Μια νέα μέθοδος για την καταπολέμηση του γνωστού κόκκινου σκαθαριού, που έχει καταστρέψει εκατοντάδες φοίνικες σε όλη τη χώρα...αναπτύσσεται αυτή την περίοδο στην Κρήτη από μια ομάδα νέων επιστημόνων.Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της μεθόδου είναι η χρήση ηλεκτρικού ρεύματος απευθείας στον κορμό του φυτού. Τα μέχρι τώρα αποτελέσματά της, για τα οποία έγινε ιδιαίτερη αναφορά από ερευνητές σε ημερίδα του δήμου Αμαρουσίου με θέμα «Διάσωση και φροντίδα των φοινικοειδών στην πόλη», θεωρούνται ενθαρρυντικά για τη σωτηρία αυτού του εμβληματικού και ιστορικού φυτού.
«Η αρχική ιδέα για την κατασκευή αυτής της μεθόδου καταπολέμησης των κόκκινων σκαθαριών ήταν πολύ απλή. Ουσιαστικά, βασίστηκα στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το ηλεκτρικό ρεύμα. Περνά απ’ όπου συναντά μικρότερη αντίσταση κι όπου έχει υγρασία», αναφέρει η Παναγιώτα Ψειροφωνιά, τεχνολόγος Γεωπονίας, εκπαιδευτικός και ερευνητική συνεργάτιδα στο τμήμα φυτικής παραγωγής του ΤΕΙ Κρήτης. Βασιζόμενη σ’ αυτή τη λογική, η ερευνήτρια και μια ομάδα ειδικών ξεκίνησαν να κατασκευάζουν πριν από περίπου ενάμιση χρόνο τη συσκευή, για την οποία έχουν καταθέσει αίτηση στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας προκειμένου να κατοχυρώσουν δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Μάλιστα, όπως αναφέρει ένας εκ των συνεργατών της ερευνήτριας, ο τεχνολόγος - γεωπόνος Κώστας Νιαμούρης, η συγκεκριμένη μέθοδος καταπολέμησης δεν έχει εντοπιστεί πουθενά αλλού παγκοσμίως. 

Η λειτουργία της συσκευής είναι πολύ απλή. «Μια βενζινοκίνητη φορητή γεννήτρια μας εξασφαλίζει το ηλεκτρικό ρεύμα. Η γεννήτρια συνδέεται με έναν ειδικό κατανεμητή και με τη χρήση ηλεκτροδίων συνδέουμε τη συσκευή με τον φοίνικα. Τα ηλεκτρόδια τοποθετούνται στην “καρδιά” του δέντρου που βρίσκεται στο ανώτερο τμήμα του φυτού, απ’ όπου βγαίνουν τα νέα φύλλα. Αυτός ο τρόπος καταπολέμησης είναι απολύτως ασφαλής και δεν προκαλεί καμία ζημιά στη φυσιολογία του φοίνικα», εξηγεί η Π. Ψειροφωνιά και τονίζει πως «στην Κρήτη έχει τεθεί πλέον θέμα τοξικότητας στις μέλισσες από τα εντομοκτόνα που χρησιμοποιούνται εκτεταμένα για την καταπολέμηση του σκαθαριού». 

Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με την πρόκληση «ηλεκτροπληξίας» στο δέντρο, τόσο οι προνύμφες όσο και τα ενήλικα έντομα πεθαίνουν -αν όχι αμέσως, σε σύντομο χρονικό διάστημα- από τον ηλεκτρισμό και την ταυτόχρονη αύξηση της θερμοκρασίας. «Στο πλαίσιο ενός πειράματος που κάναμε, πήραμε δείγμα από έναν νεκρό φοίνικα, όπου είχαμε εφαρμόσει την μέθοδο αυτή. Συγκεντρώσαμε τις προνύμφες και παρατηρήσαμε πως τα έντομα συνέχιζαν να πεθαίνουν ακόμη και 6 ημέρες μετά το ηλεκτροσόκ», τονίζει ο γεωπόνος Κ. Νιαμούρης. Μέχρι σήμερα η μέθοδος έχει χρησιμοποιηθεί σε φοίνικες στο Ηράκλειο και την Ιεράπετρα, όπου τα πρώτα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά. «Σε έναν φοίνικα στην Ιεράπετρα, τον οποίο είχαν προσπαθήσει να σώσουν με χημικά σκευάσματα χωρίς κάποιο αποτέλεσμα, χρησιμοποιήσαμε ηλεκτρικό ρεύμα και ύστερα από 4-5 μήνες είδαμε το φυτό να αναβλαστάνει. Για να έχει όμως αποτέλεσμα η θεραπεία που θα επιλέξει κάποιος, θα πρέπει αυτή να γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέχρι να επιβεβαιωθεί ότι το φυτό δεν έχει πρόβλημα», τονίζει ο Κ. Νιαμούρης. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το πρόβλημα με την εξάπλωση του κόκκινου σκαθαριού στο νησί είναι εκτεταμένο και ιδιαίτερα σοβαρό. 

«Στην Ελλάδα το έντομο Rhynchophorus ferrugineus (κόκκινος ρυγχωτός κάνθαρος των φοινικοειδών) βρέθηκε για πρώτη φορά στην Κρήτη, στη Χερσόνησο του νομού Ηρακλείου, τον Νοέμβριο του 2005 από δείγματα που προσκομίστηκαν στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο», εξηγεί ο ερευνητής του Ινστιτούτου και πρόεδρος της Εντομολογικής Εταιρείας Ελλάδος, Δημήτρης Κοντοδήμας. 

Παγκόσμια μάστιγα

«Το έντομο αυτό αποτελεί τον σημαντικότερο εχθρό των καλλιεργειών χουρμαδιάς στην Ασία και τη βόρεια Αφρική, αλλά και των καλλωπιστικών φοινικοειδών σε όλες τις μεσογειακές χώρες», συμπληρώνει ο Δ. Κοντοδήμας. Οπως εξηγεί ο ερευνητής, η προσβολή ενός φοινικοειδούς από το κόκκινο σκαθάρι ξεκινά από την κορυφή (στεφάνη), όπου ωοτοκούν τα θηλυκά. Οι προνύμφες ανοίγουν στοές έως και ένα μέτρο κατά μήκος του κορμού αλλά και κατά μήκος των βάσεων των φύλλων, με αποτέλεσμα τον θάνατο του φυτού. 
Το έντομο έχει καταγραφεί σε πολλές χώρες της Ωκεανίας, όπως η Αυστραλία και οι νήσοι του Σολομώντα, και της Ασίας, όπως η Καμπότζη, το Ιράκ, οι Φιλιππίνες και το Κατάρ, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί σε μεσογειακές χώρες (Αίγυπτος, Ισραήλ, Παλαιστίνη, Συρία, Τουρκία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Γαλλία, Κύπρος).
 
Top