Η ανάπτυξη του Μητσοτάκη στηρίζεται στον διπλάσιο ΦΠΑ σε σχέση με την ΕΕ και στους φόρους καυσίμων που εξανεμίζουν τα πενιχρά εισοδήματα των εργαζομένων
Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι λυγίζουν κάτω από το βάρος της υπερφορολόγησης. Είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής οικονομίας που προβάλλεται ως επιτυχία από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Με πρωτοφανή μονομανία εστιάζει μόνο στην ανάπτυξη του ΑΕΠ που είναι φορομπηχτική και στηρίζεται στην κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων. Αν κάτι είναι πανθομολογούμενο, είναι ότι η ελληνική οικονομία, η οποία λειτουργεί κάτω από την «μπότα» του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν παράγει και δεν εξάγει. Αυτός είναι ο λόγος που το έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών (συνολικές εισαγωγές μείον εξαγωγές) εκτινάχθηκε το 2022 στα 20,145 δισ. ευρώ, όταν το 2019 ήταν μόλις 2,5 δισ., για να μειωθεί το 2023 στα 14,1 δισ. και πλέον οι πρώτοι μήνες του 2024 να φέρνουν νέα εκτίναξη.
Θλιβερή η σύγκριση
Εδώ εισέρχεται η σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη σε σχέση με την άμεση και την έμμεση φορολόγηση. Οπως προκύπτει από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, η αναλογία της έμμεσης φορολόγησης προς την άμεση –κυρίως ΦΠΑ και Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης (ΕΦΚ)– είναι η διπλάσια σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σε απόλυτα μεγέθη, για κάθε 100 ευρώ που συλλέγονται στις ευρωπαϊκές χώρες από άμεση φορολόγηση άλλα τόσα εισπράττονται από την έμμεση.
Στην Ελλάδα η εικόνα είναι πολύ διαφορετική καθώς σε κάθε 100 ευρώ άμεσης φορολόγησης αντιστοιχούν περί τα 190 ευρώ έμμεσης. Τι σημαίνει αυτό στην πραγματική ζωή; Στη δεύτερη φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, που ο μέσος μεικτός μισθός είναι 1.250 ευρώ και ο καθαρός 984 ευρώ, ο μισθωτός καλείται να πληρώσει άλλο ένα 24% (ή 13% κατά περίπτωση) σε ΦΠΑ. Για να μη μιλήσουμε για τα υγρά καύσιμα με φορολογία 65%. Σε ακόμη χειρότερη κατάσταση βρίσκεται ο συνταξιούχος που καλείται να επιβιώσει με ακόμη λιγότερα χρήματα δεδομένου ότι ο μέσος συντάξιμος μισθός είναι 876,77 ευρώ.
Τα συνήθη υποζύγια
Οταν στα δημοσιογραφικά άρθρα αναφερόμαστε στα «συνήθη υποζύγια» αναφερόμαστε στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους που αν προστεθούν, αθροίζονται σε περίπου 6,3 εκατ. καταναλωτές. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ για το 2023, το 67% των δηλωθέντων εισοδημάτων αφορά μισθωτούς και συνταξιούχους που κατέβαλαν το 62% των συνολικών φόρων.
Από την άλλη υφίσταται τεράστια δυσαρμονία σε σχέση με τη φορολόγηση των εισοδημάτων. Ας φύγουμε λίγο από τους χαμηλόμισθους που αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών της χώρας και ας πάμε στα μεγάλα εισοδήματα. Αν ένας μισθωτός λοιπόν έχει ετήσιο εισόδημα της τάξης των 100.000 ευρώ, θα «γυρίσει» στο κράτος με τη μορφή φορολόγησης ένα ποσό της τάξης των 62.000 ευρώ. Ο αντίστοιχος ελεύθερος επιχειρηματίας με κέρδη 100.000 ευρώ θα φορολογηθεί με 32.000 ευρώ. Αυτό συμβαίνει διότι ο μέσος όρος του φορολογικού συντελεστή για τα εταιρικά κέρδη είναι της τάξης του 25,9%. Αντίστοιχα ο μέσος όρος για τη φορολόγηση εισοδημάτων ύψους 100.000 ευρώ από μισθωτές υπηρεσίες υπερβαίνει το 60%.
Ηλ. Κικίλιας: «Υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για μείωση του ΦΠΑ»
Στη δύσκολη κατάσταση για τους μισθωτούς προστίθεται και η ανάλγητη κυβερνητική επιλογή να μη μειωθεί ο ΦΠΑ. Μάλιστα ο αρμόδιος υπουργός Κωστής Χατζηδάκης, και ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης έφτασαν στο έσχατο σημείο να πλασάρουν τρομολαγνεία ότι δήθεν αν μειωθεί ο ΦΠΑ, θα ψαλιδιστούν οι συντάξεις. Οπως μας εξηγεί ο οικονομολόγος Ηλίας Κικίλιας (φωτογραφία): «Η αισχροκέρδεια που καταγράφεται στην Ελλάδα οφείλεται αφενός σε πρακτικές καρτέλ και μονοπωλίων και αφετέρου στην απουσία κυβερνητικής βούλησης για έλεγχο». Σε ερώτησή μας αν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για μείωση ΦΠΑ και κοινωνική πολιτική, ο υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ηλ. Κικίλιας μας ξεκαθάρισε ότι φέτος έχουμε 1,6 δισ. ευρώ παραπάνω έσοδα από ΦΠΑ και ΕΦΚ και κατέληξε: «Υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για να διαθέσουμε 500 εκατ. ευρώ για μειωμένο ΦΠΑ σε βασικά είδη και άλλα 600 εκατ. ευρώ για ένα νέο ΕΚΑΣ προς τους συνταξιούχους».