σε μία άνευ όρων στήριξη της Τουρκίας, στις αυθαιρεσίες της στην Ανατολική Μεσόγειο. Φευ.
Η πολυπόθητη δήλωση στήριξης δεν ήρθε ποτέ. Μάλιστα, ίσως για πρώτη φορά, ούτε στο μήνυμα του Μάικ Πομπέο στο Twitter, ούτε στην ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν υπήρχε η αναφορά για τις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας. Κάτι που μνημονευόταν υπέρ το δέον στην αντίστοιχη ανακοίνωση μετά την συνάντηση με τον Νίκο Δένδια.
Η γλώσσα του σώματος στις δύο συναντήσεις επίσης μαρτυρά πολλά. Στην μία Δένδιας – Πομπέο κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλο, τα χαμόγελα περισσεύουν και το κλίμα δείχνει ότι έχουν συναντηθεί δύο σύμμαχοι με πραγματικά ισχυρούς δεσμούς. Κάτι που απουσίαζε παντελώς στην αντίστοιχη συνάντηση Τσαβούσογλου – Πομπέο. Θα λέγαμε ότι ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών έδειχνε να κάνει περισσότερο αγγαρεία, παρά υψηλού επιπέδου διπλωματική συνάντηση.
Προσθέστε σε όλα αυτά και την έλευση την επόμενη Τρίτη του νεότευκτου αμερικανικού ελικοπτεροφόρου USS Hershel «Woody» Williams, που αναμένεται να καταπλεύσει πιθανότατα το μεσημέρι στο κρηπίδωμα Κ-14 του ναυστάθμου στο Μαράθι και φαίνεται πώς κάτι έχει αλλάξει για τα καλά στην αμερικανική πολιτική για την Ελλάδα.