Το πρώτο που θα πρέπει να τσεκάρεις τουλάχιστον μια φορά το μήνα, είναι αν υπάρχει κάποια ρωγμή στην εξωτερική επιφάνεια του ελαστικού.
Μήπως εν όψει χριστουγεννιάτικων διακοπών (και διαδρομών) σκέφτεσαι ν' αλλάξεις λάστιχα στο αυτοκίνητό σου; Πριν αρχίσεις να κόβεις από το μπάτζετ (και, προφανώς, τις ημέρες) των διακοπών σου προκειμένου να επενδύσεις στην οδηγική σου ασφάλεια, καλό θα ήταν να γνωρίζεις ότι, τελικά, ο κανόνας που λέει ότι θα πρέπει ν' αλλάζεις τα ελαστικά του αυτοκινήτου σου όπωσδήποτε κάθε τέσσερα χρόνια ίσως και να μην είναι απόλυτα σωστός. Σύμφωνα με τους ειδικούς, με την κατάλληλη προστασία, φροντίδα και περιποίηση, η ζωή των ελαστικών του αυτοκινήτου σου μπορεί να φτάσει ακόμη και τα δέκα χρόνια.
Για την ακρίβεια, ο γενικός κανόνας αναφέρει ότι η «ζωή» του ελαστικού από τη στιγμή που θα ξεκινήσει να χρησιμοποιείται μπορεί να φτάσει ως τα έξι χρόνια, ενώ στις απόλυτα ελεγχόμενες συνθήκες κάποιου αποθηκευτικού χώρου, μπορούν να παραμείνουν λειτουργικά και αξιοποιήσιμα μέχρι και για δέκα χρόνια.
Όλα αυτά, βέβαια, στη θεωρία. Γιατί στην πράξη, η ποιότητα κι, εν τέλει, η μακροζωία ενός ελαστικού εξαρτάται άμεσα από παράγοντες όπως η έκθεσή του στην υπεριώδη ακτινοβολία, στο όζον, τις απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας και, φυσικά, από τον τρόπο που οδηγείς.
Παρόλα αυτά, ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για να είσαι απόλυτα βέβαιος ότι τα «παπούτσια» του αυτοκινήτου σου εξακολουθούν να είναι σε καλή κατάσταση (άρα, σε θέση να σου παρέχουν την απαιτούμενη ασφάλεια στις μετακινήσεις σου) είναι ο προσεκτικός, προσωπικός έλεγχος.
Ως εκ τούτου, το πρώτο που θα πρέπει να τσεκάρεις τουλάχιστον μια φορά το μήνα είναι αν υπάρχει κάποια ρωγμή στην εξωτερική επιφάνεια του ελαστικού (η οποία, φερ' ειπείν, μπορεί να οφείλεται είτε στην έκθεσή του στην ηλιακή ακτινοβολία, είτε στο γεγονός ότι δεν είναι φουσκωμένο επαρκώς). Εξίσου σημαντικός είναι ο τακτικός έλεγχος των δεικτών φθοράς που βρίσκονται ενωσματωμένοι στο πάλμα του ελαστικου (αλλιώς, «μπάρες φθοράς»).
Για έναν έλεγχο στα γρήγορα, το πιο γνωστό και δοκιμασμένο κόλπο είναι ο λεγόμενος «έλεγχος του κέρματος».
Ένα ακόμη σημείο που πρέπει να ελέγχεται είναι άλλο από το πέλμα του ελαστικού αυτό καθαυτό. Για έναν έλεγχο στα γρήγορα, το πιο γνωστό και δοκιμασμένο κόλπο είναι ο λεγόμενος «έλεγχος του κέρματος», κατά τον οποίο βυθίζουμε ένα μικρό κέρμα (των δέκα σεντς, πχ) στις αυλακώσεις του ελαστικού: Στην περίπτωση που το κέρμα βυθίζεται λιγότερο από το ένα τέταρτο του μεγέθους του, έχει φτάσει η ώρα για ν' αλλάξεις ελαστικά. Αν θέλεις μεγαλύτερη ακρίβεια στη μέτρησή σου, τότε θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις το ειδικό γκατζετάκι που υπάρχει σχεδόν σε όλα τα πρατήρια καυσίμων. Ενημερωτικά, αν το βάθος που μετράς έχει φτάσει στο 1/16 της ίντσας, τότε ναι, έχει όντως φτάσει η ώρα ν' αλλάξεις «πατούμενα».
Επιπλέον, μην ξεχνάς να ελέγχεις και την πίεση των ελαστικών -για τα «στάνταρ» ελαστικά που «φορούν» τα περισσότερα επιβατηγά αυτοκίνητα, η σωστή πίεση αυτή είναι τα 32 psi (σ.σ. λίβρες ανά τετραγωνική ίντσα). Με αυτό το δεδομένο, καλό θα ήταν να γνωρίζεις ότι τα περισσότερα ελαστικά «χάνουν» υπό κανονικές συνθήκες περίπου 1 psi το μήνα από το τελευταίο τους φούσκωμα, ενώ η εσωτερική τους πίεση επηρεάζεται άμεσα και από τη θερμοκρασία περιβάλλοντος. Μάλιστα, επειδή ακριβώς ο αέρας διαστέλλεται όταν ζεσταίνεται, είναι σκόπιμο κατά τους καλοκαιρινούς, πιο θερμούς μήνες του έτους, τα λάστιχα του αυτοκινήτου να έχουν λίγο χαμηλότερη πίεση (άρα, να είναι και λίγο πιο ξεφούσκωτα) σε σχέση με τους χειμερινούς.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, λοιπόν, η καλύτερη ώρα για να ελέγξεις την πίεση των ελαστικών του αυτοκινήτου σου είναι νωρίς το πρωί, προτού, δηλαδή, ανέβει η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ή, ακόμη χειρότερα, πριν αρχίσει να τα «βλέπει» ο ήλιος.
Τέλος, όσον αφορά τη σωστή αποθήκευσή ενός σετ ελαστικών, δεν έχει καμία απολύτως σημασία αν επιλέξεις να τα φυλάξεις τοποθετώντας το ένα πάνω στο άλλο, σε κάποια ειδική θήκη ή ακόμη και «φορεμένα» πάνω σε κάποιο αυτοκίνητο. Βλέπεις, το μόνο που έχει σημασία εδώ είναι να μην βρίσκονται εκτεθειμένα στο φως του ήλιου και την ατμοσφαιρική ρύπανση (ελέω όζοντος) αλλά και μακριά από τις απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας.
Ένα ακόμη σημείο που πρέπει να ελέγχεται είναι άλλο από το πέλμα του ελαστικού αυτό καθαυτό. Για έναν έλεγχο στα γρήγορα, το πιο γνωστό και δοκιμασμένο κόλπο είναι ο λεγόμενος «έλεγχος του κέρματος», κατά τον οποίο βυθίζουμε ένα μικρό κέρμα (των δέκα σεντς, πχ) στις αυλακώσεις του ελαστικού: Στην περίπτωση που το κέρμα βυθίζεται λιγότερο από το ένα τέταρτο του μεγέθους του, έχει φτάσει η ώρα για ν' αλλάξεις ελαστικά. Αν θέλεις μεγαλύτερη ακρίβεια στη μέτρησή σου, τότε θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις το ειδικό γκατζετάκι που υπάρχει σχεδόν σε όλα τα πρατήρια καυσίμων. Ενημερωτικά, αν το βάθος που μετράς έχει φτάσει στο 1/16 της ίντσας, τότε ναι, έχει όντως φτάσει η ώρα ν' αλλάξεις «πατούμενα».
Επιπλέον, μην ξεχνάς να ελέγχεις και την πίεση των ελαστικών -για τα «στάνταρ» ελαστικά που «φορούν» τα περισσότερα επιβατηγά αυτοκίνητα, η σωστή πίεση αυτή είναι τα 32 psi (σ.σ. λίβρες ανά τετραγωνική ίντσα). Με αυτό το δεδομένο, καλό θα ήταν να γνωρίζεις ότι τα περισσότερα ελαστικά «χάνουν» υπό κανονικές συνθήκες περίπου 1 psi το μήνα από το τελευταίο τους φούσκωμα, ενώ η εσωτερική τους πίεση επηρεάζεται άμεσα και από τη θερμοκρασία περιβάλλοντος. Μάλιστα, επειδή ακριβώς ο αέρας διαστέλλεται όταν ζεσταίνεται, είναι σκόπιμο κατά τους καλοκαιρινούς, πιο θερμούς μήνες του έτους, τα λάστιχα του αυτοκινήτου να έχουν λίγο χαμηλότερη πίεση (άρα, να είναι και λίγο πιο ξεφούσκωτα) σε σχέση με τους χειμερινούς.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, λοιπόν, η καλύτερη ώρα για να ελέγξεις την πίεση των ελαστικών του αυτοκινήτου σου είναι νωρίς το πρωί, προτού, δηλαδή, ανέβει η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ή, ακόμη χειρότερα, πριν αρχίσει να τα «βλέπει» ο ήλιος.
Τέλος, όσον αφορά τη σωστή αποθήκευσή ενός σετ ελαστικών, δεν έχει καμία απολύτως σημασία αν επιλέξεις να τα φυλάξεις τοποθετώντας το ένα πάνω στο άλλο, σε κάποια ειδική θήκη ή ακόμη και «φορεμένα» πάνω σε κάποιο αυτοκίνητο. Βλέπεις, το μόνο που έχει σημασία εδώ είναι να μην βρίσκονται εκτεθειμένα στο φως του ήλιου και την ατμοσφαιρική ρύπανση (ελέω όζοντος) αλλά και μακριά από τις απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας.