Του Γιάννη Βαρουφάκη
Το ευρώ πεθαίνει. Για αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Οι λόγοι έχουν εξηγηθεί πολλές φορές και δεν χρειάζεται να τους επανα-εξηγήσουμε εδώ (για όσους χρειάζονται επανάληψη, βλ. εδώ για μια παλιότερη εξήγηση και εδώ για μια slow motion περιγραφή της αποδόμησης της ευρωζώνης - μια διαδικασία που μπήκε στην τελική ευθεία με τηνανόητη 21η Ιουλίου και την ακόμα πιο ανόητη 26η Οκτωβρίου - βλ. το σχετικό παράρτημα).
Ευρώ-δρυός πεσούσης, πολλοί είναι εκείνοι που...
τείνουν στο λογικοφανές συμπέρασμα: Μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει. Αν η κατάρρευση του ευρώ είναι σχεδόν αναπόφευκτη, και δεδομένου ότι το ισχυρό ευρώ συνθλίβει την ασθενική ελληνική οικονομία, μήπως ήρθε η ώρα της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα; Επιστρέψτε μου να απαντήσω άμεσα και κατηγορηματικά: Όχι, δεν έχει έρθει αυτή η ώρα! Και δεν θα έρθει όσο υπάρχει το ευρώ.
Ας εξηγηθώ. Στις δύσκολες αυτές ώρες καλούμαστε να απαντήσουμε σε δύο ερωτήματα: Πρώτον, τι θέλουμε να συμβεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Δεύτερον, τι πρέπει να κάνουμε εμείς, εδώ στην Ελλάδα, δεδομένων όχι αυτών που θέλουμε να γίνουν στην Ευρώπη αλλά δεδομένων αυτών που γίνονται. Αυτά τα δύο καίρια ερωτήματα πρέπει να τα απαντήσουμε ξεχωριστά.
Τι θέλουμε για την Ευρώπη;
Να μην καταρρεύσει το ευρώ, είναι η απάντησή μου. Πρόκειται για μια απάντηση ανεξάρτητη του κατά πόσον θεωρούμε ότι το ευρώ έπρεπε ή όχι να έχει δημιουργηθεί. Πάγια θέση μου ήταν ότι το ευρώ χτίστηκε σε σαθρές βάσεις. Ότι ήταν λάθος μέγιστο η δόμησή του. Ότι, δεδομένης της αρχιτεκτονικής του, δεν έπρεπε να είχε εισέλθει η Ελλάδα σε αυτό. Ούτε και καμία άλλη χώρα (πλην της Γερμανίας και της Ολλανδίας). Άλλο όμως αυτό και άλλο το τι θέλουμε τώρα που το ευρώ υπάρχει και οι χώρες μας βρίσκονται εντός της ευρωζώνης. Μετά από δέκα και πλέον χρόνια συμμετοχής σε αυτό, η κατάρρευση του ευρώ θα επιφέρει μεγάλα δεινά για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή ήπειρο.
Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση του κοινού νομίσματος θα οδηγήσει στο σπάσιμο του γαλλο-γερμανικού άξονα καθώς το Βερολίνο δεν θα δεχθεί ξανά να δέσει νομισματικά την γερμανική οικονομία με ελλειμματικές οικονομίες. Το Παρίσι θα βρεθεί λοιπόν από την απέναντι όχθη του Ρήνου, αναγκασμένο να προβεί σε μια λατινική νομισματική ένωση με την Ιταλία και την Ισπανία. Ο θάνατος του γαλλο-γερμανικού άξονα θα σημάνει, ουσιαστικά, το τέλος της ευρωπαϊκής ενοποίησης καθώς η Γερμανία θα στραφεί προς (α) τις υπόλοιπες πλεονασματικές χώρες της τέως ευρωζώνης (Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία) και (β) στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης των οποίων οι οικονομίες έχουν δεθεί στο άρμα της Γερμανικής βιομηχανίας (Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία, Εστονία).
Το κόστος για αυτή την νέα ζώνη του μάρκου θα είναι μια βαθειά ύφεση καθώς το νέο μάρκο (το κοινό νόμισμα αυτής της νέας ένωσης που θα ξεκινά από τον Ρήνο και θα αγγίζει την τέως Σοβιετία) θα ανατιμηθεί και η Γερμανική βιομηχανία θα χάσει σημαντικό μέρος των εξαγωγών της προς την Κίνα και την υπόλοιπη τέως ευρωζώνη. Παράλληλα, το νόμισμα της νέας λατινικής ένωσης, αλλά και λοιπών χωρών (όπως η Ελλάδα) που μπορεί να μείνουν εκτός των νέων κοινών νομισμάτων, θα υποτιμάται συνεχώς με αποτέλεσμα από την μία μεριά να σταθεροποιηθεί η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών αυτών (σε σχέση με την Γερμανία) αλλά με κόστος τον μεγάλο πληθωρισμό που θα συνδυάζεται με πεισματικά υψηλά επίπεδα ανεργίας (τον λεγόμενο στασιμοπληθωρισμό).
Εν συντομία, η Ευρώπη θα μπει σε πολιτικές και οικονομικές περιπέτειες που θα κάνουν την παρούσα να μοιάζει υποφερτή. Σε μια εποχή όπου η ανεργία θα πλήττει τον Γερμανική ζωτικό χώρο και ο στασιμοπληθωρισμός την υπόλοιπη Ευρώπη, ο έως τώρα πολιτικά σταθεροποιητικός παράγοντας, ο Γαλλο-γερμανικός άξονας, θα αποτελεί παρελθόν. Με δεδομένο μάλιστα τον υφεσιακό αντίκτυπο που θα έχει αυτή η εξέλιξη στην παγκόσμια οικονομία, ο θάνατος του ευρώ θα σπρώξει στην οικουμένη σε μια βαθειά Παγκόσμια Ύφεση. Το πάθημα της δεκαετίας του '30 δεν θα μας έχει γίνει μάθημα. Θα μου πείτε; Αφού πεθαίνει το ευρώ (όπως είπα εξ αρχής), τι μπορεί να γίνει; Επειδή σας έχω κουράσει πολλές φορές με την απάντησή μου επ' αυτού, δεν θα το κάνω άλλη μία φορά. Θα πω μόνο ότι μοναδική λύση είναι η έκδοση από την ΕΚΤ ομολόγων (στο όνομα μόνο της ΕΚΤ) με τον διττό σκοπό: (α) της εξυπηρέτησης του μεγαλύτερου ποσοστού χρέους της ευρωζώνης και (β) την συγχρηματοδότησης, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενός αναπτυξιακού New Deal για ολόκληρη την Ευρώπη. Ίσως, πράγματι, να είναι πολύ αργά πια για κάτι τέτοιο. Όμως, μπροστά στο φάσμα μίας νέας δεκαετίας του '30, αξίζει τον κόπο η προσπάθεια.
Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα;
Αν συμφωνούμε ότι η κατάρρευση του ευρώ θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και την παγκόσμια οικονομία, με συνέπειες καταστροφικές και για εμάς εδώ στην Ελλάδα, θα πρέπει (όσο το ευρώ εξακολουθεί να υφίσταται) να ξεχάσουμε τα περί επιστροφής στην δραχμή. Κι αυτό επειδή, πολύ απλά, μία έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα σημάνει το τέλος του κοινού νομίσματος. Πράγματι, κόντρα σε ανεδαφικές εικασίες διαφόρων κύκλων, το ευρώ δεν θα αντέξει μια ελληνική έξοδο (εθελούσια ή μη).
Δεν είναι τυχαίο που η Συνθήκη της Λισαβόνας δεν προβλέπει διαδικασία εξόδου και, μάλιστα, ξεκαθαρίζει ότι έξοδος από το ευρώ σημαίνει και αποπομπή από την ΕΕ. Ο λόγος είναι απλός: Μόλις ανακοινωθεί η ελληνική έξοδος, θα στεγνώσουν τα ΑΤΜ στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία, τα Ιταλικά spreads θα φτάσουν το 25%, η αξιολόγηση του γαλλικού χρέους θα πέσει στο ΑΑ-, το Βέλγιο θα διαλυθεί και, πολύ σύντομα, η Γερμανία για ανακοινώσει την δική της έξοδο από το ευρώ. Περιληπτικά, έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ σημαίνει κατάρρευση της ευρωζώνης. Αν έχω δίκιο (βλ. παραπάνω) ότι κάτι τέτοιο θα το μετανιώσουν όλοι οι ευρωπαίοι (Έλληνες και Γερμανοί, Πορτογάλοι και Ολλανδοί κλπ), η επιστροφή στην δραχμή δεν ενδείκνυται από την σκοπιά του συνολικότερου γίγνεσθαι. Αν μάλιστα λάβουμε υπ' όψη το τι θα σημάνει μια τέτοια κίνηση στο εσωτερικό της χώρας, βλ. παρακάτω (ανεξάρτητα από τον δυσμενέστατο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία), η επιστροφή στην δραχμή όσο το ευρώ εξακολουθεί να ισχύει θα έχει ανυπολόγιστο και ειδεχθέστατο ανθρώπινο κόστος.
Πολλοί συνάδελφοι, ιδίως στις ΗΠΑ (όπου βρισκόμουν τις περασμένες δύο εβδομάδες), μου λένε ότι συμφωνούν με την άποψη που εκφράζω από τον Ιανουάριο του 2010, τότε που επιχειρηματολόγησα ότι η ελληνική στάση πληρωμών, κούρεμα, αναδιάρθρωση κλπ (πρόκειται για διαφορετικούς όρους του ίδιου πράγματος) ήταν αναπόφευκτη και έπρεπε να έχει γίνει δίχως καθυστέρηση (βλ. άρθρο σχετικό εδώ καιεδώ στο protagon εκείνης της περιόδου). Αμέσως όμως μετά, μου λένε ότι δεν κατανοούν γιατί δεν προχωρώ λίγο παραπέρα, προτείνοντας ότι, αμέσως μετά την στάση πληρωμών, την έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή στην δραχμή. Ο λόγος, όπως τους εξηγώ, είναι ότι εκείνοι δεν κατανοούν την διαφορά μεταξύ (α) ενός συστήματος σταθερής ισοτιμίας δύο ή περισσότερων διαφορετικών νομισμάτων και (β) ενός κοινού νομίσματος. Στην την πρώτη περίπτωση (ενός συστήματος σταθερής ισοτιμίας δύο ή περισσότερων διαφορετικών νομισμάτων) το να σπάσεις την σταθερή ισοτιμία (το peg), όπως έκανε η Αργεντινή μετά την δική της στάση πληρωμών, είναι απλή υπόθεση. Απλώς ανακοινώνεις ότι η σταθερή αυτή ισοτιμία σπάει και γίνεται μεταβλητή βάσει της ζήτησης και της προσφοράς του κάθε (ήδη υπάρχοντος) διαφορετικού νομίσματος. Στην Αργεντινή, π.χ., οι πολίτες είχαν στις τσέπες τους πέσος. Αυτό που άλλαξε ήταν ότι εκεί που το κάθε πέσος ισοδυναμούσε, σταθερά, με ένα δολάριο, ξάφνου ισοδυναμούσε με λιγότερο από ένα δολάριο (υποτίμηση) και μάλιστα η αξία του, σε δολάρια, μειωνόταν συνεχώς. Στην Ελλάδα όμως δεν έχουμε δικό μας νόμισμα σε σταθερή ισοτιμία με κάποιο ξένο. Οι έλληνες έχουν στην τσέπη τους, στα σεντούκια τους, στις καταψύξεις τους (όπου, μου λένε, κρύβουν ό,τι έχει μείνει από τις οικονομίες τους), ξένο νόμισμα - ευρώ. Η δημιουργία νέου εθνικού νομίσματος (όσο το 'ξένο' ευρώ εξακολουθεί να υπάρχει), σε αυτή την περίπτωση, θα είναι καταστροφική. Γιατί;
Με μεγάλα ποσά σε ευρώ να κυκλοφορούν ήδη στην αγορά, και ακόμη μεγαλύτερα να έχουν αποθηκευτεί εκτός τραπεζών στα διαφόρων ειδών σεντούκια ανά την επικράτεια και σε ξένους λογαριασμούς στο εξωτερικό, η έκδοση νέου νομίσματος θα δημιουργήσει μια διπλή, διαιρεμένη οικονομία. Από την μία θα έχουμε τις περισσότερες αποταμιεύσεις σε ευρώ. Από την άλλη θα έχουμε τους μισθούς και τις συντάξεις να βγαίνουν από τα ΑΤΜ των τραπεζών σε δραχμές. Με το που θα εισπράττονται, οι πολίτες θα προσπαθούν να ανταλλάσσουν τις δραχμές σε ευρώ, γνωρίζοντας ότι σε μερικές ώρες οι δραχμές τους θα υποτιμηθούν.
Έτσι, θα έχουμε δύο Ελλάδες. Την Ελλάδα εκείνων που δεν έχουν πρόσβαση σε ευρώ, και οι οποίοι θα εγκλωβιστούν σε μια τριτοκοσμική Ελλάδα. Και την Ελλάδα που έχουν πρόσβαση σε ευρώ η εξουσία των οποίων θα είναι μεγάλη επί των υπόλοιπων. Για να νοικιάσεις ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα θα πρέπει να έχεις ευρώ. Για να στείλεις τα παιδιά σου σε ιδιωτικό σχολείο, το ίδιο. Πολλοί έμποροι θα εμπορεύονται μόνο σε ευρώ ή θα ζητούν "τοκογλυφικά" ποσά σε δραχμές. Όμως οι μισθοί και οι συντάξεις θα παρέχονται σε δραχμές. Εν πολλοίς, η Ελλάδα θα θυμίζει την Τουρκία της δεκαετίας του '80 όπου η διττή οικονομία (μία για τους εξαθλιωμένους 'ανατολίτες' που λειτουργούσε με ντόπιο νόμισμα και μία για τους 'εξευρωπαϊσμένους' πολίτες που χρησιμοποιούσαν μάρκα, φράγκα και δολάρια) δεν επέτρεπε την ανάπτυξη παρά μόνο ενίσχυε την ανισότητα και την υποανάπτυξη.
Τι κάνουμε λοιπόν;
Πρώτον, δεν συζητάμε την επιστροφή στην δραχμή όσο το ευρώ υφίσταται αλλού. (Αν το ευρώ πεθάνει, και το σκεπάσει η ταφόπλακα, τότε η δημιουργία ενός νέου νομίσματος θα είναι εύκολη υπόθεση.)
Δεύτερον, δεν αποδεχόμαστε τις πολιτικές της ΕΕ που αποτελούν τον βασικό λόγο που το ευρώ σήμερα πεθαίνει. Λέμε το μεγάλο όχι στις ανοησίες της 26ης Οκτωβρίου επειδή μόνο έτσι μπορούμε να συμβάλουμε στην διάσωση του ευρώ.
Τρίτον, ξεκινάμε συζητήσεις με την Ιταλία και την Ισπανία για μια πιθανή νομισματική ενοποίηση μαζί τους στην περίπτωση αποχώρησης των πλεονασματικών χωρών από την ευρωζώνη, και κατάργηση του ευρώ.
Τέταρτον, εγκαλούμε τόσο τον κ. Παπανδρέου (ο οποίος έθεσε το ερώτημα με στόχο την προσωπική του πολιτική επιβίωση) όσο και τον κ. Παπαδήμο (ο οποίος δίνει συνέχεια στο έγκλημα Παπανδρέου για να εμπεδώσει την δική του κυριαρχία επί του νέου κυβερνητικού εξαμβλώματος) για το γεγονός ότι επένδυσαν σε μια φιλολογία για το αν θα καταφέρει η Ελλάδα να μείνει εντός της ευρωζώνης. Μια φιλολογία που μειώνει ακόμα περισσότερο τις αντιστάσεις του ανοσοποιητικού συστήματος του ευρώ.