«Να πάμε να ψηφίσουμε. Να μην αντιμετωπίσουμε αυτές τις εκλογές με οποιαδήποτε αίσθηση χαλαρότητας ή αδιαφορίας» ζήτησε περιοδεύοντας την Παρασκευή στην Χίο ο Κ. Μητσοτάκης αλλά αυτή η δημόσια έκκληση γίνεται την ώρα που έχει και δεύτερη, κρυφή, στρατηγική για να χρησιμοποιήσει την αποχή ως “σωσίβιο σωτηρίας”.
Όσο κι αν ακούγεται εκ πρώτης όψεως αντιφατικό, το θέμα της συμμετοχής στις κάλπες είναι ένα δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να ομνύουν δημοσίως σε αυτήν οι ηγεσίες των κομμάτων αλλά έχει πολλές αποχρώσεις και σε εποχές ρευστές όπως η σημερινή αποτελεί έναν μεγάλο άγνωστο Χ έως την τελευταία στιγμή.
Ειδικά για το κυβερνών κόμμα, η προσέλευση στα παραβάν της 9ης Ιουνίου βολεύει τον κ. Μητσοτάκη μόνο στο βαθμό που αυτή “φέρνει” ψήφους προς την ΝΔ. Γι' αυτό και το προσκλητήριό του δεν είναι -ενώ ακούγεται ως τέτοιο- γενικό. Απευθύνεται στους νεοδημοκράτες - και δη τους δυσαρεστημένους- ζητώντας “να ξανακάνουμε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια συσπείρωσης της παράταξής μας”.
Το γεγονός είναι ότι όντως τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές δεν παραμένει απλώς βουβό το κλίμα αλλά εξακολουθούν να παραμένουν ιδιαίτερα χαμηλά και τα ποσοστά συσπείρωσης των κομμάτων. Οι δημοσκόποι έχουν ξαναπιάσει δουλειά μετά το Πάσχα, όμως δεν είναι καθόλου εύκολο να “πιάσουν” τις ακριβείς διαθέσεις του εκλογικού σώματος απέναντι στην ίδια την κάλπη. Και η εκστρατεία του κ. Μητσοτάκη κατά της αποχής έχει τις δικές της ιδιοτέλειες.
Με βάση την τάση των τελευταίων 15 ετών και τα στατιστικά των έως τώρα αναμετρήσεων (και) για το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν δημιουργούνται πάντως ιδιαίτερες προσδοκίες για αυξημένη συμμετοχή. Ήδη στις εκλογές του περσινού Ιουνίου η αποχή έσπασε ρεκόρ εικοσαετίας καθώς σχεδόν 800.000 λιγότεροι ψηφοφόροι προσήλθαν στις κάλπες και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών ψήφισαν μόλις 5.266.032 εγγεγραμμένοι, δηλαδή 795.008 λιγότεροι από τους 6.061.040 των εκλογών του Μαΐου.
Κατεβάζοντας τον πήχη από το 41% εκείνων των εκλογών στο 33,12% των ευρωεκλογών του 2019, ο κ. Μητσοτάκης αναγνώρισε, αυτόματα και προκαταβολικά, την απώλεια σχεδόν 400.000 ψηφοφόρων της ΝΔ που θα μπορούσαν να φτάσουν και τις 600.000 εάν επιβεβαιωθούν ακόμη και γαλάζια έμπειρα στελέχη όπως ο Νικ. Κακλαμάνης που δηλώνουν δημοσίως ότι και αυτός ο χαμηλωμένος πήχης είναι δύσκολο να πιαστεί. Και πάλι όμως το σενάριο αυτό έχει ως προϋπόθεση ότι στις 9 Ιουνίου η γενική συμμετοχή στις κάλπες θα κυμανθεί στα περσινά επίπεδα και δεν θα σημειώσει νέα υποχώρηση.
Τα αγκάθια για το Μέγαρο Μαξίμου που κρύβονται πίσω από τις υπηρεσιακά οφειλόμενες διακηρύξεις κατά της αποχής είναι πολλά και σημαντικά. Και όσο πλησιάζει η 9η Ιουνίου, η αποχή αναμένεται να αποτελέσει έναν από τους βασικούς παράγοντες εάν όχι τον πιο βασικό που θα κρίνουν τις εντυπώσεις περισσότερο ίσως κι από την ουσία του εκλογικού αποτελέσματος.
Μπορεί λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης να στρέφεται κατά της αποχής αλλά το μέγα ερώτημα που ήδη έχει τεθεί επί τάπητος και στο δικό του επιτελείο είναι προς το πού θα κατευθυνθούν αυτές οι 400-600.000 γαλάζιοι ψηφοφόροι. Εάν δεν καταφέρει να τους επαναπατρίσει μέσα στις ερχόμενες είκοσι ημέρες μέσα από τα εκφοβιστικά διλήμματα και την κινδυνολογία, θα μεταστεγαστούν έστω και προσωρινά σε ένα άλλο κόμμα ή θα επιλέξουν να πάνε για καφέ ή για το πρώτο καλοκαιριάτικο μπάνιο τους;
Από τις δυο αυτές επιλογές η πρώτη θα είναι καταστροφική για τη ΝΔ όσον αφορά και την ποσοστιαία αποτίμηση. Η συμμετοχή των εκατοντάδων χιλιάδων δυσαρεστημένων και θυμωμένων γαλάζιων ψηφοφόρων στις κάλπες της 9ης Ιουνίου είναι κάτι που θα φέρει αναλογικά, εκτός από Βατερλό στον απόλυτο αριθμό ψήφων, κατάρρευση και των ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος. Αντίθετα, εάν προτιμήσουν την οδό της αποχής αυτό μπορεί να επιτρέψει και μια σχετική “υποστύλωση” στα ποσοστά της. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες το συγκριτικά ιδανικό σενάριο θα ήταν να σημειωθεί μια αναλογική αποχή και από τους ψηφοφόρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης...
Έτσι λοιπόν στην περίπτωση κατά την οποία η ΝΔ χάσει επί παραδείγματι περί τις 400.000 ψηφοφόρων από τους 2.155.322 του περασμένου Ιουνίου, χωρίς να αλλάξει το γενικό ποσοστό συμμετοχής στις κάλπες, θα “πέσει” στον νέο πήχη του 33,12% που προσδιόρισε ο κ. Μητσοτάκης. Εάν όμως αυτοί οι ίδιοι προερχόμενοι από τη γαλάζια δεξαμενή ψηφοφόροι, δεν πάνε καθόλου στην κάλπη, τότε η εικόνα μπορεί να αλλοιωθεί αισθητά και το ποσοστό της ΝΔ να ανεβεί σχεδόν και στο 35-36%!
Αυτή μάλιστα η εντελώς ιδιόμορφη “εξίσωση” είναι που κατά τις πληροφορίες έχει επιτρέψει τις τελευταίες ημέρες στο επικοινωνιακό επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου υπό την μόνιμη καθοδήγηση του Αμερικανού Στάνλεϋ Γκρίνμπεργκ, να αναθαρρήσει ότι τελικά ίσως και να ξεπεραστεί τεχνητά ο πήχης του 2019. Με τη διαφορά όμως ότι θα πρόκειται για μια μέγιστη αλχημεία με την οποία η κρίση νομιμοποίησης και αντιπροσωπευτικότητας που διαπερνά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα θα προπαγανδιστεί ως “πολιτική νίκη”. Στην περίπτωση κατά την οποία επίσης η αποχή απλωθεί και στους άλλους χώρους -χωρίς να καταφέρουν να έχουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης εισροές νέων ψήφων και προς όφελός τους σημαντικές μετακινήσεις από τη ΝΔ- τότε δεν αποκλείεται να προκύψουν και “τερατογενέσεις” μέσα σε ένα περιβάλλον πρωτοφανούς για τα μεταπολιτευτικά χρονικά της χώρας απαξίωσης του πολιτικού συστήματος και μιας γενικευμένης αποστροφής και κόπωσης. Κι επειδή πάνω σε αυτό το “plan B” πρόκειται να παιχτούν πολλά για την επερχόμενη αναμέτρηση, μπορεί να υποκριτικά να στρέφεται με τη ρητορική του γενικώς κατά της αποχής ο κ. Μητσοτάκης αλλά στην πράξη οι κομματικοί μηχανισμοί και τα στελέχη της ΝΔ προωθούν προς τους ψηφοφόρους τους τη γραμμή που συνοψίζεται στη λογική ότι “εάν θέλετε να μας στείλετε “μήνυμα διαμαρτυρίας”, κάντε το δια της αποχής”. Στο ίδιο πλαίσιο άλλωστε αποτροπής των μετακινήσεων -και παγώματος στην ενδιάμεση γκρίζα ζώνη της μη συμμετοχής- εντάσσεται και η σφοδρή πολεμική που εκδηλώνεται ακόμη και με ανοίκειους τρόπους από τον κ. Μητσοτάκη προς τους εκ δεξιών κυρίως αντιπάλους του.
Το πόσο πιθανό είναι να σημειωθεί αντίθετα αύξηση της συμμετοχής στις κάλπες αυτή τη στιγμή δεν είναι σε θέση κανείς να το προβλέψει. Έχει ενδιαφέρον μάλιστα ότι οι επικείμενες ευρωεκλογές θα είναι οι πρώτες ευρωεκλογές μετά από το 2009 που θα πραγματοποιηθούν χωρίς την ταυτόχρονη διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών οι οποίες συνέβαλαν καθοριστικά στην αυξημένη συμμετοχή κάθε φορά λόγω των πολλαπλών καλπών. Στις ευρωεκλογές του 2004, που είχαν γίνει μόνες τους και ήταν οι πιο μαζικές έως τώρα είχαν πάρει μέρος 6.283.637 ψηφοφόροι. Στις ευρωεκλογές του 2009 που διεξήχθησαν κι αυτές μόνες τους, πήραν μέρος 5.261.749 πολίτες ενώ στις ευρωεκλογές του 2014, που έγιναν μαζί με τις αυτοδιοικητικές, συμμετείχαν 5.941.636 και στις ευρωεκλογές του 2019, που διεξήχθησαν κι αυτές μαζί με τις αυτοδιοικητικές προσήλθαν 5.920.355 ψηφοφόροι. Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές οι ψηφίσαντες. υποχώρησαν εντυπωσιακά στους 5.266.032...
Ανδρέας Καψαμπέλης