Η έννοια της διανοητικής ασθένειας χρησιμοποιείται σήμερα κυρίως για να αποκρύψει και να προσπαθήσει να δικαιολογήσει προβλήματα στις προσωπικές και κοινωνικές σχέσεις, όπως χρησιμοποιήθηκε αντίστοιχα η έννοια της μαγείας από τις αρχές του Μεσαίωνα ως και τα τέλη της Αναγέννησης.
«Οι κυβερνήτες του πλανήτη έχουν φτιάξει μια πραγματικότητα την οποία μας δείχνουν για να μας ελέγχουν. Λένε ότι υπάρχει κάποια θρησκεία η οποία μας απαγορεύει να κάνουμε έρωτα με διαφορετικές γυναίκες εμάς τους άντρες και τις γυναίκες με άλλους άντρες. Υπάρχει θεός και πρέπει να τον υπακούμε γιατί δεν θα ζήσουμε αιώνια αλλιώς. Εγώ λέω ότι η πραγματικότητα είναι η εξής: Οι πυραμίδες τις Αιγύπτου φτιάχτηκαν εκεί για να σταλεί στο μέλλον ένα σήμα από εκεί, όταν θα το αποκαλύψουνε αυτό στο νέο Ιησού, τον πραγματικό, ο οποίος θα σώσει
τον κόσμο. Το έχω ανακαλύψει (γι’ αυτό άλλωστε κατέληξα να παίρνω ψυχοφάρμακα). Πρέπει να πάω να κάνω στα Ιμαλάια ένα σπίτι και να πάω εκεί να κάνω έρωτα με την Β… ή την Ι… ενώ ταυτόχρονα κάποιοι θα ανεβούνε στις πυραμίδες τις Αιγύπτου και θα κρατάνε αναμμένες δάδες. Αυτό το κείμενο γράφτηκε υπό την επήρεια φαρμάκων. Μόνο έτσι μπορούσανε να με αντιμετωπίσουνε. Σε παρακαλώ Γιώργο Σταμκο βοήθησε με γιατί δεν αντέχω για πολύ. Πρέπει να πάμε στα Ιμαλάια. Μπορεί να πεθάνω...»Ήταν παραμονή πρωτοχρονιάς, όταν παρέλαβα το παραπάνω e-mail και, όπως καταλαβαίνετε, αναστατώθηκα. Το μήνυμα αυτό ήταν μια κραυγή απόγνωσης, μια έκκληση για βοήθεια ενός αναγνώστη, που βίωνε μόνος του μια έντονη ψυχική διαταραχή. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έπαιρνα παραληρηματικά γράμματα από ευαίσθητους ή διανοητικά ταραγμένους αναγνώστες, αλλά αυτή τη φορά με «πήρε από κάτω». Προβληματίστηκα. Στεναχωρήθηκα. Ίσως επειδή ήταν περίοδος γιορτών, κι ενώ όλοι προσπαθούσαν να χαρούν, ένας συνάνθρωπος μου βρισκόταν «εκεί έξω» μόνος του, ζητώντας βοήθεια. Το γεγονός αυτό δεν μ’ άφησε ασυγκίνητο. Ίσως επειδή είχα συγγενή μου, που υπέφερε για μερικά χρόνια από ψύχωση, πριν «φύγει» πρόωρα σε ηλικία μόλις 36 ετών. Κι εκείνος μ’ έπαιρνε τηλέφωνο σε ανύποπτο χρόνο (συχνά μετά τα μεσάνυχτα), για να με βομβαρδίσει με πληροφορίες σχετικά με θεάσεις UFO και διάφορες μεταφυσικές εμπειρίες που είχε (π.χ. του μιλούσαν οι άγιοι). Κάθε φορά αναστατωνόμουν. Το στομάχι μου σφίγγονταν και η καρδιά μου πάλλονταν από ταραχή. Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω, τι να πω, πώς να χειριστώ την κατάσταση του. Με τον καιρό όμως ανέκτησα την ψυχραιμία μου και προσπαθούσα, όσο γινόταν, να τον καθησυχάσω. Έτσι έμαθα τι σημαίνει ντελίριο και ψυχωσική συνδρομή. Διάβασα διάφορα βιβλία, χρησιμοποίησα τα όσα είχα μάθει όταν σπούδαζα δημόσια υγιεινή και προσπάθησα κάπως να βοηθήσω.
Σύντομα όμως συνειδητοποίησα πως δεν μπορείς να βοηθήσεις εύκολα έναν ψυχωσικό άνθρωπο. Ο άνθρωπος αυτός βιώνει μόνος του μια ψυχολογική διαταραχή, και βρισκόμενος μέσα στη δίνη της, αντιλαμβάνεται πράγματα τα οποία είναι πέρα από την αντίληψη μας. Μπορεί να είναι «παιχνίδια» του μυαλού του, που ίσως δημιουργούνται από κάποια δυσλειτουργία του εγκεφάλου του, αλλά γι’ αυτόν είναι τόσο «πραγματικά», όσο και η κοινά αποδεκτή «πραγματικότητα» μας. Με άλλα λόγια ένας ψυχικά διαταραγμένος άνθρωπος είναι υπερβολικά ευαίσθητος και δεκτικός σε πράγματα για τα οποία εμείς οι υπόλοιποι δεν δίνουμε και πολύ σημασία.
Είμαστε κοινωνικά προγραμματισμένοι να θεωρούμε την προσκόλληση στον εξωτερικό κόσμο και χωροχρόνο «φυσιολογική» και «υγιής», ενώ η προσήλωση στον εσωτερικό χωροχρόνο θεωρείται αντικοινωνική συμπεριφορά, και αρρωστημένη παθολογική απομόνωση. Αν κάποιος ψυχολογικά ευαίσθητος ή αμύητος, ταξιδέψει έστω και για λίγο στον εσωτερικό κόσμο, ξεφύγει για λίγο από την «πραγματικότητα» και βυθιστεί στο εσωτερικό του διάστημα (υποσυνείδητο), εύκολα καταλαμβάνεται από τρόμο, τρομοκρατείται, λυγίζει και σπάει, θρυμματίζεται και είναι πολύ δύσκολο να «επανασυγκολληθεί» κατά την επιστροφή του. Αυτό αποκαλείται από τους υπόλοιπους «τρέλα»: μια κατάσταση, η οποία στην εποχή μας θεωρείται διανοητική ασθένεια (Mental Illness), και αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης και διαχείρισης από ένα πανίσχυρο επιστημονικό «ιερατείο», το «Ιερατείο των Ψυχιάτρων», που τείνει να επιβάλει μια ψυχο-δικτατορία σε ολόκληρο το Δυτικό κόσμο. Προτού ωστόσο αναφερθώ στο σύγχρονο ψυχιατρικό ολοκληρωτισμό και τους τρόπους που αυτός εκδιπλώνεται, είναι σκόπιμο να κάνω μια αναγκαία αναφορά στην φύση και στην ιστορία της «τρέλας».
Στα μονοπάτια της "Ιερής" τρέλας
Στην αρχή υπήρχε ένας άνθρωπος. Ο άνθρωπος αυτός χειριζόταν μια γλώσσα πιο άμεση και πηγαία από τη «γλώσσα της λογικής». Στην αρχή η λογική και η μη-λογική ήταν αδιαχώριστες. Κάποια στιγμή όμως επήλθε η ρήξη. Η τρέλα έκανε την εμφάνιση της από τότε που ο ανθρώπινος νους καθιέρωσε μιαν απόσταση ανάμεσα στη λογική και στη μη-λογική.
Πολύ πριν αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε όρους όπως ψυχοπαθολογία, ψύχωση καισχιζοφρένεια, η τρέλα ήταν περιβεβλημένη μ’ ένα μεταφυσικό μανδύα. Οι ψυχασθένειες ήταν γνωστές ως «μανίες» ή «ιερές ασθένειες». Στις αρχαίες φυλές οι μάγοι-σαμάνοι ερμήνευαν την τρέλα ενός ανθρώπου άλλοτε ως θεϊκό σημάδι κι άλλοτε ως κατάληψη από μοχθηρές δυνάμεις ή θεότητες: κάτι που απαιτούσε εξορκισμό.
Οι αντιλήψεις αυτές δεν άλλαξαν ούτε και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, όταν οποιοσδήποτε είχε κάποια ψυχική διαταραχή χαρακτηριζόταν αυτομάτως «δαιμονισμένος» και έρμαιο των «σατανικών δυνάμεων». Υπήρχαν όμως και σπάνιες περιπτώσεις που η τρέλα δεν θεωρούνταν κάτι το «δαιμονικό», αλλά δείγμα «ιερότητας», όπως δείχνουν και τα παραδείγματα των «ιερών σαλών», όπως ο Άγιος Ανδρέας ο Σαλός. Στις περισσότερες πάντως περιπτώσεις οι τρελοί έπαιζαν το ρόλο του «μιασμένου» αποδιοπομπαίου τράγου. Οι εκκλησίες απαγόρευαν την είσοδο τους και όχι σπάνια μαστιγώνονταν δημοσίως ή κυνηγιόνταν με ραβδιά και διώχνονταν από τις πόλεις. Η αναχώρηση των τρελών απέκτησε τελετουργική σημασία παρόμοια με «εξαγνισμό» και πέρασε στη λογοτεχνία και στην εικονογραφία με τη μορφή του Πλοίου των Τρελών, που πλέει ακυβέρνητο με το αλλοπαρμένο του πλήρωμα) ...
Ακόμη και μετά το Μεσαίωνα η παραφροσύνη, καραδοκούσε κάτω από την αδύναμη επιφάνεια της φαινομενικότητας, τρόμαζε και προκαλούσε, κυρίευε τις νύχτες και βασίλευε στη φαντασία των ανθρώπων. Ενώ στο Μεσαίωνα η τρέλα κατατάσσονταν στις αμαρτίες, στην Αναγέννηση εγκαταλείπει το χώρο της μεταφυσικής και καθίσταται υπεύθυνη για ό,τι κακό υπάρχει στον άνθρωπο. Δεν σχετίζεται πλέον με υποχθόνιες δυνάμεις αλλά με τις ανθρώπινες αδυναμίες, τα όνειρα και τις αυταπάτες. Είναι η κωμική τιμωρία της γνώσης και της εγωπάθειας. Έτσι η τρέλα ριζώνει στα χωράφια της φανταστικής ελευθερίας. Ο Θερβάντες καθόρισε για πάντα τα γνωρίσματα της στο μνημειώδες έργο του Δον Κιχώτης. Στα έργα του Σαίξπηρ η τρέλα συγγενεύει με το φόνο και την αυτοκτονία, είναι δηλαδή πάντοτε ακραία. Την ίδια εποχή η τρέλα περνά στην τέχνη, και συγκεκριμένα στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική και ιδιαίτερα στο θέατρο.
Τον 16ο αιώνα η τρέλα παραφυλάει στον κόσμο της αμφιβολίας. Η μη λογική εμφανίζεται ως απειλή που συγχέει την υποκειμενικότητα από την αλήθεια. Από τον 17ο αιώνα όμως αυτός ο κίνδυνος μειώθηκε καθώς ο άνθρωπος κατοχύρωσε τη λογική του.Έτσι η τρέλα εξορίζεται και μια νέα διαχωριστική γραμμή χαράσσεται ανάμεσα σ’ αυτή και στη λογική.
Ο πολιτισμός των ασύλων
Από τον 18ο αιώνα η τρέλα θα κατοικεί πλέον στα άσυλα, μαζί με τη φτώχεια, την αρρώστια και την αναπηρία. Τα ιδρύματα εγκάθειρξης θα γίνουν ο «φυσικός χώρος» της. Εκεί ακολουθείται η «θεραπεία» της ηθικής και της τιμωρίας, που «εξαγνίζει» τις ψυχές.
Τα άσυλα ήταν απάνθρωπα καταχωνιαστήρια ταλαίπωρων ψυχών. Υπήρχε μάλιστα και μια συνήθεια από το Μεσαίωνα να επιδεικνύουν τους φρενοβλαβείς. Μερικά Narrturmer της Γερμανίας είχαν καγκελωτά παράθυρα για να φαίνονται απ’ έξω οι τρελοί, προσφέροντας έτσι θέαμα στους περαστικούς. Συχνά μάλιστα έκοβαν και εισιτήριο κάθε Κυριακή δείχνοντας τους μανιακούς τους. Σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις ο περίπατος και το θέαμα των έγκλειστων τρελών ήταν μια πολύ συνηθισμένη κυριακάτικη «διασκέδαση»...
Μόλις τον 19ο αιώνα η τρέλα αναγνωρίζεται ως ιατρικό πρόβλημα. Μέχρι τότε θεωρούνταν περισσότερο «επιστροφή στη ζωώδη κατάσταση» κι εκδήλωση της αχαλίνωτης φύσης του τρελού-ζώου. Η τρέλα αποκάλυπτε τον κρυφό ζωώδη χαρακτήρα του ανθρώπου. Ήταν μια απειλή για τον δυτικό άνθρωπο, που ζει σαν «ζώον λόγον έχον». Η ενδεδειγμένη «θεραπεία» της ήταν το δάμασμα, που έπαιρνε συχνά τη μορφή μαστιγώματος για να καθυποταχθεί η άγρια φύση του ανθρώπου. Τον 19ο αιώνα όμως το ζώο έπαψε να έχει αρνητικό χαρακτήρα, αναγνωρίστηκε ως μορφή φυσικής εξέλιξης και ο άνθρωπος άρχισε να αντιλαμβάνεται πως η τρέλα ήταν κι αυτή μια φυσική διαδικασία που αφορούσε τη δυσλειτουργία της ανθρώπινης συνείδησης.
Στα τέλη του 19ου αιώνα ο στόχος του εγκλεισμού των ψυχοπαθών στα άσυλα –ακόμη και ο Νίτσε πέρασε κάποια χρόνια της ζωής του σε άσυλο– δεν ήταν μόνον η απομόνωση και ο σωφρονισμός. Αναπτύχθηκαν «μακροχρόνιες θεραπείες» όχι βέβαια της ψυχής, αλλά των νεύρων και της φαντασίας του ψυχοπαθούς, όπως το απότομο ξύπνημα τα μεσάνυχτα, τα σοκ, τα «αναζωογονητικά» κρύα ντουζ κ.α
Τον 20ο αιώνα η τρέλα αναγνωρίστηκε ως ψυχική διαταραχή, ως ψυχοπάθεια που χρήζει ψυχοσωματικής αντιμετώπισης και θεραπείας. Έτσι η ψυχιατρική, με τα ηλεκτροσόκ και τα ψυχοφάρμακά της, ανέλαβε δράση. Παράλληλα εμφανίστηκε και η ψυχανάλυση, που προσπάθησε να βοηθήσει τις ελαφριές περιπτώσεις ψυχώσεων και νευρώσεων, ερμηνεύοντας τραυματικές εμπειρίες κι απελευθερώνοντας καταπιεσμένες φοβίες. Παρά τις όποιες ιατρικές προόδους απέχουμε ακόμη πολύ από το να γνωρίζουμε και να θεραπεύουμε τους πολύπλοκους μηχανισμούς της τρέλας, που συνεχίζει ν’ αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο. Η ψυχιατρική, αν και εφοδιασμένη με εκατοντάδες ψυχοφάρμακα, έχει αποδειχθεί ανεπαρκής. Η γλώσσα της ψυχιατρικής δεν είναι παρά ένας μονόλογος της λογικής για την τρέλα. Δυσκολεύεται να ερμηνεύσει τις διαφορετικές καταστάσεις της συνείδησης και κατ’ επέκταση δυσκολεύεται να λύσει οποιοδήποτε ψυχιατρικό πρόβλημα.
Αναλώσιμοι και στιγματισμένοι
Οι ψυχικά ασθενείς θεωρούνταν ανέκαθεν «αναλώσιμοι», ένα βάρος στο σύστημα. Στη ναζιστική Γερμανία στείρωναν τους ψυχασθενείς και τους τροφίμους των ασύλων και τους «ξεφορτώνονταν» με θανατηφόρες ενέσεις και κινητές μονάδες τοξικών αερίων. Δεν υπήρχε θέση γι’ αυτούς στο κράτος της φυλετικής υγιεινής του Χίτλερ.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο να κλείνονται σε άσυλα άνθρωποι, κυρίως φτωχές νεαρές γυναίκες, χωρίς να έχουν ψυχικά ή νοητικά προβλήματα, μόνον και μόνον για να τους ξεφορτωθούν οι δικοί τους. Για παράδειγμα η μητέρα του Κάρυ Γκραντ είχε κλειστεί με το ζόρι από τον πατέρα του σ’ ένα «ίδρυμα», έτσι ώστε εκείνος να συμβιώσει ξέγνοιαστός με την ερωμένη του.
Σήμερα η δημοκρατική μας κοινωνία φροντίζει να απαλλάσσεται με «βελούδινο» τρόπο από την παρουσία τους. Αποτελεί κοινό μυστικό πως το προσδόκιμο επιβίωσης ενός ψυχικά ασθενούς είναι τουλάχιστον κατά μια δεκαετία μικρότερο από το αντίστοιχο ενός ψυχικά υγιούς ανθρώπου. Όχι μόνον επειδή οι ίδιοι οι ψυχικά ασθενείς παραμελούν τον εαυτό τους, αλλά κι επειδή τα αντιψυχωσικά φάρμακα είναι ιδιαίτερα βλαβερά και προκαλούν πλήθος παρενεργειών, όπως για παράδειγμα παχυσαρκία, που οδηγεί σε σακχαρώδη διαβήτη, υπερχοληστεριναιμία, καρδιοπάθειες κ.α.
Οι διακρίσεις και ο στιγματισμός των ατόμων με ψυχικές και διανοητικές διαταραχές είναι συχνό φαινόμενο σε κρυφορατσιστικές κοινωνίες όπως είναι η ελληνική. Ο ελληνικός ρατσισμός είναι συχνά ύπουλος, διαβρωτικός και εκδηλώνεται όχι με πάντα με «δεξιό» και συντηρητικό προφίλ, αλλά ακόμη και με δήθεν αντιρατσιστικές, προοδευτικές και «αριστερές» θέσεις. Γιατί ρατσισμός δεν είναι μόνον οι ομάδες των ακροδεξιών και των νεοναζί με τα ξυρισμένα κεφάλια, που ξαμολιούνται στους δρόμους με σκοπό να δείρουν οποιονδήποτε «σκουρόχρωμο» αλλοδαπό συναντήσουν μπροστά τους ή να κάψουν σπίτια μεταναστών. Ρατσισμός είναι και να πληρώνεις χαμηλό ημερομίσθιο σ’ έναν αλλοδαπό ή να μην του κολλάς τα ένσημα. Είναι να ζητάς υψηλό ενοίκιο όταν νοικιάζεις το σπίτι σου σε μετανάστες. Να εκμεταλλεύεσαι σεξουαλικά τις αλλοδαπές γυναίκες ή να τις ωθείς στην πορνεία. Είναι να μην αφήνεις σε αριστούχο μαθητή αλλοδαπών γονέων να σηκώσει την ελληνική σημαία. Να δυσανασχετείς ακούγοντας αλλοδαπούς να μιλούν τη γλώσσα τους στο λεωφορείο. Να τους αναγκάζεις να ελληνοποιούν τα ονόματά τους ή να βαπτίζονται Ορθόδοξοι. Να μην αποδέχεσαι ως ισότιμους πολίτες και να περιθωριοποιείς τους Τσιγγάνους, τους ομοφυλόφιλους, τους ναρκομανείς, τους ασθενείς με AIDS, τους ανάπηρους, τους παχύσαρκους, τους ψυχασθενείς, τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, τους πιστούς κάθε διαφορετικής θρησκείας από τη δική σου και τους φτωχούς γενικώς. Ειδικότερα οι ψυχικά ασθενείς είναι η πλέον ευάλωτη κοινωνική ομάδα στον έμμεσο ρατσισμό.
Το "Ιερατείο" των ψυχιάτρων
Οι πρωτοπόροι ψυχίατροι του 19ου αιώνα, όπως ο Ε. Κραίπελιν, ταξινομούσαν τους ψυχασθενείς, όπως τα παιδάκια ταξινομούν πέτρες και κοχύλια. Βέβαια ο Κράιπελιν, τον οποίο η mainstream ψυχιατρική αναγνωρίζει τη μεγάλη του συμβολή στην ταξινόμηση των ψυχιατρικών διαταραχών, περιλάμβανε στην περιβόητη νοσολογία του και «διαγνώσεις», όπως «σεξουαλικές ανωμαλίες: αυνανισμός», «έμφυτη εγκληματικότης», «κλεπτομανείς» και «μυθομανείς»!
Η ψυχιατρική ταξινόμηση και η μηχανομορφική ταξινόμηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη σφάλματα της σύγχρονης ιατρικής. Αδιαφορώντας για το γεγονός πως ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα προικισμένο με ελεύθερη βούληση και με μια μη προκαθορισμένη συμπεριφορά, η σύγχρονη ψυχιατρική πετάει την έννοια της φυσικής ελευθερίας στον κάλαθο των αχρήστων. Εκείνο που πρωταρχικά την ενδιαφέρει είναι η διαγνωστική ταξινόμηση των ανθρώπων-ασθενών, έτσι ώστε να ελέγχονται καλύτερα.
Ταξινομώ σημαίνει ελέγχω. Ταξινόμηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σημαίνει καταπίεση της. Ταξινομώ σημαίνει βάζω κάποιον σε «συρτάρια», τον κάνω αναγνωρίσιμο για να τον ελέγχω καλύτερα. Ακόμη και οι προσωπικές μας ταυτότητες είναι τα κελιά μιας φυλακής μέσα στην οποία κλείνουμε ο ένας τον άλλο.
Όπως και στο στρατό, που αποτελεί έτσι κι αλλιώς μια μικρογραφία της κοινωνίας, έτσι και στην κοινωνία υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων, που ο Τ. S. Szasz αποκαλεί «αξιωματικούς κατατάξεως». Αποστολή αυτής της ομάδας είναι να αναθέτει σε κάθε «νεοσύλλεκτο» μια «ειδική υπηρεσία» (βλέπε εργασία) για την υπόλοιπη ζωή του. Έτσι ο καθένας φυλακίζεται σ’ ένα ρόλο. Γίνεται στρατιωτικός, καθηγητής, δημόσιος υπάλληλος, πωλητής, προγραμματιστής κ.α. Καθένας πρέπει να είναι «κάτι». Κανείς δεν επιτρέπεται να είναι αταξινόμητος!
Το ρόλο που επιτελούν οι «αξιωματικοί κατατάξεως» στο μικρόκοσμο του στρατού, επιτελούν σε κοινωνικό επίπεδο οι κρατικοί ψυχίατροι. Στα σύγχρονα συστήματα ψυχιατρικής ταξινόμησης ο ψυχίατρος ταξινομεί και ο ασθενείς ταξινομείται. Δεν είναι σχέση ισότητας γιατί ο ένας είναι κάτω από τον άλλο. Η ίδια η ταξινόμηση, αυτή καθ’ αυτή, είναι μια πράξη ελέγχου και εξουσίας. Άλλωστε οι άνθρωποι δίνουν ονόματα για να ελέγχουν και να γίνουν κύριοι αυτού που ονομάζουν. Σύμφωνα με τον Τ. S. Szasz «όταν ταξινομεί, ο άνθρωπος «επιτίθεται» στο αντικείμενό του, για να το εξουσιάσει».
Έτσι ο ψυχίατρος τείνει να γίνει ένας μικρός «θεός». Μπορεί να χαρακτηρίσει τον καθένα μας «παρανοϊκό» και μετά άντε να ξεμπλέξεις! Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ένας σύζυγος πηγαίνει τη γυναίκα του στον ψυχίατρο επειδή είναι «υπερβολικά ζηλιάρα» και ο ψυχίατρος τη χαρακτηρίζει παρανοϊκή!
Από την πλευρά του ο ψυχίατρος υποτίθεται πως αποτελεί «πρότυπο ψυχικής υγείας» και αποφασίζει «επιστημονικά» αν κάποιος είναι ή όχι ψυχασθενής, αν δεν επικοινωνεί «σωστά» μαζί του. Ουσιαστικά όμως οι περισσότεροι ψυχίατροι είναι διαταραγμένες προσωπικότητες, νευρωτικοί και αλαζόνες και αρνούνται –ουσιαστικά δεν ενδιαφέρονται– να επικοινωνήσουν με τους ασθενείς τους. Οι περισσότεροι ψυχίατροι δεν είναι παρά ψυχο-δικτάτορες, που ταλαιπωρούν σαδιστικά αντί να βοηθούν τους ασθενείς τους. Δολοφονούν τον ψυχικό κόσμο των ασθενών τους, αντί να τον θεραπεύουν.
Οι παρανοϊκές αυταπάτες της ψυχιατρικής και η αντί-ψυχιατρική
Πολλοί αντικειμενικοί ερευνητές συμφωνούν πως οι ψυχογενείς διαταραχές αποτελούν μια αντανάκλαση της περιπλοκότητας των αναπτυξιακών παραγόντων στους οποίους εκτεθήκαμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Σ’ αυτό όμως δεν φαίνεται να συμφωνεί η σύγχρονη mainstream ψυχιατρική, που εφόσον έχει καθιερωθεί ως υποειδικότητα της ιατρικής, εξετάζει τις ψυχικές διαταραχές κυρίως μέσα από το πρίσμα της βιολογικής προδιάθεσης. Ωστόσο, άτομα με συγκινησιακές διαταραχές και προβλήματα συμπεριφοράς δεν μπορούν να ερμηνευτούν μ’ αυτό το μοντέλο.
Ο Δρ Michael Fitzpatrick έχει υποστηρίξει πως με της «ιατρικοποίηση» της τρέλας, δηλαδή με το μετασχηματισμό της τρέλας σε μια ασθένεια, η ψυχιατρική όχι μόνο προσπάθησε να φθάσει σε νέες προσεγγίσεις του προβλήματος, αλλά και να αφαιρέσει το στίγμα της ηθικής ενοχής από τον πάσχοντα. Πλέον η παραφροσύνη δεν αντιπροσώπευε στα μάτια της κοινωνίας την απουσία ηθικής (όπως ερμηνεύονταν πριν τον 19ο αιώνα), αλλά απλώς την παρουσία μιας διανοητικής ασθένειας.
Η «ιατρικοποίηση» μπορεί βέβαια να απαλλάξει τον παρανοϊκό από την ενοχή και το κοινωνικό στίγμα, αλλά δεν έκανε τίποτα για να αλλάξει τη θέση τους ως «ξένου» και «Άλλου», μέσα στο κοινωνικό σώμα. Αντίθετα ενίσχυσε τη διαίρεση μεταξύ του «διανοητικά ικανού» (φυσιολογικός) και του «διανοητικά άρρωστου» (ψυχασθενής).
Η εμφάνιση ωστόσο της αντι-ψυχιατρικής τη δεκαετία του 1960 ήρθε για να συνθλίψει εκείνη την διχοτομία. Η τρέλα δεν θεωρούνταν πλέον ασθένεια, αλλά μια μορφή «κοινωνικής παρέκκλισης», μια άρνηση ενός ανθρώπου να συμμορφωθεί με τους συμβατικούς συμπεριφοριστικούς κανόνες.
Οι πρωτοπόροι της αντι-ψυχιατρικής, όπως ο R. D. Laing, επιδίωξαν να απεικονίσουν τον διανοητικά ασθενή ως θύμα των αδικαιολόγητων κοινωνικών πιέσεων. Ο ψυχίατρος και πατέρας της αντιψυχιατρικής R. D. Laing υποστήριξε πως η σχιζοφρένεια είναι μια οργανωμένη «συνωμοσία» ανάμεσα στην οικογένεια του ασθενή και του συστήματος υγείας, με στόχο την αφαίρεση από τον ασθενή της νομικής υπόστασης του ανθρώπινου πλάσματος! (Είναι γνωστό πως ο εγκλεισμός στο ψυχιατρείο στερεί αυτομάτως τον ασθενή από την προσωπικότητα, τα ατομικά του δικαιώματα και τις ελευθερίες του). Ο ίδιος θεωρούσε τον σχιζοφρενή «άνθρωπο με σπασμένη καρδιά». Για τον R. D. Laing «η ‘’σχιζοφρένεια’’ σαν ‘’κατάσταση’’ είναι ανύπαρκτη. Ο χαρακτηρισμός όμως είναι μια κοινωνική πράξη και η κοινωνική πράξη είναι ένα πολιτικό γεγονός». Ωστόσο η «ιατρικοποίηση» της τρέλας επέζησε τελικά από την πρόκληση της αντι-ψυχιατρικής, και συνεχίζει να ζει και να βασιλεύει ως τις μέρες μας.
Δε χρειάζεται να είστε ψυχασθενείς για να πάσχετε από ψυχική ασθένεια!
Υπάρχει μια υπερβολή ως προς την διανοητική ευπάθεια των ανθρώπων, που θεωρούνται ευάλωτοι, πιεζόμενοι συνεχώς από παράγοντες άγχους που μπορούν εύκολα να οδηγήσουν στη ψυχική ασθένεια. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως «δεν ειναι απαραίτητο να είστε ψυχασθενείς για να πάσχετε από μια ψυχική ασθένεια». Αυτό σημαίνει πως η διαφορά μεταξύ μιας σοβαρής διανοητικής ασθένειας και της κανονικής κλίμακας των ανθρώπινων συγκινήσεων είναι θέμα ποσότητας: για παράδειγμα αν αισθανθεί κάποιος πως είναι «ψυχολογικά πεσμένος», μπορεί να θεωρηθεί πως πάσχει από κλινική κατάθλιψη; Δεν υπάρχει δηλαδή ξεκάθαρη διαφορά ανάμεσα στην καθημερινή δυστυχία και μελαγχολία, που αισθάνεται κάποιος, και στην κλινική κατάθλιψη. Η κατάθλιψη είναι μια πραγματική μάστιγα της εποχής και υπολογίζεται πως σχεδόν ένας στους τρεις Έλληνες υποφέρει από αυτή, χωρίς καν να το γνωρίζει!
Η κυρίαρχη τάση στην ψυχιατρική είναι η προσπάθεια εξήγησης της διανοητικής ασθένειας μέσα από το πρίσμα της νευροανατομίας ή νευροψυχολογίας (neurophysiology), τη γενετική ή, πιω πρόσφατα, τη γνωστική νευρολογία. Αυτή η προσέγγιση συνδέεται με «θεραπευτικές» προσεγγίσεις, όπως η ψυχοχειρουργική και η ψυχοφαρμακολογία (αντιψυχωτικά φάρμακα, τα αντικαταθλιπτικά χάπια, τα αγχολυτικά). Οι ασθενείς βγαίνουν από τα άσυλα και η, κατά περιόδους νοσηλεία τους, γίνεται πλέον στα γενικά νοσοκομεία και στις κλινικές. Μια άλλη τάση στην ψυχιατρική υπογραμμίζει τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες, που φαίνονται να δημιουργούν το υπόβαθρο για τον κίνδυνο σοβαρών διανοητικών ασθενειών, όπως η σχιζοφρένεια, στις φτωχές ή περιθωριοποιημένες κοινότητες. Αναγνωρίζει το ρόλο της διαταρακτικής οικογένειας και άλλων σχέσεων, στην αποκατάσταση ή την υποτροπή της σχιζοφρένειας, επιδιώκει τη θεραπεία της μέσω της παροχής ενός ενθαρρυντικού και φιλικού προς τον ασθενή περιβάλλοντος. Από την άλλη πλευρά κοινωνική ψυχιατρική προτιμά τις ψυχοθεραπευτικές μεθόδους από τη χρήση των φαρμάκων.
Η "Μαθηματική Σταθερά" της θεραπευόμενης κοινωνίας
Στη Βρετανία πρόσφατες ψυχιατρικές έρευνες του RCP έδειξαν πως σχεδόν οποιοσδήποτε μπορεί να πάσχει από κάποια διανοητική ασθένεια ή διαταραχή, για την ακρίβεια το ένα άτομο στα τέσσερα. Σκεφτείτε το λίγο: 1 στα 4. Θα μπορούσε να είναι κάποιο από τα αδέλφια σας, το παιδί σας, κάποιος φίλος σας ή ακόμη κι εσείς οι ίδιοι!
Βέβαια η αναλογία «ένα στα τέσσερα» είναι αρκετά ύποπτη, καθώς μοιάζει με «μαθηματική σταθερά», με το σημείο «π» της θεραπευόμενης κοινωνίας. Είναι αξιοσημείωτο πως σχεδόν όλες οι έρευνες, που αφορούν το κίνδυνο εκδήλωσης διαφόρων μορφών ασθένειας ή της θυματοποίησης ορισμένων κοινωνικών ομάδων, παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα: 1 στα 4! Έτσι «μία στις τέσσερις» γυναίκες έχει δοκιμάσει τη βία στο σπίτι, «το ένα στα τέσσερα» παιδιά είναι θύμα καταχρήσεων, το «ένα στα τέσσερα» παιδιά ζει σε συνθήκες ένδειας, ο «ένας στους τέσσερις» ενήλικους είναι θύμα κατάχρησης αλκοόλ ή ναρκωτικών…
Αν και το «ένα στα τέσσερα» έχει το χαρακτήρα μιας μαθηματικής σταθεράς, δεν μπορεί να υπολογιστεί σε έναν άπειρο αριθμό δεκαδικών θέσεων. Στην πραγματικότητα μπορεί να κυμαίνεται μόνο μεταξύ των ορίων του «ένα στα πέντε» και του «ένα στα τρία». Υπάρχει όμως εξήγηση γι’ αυτό. Η τάση των ερευνών, τις οποίες προάγουν κρατικά ιδρύματα, ινστιτούτα και άλλες υπηρεσίες του κράτους, είναι να εμφανίζεται στις στατιστικές μια τέτοια αναλογία, ώστε το υποτιθέμενο ιατρικό πρόβλημα να αφορά τον οποιοδήποτε. Οποιοδήποτε πρόβλημα έχει την συχνότητα του «ένα στα τέσσερα» αφορά αναγκαστικά την κάθε οικογένεια και το κάθε νοικοκυριό. Έτσι ουσιαστικά η στατιστική του «ένα στα τέσσερα» νομιμοποιεί την παρέμβαση του κράτους σχεδόν σε κάθε σπίτι!
Ο ιμπεριαλισμός της ψυχιατρικής
Η εκτίμηση ότι οι ψυχικές ασθένειες και διαταραχές ταλαιπωρούν τον «ένα στους τέσσερις» ανθρώπους ουσιαστικά αντανακλά την επέκταση της ψυχιατρικής διάγνωσης σ’ ολόκληρη την κοινωνία. Πλέον όχι μόνον η σχιζοφρένεια, αλλά η κατάθλιψη και οι αγχωτικές διαταραχές, «ανακαλύπτεται» πως αφορούν ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Ακόμη και σπάνιες μέχρι πριν δύο δεκαετίες ψυχολογικές και συναισθηματικές διαταραχές (π.χ. διαταραχή προσοχής, μετα-τραυματικό στρες, κοινωνική φοβία κ.α.), ξαφνικά θεωρούνται πολύ κοινές παθήσεις. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν πως η ψυχιατρική επεκτείνει τα όρια της και καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα ανθρώπινης εμπειρίας και συμπεριφοράς, την οποία και έχει κατηγοριοποιήσει διαγνωστικά.
Ολοφάνερα πίσω από τη σύγχρονη έκρηξη των ψυχιατρικών διαγνώσεων κρύβονται κρατικές πολιτικές «ψυχικής υγιεινής», ο «ιμπεριαλισμός» και η κερδοσκοπική τάση των ψυχιάτρων και των ψυχολόγων, τα συμφέροντα των φαρμακοβιομηχανιών (είναι γνωστό πως όροι όπως «κοινωνική φοβία» και «ADHD», έχουν προωθηθεί από τις φαρμακοβιομηχανίες ώστε να αυξηθεί η ζήτηση σε αντίστοιχα φαρμακευτικά σκευάσματα), αλλά και η αδυναμία του γενικού πληθυσμού να αμυνθεί. Η ανασφάλεια, που βιώνουν οι άνθρωποι στις σύγχρονες κοινωνίες, η μοναξιά, η έλλειψη αλληλεγγύης, η διάβρωση των παραδοσιακών δικτύων στήριξης του ατόμου (π.χ. οικογένεια, εκκλησία κ.α.) αλλά και ο εξουθενωτικός οικονομικός και επαγγελματικός ανταγωνισμός, κάνει πολλούς ανθρώπους να αισθάνονται απομονωμένοι και τρωτοί, ευάλωτοι σε συναισθηματικές και ψυχικές διαταραχές. Εμφανίζεται έτσι ένας «πολιτισμός της θυματοποίησης», όπου ο καθένας αναζητεί λύτρωσης στη ψυχιατρική «διάγνωση» και «θεραπεία», ώστε να ανακτήσει έστω και μια ψευδαίσθηση υπαρξιακής ασφάλειας.
Κατασκευάζοντας ψυχασθένειες και διαταραχές
Αν πιστέψουμε τις στατιστικές τότε ζούμε στην εποχή των ψυχώσεων, των διανοητικών και συναισθηματικών διαταραχών. Σε ορισμένες χώρες, όπως στις ΗΠΑ, το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο. Η Αμερική είναι στην ουσία μια θεραπευόμενη κοινωνία. Και είναι γνωστό ότι πάρα πολλές ψυχικές ασθένειες και διαταραχές, από τις οποίες υποφέρουν οι Αμερικανοί, δεν οφείλονται σε εγκεφαλικές ή γενετικές βλάβες. Συνήθως όμως οι ψυχίατροι τις χαρακτηρίζουν ως «διανοητικές ασθένειες» και τις καταπολεμούν χρησιμοποιώντας φαρμακευτικά σκευάσματα. Δεν είναι περίεργο λοιπόν πως στις τελευταίες δεκαετίες είχαμε μια εκθετική αύξηση των «διανοητικών ασθενειών». Το γεγονός αυτό δημιούργησε υποψίες πως πρόκειται ουσιαστικά για τεχνητές ασθένειες με σκοπό να γεμίζουν τις τσέπες των ψυχιάτρων και του «καρτέλ» των φαρμακοβιομηχανιών.
Ο πληθωρισμός των διαγνωστικών κατηγοριών κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα είναι ύποπτα εκρηκτικός. Στη δεκαετία του 1890 ο Kraeplin διάκρινε μονάχα δύο μορφές ψύχωσης, τη σχιζοφρένια και τη μανιοκατάθλιψη. Το 1918 η πρώτη αμερικανική ταξινόμηση των ψυχικών διαταραχών περιέλαβε 22 κατηγορίες (21 μορφές ψύχωσης και μιας κατηγορίας για όλες τις υπόλοιπες διαταραχές). Το 1952 το Εγχειρίδιο Διαγνωστικής και Στατιστικής (DSM-1) είχε καταγράψει 112 διανοητικές ασθένειες και διαταραχές στις ΗΠΑ. Το 1968 το DSM-2 κατέγραψε 163. Το 1980 το DSM-3 κατέγραψε 224. Και η τελευταία έκδοση το DSM-4, που δημοσιεύτηκε το 1994, κατέγραψε 374 διανοητικές ασθένειες και διαταραχές. Ούτε λίγο ούτε πολύ σχεδόν ο ένας στους δύο Αμερικανούς υπόφερε κατά τη δεκαετία του 1990 από κάποια «διανοητική ασθένεια»! Είναι όμως τα πράγματα;
Η βιασύνη να χαρακτηρίσουμε «διανοητική ασθένεια» οτιδήποτε ξεφεύγει από το κακώς νοούμενο ως φυσιολογικό, προδίδει, αν μη τη άλλο, την αποτυχία της σύγχρονης ψυχιατρικής. Μιας επιστήμης που βάσισε την «επιτυχία» της κατά την τελευταία δεκαετία στην εμπορική επιτυχία του αντικαταθλιπτικού Πρόζακ.
Το 1962, σε αντίδραση για το σκάνδαλο με τη θαλιδομίδης (thalidomide) στην Ευρώπη, η FDA (Food and Drug Administration) τροποποίησε την αμερικανική νομοθεσία για τα φάρμακα, αναγκάζοντας τις φαρμακοβιομηχανίες να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε τα προϊόντα τους να ήταν pl;eon και ασφαλή και αποτελεσματικά. Ενώ αυτή η νομοθεσία υποτίθεται ότι «προστάτευε τους ανθρώπους από την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία των φαρμακοβιομηχανιών», στην πράξη είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι φαρμακοβιομηχανίες ενθαρρύνθηκαν για να παραγάγουν τα φάρμακα για να θεραπεύσουν τις συγκεκριμένες ασθένειες στις οποίες οι δοκιμές είχαν επιβεβαιώσει ότι τα οφέλη θα υπερέβαιναν τους κινδύνους!
Πρότυπο τους ήταν οι «μαγικές σφαίρες», που λέγονταν αντιβιοτικά, και τα οποία στόχευαν σε συγκεκριμένα βακτηρίδια που ήταν υπεύθυνα για συγκεκριμένες ασθένειες. Το πρότυπο αυτό ήταν όμως ακατάλληλο στην ψυχιατρική, όπου οι διαγνωστικές κατηγορίες ήταν δύσκολα καθορισμένες. Έτσι τα ψυχοφάρμακα χρησιμοποιήθηκαν για να καταστείλουν τα ειδικά συμπτώματα και όχι για να αντιμετωπιστούν οι μηχανισμοί που τα δημιουργούσαν. Επειδή όμως τα φάρμακα αυτά έπρεπε να πουληθούν, ήταν απαραίτητο να «κατασκευαστούν» οι συγκεκριμένες ασθένειες. Έτσι εξηγείται ο πληθωρισμός και η αύξηση των διαγνώσεων της κατάθλιψης στις ΗΠΑ: στην ανάγκη κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών φαρμάκων ως κατάλληλα φάρμακα γι’ αυτή την περίπτωση. Στην οικονομία της υγείας η μόνιμη φαρμακοεξάρτηση των ασθενών ισοδυναμεί με φλέβα χρυσού. Η περίπτωση του φαρμάκου Ritalin είναι χαρακτηριστική.
RITALIN: Η "κοκαΐνη των υπερκινητικών παιδιών!
Το Ritalin είναι ένα φάρμακο, που ανάμεσα στ’ άλλα, ενδείκνυται για την καταπολέμηση της υπερκινητικότητας των παιδιών. Μόνον στη Βόρεια Αμερική υπολογίζεται ότι περίπου πέντε εκατομμύρια παιδιά καταναλώνουν καθημερινά διάφορα ψυχοφάρμακα…
Αν και οι ιατρικοί ερευνητές το αρνούνται πεισματικά, η υπερικινητικότητα και ο αυτισμός των παιδιών δημιουργείται κυρίως από οικογενειακούς παράγοντες και όχι από βιολογικούς. Μια δεκαετούς διάρκειας έρευνα στις ΗΠΑ έδειξε πως όσο περισσότερο χρόνο περνούν με καθημερινή «φύλαξη» τα παιδιά, τόσο πιο ανεξέλεγκτο γίνεται το «πρόβλημά» τους. Τα παιδιά που πέρασαν περισσότερο από 30 ώρες εβδομαδιαίως σε καθημερινή «φροντίδα», παρουσίασαν «εκρηκτική συμπεριφορά», «μιλούσαν πάρα πολύ» και ήταν υπερδραστήρια.
Από την άλλη το Ritalin θεωρείται κάτι σαν η «κοκαΐνη» των παιδιών. «Η κοκαΐνη, που είναι μια ισχυρή και εθιστική τοξική ουσία, έχει παρόμοιες φαρμακολογικές παρενέργειες με εκείνες της μεθυλφαινιδάτης (Ritalin), η οποία είναι το συνηθέστερο ψυχότροπο φάρμακο για τα παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες». Αυτό το συμπέρασμα αναφέρθηκε από τη Νόρα Βόλκαου του Εθνικού Εργαστηρίου του Brookhaven και εμφανίστηκε στα αρχεία της Ψυχιατρικής Ένωσης το 1995. Μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό της ψυχιατρικής το 1998, διαπίστωσε πως οι φαρμακολογικές δράσεις που προκλήθηκαν από τις «θεραπευτικές» δόσεις του Ritalin μπορούσαν να συγκριθούν με εκείνες που προκλήθηκαν από τις ενδορυνικές δόσεις κοκαΐνης. Η μοναδική διαφορά είναι ότι τα παιδιά δεν παίρνουν το Ritalin από τη μύτη τους (δεν το ρουθουνίζουν όπως οι κοκαϊνομανείς), αλλά το καταναλώνουν με τη μορφή χαπιών!
Ως γνωστόν υπάρχουν πολλές επιστημονικές έρευνες που έχουν καταδείξει πως η συνεχής χρήση της κοκαΐνης και άλλων διεγερτικών ουσιών προκαλεί αλλαγές και βλάβες των εγκεφαλικών κυττάρων. Κανείς ωστόσο ερευνητής δεν μπήκε ακόμη στον κόπο να ερευνήσει αν η χρόνια χρήση νόμιμων διεγερτικών ουσιών, όπως το Ritalin, έχει παρόμοιες επιπτώσεις στους εγκεφάλους των παιδιών. Μονάχα μια μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 1986, ήταν ειλικρινής στα συμπεράσματά της: «Στον ασθενή που υφίσταται θεραπευτική αγωγή με διεγερτικές ουσίες, η φλοιώδης ατροφία του εγκεφάλου μπορεί να είναι μια μακροπρόθεσμη δυσμενής συνέπεια αυτής της θεραπείας».
Είναι επίσης γεγονός πως η αμερικανική DEA (US Drug Enforcement Administration) γνωρίζει καλά πως μεγάλες ποσότητες Ritalin δεν χρησιμοποιούνται μόνο για «θεραπεία», αλλά και για ψυχαγωγία, καθώς έφηβοι και ενήλικοι κονιορτοποιούν τα χάπια και τα εισπνέουν από τη μύτη σαν κοκαΐνη. Η DEA διαπίστωσε μάλιστα πως η κατάχρηση του Ritalin στα γυμνάσια των ΗΠΑ αυξήθηκε από 3% σε 16% από το 1992 ως το 1995. Διαπίστωσε επίσης πως, ενώ το 1991 είχαν καταφύγει σε γιατρούς 25 παιδιά ηλικίας 10-14 ετών ώστε να απαλλαγούν από την κατάχρηση του Ritalin, το 1998 ο αριθμός αυτό εκτινάχθηκε στα 1.725 αμερικανόπουλα!
Αποτελεί κοινό μυστικό πως τα διεγερτικά δεν συνιστούν καμιά «θεραπεία». Αλλά ακόμη κι έτσι, όλη αυτή η υποκρισία θα μπορούσε να συγχωρεθεί αν αυτό το διεγερτικό αποδεικνύονταν αποτελεσματικό, και όντως βελτίωνε την κατάσταση των παιδιών. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Σπάνια τα αυτιστικά και υπερενεργητικά παιδιά αυξάνουν τις κοινωνικές τους δεξιότητες και τις μαθησιακές τους ικανότητες παίρνοντας Ritalin. Μια ντουζίνα αντικειμενικές μελέτες έχουν αξιολογήσει τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα των διεγερτικών ουσιών στη μαθησιακή και κοινωνική ανάπτυξη και στον αυτοέλεγχο των παιδιών. Καμιά ωστόσο από αυτές τις μελέτες δεν έχει καταδείξει πως οι διεγερτικές ουσίες είναι αποτελεσματικές στη βελτίωση της συμπεριφοράς, παρά μόνο στον έλεγχο των παιδιών –μια επίδραση που όμως σταματά με τη παύση της χορήγησης του φαρμάκου. Βέβαια τέτοιες μελέτες σπάνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας και «θάβονται» ακόμη κι από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Αντί για αυτές τις αντικειμενικές έρευνες, παρουσιάζονται άλλες υποκειμενικές, όπως η περιβόητη «μελέτη ΜΤΑ», που αγνοώντας τα αντικειμενικά στοιχεία, αποφάνθηκε πως αυτές οι διεγερτικές ουσίες υπόσχονται πολλά στην ψυχική υγεία των παιδιών. Το σίγουρο πάντως είναι πως αυτά τα ψευδοφάρμακα υπόσχονται πολλά κέρδη στα ταμεία των φαρμακευτικών εταιρειών…
Όσο για το πρόβλημα της υπερκινητικότητας και του αυτισμού των παιδιών η θεραπεία βρίσκεται στην πρόληψη. Η κοινωνία και κυρίως οι γονείς πρέπει να βρουν το χρόνο να ασχοληθούν πραγματικά και με αγάπη στην καθημερινή ζωή και φροντίδα των παιδιών τους.
Και οι γυναίκες θέλουν το βιάγκρα τους!
Μια άλλη περίπτωση κατασκευής «διαταραχών» με σκοπό τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών αποτελεί και η πρόσφατη περίπτωση του «γυναικείου Βιάγκρα». Ως γνωστόν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 εμφανίστηκε ένα «θαυματουργό χάπι», που γέμισε τα ταμεία της φαρμακοβιομηχανίας Pfizer με κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ήταν το περιβόητο Βιάγκρα (Viagra), ένα χάπι που υποσχόταν σεξουαλική ενεργοποίηση στους μέχρι πρότινος «παροπλισμένους» άνδρες άνω των πενήντα ετών. Η αγορά ήταν μεγάλη, καθώς υπήρχαν δεκάδες εκατομμύρια άνδρες σ’ ολόκληρο τον κόσμο, που επιθυμούσαν να επανακτήσουν τον χαμένο ανδρισμό τους. Έτσι το Βιάγκρα είχε μια άνευ προηγουμένου επιτυχία. Για τη θεραπεία της «ανδρικής σεξουαλικής διαταραχής» η Pfizer έβαλε στα ταμεία της κέρδη της τάξεως του 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, που έβαλε και τις υπόλοιπες φαρμακοβιομηχανίες στον πειρασμό ν’ ανακαλύψουν παρόμοια «θαυματουργά χάπια».
Στόχος πλέον ήταν οι γυναίκες. Ξαφνικά άρχισαν να εμφανίζονται από το πουθενά «έγκυρες έρευνες», που έκαναν λόγο για «γυναικεία σεξουαλική διαταραχή». Ερευνητές, που διατηρούσαν στενές διασυνδέσεις με εταιρείες φαρμάκων, επινόησαν αυτήν τη νέα διαταραχή, την οποία ανακοίνωσαν σε επιστημονικά συνέδρια, που πραγματοποιήθηκαν με τη χορηγία των φαρμακοβιομηχανιών, ώστε να ενθαρρύνουν τη χρήση από τις γυναίκες των ίδιων φαρμάκων που έχουν συμβάλλει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων ανικανότητας από τους άνδρες. Αποτέλεσμα αυτής της τακτικής ήταν να μετατραπούν τα σεξουαλικά προβλήματα των γυναικών σε «νόσο» και να διογκωθεί τεχνητά ο αριθμός των γυναικών που αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες στη σεξουαλική τους ζωή. Τα στοιχεία αυτών των ερευνών έλεγαν πως το 43% των γυναικών ηλικίας 18-59 ετών αντιμετωπίζουν τη λεγόμενη σεξουαλική δυσλειτουργία.
Το βρετανικό επιστημονικό περιοδικό British Medical Journal κατάγγειλε την όλη σκευωρία, θεωρώντας τη «γυναικεία σεξουαλική διαταραχή» μύθο, που κατασκευάστηκε για καθαρά εμπορικούς λόγους. Επρόκειτο δηλαδή για μια ακόμη τεχνητή «ασθένεια» της εποχής μας με στόχο τα υψηλή κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών από την προώθηση ενός Βιάγκρα για γυναίκες. Από την πλευρά τους οι φαρμακοβιομηχανίες υπεραμύνθηκαν των θέσεων τους και αντέτειναν ότι απλώς αναζήτησαν μία θεραπευτική λύση για εκατομμύρια γυναίκες, που αντιμετωπίζουν σεξουαλικές δυσκολίες αντίστοιχες με τα στυτικά προβλήματα των ανδρών, τα οποία αντιμετωπίζονται πολύ συχνά με το Βιάγκρα. Τα επιχειρήματα τους δεν έπεισαν κι έτσι εγκατέλειψαν την προσπάθεια να κατατάξουν τη «γυναικεία σεξουαλική διαταραχή» στις υπο θεραπεία νόσους…
Στην εποχή μας η δημόσια σωματική και ψυχική υγεία είναι αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης από το καρτέλ των φαρμακοβιομηχανιών, αλλά και από το σύγχρονο ιατρικό «ιερατείο» που το υποστηρίζει. Θύμα τους είναι ολόκληρη η κοινωνία, αλλά οι πλέον ευάλωτες ομάδες είναι οι φτωχοί και οι ψυχικά ασθενείς. Αποτελεί κοινό μυστικό πως η φαρμακευτική προσέγγιση των ψυχικών ασθενειών δεν θεραπεύει, απλώς ελέγχει και καταστέλει το πρόβλημα. Ίσως θα πρέπει ν’ αναζητηθούν κι άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις του προβλήματος. Όπως έγραφε και ο R. D. Laing: «Μου φαίνεται πολύ πιο λογικό σαν σοβαρό σχέδιο να εξερευνήσουμε το εσωτερικό χωροχρόνο της συνείδησης. Ίσως αυτό να είναι ένα από τα ελάχιστα πράγματα που έχουν ακόμη κάποιο νόημα στο ιστορικό μας πλαίσιο…»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Jeremy Laurance, Pure Madness: How Fear Drives the Mental Health System, Routledge, 2003
Richard DeGrandpre, Ritalin Nation: Rapid-fire Culture and the Transformation of Human Consciousness,Norton, 1999
Richard DeGrandpre, Ritalin Nation: Rapid-fire Culture and the Transformation of Human Consciousness,Norton, 1999
Michael Fitzpatrick, The Tyranny of Health: Doctors and the Regulation of Lifestyle, Routledge, 2000
David Healy, The Antidepressant Era, Harvard, 1999
David Healy, The Creation of Psychopharmacology, Harvard, 2002.
Allan V Horowitz, Creating Mental Illness, University of Chicago, 2002
David Healy, The Creation of Psychopharmacology, Harvard, 2002.
Allan V Horowitz, Creating Mental Illness, University of Chicago, 2002
Edward Shorter, A History of Psychiatry: From the Era of the Asylum to the Age of Prozac, John Wiley, 1997
Philip Thomas, The Dialectics of Schizophrenia, Free Association, 1997
Reforming the Mental Health Act 1983, Department of Health, 2000
Jessica Kingsley, Stress in Social Work, R Davies (ed), London, 1998
Bruce Charlton, Psychiatry and the Human Condition, Radcliffe, 2000
Λου Μαρίνοφ, Πλάτωνας, Όχι Πρόζακ, Λιβάνης 2002
Stanislav Grof, Η Ψυχολογία του Μέλλοντος, Αρχέτυπο 2002
T. S. Szasz, R. D. Laing, Δύο Δοκίμια για την Ψυχιατρική Καταπίεση, Ελεύθερος Τύπος
Γιώργος Στάμκος, Μετά-Αποκάλυψη Τώρα, κεφ. Το Καρτέλ των Φαρμακοβιομηχανιών, Αρχέτυπο 2002
Γιώργος Στάμκος, Mind Control: Ο Πόλεμος για τον Έλεγχο του Νου, Άγνωστο 2005
Δείτε: agnosto.gr