Με βάση το παραπάνω μοντέλο, τα παράλληλα σύμπαντα απέχουν κατά μια συγκεκριμένη απόσταση μέσα σε αυτόν τον υπερχώρο, ενώ δεν ανταλλάσσουν σωματίδια, αφού αυτά δεν μπορούν να κινηθούν στην πέμπτη διάσταση (φωτογραφία αρχείου).

Σημάδια που θα «πρόδιδαν» την παρουσία ενός «γειτονικού» παράλληλου σύμπαντος, αναζητούν φυσικοί από το βελγικό Πανεπιστήμιο της Ναμίρ, σε συνεργασία με συναδέλφους τους από το πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ στη Γαλλία. Γι’ αυτό τον σκοπό, η ομάδα έχει εγκαταστήσει στην Γκρενόμπλ έναν ανιχνευτή νετρονίων, ο οποίος από τις ιδιότητες αυτών των στοιχειωδών σωματιδίων θα μπορούσε να επαληθεύσει, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες, την ύπαρξη του παράλληλου «κόσμου» που βρίσκεται πλησιέστερα στο δικό μας σύμπαν.

Στο «στόχαστρο» της ομάδας βρίσκεται η κοσμολογική υπόθεση που προέκυψε από τη Θεωρία-Μ, μία θεωρία που προσπαθεί να «συμφιλιώσει» την κβαντομηχανική με τη Γενική Σχετικότητα υποστηρίζοντας πως υπάρχουν περισσότερες διαστάσεις από τις τέσσερις για τον χώρο και τη μία για τον χρόνο, με τις οποίες είμαστε όλοι εξοικειωμένοι.

Από τη Θεωρία-Μ προκύπτει πως το ίδιο το σύμπαν μας ίσως είναι μία τετραδιάστατη οντότητα («βράνη») που «επιπλέει» σε έναν πενταδιάστατο υπερχώρο, με τον ίδιο τρόπο που στην καθημερινότητά μας ένα δισδιάστατο φύλλο χαρτιού υπάρχει στον τρισδιάστατο συμβατικό χώρο. Και μάλιστα, σε αυτό τον υπερχώρο «συγκατοικεί» με άλλες ανάλογες τετραδιάστες οντότητες («βράνες»), δηλαδή παράλληλα σύμπαντα.

Με βάση το παραπάνω μοντέλο, τα παράλληλα σύμπαντα απέχουν κατά μια συγκεκριμένη απόσταση μέσα σε αυτόν τον υπερχώρο, ενώ δεν ανταλλάσσουν σωματίδια, αφού αυτά δεν μπορούν να κινηθούν στην πέμπτη διάσταση. Επομένως, ο μόνος τρόπος που αλληλεπιδρούν οι βράνες είναι η βαρύτητα, η οποία δρα στον υπερχώρο.

Όμως η γαλλοβελγική ομάδα υποστηρίζει πως, αν και όντως τα σωματίδια μίας βράνης είναι κατά κανόνα εγκλωβισμένα σε αυτήν, λόγω ενός φαινομένου της κβαντομηχανικής («φαινόμενο σήραγγας»), ένας πολύ μικρός αριθμός θα πρέπει να μπορούν να «διαφύγουν» από το σύμπαν τους στην πλησιέστερη βράνη. Μάλιστα, πρώτα σε αυτές τις «αποδράσεις» είναι τα νετρόνια, τα οποία δεν έχουν φορτίο και επομένως δεν υπόκεινται σε ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις.

Ο ανιχνευτής του πειράματος βρίσκεται λίγα μέτρα από τον ερευνητικό πυρηνικό αντιδραστήρα του Ινστιτούτου Laue-Langevin (ILL) στην Γκρενόμπλ, καταγράφοντας τα νετρόνια που παράγονται από τις πυρηνικές διασπάσεις. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, τα περισσότερα νετρόνια παραμένουν παγιδευμένα στη «βράνη» μας, ξεκινώντας από τον αντιδραστήρα και καταλήγοντας στον ανιχνευτή.

Ωστόσο, με βάση την υπόθεσή τους, ένας πολύ μικρός αριθμός των σωματιδίων του αντιδραστήρα «δραπετεύουν» στο πλησιέστερο παράλληλο σύμπαν και μετά επιστρέφουν ξανά στον «κόσμο» μας. Έτσι αυτή η πρόσκαιρη «απόδραση» θα επηρεάσει την κυματοσυνάρτησή τους και επομένως τις ιδιότητές τους.

Πηγή

 
Top