Οι αλλαγές στο σύστημα των εξετάσεων, σε συνδυασμό με τον μικρότερο βαθμό δυσκολίας των φετινών θεμάτων αλλάζουν το τοπίο στις βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια - Τί εκτιμά εκπαιδευτικός αναλυτής...
«Σφαγή» αριστούχων- υποψηφίων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση αναμένεται φέτος, αφού τα πρώτα στοιχεία από τα βαθμολογικά κέντρα δείχνουν ότι τα ευκολότερα, σε σχέση μέ περσι, θέματα των πανελληνίων εξετάσεων, έχουν ως αποτέλεσμα περισσότεροι μαθητές να έχουν γράψει κοντά στο άριστα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μαθητές με υψηλή βαθμολογία μπορεί να μην καταφέρουν να περάσουν στις λεγόμενες περιζήτητες σχολές, αφού εκεί η εισαγωγή θα κριθεί στον... πόντο.
Ομως, στις βάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση διαμορφώνεται φέτος νέο τοπίο, λόγω των αλλαγών που έχουν επέλθει στο σύστημα εισαγωγής. Ετσι, οι βάσεις δεν θα είναι συγκρίσιμες με τις αντίστοιχες περσινές, αφού η αναδιάρθωση των επιστημονικών πεδίων, τα λιγότερα εξεταζόμενα μαθήματα, το γεγονός ότι πλέον δεν θα προσμετράται ο προφορικός βαθμός του σχολείου είναι νέα δεδομένα. Επιπλέον, καθώς οι πανελλαδικές εξετάσεις φθάνουν στην ολοκλήρωσή τους, τα πρώτα στοιχεία από τα βαθμολογικά κέντρα δείχνουν ότι οι συνολικά οι επιδόσεις των μαθητών είναι καλύτερες από πέρσι, σε συνδυασμό, βεβαίως, με το μικρότερο βαθμό δυσκολίας των θεμάτων, φέτος.
Ειδικότερα και σύμφωνα με ένα πρώτο δείγμα βαθμολογιών οι υποψήφιοι φέτος έχουν γράψει καλύτερα από πέρσι και το ποσοστό των αριστούχων είναι μεγαλύτερο. Ετσι, μεγάλος αναμένεται να διατηρηθεί και φέτος ο ανταγωνισμός για τις λεγόμενες περιζήτητες σχολές (Νομικές, Ιατρικές, Πολυτεχνείο κ.λπ.), ενώ στα περισσότερα επιστημονικά πεδία οι μεσαίες σχολές θα έχουν μικρή αύξηση ή θα παραμείνουν στα περσινά επίπεδα. Μιλάμε, ουσιαστικά για διαμόρφωση βάσεων τριών ταχυτήτων.
Τις εκτιμήσεις του για την πορεία των βάσεων, που στηρίζονται σε συγκεκριμένες παραμέτρους, παρουσιάζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο εκπαιδευτικός αναλυτής Χρήστος Κάτσικας.
Αναλυτικά, το κείμενο του κ. Κάτσικα έχει ως εξής:
«Οι βάσεις εισαγωγής του 2016 δεν είναι συγκρίσιμες με τις περσινές, αφού η αναδιάρθρωση των επιστημονικών πεδίων, τα λιγότερα εξεταζόμενα μαθήματα και η απουσία της προσμέτρησης των προφορικών σχολικών βαθμών θα φέρουν μεγάλες ανατροπές που ενισχύονται από τις καλύτερες φετινές επιδόσεις.
Η ανίχνευση του "πώς θα κινηθούν φέτος οι βάσεις" στηρίζεται, ουσιαστικά, στην εξέταση τριών βασικών παραγόντων που λειτουργούν ως "πύργος ελέγχου" του σκαμπανεβάσματος των βάσεων και πριμοδοτούν τις "καταδύσεις" ή τις "αναρριχήσεις" τους.
Αναφερόμαστε, βεβαίως, στις συντεταγμένες της διαμόρφωσης των βάσεων, που είναι:
α. Ο "βαθμός δυσκολίας - ευκολίας" των θεμάτων και οι επιδόσεις των υποψηφίων σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές και ιδιαίτερα σε σχέση με την τελευταία χρονιά με την οποία γίνονται οι βασικές συγκρίσεις.
β. Ο αριθμός των υποψηφίων σε σχέση με τον αριθμό των εισακτέων που κάθε χρόνο παίζει τον ρόλο του "πασπαρτού" για τις βάσεις των πέντε Επιστημονικών Πεδίων.
γ. Η σχέση ζήτησης - προσφοράς θέσεων, δηλαδή, ο αριθμός των υποψηφίων που εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στις "σχολές κύρους" ή στις "σχολές περιορισμένης ζήτησης" και οι προσφερόμενες θέσεις στις παραπάνω σχολές.
Οι δύο πρώτοι παράγοντες προδιαγράφουν, κυρίως, το "πατρόν" των γενικών βάσεων εισαγωγής στα πέντε Επιστημονικά Πεδία, ενώ ο άλλος παράγοντας (γ), κυρίως, "ξεναγεί" τους υποψηφίους στις "πίστες" των βάσεων κάθε Τμήματος Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ στα όρια των Επιστημονικών Πεδίων.
Η ζήτηση των τμημάτων
Όσον αφορά τη ζήτηση των τμημάτων από τη μεριά των υποψηφίων δεν αναμένεται διαφοροποίηση σε σχέση με πέρσι. Η επιμονή μεγάλου τμήματος των υποψηφίων σε σχολές της περιοχής που κατοικοεδρεύουν (λόγω της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης που εκτός των άλλων έχει μειώσει και τις προσδοκίες για αντιστοίχηση κάποιων σχολών με επαγγελματική αποκατάσταση), θα συνεχιστεί και φέτος ενώ από την άλλη όλα τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας φανερώνουν ότι δεν έχει αναδειχθεί καμιά σχολή ή ομάδα σχολών στις οποίες να επικεντρώνεται το ενδιαφέρον των υποψηφίων με διαφορετικούς όρους σε σχέση με πέρυσι.
Μεγάλος θα είναι και φέτος ο ανταγωνισμός των υποψηφίων για τις λεγόμενες περιζήτητες σχολές. Ενδεικτικό του ανταγωνισμού, είναι το γεγονός ότι, στις τελευταίες Πανελλαδικές Εξετάσεις, στις 30 πιο δημοφιλείς σχολές οι πρώτες προτιμήσεις ανήλθαν σε 21.476, οι προσφερόμενες θέσεις δεν ξεπέρασαν τις 3.735, ενώ μόλις το 17,39% κατόρθωσε να κατοχυρώσει μια θέση σε αυτές.
Νομικές, Πολυτεχνικές, Ιατρικές και Στρατιωτικές Σχολές μαζί με συγκεκριμένα οικονομικά τμήματα (το τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθήνας), τα τμήματα Ψυχολογίας Αθήνας και Θεσσαλονίκης και το τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της Αθήνας. θα τρυγήσουν και φέτος την αφρόκρεμα των πρώτων προτιμήσεων των υποψηφίων και από αυτή την άποψη ο παράγοντας ζήτηση δεν μπορεί να γίνει ο τροχονόμος της κίνησης των βάσεων εισαγωγής όπως παλιότερα.
Η ακτινογραφία του αριθμού των εισακτέων
Σχετικά με το φετινό αριθμό των εισακτέων στα ΑΕΙ για το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 αυτός είναι αυξημένος κατά 1.640 θέσεις λόγω της αύξησης που σημειώνεται στους εισακτέους των ΤΕΙ, ενώ στα Πανεπιστήμια έχουμε μικρή μείωση 345 θέσεων.
Στην πλειονότητα των Τμημάτων ο αριθμός των εισακτέων παρέμεινε αμετάβλητος, αν και αυτό αφορά κυρίως τα Πανεπιστήμια και όχι τα ΤΕΙ. Συγκεκριμένα σε 232 Τμήματα ο αριθμός δεν άλλαξε συγκριτικά με το 2015-2016, ενώ αύξηση εισακτέων έχουμε σε 161 Τμήματα με τα 117 εξ αυτών να είναι Τμήματα των ΤΕΙ και μείωση σε 50 Τμήματα.
Η μεγαλύτερη αύξηση εισακτέων στα Πανεπιστήμια παρατηρείται στο τμήμα Πληροφορικής και Τηλεματικής του Χαροκοπείου καθώς οι εισακτέοι αυξάνονται κατά 30 συγκριτικά με το προηγούμενο έτος και το ποσοστό της αύξησης διαμορφώνεται στο 42,86%. Ακολουθεί το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων με αύξηση 20 ποσοστιαίων μονάδων ενώ το Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης περιλαμβάνεται στον πίνακα των Τμημάτων με τη μεγαλύτερη αύξηση εισακτέων καθώς το συναντάμε στην τρίτη θέση με ποσοστό αύξησης 20%.
Ο βαθμός ευκολίας/δυσκολίας των φετινών θεμάτων
Είναι φανερό ότι ο δημόσιος λόγος περί εύκολων ή δύσκολων θεμάτων έχει κάποια αξία μόνο σαν συγκριτικό στοιχείο καθώς για τη διαμόρφωση των βάσεων (άνοδος ή κάθοδος σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά) έχει σημασία όχι το «τι» έγραψαν γενικά οι υποψήφιοι, αλλά το «τι» έγραψαν σε σχέση με τους υποψήφιους της προηγούμενης χρονιάς. Στο σημείο όμως αυτό δεν υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία καθώς φέτος κάνει το «ντεμπούτο» του το νέο σύστημα πρόσβασης στο οποίο έχουμε διαφορετικά επιστημονικά πεδία, διαφορετική κατανομή των υποψηφίων, λιγότερα μαθήματα, διαφορετικό υπολογισμό των μορίων και μη συμμετοχή του προφορικού βαθμού στον υπολογισμό της τελικής βαθμολογίας.
Με βάση ένα δείγμα 14.000 βαθμολογιών από τα εξεταζόμενα μαθήματα Νεοελληνική Γλώσσα, Μαθηματικά Κατεύθυνσης, Μαθηματικά Γενικής Παιδείας, Αρχαία, Φυσική και Ιστορία, (δείγμα που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σε καμιά περίπτωση αντιπροσωπευτικό ωστόσο φανερώνει κάποιες τάσεις) καταλήγουμε στα παρακάτω συμπεράσματα:
Οι επιδόσεις στην πλειονότητα εξετασθέντων μαθημάτων φαίνεται να είναι καλύτερες σε σχέση με πέρυσι.
Είναι εμφανές ότι φέτος, μικρότερο ποσοστό υποψηφίων (σε σχέση με πέρυσι) θα βρίσκεται κάτω από τη βάση ενώ αναμένεται μεγάλη συγκέντρωση υποψηφίων με βαθμολογίες μεταξύ 11 και 15.
Οι αριστούχοι (βαθμολογία 18-20) θα είναι περισσότεροι φέτος από πέρυσι σε όλες τις Κατευθύνσεις
Τα μαθήματα που δυσκόλεψαν φέτος τους υποψήφιους και θα έχουν σχετικά μεγάλα ποσοστά αποτυχίας φέτος αναμένεται να είναι τα Μαθηματικά, τα Αρχαία, η Ιστορία και η Βιολογία. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση τα ποσοστά υποψηφίων με βαθμούς κάτω από τη βάση σε σχέση με πέρσι θα είναι μικρότερα
Σχετικά με την κίνηση των βάσεων εισαγωγής
Στα πλαίσια αυτά σε γενικές γραμμές τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί φανερώνουν τα παρακάτω:
1. Η αφαίρεση, κατά τον υπολογισμό της βαθμολογίας, των προφορικών βαθμών οι οποίοι έδιναν πριμ 600 μορίων στο σύνολο σχεδόν των υποψηφίων, πριμοδοτούν την πτώση των βάσεων
2. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και το γεγονός ότι στο νέο σύστημα πρόσβασης έχει αποδυναμωθεί η βαρύτητα των δύο Μαθημάτων Αυξημένης Βαρύτητας.
3. Το μεγαλύτερο ποσοστό φετινών βαθμολογιών πάνω από τη βάση σε σχέση με πέρσι είναι σαφώς παράγοντας ανόδου των βάσεων των χαμηλών και μεσαίων σχολών.
4. Αν πάρουμε υπόψη το 1, το 2 και το 3 μπορούμε να μιλήσουμε για βάσεις τριών ταχυτήτων που σημαίνει: Πρώτον ότι οι περισσότερες χαμηλόβαθμες σχολές όλων των Πεδίων θα γίνουν πιο απαιτητικές στις βάσεις εισαγωγής τους. Δεύτερον ότι στα περισσότερα Πεδία οι μεσαίες σχολές θα έχουν μικρή αύξηση ή θα παραμείνουν στα περσινά Πεδία. Τρίτον ότι οι υψηλόβαθμες σχολές θα κινήσουν τις βάσεις εισαγωγής τους, στη μεγάλη τους πλειοψηφία στα περσινά επίπεδα και με μικρή άνοδο σε κάποιες περιπτώσεις
5. Παράλληλα οφείλουμε να πάρουμε υπόψη μας και ορισμένα άλλα σημαντικά στοιχεία που αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην κίνηση των βάσεων καθώς αφορούν στη σχέση αριθμός υποψηφίων - αριθμός θέσεων εισακτέων μέσα στα όρια των Επιστημονικών Πεδίων. Ας ανιχνεύσουμε αυτή τη σχέση και το ρόλο της στην κίνηση των βάσεων εισαγωγής στα δυο μεγαλύτερα Επιστημονικά Πεδία, των ανθρωπιστικών σπουδών και των θετικών επιστημών. Οι υποψήφιοι των ανθρωπιστικών σπουδών με το νέο σύστημα πρόσβασης είναι λίγο λιγότεροι από πέρσι (37,8% των υποψηφίων φέτος ενώ πέρυσι αποτελούσαν το 40,54 των υποψηφίων), αλλά παράλληλα φέτος έχουν πολύ λιγότερες επιλογές από πέρυσι. Αυτό σημαίνει ότι οι φετινοί υποψήφιοι του μεγαλύτερου Πεδίου (των ανθρωπιστικών σπουδών) εφόσον η συντριπτική τους πλειονότητα δεν δηλώσει 5ο μάθημα θα έχουν δυσμενέστερους όρους πρόσβασης από τους περσινούς του ίδιου Πεδίου καθώς θα τους αντιστοιχούν αρκετές λιγότερες θέσεις. Αντίθετα οι υποψήφιοι του δεύτερου μεγαλύτερου Επιστημονικού Πεδίου, των θετικών επιστημών, (35,8% των υποψηφίων), καθώς έχουν πρόσβαση στις σχολές του 2ου και του 3ου πεδίου (δηλαδή διεκδικούν περίπου 24.000 θέσεις), αναμένεται να έχουν σημαντικά μεγαλύτερες ευκαιρίες πρόσβασης.
6. Για τις σχολές επιστημών εκπαίδευσης, η πτώση είναι δεδομένη λόγω της μείωσης του αριθμού υποψηφίων και της απώλειας του bonus των προφορικών».