Άλλο ένα απόγευμα σαν τ’ άλλα. Σαν αυτά μιας καθημερινότητας, που μοιάζει καρμπόν σε τρεχάλα, σε πρέπει, σε χρόνους που ποτέ δεν αρκούν και φτάνοντας το απόγευμα αντιλαμβάνεσαι ασθμαίνοντας σχεδόν, ότι έφυγε άλλη μία μέρα.
Και ξαφνικά σκάει στο κινητό μου μια φωτογραφία… Κάποιος θέλει να μοιραστεί μαζί μου αυτό που εκείνη τη στιγμή βλέπουν τα μάτια του. Ένα μεγαλοπρεπές ηλιοβασίλεμα κάπου κοντά στην Αθήνα. Σε απόσταση πολύ κοντινή από το σημείο που βρίσκομαι ένας ήλιος ξεδιάντροπα βουτά στη θάλασσα και σηματοδοτεί το τέλος μιας μέρας. Ο ήλιος αυτός είναι και δικός μου. Ήταν παρέα μου όταν άνοιξα τα μάτια το ξημέρωμα κι ας μην γύρισα ούτε να τον δω, γιατί ως συνήθως βιαζόμουν.
Και τώρα αναρωτιέμαι όλο απορία που πήγε αυτός ο “αλήτης” αλλά κι η μέρα μου ολόκληρη. Που είμαι εγώ; Και προς στιγμή σταματώ ό, τι κάνω. Στέκομαι εκει στη μέση του δρόμου σαν σε καταδικασμένη ακινησία, με ένα μυαλό να στήνει πλάνα επιστροφής στο καταφύγιο-σπίτι και να μετράει χρόνους. Πάλι.
Κοιτάζω γύρω μου με παγωμένο βλέμμα τα φανάρια να αναβοσβήνουν, αυτοκίνητα κι ανθρώπους σε έναν ατέλειωτο συρμό διερχομένων, που όλο κάπου πηγαίνουν…
Και εκείνη τη στιγμή νιώθω ξαφνικά ότι θέλω να εξαφανιστώ. Να διακτινιστώ κάπου μακριά από όλους και όλα. Συνειδητοποιω τι ζωή κάνω, τι ζωή χάνω, πόσο στον αυτόματο ζω, πόσο πλην βιώνω από στιγμές, χαρές, απλές καθημερινές απολαύσεις, χωρίς βιασύνη, χωρίς ενοχή, γιατί έμεινε πίσω η υποχρέωση.
Ίσως είσαι και εσύ σαν και μένα… Ίσως και εσύ έχεις σχεδόν κονιορτοποιηθεί σε κάτι που μοιάζει ζωή, αλλά σε έχει μετατρέψει σε γρανάζι μιας μηχανής, που απλά αναπαράγει ρουτίνες με διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις κι όλο αυτό να φαντάζει και φυσικό συνάμα, γιατί έτσι σου λέει η συνήθεια σου, το πορτοφόλι σου, η ρημάδα η επιβίωσή σου.
Για πες μου τώρα, πότε είδες τελευταία φορά ένα ηλιοβασίλεμα; Πότε είχες χρόνο να αράξεις να μελετήσεις ένα λουλούδι, ένα βότσαλο, το νεύμα ενός δέντρου στον άνεμο, ένα πουλί που σκίζει τον αέρα και πετά από πάνω σου ελεύθερο, ένα σύννεφο που ακουμπά μαξιλάρι απαλό στου ουρανού το όριο;
Κάτι πάει λάθος εδώ, δε νομίζεις; Η ζωή δεν γίνεται να είναι μόνο κυνηγητό. Πρέπει κάπως κάπου να βρούμε τρόπο να χωρέσουμε λίγο από το τίποτε του απλά είμαι, της συνύπαρξης με τον εαυτό μας και τη φύση που ζούμε. Πρέπει να βρούμε χρόνο να ζήσουμε την εποχή, την ώρα, τη στιγμή. Να απολαύσουμε ένα ηλιοβασίλεμα μόνοι, παρέα με τις σκέψεις μας ή και αγκαλιά (ακόμη καλύτερα) με κάποιον αγαπημένο. Να ασπαστούμε ένα λουλούδι που θυμίζει τον κύκλο της ζωής, να σταθούμε λιγάκι να κοιτάξουμε γύρω μας με όλες τις αισθήσεις μας παρούσες.
Να μπορέσουμε να δραπετεύσουμε, με προορισμό, σχέδιο αλλά χωρίς ενοχή, όχι μόνο με το μυαλό αλλά και φυσικά, να βρεθούμε εκεί που για μας σημαίνει πραγματική ξεκούραση, κάπου διαφορετικά από το κρεβάτι που αφήνουμε κατάκοπο το σώμα μας από το κυνήγι του επιούσιου. Να θυμηθούμε επιτέλους κάποια στιγμή να ζήσουμε και όχι απλά να επιβιώσουμε…
Καταλαβαίνεις τη διαφορά ή θες να σου στείλω κι εσένα τώρα τη φωτογραφία; Η ζωή φεύγει κι εσύ απουσιάζεις. Βρες σε, βγες, μοίρασε τη μέρα σε τρεχάλα, γιατί πρέπει αλλά και ζωή, γιατί θέλω. Γιατί δεν παλεύεται αλλιώς…
Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου