Στα πολιτικά καθώς και τα επιχειρηματικά παρασκήνια οι συζητήσεις και διεργασίες δεν αφορούν μόνο την τρέχουσα περίοδο αλλά και την επόμενη ημέρα. Κυρίως αυτήν. Με δεδομένη την πρωτοφανή στα μεταπολιτευτικά χρονικά ρευστότητα του κομματικού σκηνικού αλλά και την ταχύτητα με την οποία κινούνται οι εξελίξες, τα σενάρια για την κυβέρνηση που θα διαδεχτεί, με οποιονδήποτε τρόπο, τη σημερινή σχηματίζουν μια πολύ σύνθετη εξίσωση με πολλές μεταβλητές και πολύπλοκες συναρτήσεις. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σύμφωνα με πληροφορίες στο τραπέζι έχει τεθεί ακόμη και η δημιουργία κυβέρνησης “ειδικού σκοπού”...
Οι ζυμώσεις δίνουν και παίρνουν καθώς όλοι προεξοφλούν ότι οι επόμενες κάλπες δεν θα επιτρέψουν το σχηματισμό κυβέρνησης και πολύ περισσότερο αυτοδύναμης. Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και οι τάσεις της κοινής γνώμης είναι τέτοιες μάλιστα που καθιστούν αβέβαιη αυτή τη δυνατότητα ακόμη και μετά από επαναληπτικές εκλογές. Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων, που δεν έχει κυριολεκτικά προηγούμενο, σε συνδυασμό με την πτώση των ποσοστών της ΝΔ από τη μια και τη στασιμότητα των υπολοίπων από την άλλη, δεν επιτρέπει βιώσιμες συμμαχίες τουλάχιστον με βάση τα σημερινά δεδομένα κι αυτό κάνει τη μελλοντική αβεβαιότητα μεγαλύτερη. Αν μάλιστα το πρώτο κόμμα βρεθεί κάτω από το 25%, το εκλογικό σύστημα θα λειτουργήσει ως απλή αναλογική χωρίς κανένα μπόνους με ακόμη μεγαλύτερη διασπορά των βουλευτικών εδρών.
Πάνω σε αυτό το έδαφος έχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις και οι επεξεργασίες για το κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει και μάλιστα το ενδιαφέρον είναι ότι υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν -αν δεν προωθούν κιόλας- την ιδέα ότι μια κυβέρνηση “ειδικού σκοπού” μπορεί να σχηματιστεί και δίχως να προηγηθούν κατ' ανάγκην εκλογές. Αυτή η πτυχή συνδέεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και με το ζήτημα της κάθαρσης από τα σκάνδαλα που πνίγουν το δημόσιο βίο.
Επιβαρυντικό ρόλο με τη στάση του παίζει ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης ο οποίος όχι μόνο δείχνει ότι προσπαθεί να παραμείνει πάση θυσία γαντζωμένος στον πρωθυπουργικό θώκο αλλά ταυτόχρονα συνεχίζει και τις τακτικές συγκάλυψης και αποσιώπησης των φαινομένων διαφθοράς που φουντώνουν διαρκώς επί των ημερών του. Αυτή η στάση επιτρέπει -είτε προσχηματικά είτε πραγματικά- να εντείνονται οι διεργασίες για την αναζήτηση διεξόδου από το σημερινό τέλμα και την έλευση, μια ώρα αρχύτερα, της μετά Μητσοτάκη εποχής. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τουλάχιστον έως προχθές το Μέγαρο Μαξίμου εξέταζε ως πιο πιθανή στάση για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ το “όχι” της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην πρόταση που θα έρθει αυτή την εβδομάδα στη Βουλή σχετικά με τη συγκρότηση προανακριτικής επιτροπής για τους πρώην υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης Μ. Βορίδη και Λ. Αυγενάκη.
Κατά το ένα σενάριο λοιπόν, το πιο φυσιολογικό, η κυβέρνηση “ειδικού σκοπού” θα μπορούσε να προκύψει εφόσον η χώρα οδηγηθεί σε πρόωρες κάλπες κάτω από το βάρος των ολοένα και πιο δυσμενών εξελίξεων στα εσωτερικά και τα εξωτερικά μέτωπα. Σε αυτή την περίπτωση και εφόσον τα ποσοστά των κομμάτων, σε χαμηλές πτήσεις γενικώς, είναι τέτοια που το δικαιολογούν, η επανάληψη των εκλογών θα είναι μια περιττή περιπέτεια και δεν θα έχει νόημα. Οπότε θα ενεργοποιηθεί η συγκρότηση ενός τέτοιου μεταβατικού σχήματος. Κατά το εναλλακτικό -και πιο δύσκολο- σενάριο που συζητείται, η κυβέρνηση “ειδικού σκοπού” θα αναλάβει καθήκοντα μέσω της παρούσας Βουλής με παράδοση των πρωθυπουργικών ηνίων από τον κ. Μητσοτάκη σε πρόσωπο κοινής αποδοχής για να δρομολογηθεί η κάθαρση και να διεξαχθούν κατόπιν οι εκλογές. Με τη διαρκή αποδυνάμωση του βυθιζόμενου καθημερινά στη σήψη πρωθυπουργού, εκτιμάται ότι είναι θέμα χρόνου να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση προς αυτή την κατεύθυνση.
Η εμμονή του κ. Μητσοτάκη στο κουκούλωμα των σκανδάλων είναι φανερό πάντως ότι προσφέρει σε κάθε περίπτωση την επίφαση για να αναπτύσσονται τέτοια σχέδια και να επιδιώκεται η νομιμοποίησή τους. Και στη μία και στην άλλη εκδοχή, το επιπλέον επιχείρημα είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να κάνει την απονενοημένη κίνηση να προκαλέσει διπλές εκλογές, κατά τρόπο ανάλογο με το 2023, επιδιώκοντας όμως στην πραγματικότητα να επιφέρει την παραγραφή για τα σκάνδαλα της έως τώρα πρωθυπουργικής θητείας του. Ταυτόχρονα όμως έτσι ανοίγει ο δρόμος εάν όχι η Κερκόπορτα για τη χειραγώγηση της πολιτικής ζωής και τη λήψη κρίσιμων για τον τόπο αποφάσεων από τα παρασκήνια μέσω δοτών σχημάτων. Δεν θεωρείται τυχαίο ότι αυτά τα σενάρια φέρονται να έχουν εάν μη τι άλλο την ευλογία και ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων που δεν χάνουν την ευκαιρία να κινούνται για να καλύψουν το κενό που αφήνει με τις ανεπάρκειές του το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Ήδη πολλές συζητήσεις γίνονται και για το ποιος μπορεί να είναι ο “νέος Παπαδήμος”, με άλλους να του δίνουν τεχνοκρατικό πρόσημο και άλλους να λένε ότι αυτή τη φορά θα προέρχεται από τον δικαστικό χώρο. Μια άλλη διάσταση αποκάλυψε ο ευρωβουλευτής Φαραντούρης ο οποίος -αναλαμβάνοντας να φέρει στο προσκήνιο τη σχετική συζήτηση- άφησε να εννοηθεί ότι την κυβέρνηση Ειδικού Σκοπού επιθυμούν και οι “Ευρωπαϊκές Ελεγκτικές Αρχές” ώστε “σε συνεργασία με αυτές” να γίνει “ η κάθαρση και η εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης και των θεσμών”.
Δεν είναι η πρώτη φορά που τίθεται θέμα τέτοιας κυβέρνησης. Η πρώτη κυβέρνηση ειδικού σκοπού μεταπολιτευτικά σχηματίστηκε το 1989 υπό τον Τζ. Τζανεττάκη για τα σκάνδαλα εκείνης της περιόδου, πριν ακολουθήσει η Οικουμενική υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Ειδικού σκοπού και περιορισμένου χρόνου ήταν στην πραγματικότητα και η κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου -μολονότι οι εκπρόσωποί της αρνούνταν αυτόν τον χαρακτηρισμό- που συγκροτήθηκε με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ τον Νοέμβριο 2011 για να επιβάλει το δεύτερο μνημόνιο και είχε διάρκεια ζωής έως τον Μάιο του 2012. Τα τελευταία χρόνια επανήλθε η συζήτηση για κυβέρνηση ειδικού σκοπού τον Μάιο του 2023 όταν ο Αλ. Τσίπρας ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε λόγο για «βραχύβια κυβέρνηση κάθαρσης και δικαιοσύνης» καθώς ήταν τότε στην επικαιρότητα το σκάνδαλο των υποκλοπών μέσω Predator αλλά και νωπή η σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών. Η νίκη της ΝΔ στις εκλογές που ακολούθησαν έθεσε εκ των πραγμάτων τέρμα σε αυτό το σενάριο.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, η σύνθεση μιας κυβέρνησης ειδικού σκοπού -εκτός από τον επικεφαλής της- είναι κάτι που θεωρείται ότι υπόκειται σε αρκετές εναλλακτικές βάσεις, όπως επίσης σε σχέση και με την αναλογία πολιτικών προσώπων και τεχνοκρατών. Και βεβαίως εφόσον έχει ως πρώτη “αποστολή” την κάθαρση, ζητούμενο είναι και το εύρος των κομμάτων που θα κληθούν να την στηρίξουν καθώς προωθείται στο πλαίσιο αυτό και το σενάριο της "μίνι οικουμενικής κυβέρνησης" που θα επιτρέψει να αποκτήσουν μερίδιο στην εξουσία και (υφιστάμενα ή νέα) κόμματα που σήμερα βρίσκονται εκτός αυτής.
 Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratia.gr
Next
This is the most recent post.
Previous
Παλαιότερη Ανάρτηση
 
Top