ΣΤΟ ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων, η κυβέρνηση επιχειρεί να ανατρέψει εκ θεμελίων το σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Για πρώτη φορά, μάλιστα, η βαθμολογική επίδοση του υποψηφίου παύει να αποτελεί το μοναδικό –και, κατά τεκμήριον, αδιάβλητο– κριτήριο εισαγωγής στα ΑΕΙ και αναμιγνύεται με άλλα κριτήρια, τα οποία πιστοποιούνται με διαβλητούς τρόπους, όπως είναι η φορολογική δήλωση. Η διάταξη για την κατάργηση των μετεγγραφών προκάλεσε εύλογα την αντίδραση της.....
Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων. Η θέσπιση ειδικού ποσοστού 20% των θέσεων εισακτέων για τις ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες των πολυτέκνων, τριτέκνων, ορφανών κ.λπ., εφόσον έχουν οικογενειακό εισόδημα έως 50.000 ευρώ, αναμένεται να προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου περιπλοκή. Κι αυτό, γιατί το σύστημα αυτό οδηγεί αυτονόητα σε απίστευτες αδικίες. Να εισαχθούν, για παράδειγμα, με 11.000 μόρια σε Σχολές της Αθήνας υποψήφιοι ειδικών κατηγοριών των οποίων οι πλούσιοι, πλην φοροφυγάδες, γονείς αποκρύπτουν τα πραγματικά τους εισοδήματα και δηλώνουν έσοδα 10.000 ευρώ και, αντίστοιχα, να εξοριστούν σε Τμήματα της περιφέρειας παιδιά πολυτέκνων με 18.000 μόρια, επειδή εντίμως η οικογένειά τους δήλωσε εισόδημα 50.001 ευρώ.ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ η κυβέρνηση να αλλάζει τους όρους των εξετάσεων, λίγες ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους. Αυτό δεν γίνεται σε καμία χώρα του κόσμου, ούτε και στην Ελλάδα. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να εισάγεται ως κριτήριο αξιολόγησης των υποψηφίων η φορολογική δήλωση. Οταν, μάλιστα, όλοι γνωρίζουμε την έκταση της φοροδιαφυγής. Οι ρυθμίσεις αυτές του υπουργείου Παιδείας, για τις οποίες εγείρεται ακόμη και ζήτημα αντισυνταγματικότητας, εφόσον θίγεται βάναυσα η αξιοκρατία και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, είναι προδήλως άδικες και πρέπει να αποσυρθούν.