«Γύρω στο 600 π.Χ οι Έλληνες ναυτικοί που ήρθανε από την Φώκαια της Μικράς Ασίας ίδρυσαν την Μασσαλία και ακτινοβόλησαν τον πολιτισμό στη Δύση».
Επιγραφή των Γάλλων στην πόλη της Μασσαλίας
Γράφει ο Γιώργος Λεκάκης
Η μεγάλη και πανέμορφη σημερινή παραλιακή πόλη της Γαλλίας, Μασσαλία (Marseille εξ ου και λαϊκά Μαρσίλλια), στις εκβολές του ποταμού Ροδανού, δεν είναι παρά ένα κτίσμα των αρχαίων Φωκαέων, Ελλήνων της Ιωνίας Μ. Ασίας, οι οποίοι την οίκησαν περί το 630 π.Χ. - αυτό την καθιστά μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Δυτ. Ευρώπης. Τότε άνοιξε η «γραμμή». Και μετά ενισχύθηκε με ένα νέο «κύμα» Φωκαέων περί το 540 π.Χ. όταν η Φώκαια πέφτει στα χέρια των Περσών - 5 μόλις χρόνια πριν από την Μάχη της Αλαλίας. Η πατρίδα τους κατακτάται από τον στρατηγό του Κύρου, Άρπαγο.
Οι Φωκαείς δεν ανέχονται να είναι υπό βαρβάρων και «θέλοντας να αποφύγουν την τυραννία του Μεγάλου Βασιλιά, εγκατέλειψαν την Ασία κι εγκαταστάθηκαν στην Μασσαλία»[1]. Όσοι Φωκαείς μπόρεσαν, επιβιβάσθησαν σε πλοία, με επί κεφαλής τον Κροαντιάδη. Το κύμα εξόδου των κατακτημένων βαίνει προς τα δυτικώτερα. Και στέλνει τους Φωκαείς να κατοικήσουν ήδη υπάρχουσες πόλεις, ενώ πολλές άλλες τις δημιουργούν. Έτσι έφθασαν και στις εκβολές του Ροδανού και ίδρυσαν την Μασσαλία. Και δεν θα πρέπει να ήταν μια μικρή μοίρα Φωκαέων, αφού «οι Φωκαείς, καθ' ον χρόνον απώκιζαν την Μασσαλίαν, ναυμαχήσαντες προς τους Καρχηδονίους, τους ενίκησαν» (Θουκ. Α,13)!
Κι έτσι αρχίζει η Ιστορία μιας των σημαντικότερων πόλεων-πύλεων της Ευρώπης.
Ήδη η ελληνική διείσδυση στην μεγάλη χερσόνησο της Δυτ. Μεσογείου έχει αποδειχθεί και με ευρήματα, που χρονολογούνται στα τέλη του 7ου και στις αρχές του 6ου αι. π.Χ.: Κεραμικά ελληνικής (κορινθιακής και κυρίως ιωνικής) κατασκευής, που έχουν ευρεθεί στην Ιβηρία (οικισμός Αγ. Μαρτίνου), αποδεικνύουν τον ισχυρισμό.
Ετυμολογία
Τότε, ο κυβερνήτης ενός πλοίου των Φωκαέων προσπλέοντος την ακτή, είδε έναν αλιέα, ο οποίος «εκέλευσε μάσσαι το απόγειον σχοινίον». (Οι Αιολείς «μάσσαι» έλεγαν το «δησαί»-δέσε. Αλλά και σήμερα πολλοί Μικρασιάτες και Μακεδόνες λεν «μάσσε» και εννοούν «μάζεψε»). Έτσι από το «μάσσαι αλιέα», προέκυψε το τοπωνύμιο Μασσαλία, τόπος όπου «μάσσαν του αλιέως» το σχοινί. Αυτή είναι η Γραμματική ετυμολογία της πόλεως. Το ότι η Μασσαλία ήταν ένα μικρό ψαροχώρι, διακρίνεται έως σήμερα, από το ιδιαίτερο πιάτο της, που είναι η «μπουγιαμπές», μια πικάντικη ψαρόσουπα των ψαράδων της, με ψάρια που εν τέλει δεν μπόρεσαν να πουλήσουν.
Με το ίδιο όνομα (Μασσαλίας), όμως, αναφέρεται από τον Πτολεμαίο ένας αρχαίος ποταμός στην Κρήτη! Κι αυτό ενισχύει την άποψη πως το τοπωνύμιο ονομάτισαν Μινωίτες Κρήτες, στα μεγάλα ταξείδια τους προς Β. Ευρώπη (Κρήτη-Αντικύθηρα-Κύθηρα-Ιταλία-Σικελία-Μασσαλία), ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ., κατά τα οποία χρησιμοποιούσαν τις εκβολές του Ροδανού ως είσοδό τους στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα, για να φθάσουν στις ακτές της Β. Θάλασσας, προς συλλογή κι εμπορία ήλεκτρου και χαλκού. Έτσι, επειδή οι εκβολές του Ροδανού θύμιζαν, κατά κάποιον τρόπο, στους Μινωίτες το τοπίο στις εκβολές του Μασσαλία ποταμού, ίσως να ονόμασαν έτσι τον τόπο αυτό. Αυτή είναι η ιστορικο-γεωγραφική της ετυμολογία.
Η Πέττα που έγινε Αριστοξένη
Ο Φωκαεύς κυβερνήτης Εύξενος έγινε δεκτός εκεί με αγάπη, από τον βασιλεύοντα Νανν / Νάνο. Ίσως βασιλέα των αυτοχθόνων Κομμονών Γαλατών. Γύρω κατοικούσαν οι Τρικόριοι. Και οι Σάλυες (> λατ. Σαλλούβιοι, ίσως οι Σάλιοι ιερείς εκ Σαμοθράκης), που κατοικούσαν μεταξύ Ροδανού και Άλπεων (νυν Προβηγκία), τους οποίους απώθησαν οι αρχαίοι Έλληνες, που κατοικούσαν στην Μασσαλία.
Ο Νανν έφερε σε επαφή την βασιλόπαιδα Γύπτιδα ή Πέττα, με τον Εύξενο. Η Πέττα του έφερε το κύπελλο, το οποίο, κατά την παράδοσή της, θα έδινε σε όποιον αυτή επέλεγε για σύζυγό της. Έτσι ο Φωκαεύς νυμφεύθηκε την Πέττα (που μετονομάσθηκε Αριστοξένη) και έλαβε ως προίκα τον κόλπο (που σήμερα καλείται «του Λέοντος»), στην Δ. ακτή του οποίου ο Εύξενος έκτισε την Μασσαλία. (Παράδοση που υιοθετεί και ο νυν Δήμος Μασσαλιωτών). Εύξενος και Αριστοξένη απέκτησαν τον Πρώτο, γενάρχη των Πρωτιαδών, που ονομάτισε Πρώτη την νησίδα έναντι της Μασσαλίας.
Πέραν τούτων, η αλήθεια είναι πως οι αρχαίοι Έλληνες αστικοποίησαν τους Γαλατο-Κέλτες. Και η Μασσαλία ήταν η σημαντικότερη ελληνική αποικία στο δυτικό άκρον της Μεσογείου.
Νεολιθική κατοίκηση
Στην Μασσαλία ευρέθη (τον Μάιο του 2006) νεολιθική κατοίκηση. Αρχαιολόγοι έφεραν στο φως αρχαία τείχη, πινακίδες και εργαλεία από πέτρα και όστρακα, του 8000 π.Χ. Και όχι σε μικρή έκταση, αλλά σε 2.300 τετρ.μ., σ' έναν λόφο, 3 χλμ. από την θάλασσα, όπου είχε κτισθεί στρατόπεδο του Καίσαρος!
Η αρχαία Μασσαλία
Άλλοι (Γκοσλέν) υποστηρίζουν πως η αρχαία Μασσαλία έκειτο νοτιώτερα, επί του ακρωτηρίου Croisette, όπου επίσης έχουν ευρεθεί αρχαία ίχνη. Οι αρχαίοι γεωγράφοι παραδίδουν πως Μασσαλία και Βυζάντιον (νυν Κωνσταντινούπολη) έχουν το ίδιο γεωγραφικό πλάτος. Και είναι σχεδόν έτσι, με τον Πτολεμαίο να το υπολογίζει καλύτερα, με «λάθος» μόνον 1/4 της μοίρας!
Μάλιστα στις 15.10.1899 στις τέσσερις προς την θάλασσα όψεις του φρουρίου του Άη Γιάννη, εντοιχίσθηκαν 4 πλάκες (στην ελληνική, λατινική, γαλλική και προβηγκιανή) για τα 2.500 χρόνια από κτίσεως της πόλεως. Η πλάκα στα ελληνικά, που συνέταξε η Ακαδημία des Inscriptions λέγει τα εξής:
«Εις μνήμην του πρώτου κατάπλου των Φωκαέων, των προ XXII ετών εκ της Ιωνίας, ενταύθα αφικομένων, παρόντων των πρέσβεων των εκ Φωκαίας της μητροπόλεως, των Αθηνών, Ρώμης, Σμύρνης των πόλεων των πάλαι φίλων τε και συμμάχων, εκ Ρόδης, Ημεροσκοπείου, Μονοίκου λιμένος, Θεαίνης, Αγάθης, Αβενιώνος, Καβελλιώνος, Κιθαριστής, Ολβίας, Αντιπόλεως, Νικαίας, Αλερίας των αποκιών, αποσταλέντων, ο δήμος ο των Μασσαλιητών, οκταημέρους εορτάς εορτάσας, την δε την στήλην ανέθηκε, τη πέμπτη και δεκάτη του μηνός Οκτωβρίου του έτους Μ.Χ. 1899».
Την ιδία ημέρα, το Δημ. Συμβούλιο Μασσαλίας μετονόμασε την λεωφόρο Boul. du Nord, όπου το Γεν. Προξενείο Ελλάδος, σε Λεωφόρο Αθηνών! Στις εκδηλώσεις αυτές την Ελλάδα εκπροσώπησε το Β.Π. θωρηκτό «Ψαρά» / 02.
Στον κόλπο αυτόν είχαν προσορμισθεί και οι Φοίνικες, και τον είχαν χρησιμοποιήσει ως ναύσταθμό τους. Απεδείχθη με επιγραφές, που ήλθαν στο φως το 1844, κατά την εκσκαφή θεμελίων του καθεδρικού ναού και και με άτεχνες ανάγλυφες παραστάσεις φοινικικών θεοτήτων - Αστάρτης, Βάαλ - επί πώρινων λίθων, που βρέθηκαν το 1864.
Οι Φωκαείς όμως ήσαν αυτοί που έκτισαν «την ωραία πόλη, επί πετρώδους εδάφους», όταν είχαν κάμει αποικίες σε πολλά σημεία της Κορσικής, της Σικελίας, της Λυγουρίας, κ.α. Την πόλη περιέβαλαν με ισχυρό τείχος («Τείχη του Κλινία»), και ο θαυμάσιος προς Ν. λιμήν της είχε στους πρόποδές του ορθοπάγο[2]. Το λιμάνι της αρχαίας Μασσαλίας ελέγετο Λακυδών - ως γνωστόν στην αρχαιότητα ο λιμένας μιας πόλεως είχε ίδιον όνομα, διάφορο της πόλεως, την οποία εξυπηρετούσε (νυν Port Vieux - λαϊκά στην ναυτική Πόρτο Βέκκιο) και εξέδωσε μοναδικό στον κόσμο νομισματόσημο! Σήμερα, όμως το κέρας του αρχαίου ελληνικού λιμένος που σώζεται, καλείται απ' όλους «Αρχαίο Λιμάνι».
Στην ακρόπολη της αρχαίας Μασσαλίας έκειτο ο ναός του Δελφινίου Απόλλωνος - που λατρευόταν κοινώς απ' όλους τους Ίωνες - και Εφέσιον, δηλ.ναός υπέρ της Εφεσίας Αρτέμιδος, μια ηλιακή έκφανση της θεάς. Στην Μασσαλία τιμούσαν την Αρτέμιδα τον Ήλιο με μια θηλυκή θεότητα![3] Παραδοσιακώς, κάθε που οι Φωκαείς έφευγαν από την πατρίδα τους, έπαιρναν μαζί τους κάποιον από το Εφέσιόν τους, ως παραστάτη του πλου τους. Στο συγκεκριμένο πρώτο ταξείδι προς Μασσαλία, παραστάτης ήταν η Αριστάρχη, επιταγμένη από τις πλέον διακεκριμένες γυναίκες της Εφέσου, την οποία είχε υποδείξει στο ενύπνιον η ίδια η θεά Άρτεμις. Μαζί της πήρε και αφιερωμένα αγάλματα. Έτσι όταν έφθασαν οι Φωκαείς και ίδρυσαν την Μασσαλία και το Εφέσιόν της, την Αριστάρχη ετίμησαν ως πρωθιέρεια. Έκτοτε, όσες αποικίες έκανε η Μασσαλία, σε όλες λατρεύθηκε η Άρτεμις ως πατρώνα θεά.
Εκτός του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, στην αρχαία Μασσαλία λατρεύονταν ο Ζευς, η Αθηνά, η Κυβέλη, η Λευκοθέα και αργότερα η Ίσις.
Σ' αυτήν την πόλη λειτούργησε και μεγαλούργησε η περίφημη αρχαία ελληνική Ιατρική Σχολή Μασσαλίας, που διέδωσε την Ιατρική Επιστήμη στην Δύση. Άλλωστε στην αρχαία Μασσαλία λειτουργούσε σπουδαίο Ασκληπιείο, ένα από τα 400 που αναφέρονται στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Για χρόνια πολλά, το Ασκληπιείο και η Ιατρική Σχολή Μασσαλίας συνέλεγε ιαματικά βότανα απ' όλη την Μεσόγειο. Οι καρποί της σύριγγος της κασσίας λ.χ. συλλέγονταν λίγο προ της τελείας ωριμάνσεώς τους και αποστέλλονταν, κατά το δυνατόν νωποί, από την Αίγυπτο, στην Ευρώπη (σε Λονδίνο και Μασσαλία), για ιατρική χρήση.
Εκ Μασσαλίας γνώρισαν το κρασί στην Γαλλία
Οι Φωκαείς κυριαρχούσαν τότε στο εμπόριο της περιοχής εκείνης. Οι Φωκαείς έφεραν εδώ την καλλιέργεια της ελιάς και του αμπελιού, απ' όπου διαδόθηκε στα ενδότερα της (νυν) Γαλλίας. Η Μασσαλία στα αρχαϊκά χρόνια επλούτισε (και) από το εμπόριο κρασιού και λαδιού. (Και η μεταφορά οινοτεχνογνωσίας από τους Έλληνες προς τους Γάλλους δεν σταμάτησε εδώ: Πολλά χρόνια αργότερα, έως τα πρόσφατα, Κυμαίοι καραβοκύρηδες μετέφεραν τα προϊόντα της Κύμης Ευβοίας στην Μασσαλία, και δη το φημισμένο μαύρο κρασί της, διότι το μοσχοαγόραζαν οι Γάλλοι ίνα χρωματίσουν τα δικά τους κρασιά!).
«Το ποτάμι του Ροδανού ήταν η εμπορική οδός, μέσω της οποίας οι αμφορείς με τον ζυμωμένο μούστο, αυτό το πρωτόγνωρο ποτό, έφθασε στα τραπέζια των διάφορων κελτικών φύλων. Και τους άρεσε πολύ. Ίνα διατηρήσουν οι Έλληνες την αποικία τους στις εκβολές του Ροδανού έπρεπε κάπως να εντάξουν στο σχέδιο και τους Κέλτες της γύρω περιοχής, της Λιγυρίας. Άρχισαν λοιπόν να νυμφεύονται εντόπιες κι έτσι μέσω των μεικτών γάμων άρχισαν να περνούν στην άλλη πλευρά και οι γνώσεις της καθημερινότητος, για παράδειγμα πώς φτιάχνει κανείς κρασί. Από εκείνη την εποχή μας διασώζονται πολλά τεκμήρια αυτής της ελληνικής παραγωγής κρασιού. Ίχνη ετρουσκικού κρασιού δεν βρέθηκαν, ενώ τα στοιχεία για την ρωμαϊκή παραγωγή είναι πολύ νεώτερα» γρλαφει στο βιβλίο του «Αρχαία Ελλάδα: Η ιστορία ένδεκα πόλεων» ο καθηγητής Ελληνικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, P. Cartledge. Καλό, λοιπόν, θα είναι, οι ξενομανείς λάτρεις του «γαλλικού κρασιού» στις απύθμενες αράδες που ξοδεύουν για να το εκθειάζουν, να αφιερώνουν και λίγες λέξεις γι' αυτούς που έμαθαν τους Γάλλους να φτιάχνουν και να πίνουν κρασί, δηλ. τους αρχαίους Έλληνες Φωκαείς.
Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, που αναπτύχθηκαν τα αγγειοπλαστικά εργαστήρια της Μεγάλης Ελλάδος, τα αθηναϊκά απευθύνθηκαν σε νέες αγορές, κυρίως της Μασσαλίας, κ.ά. Οι Μασσαλιανοί μαθαίνουν την αγγειοπλαστική και την διαδίδουν στα ενδότερα της Ευρώπης.
Αλλά και τα καράβια των Κασσωπαίων (της Ηπείρου) «όργωναν» από τον 3ο π.Χ. αι. την Μεσόγειο Θάλασσα (διακινούσαν προϊόντα της Ηπείρου, όπως κρασί, λάδι, ελιές, φρούτα, ξηρούς καρπούς και υφάσματα, σε Κέρκυρα, Καρχηδόνα, Ρώμη, Βρινδήσιο, Μασσαλία, Ηράκλειες Στήλες -Γιβραλτάρ, Αδριατική, Αίγυπτο, και φυσικά Αιγαίο, Μ. Ασία, Εύξεινο Πόντο). Η παράδοση εξαγωγών ηπειρωτικών προϊόντων προς την Μασσαλία, συνεχίσθηκε έως τα χρόνια της οθωμανοκρατίας, με τους περίφημους Καλαρρυτινούς χρυσικούς.
Οι Έλληνες εδίδαξαν εδώ την τέχνη της οινοποιίας και έμαθαν απ' εδώ για την λεβάντα, αφού αυτή «γεννάται στις νήσους της Γαλατίας απέναντι από την Μασσαλία», κατά Διοσκουρίδη.
Μασσαλιανοί ωκεανοπόροι
«Τά πέλαγα της Μασσαλίας φυλάττουν ενθύμησιν της ανδραγαθίας των πατέρων μας»
Γ. Τερτσέτης
Οι Φωκαείς ήταν πρωτοποριακοί και τολμηροί θαλασσοπόροι. Πρώτοι αυτοί κατασκεύασαν πολυήρεις - πλοία με 50 κουπιά! Γι’ αυτό ανέδειξαν την Φώκαια σε μεγάλη ναυτική δύναμη! Και πλούτισαν πολύ! Η ικανή ναυτοσύνη τους μεταλαμπαδεύθηκε και στην αποικία τους, την Μασσαλία, η οποία από την αρχαία ακμή της ανέδειξε περίφημους ωκεανοπόρους, όπως:
▶ ο Μιδάκριτος, ο πρώτος που ταξείδευσε στα βρετανικά νησιά, με σκοπό να φέρει τον «λευκό μόλυβο», όπως έλεγαν τον κασσίτερο.
▶ ο Ευθυμένης ή Ευθυμάνης γεωγράφος και θαλασσοπόρος, που περί το 510 π.Χ. εταξείδευσε προς τον Νότιο Ατλαντικό και έφθασε έως την Σενεγάλη, στις εκβολές του ποταμού Σενεγάλη… Εκεί είδε κροκόδειλους και ιπποποτάμους και ενόμισε πως έφθασε στις… πηγές του Νείλου! Έγραψε έργο ονομαζόμενο «Περίπλους», όπου λέγει ότι ο Νείλος πηγάζει εκ του Ατλαντικού!
▶ ο Πυθέας (330-320 π.Χ.), που έφθασε έως την Θούλη («το έσχατον όριον του κόσμου» - αινιγματική πόλη του Βορείου Ωκεανού, που κατ’ άλλους είναι στην Ισλανδία, κατ’ άλλους στην Βαλτική, κλπ.). Τον εκτιμούσε ιδιαιτέρως ο Ίππαρχος. Ο Πυθέας ήταν και περίφημος αστρονόμος. Έκανε μια μαθηματική ανακάλυψη που τον κατέστησε γνωστό στον ελληνισμό: Την μέτρηση του γεωγραφικού πλάτους ενός τόπου! Το πέτυχε με την μέτρηση του λόγου: Γνώμων/Σκιά, το μεσημέρι των Τροπών ή των Ισημεριών. Η μέθοδος αυτή στηριζόταν σε δυο παραδοχές: Α. ότι η Γη είναι «σφαιροειδής» και Β. ότι οι ακτίνες του Ηλίου φθάνουν σ’ όλα τα σημεία της επιφανείας της Γης «παράλληλα» (διατύπωση του Θαλή). Έτσι η γωνία φ προσδιοριζόταν από το ορθογώνιο τρίγωνο του γνώμονος προς την σκιά του, το μεσημέρι μιας Ισημερίας (ανάλογη μέτρηση γινόταν κατά τις Τροπές). Δια της μεθόδου αυτής ο Πυθεύς υπελόγισε το γεωγραφικό πλάτος της γενέτειράς του, Μασσαλίας, με σχεδόν απόλυτη ακρίβεια: 43°3' έναντι της πραγματικής 43°17'… Ο Πυθεύς, κατ’ εντολήν του Δήμου Μασσαλίας, επιχείρησε μια παράτολμη για την εποχή του εμπορική αποστολή, προς αναζήτηση κασσίτερου, που δύσκολα βρισκόταν στην Ελλάδα. Διέπλευσε τις Ηράκλειες Στήλες (νυν Γιβραλτάρ) και ακολουθώντας τις ιβηρικές και γαλατικές ακτές έφθασε στο Βελέριον (νυν Κορνουάλη) και στο Κάντιον (νυν Κεντ). Διέσχισε όλη την ανατολική πλευρά της Βρετανίας και κατέληξε στο Ντόβερ.
Αναφέρει τα δυο νησιά, το Άλβιον (Αλβιών, η Αγγλία) και την Ιέρνη (η Ιρλναδία).[1] Αυτή είναι η πρώτη γραπτή μαρτυρία για επίσκεψη Ελλήνων στα αγγλικά νησιά (Κασσιτερίδες Νήσους). Είχαν προηγηθεί ενωρίτερα κι άλλες, από Μινωίτες Κρήτες, κ.ά. Από εκεί ο Πυθεύς εταξείδευσε στην Βαλτική. Έκανε τον περίπλου των βαλτικών και σκανδιναβικών παραλίων. Κατέλιπε δύο συγγράμματα: «Περί Ωκεανού» και «Γης περίοδος», στα οποία περιέγραψε τις ταξειδιωτικές εμπειρίες του.
▶ ο Ευθύμιος ή Ευθυμένης, που εξερεύνησε τις αφρικανικές ακτές, που είχε παραπλεύσει ο Καρχηδόνιος στρατηγός Άννων (310 π.Χ.).
▶ Τέλος, η Μασσαλία ανέδειξε διάφορους ονομαστούς πλοιάρχους (όπως τον Ζηνόθεμι, τον Ηγέστρατο, κ.ά.).
Τα ναυάγια της Μασσαλίας
Το 1993, κατά την διάρκεια εκσκαφών, στην Πλατεία Ι. Βερν στην Μασσαλία, ανακαλύφθηκαν δυο… ναυάγια! Οι εργασίες έγιναν από την τοπική Αρχαιολογική Υπηρεσία, συνδρομή της πόλεως της Μασσαλίας. Απεκάλυψαν τμήμα της αρχαίας ακτής με τις λιμενικές εγκαταστάσεις και πλήθος ελληνικών και ρωμαϊκών χρόνων ναυαγίων. Τα δύο πλοία ευρέθησαν αντικρυστά το ένα στο άλλο.
Περίπου 30 μ. από την αρχαία ακτή. Στο σημείο όπου είχαν εγκαταλειφθεί στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. – μάλλον λόγω της κακής τους καταστάσεως. Το σωζόμενο τμήμα, του μικρότερου από τα δύο πλοία, έχει μήκος 5 μ. και πλάτος 1,5 μ. Ήταν ελαφρύ και γρήγορο σκάφος, λεπτό και με στρογγυλή διατομή, αλιευτικό κοραλλιών (ευρέθησαν 10 μικρά θραύσματα από κόκκινο κοράλλι). Το δεύτερο και μεγαλύτερο από τα δύο πλοιάρια έχει διατηρηθεί σε μήκος 14 μ. και πλάτος 4 μ. Είχε καρίνα, στρογγυλή διατομή και πολύ μακρόστενες άκρες. Το πανί του ήταν τετράγωνο και είχε χωρητικότητα φορτίου 12 τ. Τυπικό εμπορικό πλοίο της Μασσαλίας του τέλους του 6ου αι. π.Χ. Είχε άξιο λόγου σύστημα συναρμολογήσεως. Ταξείδευε για πολλά χρόνια πριν εγκαταλειφθεί.[2]
Οι Τούρκοι θέλοντας να αποτκήσουν κάτι που δεν έχουν,
δηλ. αρχαία Ιστορία,άρα αίγλη, έφτιαξαν και έστειλαν στην Μασσαλία
ένα αντίγραφο αρχαίου φωκιανού ελληνικού πλοίου...
Ο Ζ. Υ. Κουστώ έξω από την Μασσαλία ανέσυρε αρχαίο ελληνικό πλοίο, ανάμεσα σε απολιθώματα, που είχε ναυαγήσει το 205 π.Χ., μεταφέροντας αμφορείς με κρασί.
Τέλος, η Οικία Τριαίνης στην Δήλο, που ανήκε στον Ελληνορωμαίο Μάρκο Σίστιο - ο οποίος γεννήθηκε στην Δήλο![3] – μας έδωσε πληροφορίες για ένα ακόμη αρχαίο ναυάγιο στην… Μασσαλία! Το 145 π.Χ. ο Μ. Σίστιος εφόρτωσε από την Ρώμη τον «Δελφινοφόρο», ένα καράβι, με αμφορείς κ.ά.αντικείμενα. Το καράβι αυτό είχε περιπετειώδες ταξείδι, αλλά εν τέλει ναυάγησε στο λιμάνι της Μασσαλίας. Ανακαλύφθηκε από δύτες-αρχαιολόγους. Στον λαιμό ενός αμφορέα υπήρχαν τα αρχικά “SES” και πλάι τους σχεδιασμένη η τρίαινα – σύμβολον του Ποσειδώνος. Αντίστοιχα, τα ίδια αρχικά και το ίδιο σύμβολο ευρίσκουμε και στην Οικία Τριαίνης.
Πάντως η λάσπη των επιχώσεων επειδή προστατεύει τις αρχαιότητες, είναι πολύ πιθανόν, εάν γίνουν σχετικές εργασίες και έρευνες, να βρεθούν κι άλλοι βυθισμένοι και θαμμένοι θησαυροί στο λιμάνι της Μασσαλίας…
Πολιτική διοίκηση-νόμοι
Οι Μασσαλιώτες διοικούντο αριστοκρατικά. Ήσαν απ’ όλους οι πιο εύνομοι. Είχαν συνέδριο (βουλή) 600 ανδρών, οι οποίοι έπρεπε να είναι τουλάχιστον τρεις γενεές απόγονοι Μασσαλιωτών! Εάν δε ήσαν και εύτεκνοι, ονομάζονταν «τιμούχοι» και διατηρούσαν το αξίωμα ισοβίως. Εξ αυτών, προήδρευαν οι 15, οι οποίοι ήσαν επιφορτισμένοι με την τρέχουσα υπηρεσία.
Οι νόμοι της αρχαίας Μασσαλίας ήσαν οι ιωνικοί. Αναγράφονταν σε δημόσιους χώρους, προς γνώσιν του κοινού.
Στην αρχαία Μασσαλία πολίτης που τεκμηρίωνε την απόφασή του να πεθάνει ενώπιον της Βουλής των 600, έπαιρνε νόμιμα κώνειο, το οποίο φυλασσόταν γι’ αυτόν τον σκοπό σε κρατικές αποθήκες!..[4]
Εκ των νομικών παραδόξων της πόλεως, ήταν ένας νόμος που επέβαλε την ποτοαπαγόρεση στις γυναίκες. Τους επέτρεπε να πίνουν μόνον… νερό! (Κλ. Αιλιανός «Ποικ. Ιστορία», II, 38).
Από την σύγχρονη «νομική ιστορία» της Μασσαλίας, αξιοσημείωτη είναι μια παράξενη δίκη, που έγινε ίνα λυθεί μια διαφορά ανάμεσα σε δυο κληρονόμους: Ένας τ. ναυτικός άφησε αρκετά χρήματα, αλλά πριν πεθάνει έκαμε δερματοστιξία στην πλάτη του ένα σύντομο και ακριβές κείμενο… διαθήκης, υπέρ ενός ανηψιού του. Προηγούμενο έγγραφο έδινε την περιουσία σε άλλον ανηψιό του! Το δικαστήριο έπρεπε, λοιπόν, να καθορίσει εάν η τελευταία επιθυμία του νεκρού στο δέρμα του μπορούσε να είναι νόμιμο αποδεικτικό… έγγραφο! Το θέμα ελύθη μόνο του: Λίγο πριν πεθάνει, ο άνδρας είχε χαρίσει όλα όσα είχε και δεν είχε σε μια κοπέλλα που ήταν πολύ καλή μαζί του κι έτσι δεν υπήρχε… ούτε γάτα, ούτε ζημιά, ούτε βέβαια περιουσία προς κληρονομιά…
Ρωμαϊκή εποχή
Στα ρωμαϊκά χρόνια, η Μασσαλία συμπεριλαμβανόταν στα όρια του τότε «γνωστού κόσμου»: Αυτός οριζόταν «από την Ρόδο και την Αλεξάνδρεια έως την Μασσαλία, την Περσία και την Ινδία»…
Η Μασσαλία ήταν φίλος και σύμμαχος της Ρώμης και στα δύσκολα, στον πόλεμο κατά των Καρχηδονίων, απ’ τον οποίο έδρεψε τους καρπούς της νίκης. Για να ενισχυθεί έναντι των ορέξεων των Καρχηδονίων προσέλαβε στον στρατό της ορεσίβιους Κρήτες και σφενδονήτες Ροδίους. (Άλλωστε, όπως προείπα, οι Κρήτες, από Μίνωος, είχαν σχέση με την περιοχή). Μετά απ’ αυτό, έγινε η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στην Δυτ. Μεσόγειο και άρχισε να επεκτείνεται με αποικίες στην Κελτική, την Ιβηρία, κ.α.
Τέτοιες αποικίες-θυγατέρες της Μασσαλίας ήσαν (αλφαβητικώς): η Αγάθη (εκ του Αγαθή Τύχη - νυν Agde), η Αθηνούπολις[5], η Αλαλία[6], η Αντίπολις (νυν Antibe), το Εμπόριον (νυν Ampurias), το Ημεροσκοπείον (νυν Denia), η Λευκή Άκρα[7], η Μαίνακα ή Μαινάκη (νυν Βελέθ-Μάλαγα), η Νίκαια[8], η Ολβία (νυν Eoube), η Ροδανουσία[9], η Ρόδη (νυν Rosas), το Ταυροέντιον ή Ταυρόεις (νυν Taurenti)… Σ’ όλες αυτές τις πόλεις τα Εφέσια ιερά της Αρτέμιδος παρέδιδαν πως «ελληνιστί θύειν»… Αλλά και στα νεώτερα (βυζαντινά) χρόνια, οι Έλληνες της Μασσαλίας συνέχιζαν να «φτιάχνουν» αποικίες, όπως το Σεν Τροπέ, ένα μικρό ψαροχώρι, που έγινε κι αυτό κοσμοπολίτικο θέρετρο, κ.ά.
Στο λιμάνι της πόλεως υπήρχαν ναυπηγεία, μέγας ναύσταθμος, άραζαν πολλά πλοία, κατασκευάζονταν και επιδιορθώνονταν πολεμικές και πολιορκητικές μηχανές, κλπ. Το λιμάνι αυτό πλειστάκις είχε αποκρούσει βαρβαρικές επιδρομές, επιδόξων εισβολέων στην ενδοχώρα της (νυν) Γαλλίας. Γι’ αυτό έλεγαν, πως η Μασσαλία συνετέλεσε στην εξάπλωση του ρωμαϊκού μεγαλείου.
Το 155 π.Χ. η Μασσαλία εκάλεσε την Ρώμη να συνδράμει στον πόλεμό της με την Γαλατία. Η νικήτρια Ρώμη έδωσε στην Μασσαλία τα κατακτηθέντα εδάφη των ηττημένων.
Το 124 π.Χ. όμως, η Ρώμη, που ξανα-αναμείχθηκε στα της Μασσαλίας, προσάρτησε τα εδάφη, αλλά άφησε αυτόνομη την Μασσαλία και τις αποικίες της. Έτσι η Μασσαλία και οι θυγατέρες της διατήρησαν τον ελληνικό πολιτισμό… Οι Ρωμαίοι όμως συνέχισαν φίλα προσκείμενοι και προς απόδειξιν αυτού έστησαν ξόανο της Εφεσίας Αρτέμιδος, ίδιο κι απαράλλακτο του Εφεσίου, στο Αβεντίνο. Ο Μάριος και ο Πομπήιος, ως διοικητής της Ιβηρίας, προστάτευσαν την πόλη. Αλλά στον ρωμαϊκό εμφύλιο ευρέθη στην μέση. Σκέφθηκε τότε να ανακόψει την πορεία του Καίσαρος προς την Γαλατία. Υποσχέθηκε ουδετερότητα. Αλλά δεν την τήρησε, αφού φιλοξένησε τον Δομίτιο, που η σύγκλητος είχε αποστείλει διοικητή της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας. Αυτό εξόργισε τον Καίσαρα και τον ανάγκασε να στείλει (19.4.49 π.Χ.) εναντίον της Μασσαλίας τρεις λεγεώνες (υπό τον Τριβώνιο) και στόλο (υπό τον Βρούττο) στο στόμιο του Ροδανού. Και οι Μασσαλιώτες ηττήθησαν δις, την εποχή που ο Καίσαρ κατακτούσε την Ιβηρία… Εις μνήμην όμως των υπηρεσιών που άλλοτε προσέφερε η πόλη στην Ρώμη, ο Καίσαρ διατήρησε την αυτονομία της, μέσα στην Κελτο-γαλατική Ναρβωνησία! Έτσι εξακολούθησε να κατασκευάζει όπλα και μηχανές, αλλά αυτή η βιομηχανία της ολοένα και έφθινε πλέον…
Αλλά η Μασσαλία ποτέ δεν έχασε την πνευματικότητά της. Την αποκαλούσαν «Ελληνικό Πανεπιστήμιο στην Δύση», «Πόλη Διανοουμένων και Πολιτισμού», κλπ. η οποία «φιλέλληνας κατασκεύαζε τους Γαλάτες» και τα συμβόλαιά της συνέχιζαν να γράφονται στα ελληνικά… Είχε πείσει δε τους πιο διάσημους Ρωμαίους να μην αποδημούν στην πόλη των Αθηνών, αλλά να φοιτούν φιλοσοφία σε αυτήν… Η Μασσαλία ήταν «απαραίτητος προορισμός» για έναν νεαρό Ρωμαίο της εποχής! Πολλοί επιφανείς Ρωμαίοι εδιδάχθησαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία στην Μασσαλία.
Όπως λ.χ. ο Γνάιος Ιούλιος Αγρικόλας (40;–93 μ.X.), ο περίφημος Ρωμαίος στρατηγός, γνωστός για τις κατακτήσεις του στην Βρετανία, πενθερός του ιστοριογράφου Τάκιτου. Ανετράφη από την μητέρα του, Ιουλία Πόρκιλα, στην Μασσαλία, όπου και εμυήθη στην ελληνική φιλοσοφία.
Και οι Γαλάτες για τον ίδιο σκοπό, εσπούδαζαν φιλοσοφία, ελληνικά γράμματα και επιστήμες (ιδία Ιατρική) στην Μασσαλία. Και όχι μόνον με ίδιες δαπάνες, αλλά δαπάναις των δήμων τους (με δημόσιες υποτροφίες δηλαδή)!
Την εποχή αυτή, η πόλη είχε διαιρεθεί σε δυο τμήματα:
▶ Την Άνω Πόλη, όπου παρέμενε η ρωμαϊκή φρουρά, και ήταν η στρατιωτική πόλη, και
▶ Την Κάτω Πόλη, που ήταν καθαρά ελληνική.
Σήμερα, στο Δημαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλεως, που στεγάζεται στον πύργο Μπόρελυ (1766-1778) εκτίθενται πλούσιες σειρές από αρχαία ελληνικά έργα (γλυπτά, κ.ά.), από αιγυπτιακά, από ανατολικά, από επιγραφές, από χριστιανικές σαρκοφάγους, κ.ά.