Οι τελευταίοι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης
ΑΠΟ ΤΟ "PRESS-GR"
Η 29 Μαϊου αποτελεί μια μαύρη σελίδα στην ιστορία μας, αφού όπως μας έμαθαν στο σχολείο οι διδάσκοντες την ιστορία, σαν την ημέρα αυτή η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων του σουλτάνου Μωάμεθ Β' του Πορθητή, ύστερα από έναν... άνισο και ηρωικό αγώνα και πολιορκία ενός έτους από τις ορδές των Τούρκων.
Όλοι ξέρουμε ότι οι Τούρκοι μπήκαν από την Κερκόπορτα, τη γνωστή φράση Η Πόλις εάλω, ότι ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε ηρωικά μαχόμενος και ότι η Πόλη στη συνέχεια λεηλατήθηκε αβασάνιστα από τους Τούρκους και οι περισσότεροι Βυζαντινοί σφαγιάστηκαν.
Αυτό που δε γνωρίζουν οι περισσότεροι είναι ότι οι τελευταίοι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης ήταν Κρητικοί υπό την ηγεσία του Σφακιανού ναύαρχου και πλοιοκτήτη Μανούσου Καλλικράτη από τα Σφακιά.
Ο Δρουγγάριος Μανούσος Καλλικράτης λοιπόν ηγήθηκε το Μάρτιο του 1453 σώματος Κρητικών εθελοντών πολεμιστών που προσέτρεξαν στην Κωνσταντινούπολη για βοήθεια προς την άλλοτε κραταιά πρωτεύουσα του Βυζαντίου.
Ο Καλλικράτης ξεκίνησε από τα Σφακιά το Μάρτιο του 1453 στα 80 του χρόνια επικεφαλής εκστρατευτικού σώματος 1500 Κρητικών, όχι μόνο από τα Σφακιά, αλλά από όλη την Κρήτη για ανακούφιση και ενίσχυση των πολιορκημένων Βυζαντινών, που ήδη υπέφεραν πολύμηνη τουρκική πολιορκία.
Ξεκίνησαν στις 18 Μαρτίου 1453 από τη Σούδα με 5 καράβια, εκ των οποίων τα τρία ιδιοκτησίας του Καλλικράτη, που ήταν καπετάνιος και σε ένα από αυτά.
Στα υπόλοιπα καπετάνιοι ήταν ο Γρηγόρης Βατσιανός Μανάκης από τα Ασκύφου Σφακίων, ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός από την Κυδωνία Χανίων, ο Ανδρέας Μακρής από το Ρέθυμνο και ο Παυλής Καματερός από την Κίσσαμο.
Όταν μπήκαν στα Δαρδανέλια βομβαρδίστηκαν από τους Τούρκους, αλλά είχαν ελάχιστες απώλειες, ενώ σε επόμενη ναυμαχία πλέον των 10 ωρών πνίγηκαν χίλιοι Τούρκοι παρά τα 12 γιουρούσια που είχαν κάνει ενώ και οι Κρητικοί έχασαν 600 άνδρες.
Η συνολική ναυτική και στρατιωτική υποστήριξη των Κρητών έφτανε τα 1500 άτομα και επάνδρωσαν τους 3 από τους συνολικά 112 οχυρωματικούς πύργους των τειχών της Πόλης στην είσοδο του Κεράτιου κόλπου δίπλα στη δεσιά της αλυσίδας.
Οι σπουδαίοι αυτοί πολεμιστές επέδειξαν τρομερό θάρρος, ανδρεία και παληκαριά και πολεμούσαν λυσσαλέα τους μαινόμενους Τούρκους, ακόμα και μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Οθωμανοί είχαν κατακτήσει ολόκληρη την Πόλη καταλύοντας κάθε εστία αντίστασης εκτός από τους πύργους του Βασιλείου, του Λέοντος, την Ωραία Πύλη και του Αλεξίου που κρατούσαν σθεναρή αντίσταση έχοντας εξολοθρεύσει αμέτρητους Τούρκους.
Ο Μωάμεθ έμεινε εντυπωσιασμένος από την πολεμική ικανότητα των Κρητικών και τους πρότεινε να παραδοθούν στέλνοντας δύο πασάδες με λευκή σημαία, αφού ο αγώνας τους ήταν ανώφελος πλέον, με τους δικούς του όρους.
Οι Καλλικρατιανοί δέχτηκαν να παραδοθούν με τον όρο ότι θα έφευγαν αλώβητοι, χωρίς να τους πειράξουν με τον οπλισμό τους, τα υπάρχοντά τους και τα καράβια τους.
Πράγματι οι Τούρκοι δεν τους πείραξαν και οι Κρητικοί παρέλασαν συντεταγμένοι μπροστά τους γεμάτοι περηφάνεια και με την ανωτερότητα του νικητή, εφόσον δεν ηττήθηκαν στο πεδίο της μάχης, πράγμα που τους το αναγνώρισε και ο Μωάμεθ. με δόξα και τιμή.
Από τους καπετάνιους μόνο ο Καλλικράτης επέζησε και στο ταξίδι της επιστροφής τιμονιέρης του καραβιού του ήταν ο Παναγής Χαλκούσης από το Χάνδακα.
Όταν επέστρεψαν στην Κρήτη κατά τη διάρκεια των εορτασμών χορεύτηκε για πρώτη φορά ο θρυλικός χανιώτικος συρτός, ο πρώτος χορός της Κρήτης.
Αποχωρώντας οι Κρήτες μπήκαν σε δύο πλοία και έφυγαν για την Κρήτη, με την τιμή του τελευταίου ελληνικού σώματος που πολέμησε για την ελευθερία της μεγάλης πρωτεύουσας του Βυζαντίου.
Στο ταξίδι της επιστροφής θρυλείται ότι το ένα καράβι ναυάγησε ανοιχτά του Αγίου Όρους και οι εναπομείναντες επέτρεψαν το καλοκαίρι του 1453 στην Κρήτη.
Κάποιοι θα πουν ότι φουσκώνεται κάπως το γεγονός και ότι μπλέκεται ο λαϊκός μύθος με την πραγματικότητα, αλλά τα γεγονότα τα επιβεβαιώνει ο Γεώργιος Φραντζής, φίλος και σύμβουλος του Παλαιολόγου και πρωτοβεστιάριος στην Πόλη γράφοντας:
«Όταν μπήκαν οι εχθροί στην πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι, έγιναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι εθελοντές από την Κρήτη που πολέμησαν σαν λιοντάρια και σκότωσαν πολλούς Τούρκους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την Πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με τα πλοία και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους». Θέλοντας να δείξει στους δικούς του στρατιώτες ότι η αφοσίωση στο καθήκον και η αυτοθυσία αμείβεται, ώστε να παραδειγματιστούν.
Άλλωστε και οι Τούρκοι ήθελαν να πλιατσικολογήσουν εφόσον είχαν καταλάβει την Πόλη και δε θα διακινδύνευαν τη ζωή τους για μερικά όπλα που θεωρούσαν ασήμαντα και έτσι επέτρεψαν στους Καλλικρατιανούς να φύγουν αλώβητοι.
Προς τιμή του Μανούσου Καλλικράτη, δόθηκε το όνομά του σε ένα πολύ ιστορικό χωριό της επαρχίας Σφακίων, το ανατολικότερο στα σύνορα με το Ρέθυμνο, την μια είσοδο της επαρχίας που πολλές φορές κάηκε και πλήρωσε με πολύ αίμα τους αγώνες για την ελευθερία τόσο επί Τουρκοκρατίας όσο και στη γερμανική κατοχή.
Αυτό το χωριό είναι ο ιστορικός Καλλικράτης στα 540 μέτρα υψόμετρο στο οποίο έχει στηθεί ένα μεγαλοπρεπές μνημείο για το μεγάλο Μανούσο Καλλικράτη.
Συνολικά πίσω στην Κρήτη γύρισαν 170 από το αρχικό σώμα των πολεμιστών
Δόξα και τιμή στον Μανούσο Καλλικράτη και τους συμπολεμιστές του.
Όλοι ξέρουμε ότι οι Τούρκοι μπήκαν από την Κερκόπορτα, τη γνωστή φράση Η Πόλις εάλω, ότι ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε ηρωικά μαχόμενος και ότι η Πόλη στη συνέχεια λεηλατήθηκε αβασάνιστα από τους Τούρκους και οι περισσότεροι Βυζαντινοί σφαγιάστηκαν.
Αυτό που δε γνωρίζουν οι περισσότεροι είναι ότι οι τελευταίοι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης ήταν Κρητικοί υπό την ηγεσία του Σφακιανού ναύαρχου και πλοιοκτήτη Μανούσου Καλλικράτη από τα Σφακιά.
Ο Δρουγγάριος Μανούσος Καλλικράτης λοιπόν ηγήθηκε το Μάρτιο του 1453 σώματος Κρητικών εθελοντών πολεμιστών που προσέτρεξαν στην Κωνσταντινούπολη για βοήθεια προς την άλλοτε κραταιά πρωτεύουσα του Βυζαντίου.
Ο Καλλικράτης ξεκίνησε από τα Σφακιά το Μάρτιο του 1453 στα 80 του χρόνια επικεφαλής εκστρατευτικού σώματος 1500 Κρητικών, όχι μόνο από τα Σφακιά, αλλά από όλη την Κρήτη για ανακούφιση και ενίσχυση των πολιορκημένων Βυζαντινών, που ήδη υπέφεραν πολύμηνη τουρκική πολιορκία.
Ξεκίνησαν στις 18 Μαρτίου 1453 από τη Σούδα με 5 καράβια, εκ των οποίων τα τρία ιδιοκτησίας του Καλλικράτη, που ήταν καπετάνιος και σε ένα από αυτά.
Στα υπόλοιπα καπετάνιοι ήταν ο Γρηγόρης Βατσιανός Μανάκης από τα Ασκύφου Σφακίων, ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός από την Κυδωνία Χανίων, ο Ανδρέας Μακρής από το Ρέθυμνο και ο Παυλής Καματερός από την Κίσσαμο.
Όταν μπήκαν στα Δαρδανέλια βομβαρδίστηκαν από τους Τούρκους, αλλά είχαν ελάχιστες απώλειες, ενώ σε επόμενη ναυμαχία πλέον των 10 ωρών πνίγηκαν χίλιοι Τούρκοι παρά τα 12 γιουρούσια που είχαν κάνει ενώ και οι Κρητικοί έχασαν 600 άνδρες.
Η συνολική ναυτική και στρατιωτική υποστήριξη των Κρητών έφτανε τα 1500 άτομα και επάνδρωσαν τους 3 από τους συνολικά 112 οχυρωματικούς πύργους των τειχών της Πόλης στην είσοδο του Κεράτιου κόλπου δίπλα στη δεσιά της αλυσίδας.
Οι σπουδαίοι αυτοί πολεμιστές επέδειξαν τρομερό θάρρος, ανδρεία και παληκαριά και πολεμούσαν λυσσαλέα τους μαινόμενους Τούρκους, ακόμα και μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Οθωμανοί είχαν κατακτήσει ολόκληρη την Πόλη καταλύοντας κάθε εστία αντίστασης εκτός από τους πύργους του Βασιλείου, του Λέοντος, την Ωραία Πύλη και του Αλεξίου που κρατούσαν σθεναρή αντίσταση έχοντας εξολοθρεύσει αμέτρητους Τούρκους.
Ο Μωάμεθ έμεινε εντυπωσιασμένος από την πολεμική ικανότητα των Κρητικών και τους πρότεινε να παραδοθούν στέλνοντας δύο πασάδες με λευκή σημαία, αφού ο αγώνας τους ήταν ανώφελος πλέον, με τους δικούς του όρους.
Οι Καλλικρατιανοί δέχτηκαν να παραδοθούν με τον όρο ότι θα έφευγαν αλώβητοι, χωρίς να τους πειράξουν με τον οπλισμό τους, τα υπάρχοντά τους και τα καράβια τους.
Πράγματι οι Τούρκοι δεν τους πείραξαν και οι Κρητικοί παρέλασαν συντεταγμένοι μπροστά τους γεμάτοι περηφάνεια και με την ανωτερότητα του νικητή, εφόσον δεν ηττήθηκαν στο πεδίο της μάχης, πράγμα που τους το αναγνώρισε και ο Μωάμεθ. με δόξα και τιμή.
Από τους καπετάνιους μόνο ο Καλλικράτης επέζησε και στο ταξίδι της επιστροφής τιμονιέρης του καραβιού του ήταν ο Παναγής Χαλκούσης από το Χάνδακα.
Όταν επέστρεψαν στην Κρήτη κατά τη διάρκεια των εορτασμών χορεύτηκε για πρώτη φορά ο θρυλικός χανιώτικος συρτός, ο πρώτος χορός της Κρήτης.
Αποχωρώντας οι Κρήτες μπήκαν σε δύο πλοία και έφυγαν για την Κρήτη, με την τιμή του τελευταίου ελληνικού σώματος που πολέμησε για την ελευθερία της μεγάλης πρωτεύουσας του Βυζαντίου.
Στο ταξίδι της επιστροφής θρυλείται ότι το ένα καράβι ναυάγησε ανοιχτά του Αγίου Όρους και οι εναπομείναντες επέτρεψαν το καλοκαίρι του 1453 στην Κρήτη.
Κάποιοι θα πουν ότι φουσκώνεται κάπως το γεγονός και ότι μπλέκεται ο λαϊκός μύθος με την πραγματικότητα, αλλά τα γεγονότα τα επιβεβαιώνει ο Γεώργιος Φραντζής, φίλος και σύμβουλος του Παλαιολόγου και πρωτοβεστιάριος στην Πόλη γράφοντας:
«Όταν μπήκαν οι εχθροί στην πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι, έγιναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι εθελοντές από την Κρήτη που πολέμησαν σαν λιοντάρια και σκότωσαν πολλούς Τούρκους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την Πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με τα πλοία και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους». Θέλοντας να δείξει στους δικούς του στρατιώτες ότι η αφοσίωση στο καθήκον και η αυτοθυσία αμείβεται, ώστε να παραδειγματιστούν.
Άλλωστε και οι Τούρκοι ήθελαν να πλιατσικολογήσουν εφόσον είχαν καταλάβει την Πόλη και δε θα διακινδύνευαν τη ζωή τους για μερικά όπλα που θεωρούσαν ασήμαντα και έτσι επέτρεψαν στους Καλλικρατιανούς να φύγουν αλώβητοι.
Προς τιμή του Μανούσου Καλλικράτη, δόθηκε το όνομά του σε ένα πολύ ιστορικό χωριό της επαρχίας Σφακίων, το ανατολικότερο στα σύνορα με το Ρέθυμνο, την μια είσοδο της επαρχίας που πολλές φορές κάηκε και πλήρωσε με πολύ αίμα τους αγώνες για την ελευθερία τόσο επί Τουρκοκρατίας όσο και στη γερμανική κατοχή.
Αυτό το χωριό είναι ο ιστορικός Καλλικράτης στα 540 μέτρα υψόμετρο στο οποίο έχει στηθεί ένα μεγαλοπρεπές μνημείο για το μεγάλο Μανούσο Καλλικράτη.
Συνολικά πίσω στην Κρήτη γύρισαν 170 από το αρχικό σώμα των πολεμιστών
Δόξα και τιμή στον Μανούσο Καλλικράτη και τους συμπολεμιστές του.
Φωτογραφία: Το μνημείο του Μανούσου Καλλικράτη στο ομώνυμο χωριό των Σφακίων.