Το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου του 1957, ο αστυνομικός Σλέι μπήκε στην αποθήκη του Εντ Γκιν, στο Λακρός του Γουίσκόνσιν.
Ερευνούσε την εξαφάνιση της ηλικιωμένης Μπερνίς Γουόρντεν.
Αυτό που αντίκρισε στο σκοτάδι, θα του προκαλούσε εφιάλτες για την υπόλοιπη ζωή του.
Μία γυναίκα ήταν κρεμασμένη ανάποδα απ’ το ταβάνι.
Ήταν αποκεφαλισμένη και της είχαν αφαιρέσει τα εντόσθια.
Στην αρχή νόμιζε ότι ήταν ελάφι, που το έγδερναν για να το φάνε.
Μετά κατάλαβε ότι ήταν το σώμα της Μπερνίς Γουόρντεν.
Οι υπόλοιποι αστυνομικοί ερευνούσαν το σπίτι του Γκιν, το οποίο ήταν ακατάστατο.
Οι αστυνομικοί σκόνταφταν σε πεταμένα αντικείμενα και έπιπλα.
Όταν συνήθισαν το σκοτάδι κατάφεραν να δουν καλύτερα το φρικτό περιβάλον.
Μπολ φτιαγμένα από κρανία, καρέκλες επενδυμένες με ανθρώπινο δέρμα, κολιέ από γυναικείες θηλές, διακοσμητικά με γυναικεία χείλια, μάσκες φτιαγμένες με δέρμα από πρόσωπο ανθρώπου.
Υπήρχαν δέκα κεφάλια γυναικών και κάποιος είχε αφαιρέσει το «σκαλπ», όπως έκαναν οι Ινδιάνοι.
Ένα ξύλινο κουτί περιείχε τα γεννητικά όργανα εννιά γυναικών.
Μέσα σε ένα τηγάνι στην κουζίνα, βρισκόταν η καρδιά της Μπερνίς Γουόρντεν και το κεφάλι της ήταν σε ένα υφασμάτινο σάκο.
Σε μια χάρτινη σακούλα βρισκόταν το κεφάλι της Μαίρης Χόγκαν, μίας άλλης γυναίκας που είχε εξαφανιστεί.
Η τυραννική μητέρα
Ο Εντ Γκιν γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου του 1906, στο αραιοκατοικημένο Λακρός του Γουισκόνσιν.
Η μητέρα του, Αυγούστα, ήταν το απόλυτο αφεντικό του σπιτιού.
Μισούσε το σύζυγό της, που ήταν αλκοολικός και όλη μέρα τεμπέλιαζε.
Φερόταν πολύ άσχημα στους δυο γιους της, γιατί ήταν πεπεισμένη ότι θα ακολουθούσαν το παράδειγμα του πατέρα τους.
Η Αυγούστα ήταν φανατική Προτεστάντισσα και ανάγκαζε τον Εντ και το μεγάλο του αδερφό Χένρι, να διαβάζουν κομμάτια από τη Βίβλο κάθε μέρα.
Τα συνόδευε συνήθως με δικά της κηρύγματα σχετικά με τη σατανική φύση του ανθρώπου και ιδιαίτερα των γυναικών.
Τους απαγόρευε να αναπτύξουν φιλίες με τους συμμαθητές τους και όλος ο ελεύθερος χρόνος τους αφιερωνόταν στις δουλειές της φάρμας.
Ο Χένρι αντιπαθούσε τη μητέρα του και σκόπευε να παντρευτεί και να φύγει μακριά απ’ το Γουισκόνσιν.
Ο Εντ την λάτρευε σαν Θεά. Το 1944, ο Χένρι πέθανε από ασφυξία, όταν ξέσπασε πυρκαγιά στο σπίτι. Ο πατέρας τους είχε πεθάνει πολλά χρόνια πριν. Ο Εντ και η μητέρα του ήταν πια μόνοι τους.
Λίγο καιρό μετά το θάνατο του Χένρι, η Αυγούστα έπαθε εγκεφαλικό και ο Εντ έγινε ο πιο επιμελής νοσοκόμος.
Κάθε στιγμή που ήταν ξύπνιος, την αφιέρωνε στη φροντίδα της μητέρας του.
Δεν κατάφερε να την κρατήσει στη ζωή.
Η Αυγούστα πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου του 1945 και ο Εντ έχασε «το μοναδικό φίλο και την παντοτινή του αγάπη».
Η μακάβρια επίπλωση
Ο Εντ δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το θάνατο της μητέρας του.
Πρόσεχε το δωμάτιό της σαν ναό, όταν το υπόλοιπο σπίτι ήταν αχούρι.
Άρχισε να μελετάει με μανία τα ιατρικά πειράματα των Ναζί κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Τον ενδιέφερε κυρίως η γυναικεία ανατομία και ένιωθε σεξουαλική ικανοποίηση στη σκέψη ενός κατακρεουργημένου γυναικείου σώματος.
Έμενε μόνος του κλεισμένος στο σπίτι για μέρες και έβγαινε μόνο όταν έπρεπε να δουλέψει για να βρει χρήματα.
Οι κάτοικοι της κωμόπολης συμπαθούσαν τον Εντ, γιατί τον θεωρούσαν τίμιο και εργατικό.
Κανείς δεν τον γνώριζε καλά, γιατί ήταν φοβερά ντροπαλός και λιγομίλητος.
Όμως ακόμα και η πιο άρρωστη φαντασία, δεν θα μπορούσε να σκαρφιστεί ποιος ήταν ο πραγματικός Εντ Γκιν.
Αποφάσισε ότι δεν ήταν αρκετό να φαντασιώνεται νεκρές γυναίκες και ένιωσε την ανάγκη να έρθει σε επαφή με μία.
Άρχισε να επισκέπτεται το νεκροταφείο και τα βράδια ξέθαβε τα πτώματα απ’ τους τάφους.
Στην ομολογία του είπε ότι ποτέ δεν συνευρέθηκε σεξουαλικά με τα πτώματα, γιατί μύριζαν πολύ άσχημα.
Αρκέστηκε στο να κόβει κομμάτια και να διακοσμεί το σπίτι του με αυτά.
Έφτιαξε ένα φωτιστικό και το επένδυσε με το δέρμα απ’ το πρόσωπο μιας νεκρής γυναίκας.
Τοποθέτησε τέσσερα κρανία γύρω απ’ το κρεβάτι του και έντυσε μια καρέκλα με ανθρώπινο δέρμα.
Η πραγματική του επιθυμία ήταν να μεταμορφωθεί σε γυναίκα.
Έφτιαξε ένα ολόσωμο κοστούμι από το δέρμα των πτωμάτων στη μορφή γυναικείου σώματος.
Το φορούσε και περπατούσε μέσα στο σπίτι, προσποιούμενος τη μητέρα του.
Το 1954, αποφάσισε ότι χρειαζόταν πιο «φρέσκα» πτώματα για να ολοκληρώσει τη συλλογή του. Άρα έπρεπε να σκοτώσει.
Το πρώτο θύμα ήταν η Μαίρη Χόγκαν, η ιδιοκτήτρια της τοπικής ταβέρνας.
Η αστυνομία δεν υποψιάστηκε τον «καλοκάγαθο» ερημίτη, Εντ Γκιν.
Το Νοέμβριο του 1957, ο Εντ πυροβόλησε και σκότωσε την Μπερνίς Γουόρντεν.
Ο γιος της, Φρανκ, ήταν ο σερίφης του Λακρός και ξεκίνησε εκτενή έρευνα για τη μητέρα του.
Δεν χρειάστηκε να ψάξει πολύ.
Θυμόταν ότι ο Εντ Γκιν είχε επισκεφτεί το κατάστημα της μητέρας του αργά το προηγούμενο βράδυ και είχε πει ότι θα επέστρεφε το πρωί, για να αγοράσει αντιψυκτικό.
Η τελευταία απόδειξη που έκοψε η Μπερνίς πριν χαθεί, ήταν για το αντιψυκτικό.
Ο σερίφης έστειλε τον αστυνομικό Σλέι στο σπίτι του Εντ Γκιν, όπου ήρθε αντιμέτωπος με το φρικιαστικό έγκλημα.
Οι αστυνομικοί φωτογράφησαν τα μακάβρια αντικείμενα και μετά τα κατέστρεψαν όλα.
Ο Εντ Γκιν συνελήφθη και στις 21 Νοεμβρίου του 1968, καταδικάστηκε σε ισόβιο εγκλεισμό σε ψυχιατρική κλινική.
Έμεινε εκεί μέχρι το θάνατό του, στις 26 Ιουλίου του 1984.
Η ιστορία του συγκλόνισε την αμερικάνικη κοινωνία και «γέννησε» κάποιους απ’ τους διασημότερους δολοφόνους του Χόλυγουντ, καθώς έγινε αφορμή για να γραφτούν τα εξής κινηματογραφικά σενάρια: το «Ψυχώ», ο «Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι» και η «Σιωπή των Αμνών». Στην πραγματικότητα όμως έχουν γραφτεί πολλά περισσότερα. Το αληθινό σενάριο, όμως του Εντ ήταν το πιο αρρωστημένο.