Αυτό που παράγεται και καλλιεργείται σήμερα στη χώρα, στη θέση πολιτικής απάντησης έναντι της ανασφάλειας και της απουσίας βιώσιμης προοπτικής, είναι ο εθισμός στη βία, τη λεκτική και τη σωματική, είτε αυτή στρέφεται στον άλλον είτε στον ίδιο τον εαυτό.
Ο πολίτης γνωρίζει ότι μέσα σε αυτήν την προφανή σύγχυση, οι πολιτικοί που εξέλεξε για να τον βολέψουν, τακτοποιούν και αυτοί την πάρτη τους στο πολλαπλάσιο. Και μόνον αυτό κάνουν. Και το τίμημα της μακροχρόνιας αλληλοεξυπηρέτησης στην ιδιοτέλεια πληρώνεται στο ακέραιο διαλύοντας τη χώρα…
Και αυτοί οι λίγοι, και από τις δυο πλευρές, που σήμερα δείχνουν ότι μετανιώνουν έμπρακτα για τη συνενοχή, γνωρίζουν ότι, πλέον, σε ένα τέτοιο καθεστώς καθολικής διαφθοράς ακόμη και οι πιο αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ενοχής δεν αρκούν για να εγγυηθούν την τιμωρία και την κάθαρση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας.
Ο πολίτης γνωρίζει ότι όπως είναι πια θέμα τύχης αν θα επιβιώσει οικονομικά την επόμενη εβδομάδα άλλο τόσο είναι θέμα τύχης αν το βράδυ θα επιστρέψει σπίτι του ή αν θα ξημερωθεί. Όπως ακριβώς ένας αστυνομικός γνωρίζει ότι η μόνη διαφορά ανάμεσα σε κείνον κι έναν πολίτη είναι το γεγονός ότι εκείνος κουβαλάει πάνω του ένα όπλο που ίσως τον σώσει τη στιγμή της επίθεσης.
Εκεί οδήγησαν την κοινωνία οι πολιτικοί της διαφθοράς που ακόμη φωνασκούν αυτάρεσκα, παρότι ικανοί μονάχα για να μηχανεύονται καταστροφικές λύσεις. Κι όταν τ’ αδιέξοδα ξεσπούν, αυτοί σηκώνουν αμήχανοι τα χέρια. Ή τα νίβουν ως Πόντιοι Πιλάτοι αφήνοντας την κοινωνία να σταυρώνεται κάθε μέρα από πράκτορες και δραπέτες εγχώριων και ξένων φυλακών που κυκλοφορούν άνετοι, προκλητικοί και ατιμώρητοι, σαν αυτούς, ανάμεσα μας. Όλοι τους, σα να μας τη χαρίζουν…